Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 

Είδα την «Τάξη μας» σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά Κύριο

«Ακόμα και ετοιμοθάνατος στο νοσοκομείο δεν με συγχώρεσε».

Δέκα μαθητές ενός δημοτικού σχολείου, ένας παγκόσμιος πόλεμος, μια τάξη χωρίς δάσκαλο, 14 μαθήματα, ένα κουδούνι, θρανία που μετατρέπονται σε μνήματα. Επτά δεκαετίες ζωής γεμάτες βία και θρησκευτική μισαλλοδοξία. Ένας αέναος αγώνας αναζήτησης λύτρωσης ή συγχώρεσης μέσα σε ένα παρόν που είναι στιγματισμένο  από τα αδυσώπητα φαντάσματα του παρελθόντος, κρατώντας πισθάγκωνα δεμένη την ενηλικίωση.

Με αυτά τα λόγια μπορεί κανείς να συνοψίσει το έργο του Ταντέους Σλομποτζιάνεκ «Η τάξη μας», που δικαίως σημείωσε παγκόσμια επιτυχία (Kαλύτερο Έργο Πολωνικής Λογοτεχνίας 2010-Nike Literary Award) και παρουσιάζεται για δεύτερη φορά στη χώρα μας ‒ μετά την απότομη διακοπή της πρεμιέρας του πρώτου ανεβάσματος της παράστασης του Γιάννη Καλαβριανού στο Φεστιβάλ Αθηνών πέρυσι τον Ιούνιο, εξαιτίας αδιαθεσίας ηθοποιού.

Οι δέκα συμμαθητές που ως παιδιά ζουν σχεδόν αρμονικά σε μια μικρή πόλη της Πολωνίας, το όνομα της οποίας δεν μαθαίνουμε στο έργο, χωρίζονται σε δύο ομάδες με βάση το θρήσκευμά τους. Όταν ενηλικιώνονται και ξεσπά ο πόλεμος,  αλληλοσπαράσσονται, άλλοι ταγμένοι στο πλευρό των ναζί και άλλοι ταγμένοι στο πλευρό των  μπολσεβίκων.

Το κορυφαίο γεγονός ύψιστης φρίκης απέναντι στους Εβραίους Πολωνούς από τους καθολικούς συμπατριώτες τους, που λειτουργεί και ως σημείο αναφοράς στο έργο επηρεάζοντας την πορεία της ζωής όλων των ηρώων, συμβαίνει στις 10 Ιουλίου του 1941. Πρόκειται για αληθινό γεγονός. Όλοι οι Εβραίοι κάτοικοι της πόλης Γιεντβάμπνε στην Πολωνία συγκεντρώνονται με τη βία στην κεντρική πλατεία,  οδηγούνται σε ένα στάβλο και δολοφονούνται. Σύμφωνα με την επίσημη ιστορική αφήγηση, υπαίτιοι της σφαγής ήταν οι ναζί, ωστόσο έπειτα από 60 χρόνια προέκυψε, με βάση τις έρευνες, ότι την ευθύνη δεν έφεραν οι Γερμανοί αλλά οι συντοπίτες και γείτονες των θυμάτων, οι καθολικοί Πολωνοί, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων.

Το έργο λοιπόν από γραφής έχει μια μεγάλη δυναμική, που αφορά τη συλλογική μνήμη, τη συγκίνηση αλλά και την προσωπική μαρτυρία του ατόμου, επιτυγχάνοντας έτσι την ενσυναίσθηση με το θεατή.

Ο Τάκης Τζαμαργιάς εστίασε αρκετά στην παιδική αθωότητα, στα τρυφερά χρόνια και στις αναμνήσεις από τη σχολική ζωή. Θέλησε προφανώς να τονίσει την ανάγκη του ανθρώπου για επιστροφή εκεί όπου κάποτε αισθανόταν ασφάλεια και αγάπη, καθώς και την ελπίδα του πως βρίσκοντας την παιδικότητά του θα απαλλαχθεί από τις ενοχές ενός δυσβάσταχτου παρόντος.

Έτσι ο σκηνοθέτης έστησε μια πραγματική τάξη και έντυσε κάποιους από τους ηθοποιούς με μαθητικές στολές. Και μπορεί τα σκηνικά της Ελένης Μανωλοπούλου να ήταν εντυπωσιακά και πολυμορφικά, ωστόσο η ρεαλιστική απόδοση του σχολείου σε συνδυασμό με τα κυρίως σαρκαστικά «τραγουδάκια» (σε μουσική του Δημήτρη Μαραμή και στίχους του Σωτήρη Τριβιζά) που ακολουθούσαν έπειτα από κάθε μάθημα εγκλώβιζαν και την εξέλιξη των ηρώων σε μια παιδικότητα, υποτιμώντας τα τραγικά γεγονότα που βίωσαν αργότερα.

Αν παρατηρήσει κανείς μια γωνία του σκηνικού με την εξαιρετική θρυμματισμένη υδρόγειο σφαίρα, θα βρει ένα ιδανικό παράδειγμα για το πώς θα μπορούσε να υπάρχει η τάξη χωρίς η παρουσία της να «μικραίνει» τα μεγάλα συμβάντα.

Τα 14 μαθήματα παρουσιάζονται σκηνικά, είτε ως αφηγήσεις είτε δραματοποιημένα είτε σε συνδυασμό. Αυτό μαζί με την πολυπρισματικότητα των γεγονότων και τη συνεχή παρουσία του θιάσου στη σκηνή δημιουργεί συχνά αμηχανίες και κάποιες κινήσεις των ηθοποιών μοιάζουν περιττές, ενώ μερικές δράσεις μυρίζουν σκηνοθετίτιδα, γίνονται απλώς για να γίνουν.

Το βασικότερο όμως είναι ότι περνούν και χάνονται σκηνές που υπό άλλες συνθήκες θα προκαλούσαν έντονη συναισθηματική φόρτιση.

Έξυπνη σκηνοθετική επιλογή η σύνθεση της ομάδας των ερμηνευτών που αποτελούνταν από διαφορετικές ηλικίες αλλά και το δυνατό υποκριτικό υπόβαθρο των περισσότερων, που τους οδήγησε σε λαμπρές ερμηνευτικές στιγμές.

Αναφέρω χαρακτηριστικά τη σκηνή του βιασμού, με την Κωνσταντίνα Τάκαλου να ακροβατεί στα ανάμεικτα συναισθήματα της απόγνωσης, του φόβου αλλά και της ηδονής, με τον Αλέξανδρο Μαυρόπουλο να υποκρύπτει ένα τρυφερό συναίσθημα πίσω από τη μάσκα του σκληρού βιαστή.

Επίσης, τη σκηνή της δολοφονίας του Γιάκουπ Κατς, με έναν Γιώργο Πυρπασόπουλο να έχει ενστερνιστεί απόλυτα τον κυνισμό και τη βία του ενός αδυσώπητου δολοφόνου και τον Βασίλη Μαγουλιώτη να είναι εξαιρετικά πειστικός ως θύμα.

Τονωτικές ενέσεις στην τρίωρη παράσταση έδινε με την παρουσία της και η έξοχη Ράνια Οικονομίδου, η οποία έχτισε τη Ραχέλκα της με πολλές δόσεις χιούμορ, που, ενώ έδειχναν να απαλύνουν, φώτιζαν ακόμα πιο εξονυχιστικά τις ουλές της ηρωίδας της.

Το δράμα του συμβατικού ανθρώπου, του «μέσου Πολωνού», βίωσε με σκηνική συνέπεια στο πλευρό της ο Κώστας Νταλιάνης.

Αντίθετα, ο Θέμης Πάνου, ο Άλκης Παναγιωτίδης και η Καίτη Κωνσταντίνου υπήρχαν στιγμές που δεν έπειθαν απόλυτα, πιθανόν γιατί για κάποιο λόγο δεν επικοινωνούσαν σκηνικά με τους συναδέλφους τους. Αυτό πιθανότατα να έχει αλλάξει, καθώς παρακολουθήσαμε μία από τις πρώτες παραστάσεις.

Ο Κώστας Γαλανάκης έπαιζε ένα άλλο είδος θεάτρου, πολύ αποστασιοποιημένο. Ήταν λες και μιλούσε άλλη σκηνική γλώσσα, που ξένιζε αισθητά.

Αισθητικά η παράσταση σε κερδίζει τόσο με την εμπνευσμένη σκηνογραφία, όπως  προαναφέρθηκε, και τα ισορροπημένα κοστούμια (επίσης της Ελένης Μανωλοπούλου) όσο και με τους εξαιρετικά προσεγμένους φωτισμούς του Σάκη Μπιρμπίλη.

Η «Τάξη μας» είναι ένα πολύ δυνατό κείμενο, πιο επίκαιρο από ποτέ, σε μια Ευρώπη που η ακροδεξιά σηκώνει παντιέρα. Η παράσταση του Τάκη Τζαμαργιά συνολικά σίγουρα δεν απογοητεύει, όμως δεν καταφέρνει να απογειώσει το έργο. Σαν οι μαθητές να έγραψαν πολύ καλά, αλλά να μην ξεχώρισαν.

 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία