Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Είδα «Το Τάβλι» του Δημήτρη Κεχαïδη σε σκηνοθεσία Πέρη Μιχαηλίδη

Ο Δημήτρης Κεχαïδης αποτελεί μια εξέχουσα μορφή της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας της μεταπολίτευσης. Άφησε παρακαταθήκη έργα σταθμούς όπως «Το Πανηγύρι» (1964), τα μονόπρακτα «Η Βέρα και το Τάβλι» (1972), το πολυπαιγμένο «Δάφνες και Πικροδάφνες», έργο που συνυπόγραψε με τη σύζυγο του Ελένη Χαβιαρά το 1979, μέχρι το «Με δύναμη από την Κηφισιά» που πρωτοπαίχτηκε το 1995 από το Θέατρο της οδού Κυκλάδων σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή και το είδαμε και πέρυσι από το Θέατρο του Νέου Κόσμου σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά. Η δραματουργία του αν και μικρή αριθμητικά είναι απόσταγμα της μικροαστικής τάξης, του λαïκού νεοέλληνα που προσπαθεί να επιβιώσει κάποιες φορές κάτω από αντίξοες συνθήκες, αυτού που ψάχνει την ευκαιρία και έχει τάσεις «φυγής» από την πραγματικότητα. Οι χαρακτήρες που σκιαγραφεί είναι ολοκληρωμένοι και αγγίζουν το κοινό γιατί στα μάτια τους βλέπει τον εαυτό του, την οικογένεια του, τον περίγυρο του. Ο ίδιος έλεγε πως δεν βιαζόταν να γράψει ένα έργο, γιατί δυσκολευόταν να αποχωριστεί τους ήρωες του προηγούμενου.

Συνέδεσε το όνομα του με το Θέατρο Τέχνης από το 1958 σε νεαρή ηλικία με τα μονόπρακτα «Μακρινό λυπητερό τραγούδι» και «Παιχνίδια στις Αλυκές».

Συγκεκριμένα «Το Τάβλι» που μας ενδιαφέρει εν προκειμένω πρωτοανέβηκε το 1972 στο στο Τέχνης σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν. Το γεγονός ότι παίζεται και ξαναπαίζεται για 45 χρόνια και πλέον καταδεικνύει τη δύναμη του κειμένου, τη διαχρονικότητα του καθώς και την ελληνικότητα του.

Όλα παίζονται γύρω από μια παρτίδα τάβλι. Υπό τον ήχο των ζαριών σε μια συζήτηση ο Φώντας (Πέρης Μιχαηλίδης) προσπαθεί να πείσει τον κουνιάδο του Κόλλια (Φίλιππος Σοφιανός) να στήσουν μια μεγάλη μπίζνα για να πιάσουν τη «καλή», ώστε να καταφέρει ο δεύτερος επιτέλους να εκδώσει το βιβλίο του όπου εξιστορεί τα κατορθώματα του στην Αντίσταση. Αυτό είναι το επιχείρημα, εκεί ποντάρει ο Φώντας. Σήμερα, ο Κόλλιας προσπαθεί να επιβιώσει σαν λαχειοπώλης, ενώ ο Φώντας είναι ανεπάγγελτος. Δύο διαφορετικοί τύποι, μεσήλικες που όμως έχουν βρει τις ισορροπίες τους και λειτουργούν άλλοτε αρμονικά και άλλοτε όχι με την ελπίδα να πιάσουν το άπιαστο, το όνειρο που θα τους εξασφαλίσει την ευημερία και θα τους βγάλει από τη μιζέρια, συνυπάρχουν στο εν λόγω έργο, που παραμένει απελπιστικά επίκαιρο. Με οξυδέρκεια σκιαγραφείται η καλοδουλεμένη κομπίνα του ενός και οι αντιρρήσεις του δεύτερου. Στο τέλος όμως δε διστάζουν να «ξεπουλήσουν» ο ένας γυναίκα και ο άλλος την αδερφή του εν ονόματι του σχεδίου. Αξίες που καταρρέουν, νοοτροπία του νεοέλληνα που αναζητά το εύκολο χρήμα χωρίς κόπο αλλά με ρίσκο, μικροαπατεωνίσκοι που περνούν τις μέρες τους παίζοντας τάβλι στα καφενεία ή στο σπίτι, βρίσκουν στέγη στο φιλόξενο και ατμοσφαιρικό θέατρο FAUST αυτή τη φορά μετά την περιοδεία στα χωριά της Μεσσηνίας με το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Καλαμάτας σε σκηνοθεσία του Πέρη Μιχαηλίδη που συμμετέχει με διπλή ιδιότητα στην παράσταση.

Η παράσταση που παρακολουθήσαμε στο FAUST, ποντάροντας στην μαεστρία των δύο πολύ έμπειρων ηθοποιών, την απόλυτη χημεία τους και τις εναλλαγές γλυκόπικρων συναισθημάτων τράβηξε την προσοχή του κοινού και κέρδισε την παρτίδα. Ο Πέρης Μιχαηλίδης ως Φώντας και εμπνευστής της κομπίνας κέντησε το ρόλο του παίζοντας με τη φωνή, το σώμα αλλά και το συναίσθημα μας. Με τσαχπινιά ντύθηκε το ρόλο του κουτοπόνηρου τεμπελάκου και λίγο ανήθικου Φώντα καταφέρνοντας να μας καθηλώσει. Σκηνοθετικά ο Πέρης Μιχαηλίδης ορθά άφησε το έργο να αναπνεύσει, στηριζόμενος στο δυνατό κείμενο που είχε μπροστά του και στο ταλέντο των ηθοποιών. Ο Φίλιππος Σοφιανός πιο μεστός υποκριτικά από ποτέ σε ένα ρόλο, αυτόν του αντιστασιακού Κόλλια, που του ταίριαξε γάντι, πέτυχε το αμείωτο ενδιαφέρον του κοινού βγάζοντας αλήθεια σε κάθε ατάκα. Χαρακτηριστικά θα αναφέρω : «μου έλεγες θα γεμίσουμε την Ελλάδα γουρούνια, τώρα με Νέγρους». Μας έπεισε απόλυτα σε κάθε στιγμή.

Αυτή την παρτίδα τάβλι δεν πρέπει να τη χάσετε, ακόμη κι αν την κέρδισαν άλλοι, οι πρωταγωνιστές.

Από την Νατάσα Κωνσταντινίδη