Από τη Γιώτα Δημητριάδη
Τέσσερις βαλίτσες, τέσσερα ζευγάρια ακουστικά και δύο ερωτευμένα ζευγάρια στη σκηνή του Studio Μαυρομιχάλη σηματοδοτούν από την πρώτη σκηνή του «Hyperspaceή αλλιώς…» της Δανάης Λιοδάκη, ένα αίσθημα αναμονής και προσμονής.
-Να φύγουμε!
-Να γυρίσουμε!
Δύο επιτακτικές φράσεις, σαν σανίδες σωτηρίας, η πρώτη για ένα ζευγάρι που ζει σ’ ένα διαμέρισμα της Αθήνας και η δεύτερη για ένα άλλο ζευγάρι που μένει σε μια πόλη της Γερμανίας. Οι 28χρονοι ήρωες νιώθουν εγκλωβισμένοι στο ασφυκτικό παρόν και το δίλημμα είναι σκληρό: όμορφη και φτωχή ζωή στην πατρίδα ή άνεση και προοπτικές στο απρόσωπο εξωτερικό;
Η μεγάλη επιτυχία του πρώτου θεατρικού κειμένου της Δανάης Λιοδάκη έγκειται στο γεγονός πως, αν και έχει δημιουργηθεί με τεχνική και μελέτη, ανήκει μάλιστα στο είδος της πυκνής διαλογικής συμπλοκής, εντούτοις μοιάζει να έχει γραφτεί μια και έξω, σαν μια κραυγή για όλα όσα θέλει να πει η πολύπαθη γενιά των τριαντάρηδων.
Μια γενιά που αναγκάστηκε να απογαλακτιστεί απότομα, να πατήσει στα πόδια της και πέρα από την καθημερινή μάχη του βιοπορισμού, να ικανοποιήσει όλες τις προσδοκίες που έστησαν οι μεγαλύτεροι πάνω της.
Μια γενιά που ξενιτεύεται για ένα καλύτερο μέλλον και αν δεν το κάνει, φέρει ενοχές γι’ αυτό.
Μια γενιά που βιώνει την κατάρριψη κάθε ιδεολογίας και ζει με σημαία της την αβεβαιότητα και τον φόβο. Ωστόσο, έχει ανάγκη να αγαπήσει και να αγαπηθεί! «Τρυφερότητα είναι να είσαι εκεί για τον άλλον», θα πει μια εκ των ηρώων.
Η ίδια η συγγραφέας υπογράφει και τη σκηνοθεσία της παράστασης, έχοντας μαζί της τέσσερις ταλαντούχους ηθοποιούς της νεότερης γενιάς που, είμαι σίγουρη, ότι θα μας απασχολήσουν στο μέλλον.
Ο λόγος για τους: Δάφνη Λαζαροπούλου, Παναγιώτα Παπαδημητρίου, Αντώνη Χρήστου και Δημήτρη Τσιγκριμάνη. Με μια εντυπωσιακή αμεσότητα και μια αφοπλιστική ειλικρίνεια –κρατούν ακόμη και τα πραγματικά τους ονόματα- δημιουργώντας στον θεατή μια ζεστασιά, που αποδεικνύει ότι η απλότητα είναι η μεγαλύτερη αρετή.
Δικαιώνοντας κατά κάποιο τρόπο και τη φόρμουλα του Στανισλάβσκι ότι η εκπαίδευση και η δουλειά πάνω στην παράσταση γίνεται η δουλειά του ηθοποιού πάνω στον εαυτό του. Μια διαλεκτική του κειμένου, απογυμνωμένου από τη σάρκα του, με τον ηθοποιό να ενσαρκώνει το πνεύμα του κειμένου.
Μια καλοδουλεμένη ομάδα υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της Λιοδάκη καταφέρνει να παρουσιάσει στο κοινό μια παράσταση με ροή, η οποία πάλλεται διαρκώς, εναλλάσσοντας τα συναισθήματα του κοινού.
Μοναδική ένσταση κάποια σημεία, όπου όλοι μαζί εν χορώ επαναλαμβάνουν τις ίδιες φράσεις ή μονολογούν, δημιουργώντας μια σκηνική βαβούρα που δεν νομίζω ότι είναι απαραίτητη.
Το ίδιο συμβαίνει και με τη δεύτερη σκηνή της τέταρτης πράξης, που από γραφής μοιάζει πιο σχολική- ερασιτεχνική, προσθέτοντας στο έργο μια μελούρα που δεν έχει ανάγκη.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια (Νικόλαος Καναβάρης), αντιπροσωπεύουν μέσα στη λιτότητά τους, το φτωχό θέατρο του Γκροτόφσκι.
Εντυπωσιακή δουλειά έχει γίνει στους φωτισμούς της παράστασης που υπογράφει ο Γιώργος Αντωνόπουλος.
Σημαντική και η συμβολή των: Χρυσηίς Λιατζιβίρη και Χριστίνα Σκλαβάκη στη κίνηση, κομβικής σημασίας στην παράσταση, αν σκεφτεί κάποιος ότι ανάμεσα στο αθηναϊκό και το γερμανικό διαμέρισμα δεν υπάρχουν χωρίσματα, οι τέσσερις ήρωες κινούνται ελεύθερα στον χωροχρόνο, εξού και ο τίτλος hyperspace (υπερδιάστημα).
Δείτε το «Hyperspace ή αλλιώς…», μια ομάδα που αξιοποιεί το σημαντικότερο «όχημα» σε όλες τις μορφές και εκφάνσεις του θεάτρου, τον ηθοποιό και ένα κείμενο που χτυπάει απευθείας στο συναίσθημα.
Extra tip: Σ’ ένα από τα τελευταία μου κείμενα στο texnes-plus, μ’ αφορμή αυτή την παράσταση, θα ήθελα να σας προτρέψω, αγαπητοί αναγνώστες, να «ψάχνετε» τις θεατρικές σκηνές της πόλης, καθώς κάπου εκεί υπάρχουν διαμαντάκια που όταν τα ανακαλύψετε, θα νιώσετε μια δικαίωση. Μη τρέχετε σαν κοπάδι πίσω από τσοπάνηδες, όπως οι πληρωμένες διαφημίσεις, τα τηλεοπτικά πρόσωπα και τα ψεύτικα αστεράκια.