Το βραβείο «Δημήτρης Χορν» 2020 κέρδισε πριν λίγο, σε εκδήλωση στο θέατρο «Δημήτρης Χορν» ο Γιωργής Τσουρής. Το επαμειβόμενο Βραβείο «Δημήτρης Χορν» (για δέκατη ένατη χρονιά φέτος) είναι ο σταυρός που φορούσε ο ηθοποιός, ο οποίος περνάει κάθε χρόνο από τον έναν βραβευμένο στον άλλο, συνοδευόμενος από περγαμηνή.
Ο ηθοποιός τιμήθηκε για τον ρόλο του Γρηγόρη στα «170 τετραγωνικά (Moonwalk)» του Γιωργή Τσουρή, σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη (Από Μηχανής Θέατρο).
Στη συγκινητική τελετή που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 09 Μαρτίου 2020, στις 19:00 στο θέατρο Δημήτρης Χορν, στη σκηνή βρέθηκαν όλοι οι νικητές του βραβείο, καθώς φέτος συμπληρώνονται είκοσι χρόνια φέτος από την θέσπιση του Βραβείου «Δημήτρης Χορν» το 2001 και πρώτο νικητή τον Δημήτρη Ήμελλο.
Διαβάστε εδώ τη συνέντευξη του ηθοποιού:
Συνέντευξη: Γιώτα Δημητριάδη
φωτογράφιση για το texnes-plus: Κοσμάς Ινιωτάκης
Η Αμαλία Αρσένη δεν έζησε σε μια συνηθισμένη οικογένεια, οι γονείς της Γεράσιμος Αρσένης και Λούκα Κατσέλη, συζητούσαν στο σπίτι σοβαρά θέματα, όπως για το αν η χώρα θα πτωχεύσει ή ποιος θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός. Μικρή η Αμαλία, έκανε παρέα, κυρίως με μεγάλους. Δεν έμενε στο ίδιο σπίτι με τα ετεροθαλή αδέρφια της. Η ανάγκη της για παιχνίδι και η τεράστια φαντασία της, έφτιαχναν μαγικούς κόσμους. Κάπου εκεί ανακάλυψε το θέατρο, το οποίο έγινε για εκείνη το αδερφάκι, που της έλειπε. Σε ηλικία μόλις 8 ετών γράφει σε σχολική έκθεση ότι όταν μεγαλώσει θα γίνει ηθοποιός.
Τα γονίδια από τον παππού της Πέλο Κατσέλη, που δεν πρόλαβε να γνωρίσει και τη γιαγιά της Αλέκα Κατσέλη, είχαν κάνει τη δουλειά τους από πολύ νωρίς. Η φλόγα φούντωσε όταν με την θεία της Κίττυ Αρσένη πήγαιναν συχνά σε παιδικές παραστάσεις.
Η Αμαλία σπούδασε θέατρο και φιλολογία στο εξωτερικό, αλλά πάντα ήθελε να ζει και να δημιουργεί στη χώρα της. Μεγαλώνοντας βρίσκει το θέατρο που αγαπά και νιώθει ακόμα καλύτερα στη σκηνή.
Η λογοτεχνία και η ιστορία είναι δύο άλλες μεγάλες αγάπες της. Τι καλύτερο λοιπόν από μια βόλτα στο Μοναστηράκι, όπου ανακαλύπτει κανείς σπάνια βιβλία και το φως του αττικού ουρανού, γίνεται ο καλύτερος σύμμαχος για τη φωτογράφιση αλλά και την κουβέντα που θα ακολουθήσει.
«170τ.μ» λοιπόν για δεύτερη χρονιά σε νέα θεατρική στέγη. Πώς ξεκίνησε αυτό το ταξίδι;
Μου αρέσει να κάνω πράγματα που μ’ αφορούν προσωπικά. Τα «170 τ.μ» προέκυψαν από μια γνωριμία μου με τον Γιωργή Τσουρή στο Εθνικό Θέατρο, όπου παίζαμε στην ίδια παράσταση.Στην συζήτηση πάνω του είπα ότι εγώ δεν είχα κάνει ποτέ ρεαλισμό και θα ήθελα πολύ να δουλέψω και με τον ίδιο και με τον Γιώργο Παλούμπη, σ’ ένα επίπεδο συγγραφικό και δραματουργικό.Κάναμε λοιπόν, κάποιες συναντήσεις και μοιραζόμασταν ιστορίες. Εκείνη την εποχή εγώ έχασα τον πατέρα μου κι ήθελα να μιλήσω για την απώλεια, όχι σαν κάτι juicy, αλλά σαν μια ουσιαστική λύτρωση.
Δεν είναι επώδυνο όμως να μιλάς γι’ αυτό κάθε βράδυ στη σκηνή;
Αυτό φοβόμουν, αλλά τελικά είναι μια λύτρωση. Θυμάμαι τις πρώτες φορές, όταν άκουγα την Βάλια Παπακωνσταντίνου, την αδερφή μου στο έργο να μου λέει: «ο μπαμπάς πέθανε» σκεφτόμουν ότι θα μου ήταν δύσκολο να το ακούω κάθε βράδυ. Τελικά, κατάφερα να φέρω την απώλεια σαν ένα υπόβαθρο, σαν κάτι που το έχω βιώσει, χωρίς όμως να το παίρνω προσωπικά σε κάθε παράσταση.
Επομένως, η ηρωίδα στα «170 τ.μ» δημιουργήθηκε πάνω σου...
Ναι, η Λίλλυ είναι ο άξονας του έργου. Δική μου ιδέα και συνεισφορά στο κείμενο ήταν η ιστορία να διαδραματίζεται στην επαρχεία. Επειδή έχω μεγαλώσει στην Αθήνα έχω ένα απωθημένο με την επαρχία και σκέφτηκα πως εκεί η ιστορία θα είχε μεγαλύτερο δραματουργικό ενδιαφέρον. Στη συνέχεια δουλέψαμε όλοι μαζί κι ο καθένας έβαλε το λιθαράκι του στην παράσταση. Ο Γιωργής, ο οποίος έγραψε και το έργο, το μετατόπισε στη συνέχεια και από την ιστορία της απώλειας το τοποθέτησε στην ανάγκη μας να λέμε την αλήθεια.
Πόσο κόστος έχει αυτό;
Μεγάλο αλλά είμαι σε μια φάση της ζωής μου, όπου νομίζω ότι αξίζει να είμαστε ειλικρινείς. Έτσι τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα.
Στη δουλειά σας, μπορείς να είσαι ειλικρινής, μ’ έναν σκηνοθέτη για παράδειγμα;
Δεν πιστεύω στην ιεραρχία στο θέατρο, πιστεύω στην ιεραρχία στην πρόβα. Όπως δηλαδή μπορεί ένας σκηνοθέτης να έρθει και να μου πει κάτι για την ερμηνεία μου, γεγονός, το οποίο έχει συμβεί αρκετές φορές. Θέλω και εγώ αντίστοιχα να λέω τη γνώμη μου. Μ’ ενδιαφέρει πολύ η επικοδομητική κριτική και η συνομιλία. Φυσικά, όλα αυτά έχοντας πάντα στο μυαλό μας τον κόπο του άλλου. Δεν είναι όμως κακό να πεις: «Εμένα κάτι μου έλειψε...». Προσωπικά εμένα μ’ έχει βοηθήσει και η επαφή μου με τα παιδιά. Γιατί όταν δουλεύεις με ευαίσθητες ψυχές, προσπαθείς να βρεις έναν τρόπο να κάνεις την κριτική σου χωρίς να τα πληγώσεις.
Να πούμε λοιπόν, ότι διδάσκεις και θέατρο στο Κολλέγιο Αθηνών. Πώς είναι αυτή η εμπειρία;
Αυτό ήταν κάτι απρόοπτο. Πάντα πίστευα ότι θα μου άρεσε να διδάσκω θέατρο ή να μιλάω για θέατρο μ’ ανθρώπους που έχουν ήδη τις δικές τους βάσεις. Το να βάζω εγώ τις βάσεις, μου ήταν κάπως αδιάφορο. Τελικά, όμως είδα ότι είναι πολύ σημαντικό να δημιουργείς εσύ τις βάσεις, σ’ ανθρώπους που δεν έχουν ιδέα από θέατρο. Στόχος μου είναι να καταφέρω να τους εμφυσήσω την αγάπη για το θέατρο, ανεξάρτητα από το δρόμο που τελικά θα ακολουθήσουν στη ζωή τους. Γιατί η αγάπη για το θέατρο, είναι ουσιαστικά αγάπη για τη ζωή, τη κριτική σκέψη και την ψυχή του κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό και δεν μπορείς να μην είσαι καλλιεργημένος άνθρωπος και να πας να γίνεις ηθοποιός.
Εσύ, πάντως ήξερες από μικρή ηλικία, ότι θα ακολουθούσες αυτό το δρόμο. Τετάρτη δημοτικού το είχες γράψει σε μια έκθεση;
Ναι, το θυμάμαι σαν και τώρα! Δεν ξέρω αν αυτό ήταν επιρροή οικογενειακή ή αν ήταν κάτι καθαρά δικό μου. Σίγουρα, πάντως μπήκα στο θέατρο μέσα από την αγάπη μου για τη λογοτεχνία, την ιστορία και τη φαντασία. Είχα ανάγκη από μικρή να δραπετεύω και να φτιάχνω δικούς μου κόσμους. Έπαιζα με τις κούκλες μου και έφτιαχνα τρομερά σενάρια.
Και πρώτος ρόλος ήταν ένα αρνάκι στο νηπιαγωγείο;
(Γελάει) Ναι! Ακολούθησαν άλλες επιτυχίες, όπως μια νεράιδα, η μητέρα φύση, η Καλλιπάτειρα, η Μπουμπουλίνα κ.α Η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά, πάντως ήταν με τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο στο Θέατρο του Νέου Κόσμου το 2011.
Έχεις σπουδάσει στο εξωτερικό. Δεν σκέφτηκες ποτέ να ζήσεις εκεί και να κυνηγήσεις το όνειρό σου;
Εγώ δεν ήθελα να σπουδάσω στο εξωτερικό. Αυτός ήταν ο μοναδικός όρος των γονιών μου για να κάνω θέατρο. Μου είπαν ότι μόνο εκεί θα με κρίνουν αντικειμενικά για το αν κάνω ή όχι γι’ αυτή τη δουλεία και είχαν δίκιο. Επίσης στο εξωτερικό είχα τη δυνατότητα να πάρω δύο πτυχία σε τέσσερα χρόνια, το πρώτο ήταν το θέατρο και το δεύτερο πάνω στη φιλολογία.
Ήθελα πάντα να γυρίσω και ειδικά στο πρώτο έτος, όσο σπούδαζα με κάλεσαν για οντισιόν κατάλαβα ότι ήθελα πραγματικά να γυρίσω πίσω.
Ο παππούς σου, Πέλος Κατσέλης, χαρακτήριζε την υποκριτική ως: «το υπέροχο ψέμα της σκηνής, ένα ψέμα που μεταλλάσσεται πιο αληθινό από το αληθινό». Για σένα τι είναι η υποκριτική;
Πιστεύω και εγώ σ’ αυτό το ψέμα, με την έννοια ότι μου αρέσει στις πρόβες όταν λέμε ότι «κάνουμε θέατρο χαλαρώστε λίγο». Οι απαρχές του θεάτρου έχουν να κάνουν με την αφήγηση, το παραμύθι, τη μαγεία και μ’ εμένα μου αρέσουν πολύ αυτά τα στοιχεία. Από εκεί και πέρα η ταύτιση έχει να κάνει με τη ζωή. Το πώς δημιουργείς όμως έναν κόσμο, έχει να κάνει καθαρά με το κομμάτι της φαντασίας. Επομένως, θα έλεγα ότι είναι ένα μείγμα που περιέχει και μαγεία και ζωή.
Θα μπορούσες να ζήσεις εκτός θεάτρου;
Ειλικρινά, όχι. Έχω προσπαθήσει πολλές φορές να το σκεφτώ αλλά νομίζω ότι όσο περνάνε τα χρόνια τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη μου να υπάρχω σ’ αυτόν τον χώρο. Ειδικά τώρα που καταλαβαίνω και τι μου αρέσει να κάνω. Έχω το μικρόβιο μέσα μου.
Τι σου αρέσει να κάνεις;
Μου αρέσει το θέατρο, που είναι κοντά στον μέσο θεατή. Δεν μου αρέσει να κάνω το κοινό να αισθάνεται ηλίθιο ή ότι δεν καταλαβαίνει. Μου αρέσει ένα θέατρο της ισοτιμίας και δημοκρατικό. Για να συμβεί αυτό πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν έργα, που να αφορούν τον κόσμο. Είμαι ρομαντική ως προς αυτό.
Μιας και αναφέρθηκες στο ρομαντισμό. Το πιο ρομαντικό πράγμα που έχεις κάνει στη ζωή σου για έναν έρωτα ποιο είναι;
Νομίζω,το πιο ρομαντικό είναι η διάρκεια και η πίστη μου στον έρωτα και σ’ ένα συγκεκριμένο άνθρωπο.
Η ηρωίδα σου είναι έγκυος. Αυτό σε έβαλε στη διαδικασία να σκεφτείς τον εαυτό σου, ως μητέρα;
Σίγουρα, θα ήθελα παιδιά. Η οικογένεια για μένα είναι τα πάντα, ίσως είναι το μόνο που βάζω πάνω από το θέατρο. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από ένα υγιές οικογενειακό περιβάλλον. Μ’ έβαλε σε μια διαδικασία και το κατάλαβα κυρίως, όταν στο φινάλε του έργου κάνει κάτι για να ταρακουνήσει τον σύντροφό της. Κάτι, που έχει σχέση με το μωρό. Αλλά δεν θα πω τι...
Έχεις τρία ετεροθαλή αδέρφια. Δεν μεγαλώσατε όμως στο ίδιο σπίτι....
Με τον μικρότερο λίγο..
Σε δυσκόλεψε το γεγονός ότι ήσουν μοναχοπαίδι;
Ναι, γιατί αυτό φέρει μια μοναξιά. Γι’ αυτό νομίζω ότι ασχολήθηκα με το θέατρο για να διοχετεύσω όλη αυτή την όρεξη που είχα για παιχνίδι. Εμένα ήταν και ιδιαίτερη η παιδική μου ηλικία. Ήμουν συνέχεια με μεγάλους και τα πράγματα που συζητούσαμε στο σπίτι ήταν ιδιαίτερα σοβαρά. Ήταν θέματα του τύπου: θα πτωχεύσει η χώρα ή ποιος θα είναι πρωθυπουργός αύριο! Εκεί, βρήκα και το θέατρο σαν αδερφάκι μου, σαν μια διέξοδο.
Πάνω σ’ αυτό το θέμα, έχεις πει για τα παιδικά σου χρόνια, ότι στην αρχή είσαι παιδί υπουργών και σ’ έχουν βασίλισσα και μετά ξαφνικά αλλάζουν τελείως συμπεριφορά. Αυτό πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί να το διαχειριστεί;
Είναι πολύ σκληρό και θέλει δουλειά για να το ξεπεράσει κάποιος. Μαθαίνεις όμως, από πολύ νωρίς, πόσο γρήγορα οι άνθρωποι αλλάζουν γνώμη και τη μια σου λένε ότι είναι εκεί και σε στηρίζουν και την άλλη στιγμή εξαφανίζονται. Είναι μια πλευρά της ζωής, την οποία κάποια στιγμή θα την γνωρίσεις. Οπότε από μια άποψη ήταν καλό, ήταν ένα μάθημα. Αυτό μου έδωσε και εμένα την ευκαιρία να καταλάβω ότι όπως έλεγε και ο Σεφέρης «οι άνθρωποι είναι μαλακοί σαν το χόρτο...»
Εσύ, είσαι σταθερή στις απόψεις σου;
Πολύ! Δεν είμαι παιδί της αλλαγής, δεν μου αρέσουν οι μεγάλες ανατροπές και αλλαγές και αυτό πιστεύω ότι πρέπει να δουλέψω περισσότερο γιατί η ζωή μας είναι μόνο απρόοπτα.
Υπάρχει κάποια συμβουλή του μπαμπά σου που κρατάς;
Ναι, μου είχε πει: «όσα δεν μπορείς να λύσεις εσύ, θα στα λύσει η ζωή». Πράγματι, η ζωή έρχεται και σου λύνει τα προβλήματα. Ήταν από τα τελευταία πράγματα που μου είπε.
Χαίρεσαι που πρόλαβε να σε απολαύσει στη σκηνή;
Μου έλεγε ότι ήταν πολύ περήφανος και το πιστεύω. Θα ήθελα όμως να με δει και στα επόμενα. Γιατί όταν ήμουν 26 χρονών, τη χρονιά που έφυγε, είχα κάνει πράγματα. Αισθάνομαι όμως ότι στη συνέχεια βρήκα αυτό που μ’ ενδιέφερε περισσότερο, επομένως ήμουν πιο πολύ εγώ. Κάθε φορά, σε κάθε παράσταση αναρωτιέμαι, αν θα του άρεσε. Το ίδιο σκέφτομαι και για τη θεία μου, την Κίττυ Αρσένη, που ήταν ουσιαστικά ο μέντοράς μου. Εκείνη με πήγαινε στις παιδικές παραστάσεις. Αυτοί οι δύο άνθρωποι μου δίνουν ακόμα δύναμη. Όταν κάτι δεν πάει καλά παρηγορώ τον εαυτό μου και λέω «είναι εκεί πάνω και θα σε βοηθήσουν».
Μετά τα «170 τ.μ» θα ακολουθήσει ένας μονόλογος. Πες μας δύο λόγια και γι’ αυτό.
Στη δεύτερη σεζόν, θα ανεβάσουμε ένα έργο, το οποίο ο Ένκε Φεζολλάρι, μου το είχε προτείνει από το 2012 αλλά δεν είχαμε βρει την κατάλληλη συγκυρία. Είναι ένα καθαρά πολιτικό κείμενο, οπότε είναι στα ενδιαφέροντά μου. Ο τίτλος του είναι «Η χώρα ποτέ δεν πεθαίνεις» και είναι μια Αλβανίδος συγγραφέα, της Ορνέλα Βόρψι και είναι ουσιαστικά σαν το αντίστοιχο «Ημερολογιο της Αννας Φρανκ» για την Αλβανία, την εποχή του Χότζα. Δεν έχει ξαναγίνει τέτοιο έργο στην Ελλάδα, για εκείνη την περίοδο και επειδή εμένα μ’ ενδιαφέρει πολύ και επιστημονικά, κάνω το διδακτορικό μου πάνω στις «Γυναίκες του μεσοπολέμου». Αγαπώ πολύ και τα Βαλκάνια και μ’ ενδιαφέρει πολύ και η μελέτη που έχω να κάνω πάνω σ’ αυτό το κείμενο.
Διαβάστε επίσης:
Από τη Γιώτα Δημητριάδη
Η εταιρεία θεάτρου Ma non troppo και ο Γιώργος Παλούμπης, μετά από δύο άκρως επιτυχημένες δουλειές ( «Τα Λουλούδια στην Κυρία» και «Χαρτοπόλεμος»), συνεργάζονται εκ νέου, σε ένα καινούριο νεοελληνικό κείμενο και μια παράσταση συγκρούσεων και κωμικοτραγικών ανατροπών.
Το έργο «170 τετραγωνικά» του Γιωργή Τσουρή, με άξονα το εδώ και το τώρα της Ελλάδας, ξεδιπλώνει μια ιστορία με πολύ αγωνία, χιούμορ και σκληρό ρεαλισμό, που καταλύει επί σκοπού τις διακριτές γραμμές ανάμεσα σε δράμα και κωμωδία. Μια τραγωδία «για όλη την οικογένεια», με πρόσωπα της διπλανής μας πόρτας και καταστάσεις ακραίες και συνάμα αναγνωρίσιμες. Την σκηνοθεσία υπογράφει ο σπεσιαλίστας του νεοελληνικού ρεαλισμού Γιώργος Παλούμπης. Τα πρόσωπα υποδύονται οι ηθοποιοί: Αμαλία Αρσένη, Βάλια Παπακωνσταντίνου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Άννα Πατητή και ο Γιωργής Τσουρής.
Το έργο θα παρουσιαστεί στο Από Μηχανής Θέατρο, την άνοιξη του 2019, από 15 Μαρτίου και κάθε Παρασκευή και Σάββατο, για 12 μόλις παραστάσεις.
Λίγα λόγια για το έργο:
Σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Ελλάδας, ο θάνατος του πατέρα, ξαναφέρνει κάτω από την ίδια στέγη δύο αδερφές που έμεναν μακριά. Σκληρές αντιθέσεις και διαφωνίες, δημιουργούν μια έκρυθμη κατάσταση ανάμεσα στη μικρή εγκυμονούσα αδερφή, τον σύντροφό της και τη μεγάλη αδερφή, η οποία επιστρέφει στο σπίτι μετά από πολυετή απουσία με σκοπό να το πουλήσει. Μια απογευματινή επίσκεψη - βόμβα, θα φέρει αντιμέτωπους όλους τους αντιήρωές μας με το παρελθόν, το παρόν και κυρίως το μέλλον τους, και θα εκτροχιάσει με κωμικό και απρόσμενο τρόπο την ήδη ασταθή πορεία τους. Κρυμμένα μυστικά, απανωτές ανατροπές και εκκωφαντικές αποκαλύψεις συνθέτουν έναν οικογενειακό συναισθηματικό ντέρμπυ κορυφής, σε ένα «ρινγκ»
170 τετραγωνικών μέτρων. Πόσα νομίζεις ότι ξέρεις για τους πιο κοντινούς σου ανθρώπους; Ποιος θα μείνει όρθιος στο τέλος; Το αίμα νερό δε γίνεται, αλλά όταν το αίμα βράζει…
Συντελεστές:
Συγγραφέας: Γιωργής Τσουρής
Σκηνοθεσία: Γιώργος Παλούμπης
Δραματουργική επεξεργασία: Γιώργος Παλούμπης – Βάλια Παπακωνσταντίνου
Μουσική – Video εγκατάσταση: Γιωργής Τσουρής
Σκηνικά: Κωνσταντίνα Μαρδίκη – Έλλη Παπαδάκη
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Φωτισμοί: Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου
Βοηθός σκηνοθέτης: Γιωργής Τσουρής
Σχεδιασμός μακιγιάζ: Άρτεμις Βαλτάτζη
Φωτογραφίες: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου – Γεωργία Παναγοπούλου
Βοηθός παραγωγής: Θεοδώρα Πατητή
Οργάνωση Παραγωγής: MA NON TROPPO*
Ηθοποιοί:
Αμαλία Αρσένη
Βάλια Παπακωνσταντίνου
Αντώνης Τσιοτσιόπουλος
Άννα Πατητή
Γιωργής Τσουρής
Παραστάσεις:
Κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00, 15/3 μέχρι 20/4
Διάρκεια παράστασης: 90 λεπτά χωρίς διάλειμμα
Τιμές εισιτηρίων:
13 ευρώ κανονικό
10 ευρώ φοιτητικό, άνω των 65, και ΑΜΕΑ
5 ευρώ ατέλεια
Προπώληση εισιτηρίων:
Online: TICKET365
Και στο ταμείο του θεάτρου τηλ. 210 523 2097
Από Mηχανής Θέατρο, Πάνω Σκηνή
Ακαδήμου 13, Μεταξουργείο, Αθήνα
Τηλ.: 210 523 2097
* Η Εταιρία Θεάτρου MA NON TROPPO ιδρύθηκε το 2012 από τον Γιωργή Τσουρή και τη Βάλια Παπακωνσταντίνου και δραστηριοποιείται θεατρικά στην Αθήνα. Δίνοντας βάση στο νεοελληνικό κείμενο, αναζητεί τρόπους να μιλήσει μέσα από το σήμερα για ζητήματα διαχρονικά, κρίσιμα για τον άνθρωπο σαν άτομο αλλά και για την Ελλάδα σαν συλλογικό υποκείμενο. Το 2014 παρουσίασε στο Από Μηχανής Θέατρο την παράσταση «Τα Λουλούδια στην κυρία» σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη, ενώ το 2017 με τον ίδιο σκηνοθέτη, σημείωσε τεράστια επιτυχία με την παράσταση «Χαρτοπόλεμος», αρχικά στο Θέατρο Ιλίσια Βολανάκης και μετέπειτα στο Θέατρο Γκλόρια Μικρό για δύο σαιζόν. Το καλοκαίρι του ’17 παρουσίασε στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών την παράσταση « Ο Αλαβροστοισειώτης» σε σκηνοθεσία Νίκου Χατζόπουλου.
Ο τραγουδοποιός και ηθοποιός Γιωργής Τσουρής, υποδέχεται τη νέα χρονιά, με ένα επετειακό πολυσυλλεκτικό LIVE, με ανεβασμένη διάθεση και πολλά αγαπημένα –του- κομμάτια. Τραγούδια δικά του και αλλονών, κυκλοφορημένα και ακυκλοφόρητα, διασκευασμένα και αδιασκεύαστα. Διαφορετικά είδη μουσικής μπλέκονται και αποδομούν τα στερεότυπα, με πενταμελή μπάντα, συμμετοχές της τελευταίας στιγμής και πολλές εκπλήξεις…
Σατιρικός, αυτοσαρκαστικός, τρυφερός, λαμπερός και…ΑΚΥΚΛΟΦΟΡΗΤΟΣ.
Στο Άλικο στις 9/1, 22:00.
Κυκλοφορήστε το!
Παίζουν:
Σπύρος Λούκος: Πιάνο, πλήκτρα, μελόντικα
Γιάννης Νάτσιος: Ηλεκτρικό μπάσο
Χρήστος Ζαντιώτης: Ηλεκτρική κιθάρα, φωνητικά
Τάσος Λούκος: Ντραμς, φωνητικά
Βασίλης Παναγιωτόπουλος: τρομπόνι
Φωτογραφίες: Γεωργία Παναγοπούλου
Αφίσα: Κατερίνα Σταματοπούλου
Εικαστική επιμέλεια: Βάλια Παπακωνσταντίνου
Βίντεο: Πάνος Ζενίδης
ΑΛΙΚΟ: Αγίου Δημητρίου 16, Ψυρρή - Τηλ.: 2103253272
Ένα εξαιρετικό νεοελληνικό κείμενο, που ευτύχισε στο ανέβασμά του.
Αν αναρωτιέστε τι σχέση έχουν η Candy-Candy με το παλιό βάζο της θείας, ένα σπίτι στο σφυρί μ’ έναν πλασιέ με κατσαρολικά, τρία αδέρφια με μια κρέμα που γυαλίζει πόμολα και όλοι μαζί με μια αυτοκτονία και δύο φόνους δεν έχετε παρά να παρακολουθήσετε την εξαιρετική παράσταση «Χαρτοπόλεμος».
Το σπάνιας ευαισθησίας κείμενο του Βαγγέλη Ρωμνιού μας φέρνει αντιμέτωπους με την Ελλάδα του σήμερα και με την πολύπαθη γενιά των τριαντάρηδων, που ανώριμη ακόμη να διαπραγματευτεί τα εσωτερικά τραύματα της οικογενειακής ζωής, μη έχοντας ουσιαστικά μάθει να ξεπιπιλά το δάχτυλο από το στόμα, έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την αδηφάγα πραγματικότητα. Με μια Ελλάδα τελείως διαφορετική από αυτή που μας έμαθαν ότι θα βρούμε μεγαλώνοντας.
Μόνο ευλογία θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς την ανακάλυψη τέτοιων έργων και τον δημιουργικό συγκερασμό τους με μια καλλιτεχνική ομάδα που καταφέρνει να τα αναδείξει πλήρως, όπως στη συγκεκριμένη παράσταση, τόσο από σκηνοθετικής, όσο και από υποκριτικής πλευράς.
Ο Γιώργος Παλούμπης με την ρεαλιστική ανάγνωση του έργου, πήγε κατ’ ευθείαν στον πυρήνα, «χρωμάτισε» ακόμη περισσότερο την αλήθεια του κειμένου δίνοντας στο χιούμορ μια πηγαία φυσικότητα και απέφυγε κάθε σοβαροφάνεια για να τονίσει, ακριβώς το σοβαρό που κρύβεται πίσω από κάθε τραγικό γεγονός.
Παράλληλα, οδήγησε με μοναδική μαεστρία και τους πέντε ηθοποιούς του στο χτίσιμο ολοκληρωμένων και πολυδιάστατων χαρακτήρων που χαίρεσαι να παρακολουθείς και να ανακαλύπτεις, γιατί προβάλλουν ένα οικείο σου κομμάτι, κάτι που έχεις βιώσει.
Αποσπάσματα από παιδικές σειρές των 80’ς λειτουργούν σαν συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα στις σκηνές, γλυκές αναμνήσεις , που ξετρυπώνουν από το ασυνείδητο σαν σωτήριες λέμβοι.
Ο θίασος δίνει τον καλύτερο του εαυτό επί σκηνής, με μοναδική ενέργεια οι ηθοποιοί ακροβατούν εντυπωσιακά, ανάμεσα στην κωμωδία και στο δράμα, έχοντας χτίσει ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ τους.
Τα τρία αδέρφια Γιωργής Τσουρής, Βαγγέλης Ρωμνιός, Παύλος Πιέρρος καταφέρνουν να πείσουν για το κοινό παρελθόν και τα βιώματα. Συγκρούονται, αλληλοαγαπιούνται, αλληλοκατασπαράζονται αλλά η ανάμνηση μιας μόνο μελωδίας μπορεί να τους ενώσει. Συγκινητικά αληθινοί και οι τρεις τους.
Η Βάλια Παπακωνσταντίνου διαχειρίζεται με αξιοσημείωτο σκηνικό ενδιαφέρον το «ανήκω –δεν ανήκω» στην οικογένεια δίνοντας την εντύπωση μιας εσωτερικής πάλης που ελλοχεύει αέναα.
Ο Φοίβος Ριμένας σαρώνει στη σκηνή ως πλασιέ, γνήσια κωμική φλέβα.
Στον «Χαρτοπόλεμο» νιώθεις πραγματικά ότι οι λέξεις, οι αλήθειες των μηνυμάτων τους, χτυπούν στους τοίχους και σε γρονθοκοπούν. Εκεί, που γελάς με την ψυχή σου, ξαφνικά, το χαμόγελό σου παγώνει. Ο μικρός χώρος του θεάτρου άλλωστε επιτείνει την συναισθηματική ένταση. Από τις πιο έντονες θεατρικές συγκινήσεις της σεζόν. Μη την χάσετε!
Για λίγες παραστάσεις:
Δευτερότριτα (8/5- 9/5, 15/5 - 16/5, 22/5- 23/5) στο θέατρο «Ιλίσια- Βολανάκης»