Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 
viewtag.gr

viewtag.gr

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Από τον Γιάννη Καφάτο 

 

Τα ονόματα με αλφαβητική σειρά: Νάσος Ηλιόπουλος, Κώστας Μπακογιάννης. 
Δύο αντίπαλοι στη μάχη για να κερδίσουν την ψήφο των Αθηναίων. Και οι δύο θέλουν να γίνουν δήμαρχοι. 
Ήταν πολύ θετικοί σ’ αυτο το ιδιότυπο «debate» για το viewtag.gr
Η διάθεσή μου ήταν να γνωρίσουμε τους δύο υποψηφίους και ελπίζω να το δείτε αυτό στις απαντήσεις που πολύ ευγενικά δέχτηκαν να μου δώσουν. 
Το “παιχνίδι” ήταν απλό: Ίδιες ερωτήσεις και στους δύο. 
Το βαρύ πρόγραμμα όλων μας ήταν μονοδρομος οπότε οι ερωτήσεις και απαντήσεις στάλθηκαν μέσω μέιλ και γι’ αυτό δεν υπάρχει συνέχεια σε θέματα που θίγουν.

 

Πάμε λοιπόν να …ακούσουμε τους δύο υποψηφίους Δημάρχους να μιλάνε για την δική τους Αθήνα, αλλά και ο ένας για τον άλλον.

Ποια είναι η πιο παλιά σας ανάμνηση περπατώντας στην Αθήνα;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Οι τούμπες με το ποδήλατο που είχα πάρει δώρο για τα Χριστούγεννα και η μπάλα μέχρι εξάντλησης στο παρκάκι πίσω από τα σχολεία στη γειτονιά μου στα Κάτω Πατήσια. Περνάω ακόμα από εκεί και βλέπω ότι ο δήμος έχει βάλει εμπόδια που δεν επιτρέπουν το παρκάρισμα, αλλά δυστυχώς την ίδια στιγμή δεν επιτρέπουν το παιχνίδι.

Κώστας Μπαγκογιάννης:
Δεν θυμάμαι πότε ακριβώς ήταν, αλλά μια χρονιά, δεκαετία 80, είχε ρίξει χιόνι μέσα στην Αθήνα και τελευταία στιγμή μας είπαν ότι δεν θα έχουμε σχολείο. Εμείς όμως είχαμε ήδη κατέβει στη στάση του σχολικού με την αδερφή μου και μας θυμάμαι με τις σάκες, να τρέχουμε μέσα στα στενά του Παγκρατίου, γύρω από την πλατεία Προσκόπων, ήταν και πρωί, λίγο σκοτεινά, με τα πρώτα φώτα της πόλης να ανάβουν. Λόγω χιονιά (που δεν είμασταν μαθημένοι), δεν είχε και πολλά αυτοκίνητα, οι άνθρωποι μου φαινόταν ότι όλοι χαμογελούσαν και υπήρχε μια αίσθηση ελευθερίας τρομερή!

Ποιο τραγούδι όταν το ακούτε σας θυμίζει την Αθήνα και πώς αποκτήσατε αυτόν τον «σύνδεσμο»;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Το καλοκαίρι του 2000 εγώ τελείωνα το σχολείο και οι Radiohead έφταναν στην Αθήνα για τις δύο συναυλίες στον Λυκαβηττό. Με την παρέα μου είχαμε κανονίσει την πρώτη μέρα να ανεβούμε στα βραχάκια και τη δεύτερη να έχουμε εισιτήριο. Θυμάμαι ότι η εικόνα με όλους εμάς σκαρφαλωμένους έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση στο γκρουπ, που τη δεύτερη μέρα αφιέρωσαν το Karma Police στους ανθρώπους των βράχων. Ξέρω ότι είναι κάπως παράξενος ο συνειρμός, αλλά από τότε αυτό είναι το αθηναϊκό μου τραγούδι!

Κώστας Μπακογιάννης:
«Αυτή που περνάει» του Φοίβου Δεληβοριά. Όχι μόνο για την περιγραφή της πόλης, αλλά κυρίως για αυτόν τον κορυφαίο στίχο «ομορφαίνεις βάδισμά μου την Αθήνα».  Που όταν πρωτοβγαίναμε με τη Σία και πηγαίναμε σε διάφορα μέρη στο κέντρο, όταν την έβλεπα να έρχεται αυτό τον στοίχο σκεφτόμουν. Γιατί τελικά, μια πόλη είναι οι άνθρωποί της, οι άνθρωποι που αγαπάμε και όσα ζούμε μαζί τους μέσα σ’αυτή. Στιγμές είναι η πόλη, κι εμείς εδώ, απλώς να τις ντύσουμε λίγο καλύτερα προσδοκούμε τελικά.

Ποιες είναι σήμερα οι βασικές πιάτσες πρέζας στην Αθήνα, τις έχετε περπατήσει, και τι οργανώνετε ώστε να λύσετε το πρόβλημα αυτό;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Ξέρω την απάντηση γιατί περπατάω από παιδί στην πόλη. Ξέρω την πλατεία Βάθης, τα στενά της Ομόνοιας, το Μεταξουργείο, το παρκάκι της Νομικής. Και η εικόνα που έχω, ενδυναμώνει την πεποίθησή μου ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε στο δρόμο της καταστολής που οδηγεί απλά σε χωρική μετάθεση της πιάτσας κάθε τόσο. 
Ξέρω επίσης ότι ο Δήμος, κανένας Δήμος, από μόνος του δεν αρκεί. Αλλά ο Δήμος μπορεί να κάνει πολλά. Η Ανοιχτή Πόλη, η παράταξη την οποία εκπροσωπώ, έχει καταρτίσει εδώ και χρόνια ένα ολοκληρωμένο σχέδιο παρέμβασης για την αντιμετώπιση του προβλήματος της ουσιοεξάρτησης βασιζόμενο και στην διεθνή εμπειρία. 
Τα βήματα είναι συνδυαστικά και ξεκινάμε από την πρόληψη μέσω ενημέρωσης, τη δουλειά στο δρόμο (street work) με στόχο την καταγραφή και τη συστηματική επαφή με τους χρήστες, την οριοθέτηση χώρων εποπτευόμενης χρήσης, τη δημιουργία ξενώνων βραχείας φιλοξενίας ιδιαίτερα για χρήστες που είναι και άστεγοι και καταλήγουμε σε προγράμματα κοινωνικής ένταξης με στόχο την επανασύνδεση με το εκπαιδευτικό σύστημα και την ένταξη στην εργασία. 
Θα επιμείνω στους χώρους εποπτευόμενης χρήσης: είναι μέτρο που διασφαλίζει την αξιοπρέπεια των τοξικοεξαρτημένων, εμπεδώνει την ασφάλεια των πολιτών και θέτει όρια στην σημερινή προβλητική εικόνα με τις πιάτσες.

Κώστας Μπακογιάννης:
Πριν από λίγους μήνες, πήγαμε με την οργάνωση steps χαμηλά στην Χαλκοκονδύλη και στην Ιάσωνος…  Είναι τετριμμένο προφανώς αυτό που θα πω, αλλά γύρισα άρρωστος. Μου πήρε καιρό να συνέλθω και για να σας είμαι ειλικρινής, αρκετά πράγματα, ακόμα και στην ανατροφή των παιδιών μου, τα είδα διαφορετικά.

Ας ξεκινήσω από το προφανές: ας διαχωρίσουμε επιτέλους, στα κεφάλια μας πρωτίστως, την αντιμετώπιση του εμπόρου από το ανθρώπινο ράκος που είναι ο χρήστης. Εμείς πιστεύουμε ότι η στρατηγική του Δήμου για τα ναρκωτικά πρέπει να τοποθετεί στο επίκεντρό της τον χρήστη. Γι αυτό και προτείνουμε την δημιουργία κλειστών ελεγχόμενων χώρων χρήσης, σε συνδυασμό με την εντατικοποίηση του street work, την διασύνδεση του χρήστη με τις κοινωνικές και νοσοκομειακές υπηρεσίες που χρειάζεται (και η συνοδεία του σε αυτές) καθώς και την υποστήριξή του για την έκδοση των απαιτούμενων εγγράφων. 
Μπορούμε επίσης να βοηθήσουμε πολύ ως δήμος στη δημιουργία δομών φιλοξενίας άστεγων χρηστών. Αυτές είναι μόνο κάποιες από τις πολλές πρωτοβουλίες που θέλουμε να πάρουμε.
Ζούμε στη μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει εθνική στρατηγική στο θέμα των ναρκωτικών. Και είναι λόγος παραπάνω να αποκτήσουμε ως Δήμος.  Σύμφωνα με τις τελευταίες μελέτες, η Αθήνα αντιμετωπίζει το πρόβλημα αυτό περισσότερο από κάθε άλλη πόλη.

Οι πεζόδρομοι της Αθήνας, δε λέω του κέντρου (της μόστρας) είναι πολύ ρυπαροί. Αν μάλιστα είναι πεζόδρομοι με σκάλες η κατάσταση είναι θλιβερή για τους περαστικούς άθλια για τους μόνιμους κατοίκους. Πώς θα καθαρίσετε την πόλη;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Εχετε δίκιο και τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Οι πεζόδρομοι είναι μια ψηφίδα της ακόλουθης εικόνας: η Αθήνα θα έπρεπε να ανακυκλώνει το 75%, αλλά ανακυκλώνει μόλις το 5% των απορριμμάτων της, ενώ την ίδια στιγμή στέλνει το 92% των απορριμμάτων της στη χωματερή της Φυλής η οποία κλείνει το 2020. 
Αν δεν δράσουμε άμεσα, όταν κλείσει η Φυλή, η σημερινή εικόνα θα φαντάζει  ειδυλλιακη. Το κύριο είναι να δράσουμε γρήγορα και αποτελεσματικά, έχοντας στόχο τη ριζική αλλαγή του μοντέλου διαχείρισης που επικρατεί έως τώρα. 
Πρώτον, η Αθήνα πρέπει άμεσα -χτες αν θα ήταν δυνατό- να αποκτήσει σύγχρονο τοπικό σχέδιο διαχείρισης απορριμμάτων. 
Δεύτερον, άμεση ενίσχυση των υπηρεσιών καθαριότητας σε εξοπλισμό και σε προσωπικό. 
Τρίτον, πρόγραμμα ανακύκλωσης και διαλογής στην πηγή που να λειτουργεί και να εκτείνεται στα βιολογικά απόβλητα με κομποστοποίηση.
Τέταρτον, μικρά και μεγάλα πράσινα σημεία εντός των ορίων του Δήμου για τη συλλογή συσκευών, επίπλων και αντικειμένων.

Κώστας Μπακογιάννης:
Πάμε λοιπόν. Σαράντα χρόνια τώρα συζητάμε το ίδιο θέμα! Δεν μπορεί να φταίνε πάντα τα πρόσωπα. Ας έχουμε το κουράγιο να πούμε επιτέλους ότι μπορεί να φταίει και το σύστημα. 
Η καθαριότητα των πεζοδρομίων συγκεκριμένα, είναι ένα πολύ ωραίο παράδειγμα όπου θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτελεσματικά η σύμπραξη του ιδιωτικού με τον δημόσιο τομέα. 
Και να τα πούμε ευθέως: να κρίνεσαι και να ΠΛΗΡΩΝΕΣΑΙ από το πόσες τσίχλες έχεις ξεκολλήσει (τρόπος του λέγειν προφανώς, μην αρχίσουμε τώρα) και το πόσο καθαρά είναι τα πεζοδρόμια. Συγκεκριμένα πράματα.  Το ίδιο ισχύει και για τους τοίχους, τα πάρκα και τους κάδους. 
Ας βοηθήσουμε τους ανθρώπους της καθαριότητας στο Δήμο να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους, δίνοντάς τους όλα τα εργαλεία που υπάρχουν. Χωρίς ιδεολογικές παρωπίδες.

Πώς θα πείσετε τους ψηφοφόρους ότι είστε εδώ για την πόλη και όχι ως αντιπρόσωποι των δύο μεγάλων κομμάτων;

Ηλιόπουλος Vs Μπακογιάννης

Νάσος Ηλιόπουλος:
Αντιλαμβάνομαι ότι με ρωτάτε αν ενδιαφέρομαι όντως να ασχοληθώ με την πόλη ή απλά τη βλέπω σαν το επόμενο σκαλί σε μια πολιτική καριέρα. Ξέρετε, η δική μου πορεία είναι η αντίστροφη από τη συνηθισμένη: έφυγα από την κυβέρνηση για να έρθω στο Δήμο. Και το έκανα αυτό διότι η Αθήνα είναι το σπίτι μου και με πληγώνει να βλέπω τους κατοίκους της να τη θεωρούν χαμένη υπόθεση. Γιατί την ίδια στιγμή που έχει τόσα προβλήματα, ξέρω ότι έχει και απεριόριστες δυνατότητες. Αλλά για να τις ξεκλειδώσει κανείς τις δυνατότητες αυτές απαιτείται χρόνος. 
Είμαι λοιπόν εδώ για την πόλη και τους ανθρώπους της και θα συνεχίσω να είμαι για όσο χρειαστεί μέχρι να κάνω την Αθήνα μια σύγχρονη ευρωπαϊκή μητρόπολη που προσφέρει περισσότερα στους ανθρώπους της.

Κώστας Μπακογιάννης: 
Ας μιλήσει ο καθένας για τον εαυτό του. Σε ο,τι με αφορά μπορεί να κοιτάξει την πορεία μου των τελευταίων δέκα ετών. Οι πράξεις μας μιλούν καλύτερα από τα λόγια. Εχω πάντα συγκροτήσει υπερκομματικά ψηφοδέλτια, δεν ρωτάω κανέναν τι ψηφίζει, αρκεί να κάνουμε τη δουλειά μας και 8 στις 10 αποφάσεις στην Περιφέρεια παίρνονται με διευρυμένες πλειοψηφίες. Δεν κοιτάω ποτέ αν μια πρόταση είναι αριστερή ή δεξιά. Κοιτάω αν είναι αποτελεσματική για αυτό που καλούμαστε να κάνουμε. 
Η τοπική αυτοδιοίκηση έχει υποφέρει από την «κοματίλα». Πολύ. Και ο ρόλος του Δημάρχου είναι να είναι Δήμαρχος όλων. Γι αυτό και λέγεται Δήμος Αθηναίων και όχι Δήμος Αθήνας. Αυτή είναι και η μεγάλη του διαφορά από την κεντρική πολιτική σκηνή. Για τα υπόλοιπα, ρωτήστε τους υπουργούς.

Το Πεδίον του Άρεως (ναι, δεν ανήκει τυπικά στο δήμο αλλά οι δημότες θα έπρεπε να το χαίρονται) είναι ευκαιρία για εσάς ή μια πληγή που απλώς πρέπει να την επουλώσετε;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Είμαι ο τελευταίος που θα κρυφτεί πίσω από αρμοδιότητες αν πρέπει να λυθεί κάποιο πρόβλημα προς όφελος των Δημοτών της Αθήνας. Ας δούμε όμως και την άλλη όψη.
Ο λόφος του Στρέφη, ένας χώρος πρασίνου που βρίσκεται 100% στην αρμοδιότητα του Δήμου Αθηναίων είναι σήμερα ένας από τους πιο παρατημένους δημόσιους χώρους της πόλης. Φανταστείτε ότι φεύγει χώμα από τον λόφο όχι μόνο όταν βρέχει αλλά ακόμη και όταν φυσάει! 
Ο Δήμος λοιπόν πρέπει να ξεκινήσει από τους χώρους που βρίσκονται υπό τη δικαιοδοσία του και να τους αξιοποιεί προς όφελος των κατοίκων του. Όσον αφορά το Πεδίο του Άρεως τώρα, από μια περιοχή η οποία αποτελούσε «μαύρη τρύπα» στο κέντρο της Αθήνας, πλέον έχει ξαναγίνει ένας χώρος πρασίνου και αναψυχής που μπορούν να τον απολαμβάνουν η γειτονιά και ολόκληρη η πόλη χάρη στο συντονισμένο σχέδιο που υλοποίησε η Περιφέρεια μαζί με τους συναρμόδιους φορείς. 
Ως μελλοντική Δημοτική Αρχή θα ήμουν πολύ ευχαριστημένος αν θα μπορούσαμε με συνδυαστικές δράσεις πολιτισμού, και αθλητισμού να συνεισφέραμε και εμείς στην αναγέννηση αυτού του εμβληματικού χώρου για την Αθήνα.

Κώστας Μπακογιάννης:
Είναι τρομερή ευκαιρία για μας,  και γι αυτό πιστεύω ότι πρέπει να περιέλθει στη δικαιοδοσία του Δήμου Αθηναίων, όπως άλλωστε και όλοι οι χώροι πρασίνου, οι δρόμοι και οι νησίδες, οι οποίοι βρίσκονται μέσα στα όρια του Δήμου Αθηναίων αλλά υπάγονται είτε στο κεντρικό κράτος είτε στην Περιφέρεια.

Τέρμα με το μπαλάκι των ευθυνών που στο τέλος δεν φταίει ποτέ κανείς. Αυτό είναι μια βασική διεκδίκησή που έχουμε από το κεντρικό κράτος και στην οποία θεωρώ ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι.

Αν σας ρωτούσε έναν φίλος σας από το εξωτερικό, που έρχεται στην Αθήνα για να μείνει ένα διάστημα , σε ποιες  περιοχές  θα του συστήνατε να μείνει και ποιες  να αποφύγει και γιατί; 

Νάσος Ηλιόπουλος:
Θα του πρότεινα να επιλέξει μια από τις γειτονιές της «πίσω αυλής» της Αθήνας. Θα τον καλούσα σίγουρα στη γειτονιά μου, τα Κάτω Πατήσια. Νομίζω ότι εκεί μπορεί να δει κανείς πιο έντονα τις αντιφάσεις αυτής της πόλης, τις ομορφιές αλλά και τα αδιέξοδά της. Να δει την ιδιαιτερότητα των μικτών χρήσεων, με την συνύπαρξη τόσων διαφορετικών δραστηριοτήτων που αποτελεί πλούτο για μια γειτονιά. Δε θα του έλεγα να αποφύγει κάτι αν και σίγουρα δε θα χαιρόμουν να βιώσει την Αθήνα σαν μια Disneyland βραχυχρόνια μίσθωσης όπως τείνουν να εξελιχθούν δυστυχώς κάποιες γειτονιές της. 

Ηλιόπουλος Vs Μπακογιάννηςhttps://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-360x270.jpg 360w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-30x23.jpg 30w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-678x509.jpg 678w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-326x245.jpg 326w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-80x60.jpg 80w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag.jpg 1024w" data-lazy-sizes="(max-width: 540px) 100vw, 540px" srcset="https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-540x405.jpg 540w, /https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-360x270.jpg 360w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-30x23.jpg 30w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-678x509.jpg 678w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-326x245.jpg 326w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag-80x60.jpg 80w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/03/Bakogiannis-Viewtag.jpg 1024w" sizes="(max-width: 540px) 100vw, 540px" style="margin:0px;padding:0px;font:inherit;vertical-align:bottom;border-radius:5px;max-width:100%;height:auto">

Κώστας Μπακογιάννης:
Κάθε γειτονιά της Αθήνας έχει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και τις ομορφιές της. Προσωπικά αγαπώ πολύ το Παγκράτι γιατί εκεί μεγάλωσα και τώρα έχει «ανθίσει» μοναδικά. Αλλά βεβαίως δεν μπορεί να μην πάει βόλτα στη Πλάκα και στην πλατεία Αγ. Ειρήνης. Για να μην μιλήσουμε για τα όμορφα Πετράλωνα και το Κουκάκι.  Και το δυστύχημα αυτής της ερώτησης είναι αν εξαιρέσω το θέμα της ασφάλειας, θα του έλεγα κυρίως να πάει στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές της πόλης για να δει τι είναι η Αθήνα πραγματικά σήμερα. Διότι αυτές οι περιοχές,  έχουν πολύ συχνά, εκπληκτικά κτίρια,  πολύχρωμες γωνιές, πρωτοποριακή τέχνη και πεντανόστιμα στέκια. Γιατί η Αθήνα είναι οι άνθρωποί της και οι άνθρωποί της δεν έχουν παραιτηθεί. Ούτε αυτοί που ήταν, ούτε αυτοί που ήρθαν. Και αυτή είναι η μαγεία της.

Αν είχατε ένα παιδί δώδεκα ετών , θα το αφήνατε να κυκλοφορήσει μόνο του στις 7:00 το απόγευμα , στον Άγιο Παντελεήμονα, στα Εξάρχεια, στον Βοτανικό;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Κοιτάξτε, το να περιπλανιέται ένα δωδεκάχρονο παιδί σε περιοχές που δεν ξέρει είναι επικίνδυνο σε οποιαδήποτε πόλη του κόσμου. Αλλά  αν καταλαβαίνω σωστά με ρωτάτε για το ζήτημα της ασφάλειας. Αντιλαμβάνομαι ότι πολλοί κάτοικοι της Αθήνας δε νιώθουν ασφαλείς. 
Και αυτό είναι πρόβλημα και του δημάρχου γιατί μια πόλη με φοβισμένους ανθρώπους δεν μπορεί να ναι μια δημοκρατική πόλη. Και επειδή ασφαλείς γειτονιές είναι οι ζωντανές γειτονιές, δεσμεύομαι για μια σειρά από δράσεις που θα ζωντανέψουν τις γειτονιές, ενίσχυση του ηλεκτροφωτισμού, κίνητρα για εμπορικές χρήσεις, κοινωνική κατοικία και πολιτιστικές εκδηλώσεις σε κάθε διαμέρισμα.

Και φυσικά καμιά ανοχή στις μαφίες και στις παραβατικές συμπεριφορές.

Κώστας Μπακογιάννης:Μάλλον όχι. Εσείς; Αν και όλες οι γειτονιές που αναφέρατε δεν είναι ίδιες, ούτε έχουν τα ίδια προβλήματα. Μην τα μπερδεύουμε όλα. Ο Βοτανικός και τα Εξάρχεια π.χ. δεν είναι το ίδιο. 
Αν μιλάμε ωστόσο για το θέμα της εγκληματικότητας συνολικά, θα σας πω ότι πρώτα απ’όλα δεν πρέπει να ομφαλοσκοπούμε. Υπάρχει πολύ μεγάλο θέμα ασφάλειας στην Αθήνα και αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά με το παρελθόν. 
Ο Δήμος μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικός, κυρίως στο θέμα της πρόληψης. Μια πόλη φωτισμένη και καθαρή, μια πόλη με ευκαιρίες ανάπτυξης στην κάθε γειτονιά ξεχωριστά, είναι μια πόλη φιλική στον κάτοικο και τον επισκέπτη και εχθρική στην εγκληματικότητα. 
Ταυτόχρονα, να αναβαθμίσουμε τον ρόλο της δημοτικής αστυνομίας και να τις δώσουμε τα μέσα που χρειάζεται -ηλεκτρονικά και άλλα-  ώστε να μπορεί σε συνδυασμό με την ελληνική αστυνομία να λειτουργήσει σωστά.

Και «μια ερώτηση» …δέσμης: Αν η Αθήνα ήταν 
α) Ταινία, ποια;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Θα διάλεγα εύκολα τον σκηνοθέτη και όχι την ταινία. Η Αθήνα θα μπορούσε να είναι μια ταινία του Woody Allen με τη γοητεία της να κρύβεται στις αντιφάσεις των χαρακτήρων και της ίδιας της πόλης. Συχνά, και δικαίως, γκρινιάζουμε για την πόλη μας και την ίδια στιγμή απολαμβάνουμε τη γλυκύτητά της. Είμαι σίγουρος ότι ο Allen κάτι θα σκάρωνε πάνω σε αυτό. Σίγουρα πάντως η Αθήνα δεν μου θυμίζει τον Batman. Δε ζούμε στη Gotham City όσο και αν κάποιοι θέλουν να μας πείσουν για αυτό.

Κώστας Μπακογιάννης:
Το Σινεμά ο Παράδεισος

β) Βιβλίο;

Νάσος Ηλιόπουλος:
“Οι αόρατες πόλεις” του Ίταλο Καλβίνο. Για τις πολλές ταυτότητες, τις αθέατες όψεις και τα διαδοχικά στρώματα χρονότοπων που έχει η Αθήνα.  


Κώστας Μπακογιάννης:
Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων

γ) Θετική σκέψη. Ποια;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Η σκέψη που κάνεις μετά από μια δύσκολη μέρα ότι παρά τις αναποδιές και την απογοήτευση μπορείς να πάρεις τα πράγματα από την αρχή, για αυτό κιόλας το σύνθημα μας: Αθήνα από την αρχή!


Κώστας Μπακογιάννης:
Ολα γίνονται.

Ποιο είναι το στέκι σας στην Αθήνα;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Τον καιρό που ήμουν στο ΣΕΠΕ και το Υπουργείο Εργασίας ανακάλυψα το περίφημο «2 γουλιές και 2 μπουκιές». Εκεί, πέρα από τον εξαιρετικό καφέ, εκτίμησα το φιλόξενο κλίμα και την απαγόρευση του καπνίσματο. Συχνάζω λοιπόν εκεί όποτε βρίσκω λίγο χρόνο μέσα στη μέρα μεταξύ των συναντήσεων και υποχρεώσεων, και πάντα με δικαιώνει. 

Κώστας Μπακογιάννης:
Το Ιτ

Ποιο είναι το μεγαλύτερο προτέρημα του αντιπάλου σας;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Αναγνωρίζω ότι ο κύριος Μπακογιάννης είναι συνεχιστής μια μακράς παράδοσης με μεγάλη εμπειρία στην πολιτική και στη διαχείριση των κοινών.
Ίσως βέβαια αυτό να είναι ταυτόχρονα και μειονέκτημα γιατί δεν είμαι σίγουρος ότι έχει καταφέρει να πείσει πως η δημαρχία της Αθήνας είναι κάτι παραπάνω από ένα σκαλοπάτι στα πλαίσια ενός οικογενειακού πολιτικού προγραμματισμού.

Κώστας Μπακογιάννης:
Είναι νέος και ευγενής.

Ποιο είναι το μεγαλύτερο δικό σας πλεονέκτημα έναντι του αντιπάλου σας;

Νάσος Ηλιόπουλος:
Ότι κάθε πρωί που βγαίνω από το σπίτι μου συναντώ τους πραγματικούς κατοίκους της πόλης. Τους ξέρω και με ξέρουν. Δε ξέρω την Αθήνα από την τηλεόραση αλλά από πρώτο χέρι. Δεν έχω δει τη βιτρίνα, αλλά την λεγόμενη «πίσω αυλή» της και ξέρω τις πραγματικές ανάγκες και προβλήματα των ανθρώπων της. 

Κώστας Μπακογιάννης:
Ξέρω από Τοπική Αυτοδιοίκηση. Από την καλή και την ανάποδη, και το έχω κάνει πετυχημένα με πολλές διαφορετικές κυβερνήσεις.

Πώς σκέφτεστε τον εαυτό σας σε πέντε χρόνια;

Νάσος Ηλιόπουλος: 
Είναι παράξενο, αλλά η εμπειρία της κρίσης μας σήμανε, μεταξύ άλλων, τη συρρίκνωση της δυνατότητάς μας να σκεφτόμαστε μακροπρόθεσμα. Σκεφτόμασταν όλοι και όλες μας “μέρα με τη μέρα”. 
Σήμερα νιώθω ότι αυτό έχει αλλάξει. Σε πέντε χρόνια λοιπόν θα ήθελα να είμαι ο δήμαρχος Αθήνας που ανανέωσε την πόλη μέσα από την εμπέδωση της ανακύκλωσης, τον ολοκληρωμένο ηλεκτροφωτισμό, την ίδρυση δημοτικής συγκοινωνίας και την ανάπτυξη της κοινωνικής κατοικίας για νέους Αθηναίους. 
Και ξέρετε κάτι; Μόλις τα καταφέρουμε αυτά, θα πρέπει και πάλι να σκεφτούμε την Αθήνα από την αρχή. Αλλά θα είναι μια άλλη Αθήνα.

Κώστας Μπακογιάννης:
Να σας πω αυτό που θα ήθελα, διότι ως γνωστόν, όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια ο Θεός γελάει. 
Θα ήθελα να είμαι στη δεύτερη θητεία μου, να έχουμε αντιμετωπίσει πλέον τα προβλήματα της καθημερινότητας και να ξεκινάμε να υλοποιούμε τα μεγάλα.

Γιάννης Καφάτος

Ένα μεγάλο ευχαριστώ για τη βοήθεια από τους συναδέλφους μου: Σωτήρη Ξενάκη από το επιτελείο του Κώστα Μπακογιάννη και Κώστα Ταχτσίδη από το επιτελείο του Νάσου Ηλιόπουλου – κι εδώ αλφαβητικά!)

Μέσα στον σωρό των ταινιών που βγαίνουν στις κινηματογραφικές αίθουσες, και τον καταιγισμό δήθεν “αριστουργημάτων”, και ψεύτικων “διαμαντιών” που “πρέπει όλοι να δουν”, ξεχωρίζουν δύο ταινίες που δεν προσέχτηκαν ιδιαίτερα από το πλατύ κοινό (εν μέρει αναμενόμενο γιατί διακρίνονται για την εσωτερικότητα τους), όταν βγήκαν στις αίθουσες και μόνο οι συνεπείς σινεφίλ τις πρόσεξαν και σιγά σιγά μιλάνε γι’ αυτές. Πως όμως να μην εντυπωσιαστείς από τις έξοχες  “ΑΚΡΟΤΗΤΕΣ” (“First Reformed”) του βετεράνου σκηνοθέτη και σεναριογράφου Paul Schrader και το υπέροχο “Η ΝΗΠΙΑΓΩΓΟΣ” (“The Kindergarten Teacher”) της νεότατης σκηνοθέτιδας Sara Colangelo. Διαφορετικές ως προς την θεματική τους, οι δύο ταινίες ξεχωρίζουν για την υπαινικτικότητά τους, την στιβαρή σκηνοθετική τους ματιά αλλά και (ίσως κυρίως), για τις μοναδικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών τους.

 

Στο “First Reformed” (ατυχέστατος ο ελληνικός τίτλος “Ακρότητες”) ο αντιφατικός και άνισος σκηνοθέτης (που μόνιμα αδικεί τον εαυτό του και τις ικανότητές του), και σεναριογράφος Paul Schrader – που έχει σκηνοθετήσει ταινίες σαν το “Mishima” και το “Hardcore” αλλά και απίστευτες μπαλαφάρες όπως το “Dog eat dog” (“Τελευταία αρπαχτή” – κυριολεκτικά όμως) και “Canyons”, και έχει γράψει εμβληματικά σενάρια όπως αυτό, του “Ταξιτζή” και του “Οργισμένου ειδώλου” αλλά και “τέρατα” όπως το “Dying of the light” (“Μέχρι τέλους”) – φτιάχνει μια χαμηλότονη και σπαρακτική ταινία που παραπέμπει στο σινεμά του Μπρεσόν και του Ντράγιερ (σκηνοθετών που επηρέασαν πολύ τον Σρέιντερ). Η θεματική του Σρέιντερ δεν έχει αλλάξει με τα χρόνια, ο καλβινισμός, οι ενοχές, η ηθική άνοδος και η πτώση σε συνδυασμό με τα βασανιστικά ερωτικά συμπλέγματα και προβλήματα, είναι κι εδώ παρόντα, αυτό όμως που εντυπωσιάζει στο “First Reformed” είναι το χαμηλότονο και στοχαστικό ύφος που δεν συνηθίζει ο σκηνοθέτης.

Ο Ίθαν Χοκ ερμηνεύει τον ρόλο, του Τόλερ ενός αλκοολικού ιερωμένου σε μια από τις παλαιότερες καλβινιστικές εκκλησίες της Αμερικής, η οποία διατηρείται με την αρωγή μιας από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες πλαστικών της χώρας. Ο Τόλερ που ήταν πρώην στρατιωτικός ιερέας, παρότι λειτουργεί σε μια άκρως τουριστική εκκλησία, ο κόσμος που την επισκέπτεται είναι λιγοστός, και οι ώρες της μοναξιάς του ατελείωτες, ενώ όλη η πόλη προετοιμάζεται για την επέτειο των 250 χρόνων από την θεμελίωση του ναού.


Βασανισμένος από τα φαντάσματα του, τον θάνατο του γιού του στην Μέση Ανατολή και το διαζύγιο που ακολούθησε με την σύζυγό του, ο Τόλερ αποφασίζει να κρατήσει ένα ημερολόγιο, ενώ τα προβλήματα υγείας του εντείνονται. Την καθημερινότητά του θα διαταράξει η επίσκεψη της Μέρι, μιας όμορφης νεαρής εγκύου γυναίκας (στον ρόλο η άχρωμη και αδιάφορη Αμάντα Ζέιφριντ που χαλάει την εικόνα της ταινίας), η οποία του ζητάει να μιλήσει με τον ακτιβιστή σύζυγό της, ο οποίος είχε μπλέξει σε επεισόδια και φυλακίστηκε για μικρό χρονικό διάστημα, τώρα δε, που γύρισε σπίτι, αρνείται να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα, και ζητάει από την σύζυγό του να κάνει έκτρωση. Ο ιερωμένος επισκέπτεται το ζευγάρι, και συζητώντας με τον Μάικλ, τον εμφανώς καταθλιπτικό σύζυγο, ανησυχεί, διαπιστώνοντας, ότι εκείνος του μιλάει με φανατισμό για την ρύπανση του περιβάλλοντος, την καταστροφή του κόσμου λόγω της κλιματικής αλλαγής. Όταν μετά από λίγες ημέρες, ο Μάικλ αυτοκτονεί, τα περίεργα ευρήματα στο γκαράζ του σπιτιού του, που βρίσκει η συντετριμμένη Μέρι, όπως και τα έγγραφα με την μεγάλη περιβαλλοντολογική μόλυνση της περιοχής, συγκλονίζουν τον Τόλερ που έρχεται πιο κοντά στην Μέρι, διαπιστώνοντας ότι κάτι περίεργο και όχι τόσο αθώο υπάρχει στις τεράστιες χορηγίες προς την εκκλησία.

 

Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο στο viewtag.gr

Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια, από την απεγνωσμένη δήλωση της Σούζαν Σαράντον, ότι οι γυναικείοι ρόλοι στο Χόλιγουντ έχουν εκλείψει (ειδικά για τις γυναίκες άνω των 50 ετών). Υποθέτω ότι σε κάνα δυο χρόνια θα διαβάσουμε μια αντίστοιχη δήλωση από κάποιον διάσημο άνδρα ηθοποιό, καθώς απ’ ότι φαίνεται, οι ενδιαφέροντες ρόλοι πάνε πλέον σε γυναίκες.

Μπαίνοντας στην Οσκαρική εβδομάδα, βλέπω τις λίστες με τις υποψηφιότητες για Α και Β ρόλους και σκέπτομαι πόσο πιο ενδιαφέρουσες είναι οι γυναικείες κατηγορίες, πόσο πιο αξιομνημόνευτες παρουσίες έχουν, σε αντίθεση με τις ανδρικές κατηγορίες που μερικές επιλογές φαίνονται ακατανόητες. Λίγο το κίνημα του «metoo», λίγο η ανάγκη για να διαφοροποιηθεί η κινηματογραφική παραγωγή, οι γυναίκες στις ταινίες φαίνονται να κυριαρχούν, ακόμα και σε ταινίες blockbuster που απευθύνονται σε ένα πιο νεανικό κοινό, ακόμα και σε ταινίες που θεωρούνται καλλιτεχνικές και δεν θα φτάσουν στο ευρύ κοινό.

 

Οι καλύτερες ταινίες της κινηματογραφικής σεζόν που διανύουμε, βασίζονται εν πολλοίς σε εμβληματικούς γυναικείους ρόλους. Διότι δεν έχουμε μόνο τις Οσκαρικές υποψηφιότητες ως παράδειγμα, αλλά λόγω επικαιρότητας ας ξεκινήσω από εκεί. Τι να πρωτοπεί κανείς!

Για τις τρεις εκπληκτικές ερμηνείες των Κόλμαν, Γουάιζ, Στόουν, που ραδιουργούν ανελέητα στα παιχνίδια εξουσίας του εξαιρετικού «The Favourite» του Λάνθιμου (που υπονομεύει τις ιστορικές ταινίες εποχής και πάει το είδος ένα βήμα παραπέρα);

Για τις θαυμάσιες Απαρίσιο (που ήταν κι ερασιτέχνης ηθοποιός!) και Ντε Τάβιρα στο έξοχο (και αφάνταστα γοητευτικό) «Roma» του μεγάλου Κουαρόν (που εκμεταλλεύεται το φορμάτ του «Νεορεαλιστικού σινεμά» για να μιλήσει τόσο όμορφα, για τις δικές του μνήμες);

γυναικείους ρόλους

Να μιλήσουμε για την Γκλεν Κλόουζ που «κουβαλάει» πάνω της ολόκληρο το άνισο «The Wife», την (επιτέλους δικαιωμένη) Μελίσα Μακάρθι στο «Can you ever forgive me», την (πάντα υπέροχη) Amy Adams (που η ερμηνεία της στην τηλεοπτική σειρά «Sharp Objects» είναι για κινηματογραφικό Όσκαρ), στο αδιάφορο για το Ευρωπαϊκό κοινό «The Vice», έως τις μοναδικές ερμηνείες κάποιων σπουδαίων επιδόσεων της σεζόν που μείνανε αδίκως έξω από τις λίστες, όπως αυτήν της μοναδικής Βαϊόλα Ντέιβις στις πολύ καλές «Χήρες» του Μακουίν, της πάντα θαυμάσιας Τόνι Κολέτ (που μάζεψε ένα σωρό βραβεία) στην ταινία τρόμου «The Hereditary» (και πόσες ακόμα που δεν θυμάμαι ή αγνοώ), οι ερμηνευτικές αποστάσεις είναι ελάχιστες και κρίνονται στις λεπτομέρειες. Ακόμα δε και στην κατηγορία των υποψηφιοτήτων για ντοκιμαντέρ, ένα από τα φαβορί, το «RBG» έχει ως θέμα την ζωή μιας μοναδικής και πολύ σημαντικής γυναίκας, της ανώτατης δικαστίνας Ruth Bader Ginsburg. Η απονομή του αγαλματιδίου όπως ήδη γνωρίζουμε είναι πολύ σχετική και θα καθοριστεί από την συνολική πορεία στις βραβεύσεις των ταινιών που πρωταγωνιστούν όπως και από την πολιτική που θέλει να εφαρμόσει φέτος η Ακαδημία.   

Διαβάστε τη συνέχεια εδώ

Σήμερα θα σας μιλήσω εδώ για την Έλενα Αρβανίτη. Είναι ηθοποιός και παραγωγός ραδιοφώνου. Έχει κάνει εκπομπές στον Sky 100.4 ( 1989  – 1990 ), στον Αθήνα 9.84 ( 1990 – 1995 ) και στο Love Radio ( 1996 – 2006 ). Παράλληλα έχει κάνει και τηλεοπτικές μουσικές εκπομπές στην Ετ 1 – Ετ 2 ( Στο ρυθμό της νεολαίας – Μικτό Λύκειο 1990 – 1992 ). Τα τελευταία χρόνια ασχολείται επίσης συστηματικά με το θέατρο.

Η Έλενα είναι ένα κορίτσι χαμηλών τόνων. Είναι ρομαντική. Είναι ειλικρινής. Δεν έχουμε κάνει κολλητή παρέα αλλά θεωρώ ότι είναι ένα ευαίσθητο πλάσμα. Είναι μακριά από κλίκες και γνωστές γελοίες παρεούλες που κυριαρχούν στα media. Είναι μαμά. Είναι ταλαντούχα. Είναι ένα εξαιρετικό κορίτσι που γνώρισα στο τέλος των 80’s. Τότε ήμουν υπεύθυνος ξένου ρεπερτορίου και μέλος της πενταμελούς επιτροπής προγράμματος στον Sky 100,4 fm stereo. Εκεί στα εκπληκτικά στούντιο και στα γραφεία στην Παλλήνη. Επί ημερών Γραμμής. Έχουν ρημάξει όλα εκείνα πια κι αν περάσεις απέξω βλέπεις τα χαλάσματα ενός σουπερ μάρκετ που είχε ανοίξει για ένα φεγγάρι στο χώρο που γνώρισε τεράστια ακμή και δόξα. Θυμάμαι ακόμη την ευγένεια της Έλενας. Πάνω από όλα όμως μου έχει μείνει κολλημένο στη μνήμη το χαμόγελο της. Είναι κάτι που με τα χρόνια έγινε νομίζω και το βασικό σήμα κατατεθέν της. Τα πολλά λόγια είναι περιττά. Γνωρίστε την καλύτερα μέσα από τις γραμμές που ακολουθούν.

 

Πότε πρωτοέπιασες δίσκο στα χέρια σου ;

Αρχές δεκαετίας του ‘70,πολύ πιτσιρίκι. Κάτι 45άρια της Linguaphone με αγγλικά τραγουδάκια για παιδιά! Σύντομα ανακάλυψα στο σπίτι Λουκιανό, Θέμη Ανδρεάδη, τον Αττίκ στη μάντρα του, Βέμπο, Ελίζα Μαρέλλι, Μπιθικώτση και φορητό πικ απ βαλιτσάκι! Οι δικοί μου δίσκοι ήρθαν πιο μετά. Η βόλτα στα δισκάδικα, είχαμε τρία στη γειτονιά, ήταν μια αξέχαστη ,απελευθερωτική και συνάμα ερωτική τελετουργία.

Έλενα Αρβανίτηhttps://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/02/Elena-Viewtag-203x270.jpg 203w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/02/Elena-Viewtag-23x30.jpg 23w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/02/Elena-Viewtag.jpg 600w" data-lazy-sizes="(max-width: 304px) 100vw, 304px" srcset="https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/02/Elena-Viewtag-304x405.jpg 304w, /https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/02/Elena-Viewtag-203x270.jpg 203w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/02/Elena-Viewtag-23x30.jpg 23w, https://www.viewtag.gr/wp-content/uploads/2019/02/Elena-Viewtag.jpg 600w" sizes="(max-width: 304px) 100vw, 304px" style="margin:0.3125rem 1.25rem 1.25rem 0px;padding:0px;font:inherit;vertical-align:bottom;border-radius:5px;max-width:100%;height:auto;display:inline;float:left">Ποιες θεωρείς ως τις πιο σημαντικές στιγμές της καριέρας σου;

Νομίζω ήταν στον 9.84. Μπόρεσα να κάνω πολλά και σε διαφορετικές ζώνες, με ωραίους συνεργάτες, έμπνευση, χιούμορ, αυθορμητισμό, να συναντηθώ με σημαντικούς παραγωγούς ραδιοφώνου, όπως τον Ζακ Μεναχέμ και τον Θόδωρο Σαραντή και να γνωρίσω πολλά και μεγάλα ονόματα της δισκογραφίας μέσα από συνεντεύξεις. Την ίδια εποχή ήρθε και η τηλεόραση,ΕΤ1-ΕΤ2, ελληνικό ροκ, Ξυδούς, Κουτουβός -καλή τους ώρα- διαγωνισμοί συγκροτημάτων και  σούπερ αποκλειστικότητες από την διεθνή σκηνή. Ανάμεσά τους, Scorpions και Duran Duran live στην εκπομπή με εκατοντάδες fans να κοιμούνται έξω από το πλατώ εκείνες τις μέρες, για να μην χάσουν το θέαμα!

Μεγαλύτερη χαρά ποια είναι;

Μεγαλύτερη χαρά στη ζωή, ο ερχομός του γιού μου! Ένα διαφορετικό παιδί, που μας μαθαίνει καθημερινά την αγάπη και την υπέρβαση. Στην καριέρα μου, αξέχαστη η χαρά της πρώτης φοράς στο ραδιόφωνο, στον Sky 100,4 της Παλλήνης. Είχα κολλήσει, απ’ την αγωνία, στο τραπέζι του talk room και οι χτύποι της καρδιάς μου περνούσαν στα ακουστικά και φυσικά στον αέρα! Λυτρωτικό το φινάλε με lady writer των Dire Straits,που πάντα μου προκαλεί ευφορία και …ανακούφιση !

Μεγαλύτερη απογοήτευση υπάρχει;

Δεν αφορά σε κάποιο γεγονός αλλά σε μια νοοτροπία ενδεχομένως. Το να βλέπω ανθρώπους που θαύμαζα στα media, να στενεύουν το μυαλό τους μεγαλώνοντας, να βολεύονται, να χάνουν κάθε όραμα, να επαναλαμβάνονται μέσα σε προχειρότητες και αρπαχτές.

Δεκαετία 80. Σου λείπει κάτι από τότε; –

Σίγουρα όχι τα ντραμοκούτια και οι σύνθι πλάτες στα τραγούδια! Μου λείπω …εγώ! Ο εαυτός μου στην αφετηρία του! Με την νεολαιίστικη ανεμελιά και το ριψοκίνδυνο σε όλες τις επιλογές. Και φυσικά ο ενθουσιασμός για κάποιους έρωτες! Αλλά και με τη μουσική, οι σχέσεις μας ήταν βαθύτερες. Ήταν μια περιπέτεια να ανακαλύψεις τραγούδια. Ήταν και το βινύλιο ακόμα που επέβαλλε μια συνθήκη στην ακρόαση και τη συμμετοχή. Νομίζω ότι όταν αρχίσαμε να πατάμε κουμπάκια, αρχίσαμε και να ξεπετάμε τα πράγματα. Βέβαια με τον καιρό, βρήκαμε μια ισορροπία ανάμεσα στην τεχνολογία και την έκφραση, αλλά οι πληροφορίες είναι τόσες πολλές πια και ο χρόνος τόσο λίγος για να δημιουργήσεις μια αληθινή σχέση, να βιώσεις τη μουσική!

Ποια είναι τα κορυφαία άλμπουμ Ελλήνων και ξένων ονομάτων για σένα και ποτε τα άκουσες για πρώτη φορά;

Κορυφαία δεν ξέρω γιατί δεν είμαι κριτικός, μιλάω πάντα συναισθηματικά για τα τραγούδια και τις κρυμμένες προσωπικές ιστορίες μου πίσω τους. Θα σταθώ λοιπόν στον  πρώτο μου Elvis,ένα κόκκινο greatest hits,τον οποίο πρωτοάκουσα παιδάκι ακόμα σε ένα κινηματοθέατρο στα μέσα της δεκαετίας του ‘70 στην Κέρκυρα και κατηγοριοποίησε έκτοτε τα γούστα μου, σε ένα νέο και εκκεντρικό είδος: Τα Ξένα! Πολύ γρήγορα πέρασα στο κόκκινο και μπλε άλμπουμ των Beatles λόγω ξαφνικού έρωτα με τον McCartney, τον οποίο εγκατέλειψα αργότερα για τον Βowie που γνώρισα μέσα από μια κασέτα με το The rise and fall of Ziggy Stardust. Νέο χτυποκάρδι και τρέξιμο στα δισκάδικα! Καμιά φορά βέβαια όλοι αυτοί μου φαίνονταν φλώροι μπροστά σε ένα νιαούρισμα του Dylan, αλλά αισθανόμουν πολύ λίγη για να σηκώσω τα μάτια μου πάνω του! Το Freewheelin έχει τους αγαπημένους μου ύμνους. Αλλά και το Sticky Fingers από R. Stones το ‘λιωσα, το Wish you Where here από P. Floyd,το News of the world από Queen (διαβάζοντας τους στίχους μάθαμε αγγλικά) το L. A Woman από Doors που έμειναν χαραγμένοι στη στρατιωτική σχολική τσάντα μέχρι το τέλος του σχολείου. Σοβαροί καβγάδες ανάμεσα σε μουσικόφιλους για το ποιό άλμπουμ ήταν καλύτερο από Zepellin το ΙΙ ή το ΙV; Θα σας γελάσω! Αλλά και το Moondance από Van Morrison και Harvest από Neil Young είναι πάντα “έξω” έτοιμα για ακρόαση. Επίσης δίσκοι σαν το Nothing like the sun του Sting μου λείπουν σήμερα. Μπορεί να μην τα ακούω πια όλα αυτά, αλλά βρίσκονται μέσα σε ό,τι ακούω! Αλλά και στα δικά μας, ενώ οι μεγάλοι μας Μίκης και Μάνος μπαινόβγαιναν μέσα μου άλλοτε με ενθουσιασμό κι άλλοτε με αμφισβήτηση, το Φορτηγό και η Ρεζέρβα του Σαββόπουλου ήταν σταθερή αξία, το Ενέχυρο του Μούτση, ο Σταυρός του Νότου – Μικρούτσικος,ο Θεσσαλικός κύκλος του Μαρκόπουλου που θα θελα να τον δω σε θεατρικό ανέβασμα, Τα μπαράκια του Γερμανού, Ο Παύλος Σιδηρόπουλος, οι Τρύπες,τα Ζεστά ποτά των Κατσιμιχαίων.

 

Διαβάστε την υπόλοιπη συνέντευξη εδώ

Από τον Γιάννη Καφάτο

Πηγή:www.viewtag.gr/oi-aoratoi-me-ta-kokkina-gileka-i-poylontas-gia-mia-ora-ti-schedia/

Ο αόρατος μανδύας του Χάρι Πότερ, το όνειρο κάθε παιδιού που θέλει να κάνει μια σκανταλιά και ενήλικα που θέλει να κρυφτεί από τους δαίμονες του δεν είναι τίποτα μπροστά στην αίσθηση να βρίσκεσαι ανάμεσα σε ένα πλήθος και να μην σε βλέπει κανείς τους.

Τα «κόκκινα γιλέκα» είναι οι άστεγοι πωλητές της Σχεδίας, το περιοδικό δρόμου που πουλώντας το εξασφαλίζουν τα ελάχιστα για την αξιοπρέπειά τους.

Το περασμένο Σάββατο, όπως κάθε δεύτερο Σάββατο του Φεβρουαρίου, το περιοδικό Σχεδία οργάνωσε την ενέργεια «Πωλητής για μια ώρα». Καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι και απλοί αναγνώστες που δηλώνουν «παρών» φορέσαμε για μια ώρα τα κόκκινα γιλέκα και …

 

…βιώσαμε στον απειροελάχιστο βαθμό σωματικά τι σημαίνει να εξαρτάται το μεσημεριανό σου φαΐ από την καλοσύνη των περαστικών.
Λέω σωματικά, γιατί συναισθηματικά ξέραμε ότι μετά τη μια ώρα θα επιστρέψουμε ο καθένας σπίτι στον περίγυρό του, θα κάνουμε ένα καυτό μπάνιο, θα φάμε ένα καλομαγειρεμένο φαγητό, θα συνεχίσουμε τη ζωή μας. Μια ζωή που όσες δυσκολίες κι αν καταγράφει είναι σαφώς πιο ασφαλής και χορτάτη από τους επίσημους πωλητές της Σχεδίας.

Οι αόρατοι

Το πόστο μου είχε καθοριστεί στη συμβολή της Κολοκοτρώνη με την Ευαγγελιστρίας, στο ιστορικό κέντρο. Λίγο πριν βάλω το δικό μου γιλέκο, οι συνάδελφοι από τον Αθήνα 9,84, Ελευθερία Κουμάντου και Ελεωνόρα Ορφανίδη έκαναν τη δική τους βάρδια.
Όλα κυλούσαν ομαλά. Ο κόσμος τις αγνοούσε. Εκτός από έναν καταστηματάρχη που βγήκε από το μαγαζί του και κινήθηκε με άγριες διαθέσεις προς το μέρος μας.
«Θα φύγετε μπροστά από το μαγαζί μου, δε μου το κλείσετε εσείς, ο κόσμος πρέπει να βλέπει τη βιτρίνα»!

Μια κυρία που σταμάτησε να αγοράσει το περιοδικό του έδωσε την καλύτερη απάντηση από τις δικές μας αιτιάσεις: Πρέπει να είστε περήφανος που έξω από το μαγαζί σας είναι οι άνθρωποι της Σχεδίας. Δεν σας κόβουν πελάτες.

Με αυτό το περιστατικό που μας αναστάτωσε γιατί φυσικά δεν μπορούσαμε να του απαντήσουμε ως άτομα αλλά ως εκπρόσωποι της Σχεδίας και με βασικό πράγμα στο κεφάλι μας ότι αύριο στο ίδιο πόστο θα ήταν ένας κανονικός σε ανάγκη συνάνθρωπός μας, φόρεσα κι εγώ το κόκκινο γιλέκο.
Η Ελευθερία αγόρασε το πρώτο μου τεύχος. Ήταν μια γλυκιά χειρονομία που μου έδωσε κουράγιο.

Η Μαρία, που είναι πωλητής της Σχεδίας, και η Ηρώ που είναι εθελόντρια, μου έδωσαν τη συμβουλή: Κρατάμε ψηλά το περιοδικό να φαίνεται, και λέμε σχετικά δυνατά – όχι πολύ: Σχεδία, περιοδικό δρόμου ή Σχεδία, κυκλοφόρησε το καινούργιο τεύχος. Δεν μιλάμε χαμηλόφωνα σα λεμέ μυστικό. Είμαστε περήφανοι που το πουλάμε.

Μια ώρα, πολλές «εκφωνήσεις» πολύ περπάτημα πάνω κάτω, όπου πίστευα ότι ο κόσμος που ανεβοκατέβαινε σε Κολοκοτρώνη και Ευαγγελιστρίας μπορεί να σταματούσε … και πολύ απογοήτευση. Ο καταστηματάρχης που είχε επιτεθεί στις συναδέλφους μου, έβγαινε κάθε τόσο να δει αν η απόστασή μου από την βιτρίνα του επηρεάζει τις πωλήσεις του.
Δεν με έβλεπε κανείς. Ήμουν αόρατος. Δεν αφορούσα κανέναν. Κανείς δε νοιάζεται αν κάποιος δίπλα του πεινάει και πουλάει ένα περιοδικό για να φάει κάτι.

Κάποιες στιγμές πριν πω το «Σχεδία, περιοδικό δρόμου» έβαλα και μια «καλημέρα». Ένα δύο κεφάλια γύρισαν και κοίταξαν. Μια κυρία χαμογέλασε. Προσπέρασε.
Η πρώτη ικανοποίηση ήρθε όταν ένας κύριος αντιγύρισε την «καλημέρα – το έχω αγοράσει όμως».

Μισή ώρα πάνω κάτω και τίποτα στην τσέπη. Μέχρι που μια κυρία, κι αυτή όπως οι άλλοι με τα ψώνια στα χέρια σταμάτησε μπροστά μου και μου ζήτησε ένα τεύχος κι άρχισε μια κουβέντα. Την έκοψα γρήγορα γιατί αυτή νόμισε ότι απευθύνεται σε έναν πωλητή. Της εξήγησα ότι είμαι εθελοντής, χαμογέλασε επίσης πλατιά, και συνέχισε το δρόμο της.

Περήφανος πωλητής του ενός τεύχους. Για μια στιγμή έφυγε το πέπλο που με έκανε αόρατο και αισθάνθηκα …λιγότερο μόνος.

Η μοναξιά μπορεί να είναι πιο άγρια από την πείνα; Δεν θέλω να μάθω ποτέ από πρώτο χέρι την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα.

Εκείνο που ξέρω κυρίως ως αναγνώστης της Σχεδίας είναι ότι εκτός από την αγορά του περιοδικού, μια καλή κουβέντα με τον κάθε πωλητή είναι βάλσαμο. Διώχνει, έστω και για λίγο τη μοναξιά.

Είναι πολύ σκληρό να είσαι αόρατος ανάμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους.
Πώς έχουμε γίνει έτσι;

Η ώρα περνάει, παραμένω αόρατος και με τα περιοδικά απούλητα. Σκεφτόμουν διάφορα πράγματα όσο φώναζα «Σχεδία, περιοδικό δρόμου» και δεν μου έδινε κανείς σημασία.

Δεν έχει σημασία να πω τι σκεφτόμουν, αφού ήμουν αόρατος, δεν υπήρχα. Τι αξία έχουν οι σκέψεις κάποιου που δεν υπάρχει;

Η ώρα μου πέρασε. Παρέδωσα το κόκκινο γιλέκο μου στην Καλλιόπη, μια ακόμη εθελόντρια, αγόρασα κι εγώ ένα τεύχος για να πάρει κουράγιο και  άρχισα να περπατάω, ορατός πάλι ανάμεσα στους ανθρώπους, προς το Σύνταγμα.

Οι αόρατοι

 

Του Νότη Μαυρουδή

Τελευταία, όλο και περισσότερο ακούω για την ανάγκη επιστροφής στην Άδεια Ασκήσεως Επαγγέλματος Ηθοποιού, όπως και για καλύτερη —ουσιαστικότερη εκπαίδευση και αξιολόγηση των τίτλων σπουδών (διπλώματα-πτυχία), ώστε ένας ηθοποιός να επαγγέλλεται νομίμως και με τη δέουσα σοβαρότητα.

Παρουσιάζει ενδιαφέρον αυτή η άποψη, ιδίως εάν συνειδητοποιήσει κανείς το υπάρχον πλήθος των νέων ηθοποιών, είτε από αναγνωρισμένες θεατρικές σχολές, είτε από απλά εργαστήρια, είτε από το… πουθενά· ηθοποιοί (?) οι οποίοι όλο και περισσότεροι εμφανίζονται στο προσκήνιο, αναζητώντας εναγωνίως θεατρική εργασία στις υπάρχουσες (?) λιγοστές.
Το θέμα τής άδειας πάντα δίχαζε τον θεατρικό κόσμο. Η θεωρία πως, σε μια ελεύθερη αγορά, ο καθένας μπορεί να συμμετέχει, δεν αρκεί για να προσπεράσουμε το γεγονός ότι το θέατρο είναι μια πολύ σοβαρή και συλλογική τέχνη, ώστε να επιτραπεί να παρεισφρέουν στον χώρο ανεκπαίδευτοι και απροετοίμαστοι…

 

Θεωρώ πως σχεδόν όλα τα προβλήματα ξεκινούν από την πλημμελή σπουδή των δραματικών Σχολών στη χώρα μας, πολλές εκ των οποίων στηρίζονται στην προχειρότητα και τo κενό.

Από τη σύντομη διαδικασία διδασκαλίας των ειδικών μαθημάτων, έως και το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της τρίχρονης διάρκειας σπουδών, η τρίχρονη αυτή εμπειρία, έτσι όπως γίνεται σε πολλές θεατρικές σχολές, ακόμα και «αναγνωρισμένες από το κράτος», εκ των πραγμάτων δεν προλαβαίνει να αποτελέσει σπουδή σε βάθος για τον νέο, ο οποίος θα γραφτεί σε μια Σχολή μετά το Λύκειο, για να αφομοιώσει μια απέραντη ύλη ειδικών γνώσεων ενός πολυσύνθετου θεάματος, το οποίο αναπτύσσει και ανανεώνει το υλικό του (θεατρικούς συγγραφείς, μεταφραστές, διασκευαστές, σκηνοθέτες, νέα θεατρικά ρεύματα) σε ένα είδος τέχνης που έχει ως προορισμό, παράλληλα με το κλασικό ρεπερτόριο, να ασχολείται με ό,τι νεότερο δημιουργείται στον ορίζοντα και στις νέες αισθητικές θεωρίες.

Το ερώτημα λοιπόν είναι: δίπλωμα με άδεια ή ελεύθερα, δίχως κανένα χαρτί σπουδών για τους νέους ηθοποιούς;
Μια απάντηση στα γρήγορα και πρόχειρα, επαναλαμβάνω, θα ήταν επιπόλαιη και θα μπορούσε να «σκοντάψει» σε αντεπιχειρήματα του τύπου: το ταλέντο ή το ‘χεις ή δεν το ‘χεις· ή, γιατί να μην έχει ευκαιρία να ασχοληθεί με το θέατρο κι ένας εραστής αυτής της τέχνης, που όμως δεν έχει ιδιαίτερο ταλέντο; Εξ’ άλλου, οι τόσες θεατρικές παραστάσεις κατά τη διάρκεια των σχολικών σπουδών, είναι ήδη μια σπουδαία εμπειρία… ή, βλέπουμε και σπουδαγμένους ηθοποιούς που είναι χάλια… Το ζήτημα της άδειας του επαγγέλματος του ηθοποιού, αν δεν απατώμαι, «απελευθερώθηκε» ουσιαστικά επί Μελίνας, όταν οι καιροί ήταν διαφορετικοί, με λιγότερα θέατρα, λιγότερες Σχολές, λιγότερους ηθοποιούς, σκηνοθέτες, παραγωγούς, θεατρικές σκηνές.
Τώρα, στην εποχή τής έκρηξης της θεατρικής τέχνης, με δεκάδες θέατρα και με σχεδόν 1500 παραστάσεις τον χρόνο, με αμέτρητους πλέον ηθοποιούς στο προσκήνιο και στο παρασκήνιο, ταλαιπωρημένοι οικονομικά και ανασφάλιστοι από πολλούς παραγωγούς, οι οποίοι τους αντιμετωπίζουν ως άτομα που έχουν εκλάβει την υποκριτική τέχνη σαν ένα απλό… χόμπι, το οποίο το εμφανίζουν, κακοπαιγμένο μάλιστα, στα τηλεοπτικά σήριαλ, το θέμα της άδειας ασκήσεως του επαγγέλματος τίθεται έντονα και πλέον, ε π ι τ α κ τ ι κ ά.

Για την ιστορία, θυμίζω (και αντιγράφω) πως ο νόμος 1158/1981—ΦΕΚ 127/13-5-1981 περί οργανώσεως και διοικήσεως σχολών Ανωτέρας Καλλιτεχνικής Εκπαιδεύσεως, Κρατικού Βραβείου Θεάτρου και καταργήσεως Αδείας Ασκήσεως Επαγγέλματος Ηθοποιού, αποφασίστηκε τον Μάιο του 1981 με υπογραφή του πρώην υπουργού Ανδρέα Ανδριανόπουλου. Να πούμε και τη λεπτομέρεια πως, επειδή τον Οκτώβριο του ’81 ανέβηκε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ, με την Μελίνα Μερκούρη στο ΥΠΠΟ, κακώς θεωρήθηκε πως η άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος του ηθοποιού καταργήθηκε από τη Μελίνα. Απλώς, η υπουργός κράτησε αυτή την απόφαση…
Από το 1981 έχουν περάσει 37 ολόκληρα χρόνια! Μέσα σ’ αυτό το διάστημα έγιναν τεράστιες αλλαγές και στο θέατρο με την κατάσταση να είναι παντελώς — ριζικά διαφορετική. Στο θέμα τής θεατρικής εκπαίδευσης, εάν εξαιρέσει κανείς το τμήμα Θεατρολογίας του πανεπιστημίου, όπου όμως δεν διδάσκεται συστηματικά η υποκριτική τέχνη, οι απλές Σχολές είναι πλέον τόσες πολλές ώστε να μπορούν να καλύψουν, αριθμητικά τουλάχιστον, τους ενδιαφερόμενους σπουδαστές.
Εκεί λοιπόν, με τον πλημμελέστατο έλεγχο από το ΥΠΠΟ, οι περισσότερες αναγνωρισμένες από το κράτος Σχολές έχουν γίνει τόποι εμπορίου ελπίδων και ξοδέματος ονείρων… Τόσοι συγγραφείς, τόσα θεατρικά είδη, τόση ιστορία, τόσες ανανεωτικές θεωρήσεις, νέες τεχνολογίες, θεωρητική γνώση των εποχών, των στιλ, των ρευμάτων… Πώς να… στριμωχτούν και να μαθευτούν όλα αυτά σε διάστημα τριών χρόνων;
Το υπάρχον πρόγραμμα της εκπαιδευτικής ύλης στις Σχολές θεάτρου, επαναλαμβάνω, είναι ελλειμματικό και ξεπερασμένο. Το γνωρίζω από πρώτο χέρι γιατί δούλεψα πάνω από δέκα χρόνια στη θεατρική εκπαίδευση και αντιμετώπισα τα προαναφερόμενα προβλήματα με έκπληξη και απορία…

Το ίδιο συμβαίνει και με τα Ωδεία· κεντρικά και περιφερειακά. Παρ’ όλο που το πρόγραμμα σπουδών των Ωδείων διαρκεί (κανονικά) δέκα χρόνια, και εκεί, οι σπουδές και τα συστήματα χωλαίνουν και εξαρτώνται— μόνο και αποκλειστικά — από την συνείδηση και την γνωστική επάρκεια του καθηγητή που θα βρεθεί στο διάβα τού μαθητή… Αυτό όμως δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον κύκλο σπουδών.
Μεγάλες οι ευθύνες των αρμόδιων θεσμικών φορέων. Έχουν προ πολλού απαξιώσει τέτοιου είδους πολιτισμική εκπαίδευση και έλεγχο στα υπό την ευθύνη τους εκπαιδευτικά ιδρύματα, είτε δημοτικά, είτε ιδιωτικά· όσον αφορά την έδρα μουσικής τής Μουσικολογίας και της Θεατρολογίας τού Πανεπιστημίου, δεν είμαι εγώ ο καταλληλότερος που θα ομιλήσει…

Η επαναφορά της άδειας εργασίας του ηθοποιού, σήμερα, ίσως αναζωογονήσει το ελληνικό θέατρο. Ίσως οι τόσες παραπαίουσες Σχολές θεάτρου να αντικατασταθούν από άλλες πιο οργανωμένες ή τουλάχιστον να παραμείνουν όσες δουλεύουν σοβαρά και με προγραμματισμό ο οποίος στοχεύει σε ποιοτικά αποτελέσματα.
Ούτως ή άλλως, το επάγγελμα του ηθοποιού δεν είναι από τα εύκολα και η εύρεση εργασίας με φυσιολογικές συνθήκες (αμοιβή για τις πρόβες, λογικός μισθός, ασφαλιστικά κλπ) είναι δύσκολη και ψυχοφθόρα. Η παράλληλη εργασία των νέων ηθοποιών σε ντελιβεράδες, οικοδόμους, σκόρπια μεροκάματα, συγχρόνως και σε άλλες παραστάσεις, δεν μπορούν να βοηθήσουν ούτε τον ηθοποιό, ούτε την ίδια τη θεατρική τέχνη.
Εάν η άδεια αναβαθμίσει αυτή την τελματωμένη κατάσταση, ας γίνει αύριο κιόλας! Τα ανακλαστικά τής πολιτείας δεν μπορεί να συνεχίζουν να είναι τόσο νωχελικά…
Δεν υποστηρίζω την επαναφορά της άδειας εξασκήσεως επαγγέλματος του ηθοποιού με ενθουσιασμό, επειδή γνωρίζω πως αυτό, αν πραγματοποιηθεί, θα «χτυπήσει» αναπόφευκτα πολλούς άνευ αδείας ηθοποιούς, ακόμα και ταλαντούχους. Θα κλείσουν θεατρικές Σχολές και θα αναστατωθούν οι συντεχνίες και ο κλάδος, αλλά τίποτα δεν γίνεται δίχως να σπάσεις αυγά…

Διαβάστε τη συνέχεια εδώ

Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας είναι ένας χρυσός Ολυμπιονίκης του φωτορεπορτάζ. Ένας διεθνής Έλληνας που τίμησε τις φωτογραφικές του μηχανές όσο λίγοι στον κόσμο.

Είναι ένα παιδί από την Καισαριανή που λαχτάρησε την «γη της επαγγελίας», την Αμερική μετά τον πόλεμο, και μετά ήρθε μια άλλη Λαχτάρα στη ζωή του: Η φωτογραφία. Του έκανε «κλικ», και ξέχασε την Αμερική.
Έχει τραβήξει χιλιάδες φωτογραφίες αλλά και μόνο για τις τρεις φωτογραφίες με το τανκ της χούντας να εισβάλει στο Πολυτεχνείο θα μπορούσε να μπει στο πάνθεον αυτών που σώζουν την ιστορία και συμβάλλουν στην αποκάλυψη της  αλήθειας.

 

Τον έβλεπα μέχρι τα μέσα της δεκατίας του ’90 που συνταξιοδοτήθηκε να είναι έξω, στους δρόμους που βγαίναμε για ρεπορτάζ.
Οι φωτορεπόρτερ της γενιάς μου τον αγαπούν και τον τίμησαν και τις προάλλες καθώς είχαν γεμίσει τα έδρανα της Παλαιάς Βουλής στην παρουσίαση του βιβλίου του «Ζην επικινδύνως – 40 χρόνια φωτορεπορτάζ» (εκδόσεις Μένανδρος).

Ένας ευγενής άνθρωπος που παρά το γεγονός ότι έχει ζήσει τη φρίκη και την αγωνία του θανάτου σε πολεμικά πεδία σε πολλά σημεία του πλανήτη, όταν τον συναντάς βλέπεις ένα καθάριο βλέμμα γεμάτο λαχτάρα.

Το βιβλίο του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα δεν είναι μόνο ένα φωτογραφικό λεύκωμα. Είναι και αυτό καθώς έχει μερικές εκατοντάδες από τις ιστορικές φωτογραφίες του. Το βιβλίο του είναι ένα ιστορικό ντοκουμέντο με την αξία της προφορικής ιστορίας.
Διηγείται ό,τι έζησε πριν γίνει δημοσιογράφος – γιατι δεν μπορείς να είσαι φωτορεπόρτερ του δικού του βεληνεκούς αν δεν είσαι και πολύ καλός δημοσιογράφος, αλλά και ιστορικά γεγονότα, τεκμηριωμένα με ημερομηνίες και ονόματα.
Έτσι είχε μάθει να δουλεύει. Δεν νοείτω να στείλει φωτογραφία στο Associated Press στη Νέα Υόρκη χωρίς λεζάντες και χωρίς τα ονόματα των πρωταγωνιστών.

Το «Ζην επικινδύνως – 40 χρόνια φωτορεπορτάζ» θα έπρεπε να διδάσκεται σε κάθε σχολή δημοσιογραφίας και φωτογραφίας.
Με αφορμή αυτό το βιβλίο τον συνάντησα ένα απόγευμα και πίνοντας ένα τσάι μιλήσαμε για τη ζωή του φωτορεπόρτερ, φυσικά για την μοιραία βραδιά της 17ης Νοέμβρη και είχα τη χαρά να μου καταθέσει στιγμές που τον σημάδεψαν στη 40χρονη πορεία του.

Η συνέντευξη μας θα μπορούσε να κρατήσει πολλές ώρες γιατί όσο τον έβλεπα όταν μου διηγιόταν τη συναρπαστική του ζωή ένιωθα ένα δέος που λίγες φορές μου έχει συμβεί. Άλλωστε πόσους με πόσους θρύλους μπορείς να πιεις ένα τσάι και να τους ακούς να σου μιλάνε! Γι’ αυτό και τον ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο που μου διέθεσε και την εμπιστοσύνη.

-Όταν κλείνετε τα μάτια σας, το βράδυ, ποια φωτογραφία, ποια εικόνα από τις χιλιάδες που έχετε τραβήξει σας έρχεται στο μυαλό;

Είναι πολύ δύσκολη ερώτηση. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω. Μέσα σ’ αυτό το διάστημα της δουλειάς υπήρξαν πολλές συγκλονιστικές φωτογραφίες, πάρα πολλές. Γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολο να πω ότι θυμάμαι μια συγκεκριμένη.

-Μια εικόνα που δε θέλετε να θυμάστε;

Κι αυτές είναι πολλές. Οι εικόνες που αντίκριζα στη Βυρηττό σε όλη τη δεκαετία του ’70, και στην Αφρική τον εμφύλιο μεταξύ των Χούτου και των Τούτσι, το 1994. Η σφαγή στην Ουγκάντα ήταν τρομερή. Τρομακτικές σκηνές. Δε θέλω να τις σκέφτομαι.

-Έχετε ωφελήσει με τα πορτραίτα σας πολλούς πολιτικούς. Έχουν συμπεριφερθεί με μπέσα; Ή απλώς σας χρησιμοποιούσαν

(γελώντας) Πολιτικός με μπέσα … είναι σα να σου πέφτει το λαχείο. Αλλά μην τους βάλουμε όλους σε ένα τσουβάλι. Υπήρχαν άνθρωποι σοβαροί. Κωνσταντίνος Καραμανλής, Ανδρέας Παπανδρέου, Χαρίλαος Φλωράκης ήταν από τους ανθρώπους που μπορεί να μην πίστευαν αυτά που έλεγαν αλλά έκαναν τους άλλους να τους πιστεύουν.

Αν το …πάρουμε « ινδιάνικα», τους κλέβατε την ψυχή. Πώς ήταν η κατ΄ ιδίαν συνεργασία μαζί τους;

Σε κάθε συνάντηση έχω τις καλύτερες αναμνήσεις από όλους. Γνωρίζοντας ότι η φωτογραφία που τους τραβούσα θα πήγαινε μέσω Associated Press σε όλον τον κόσμο, και ως έξυπνοι άνθρωποι μου παρείχαν κάθε ευκολία για να κάνω τη δουλειά μου.

 

Διαβάστε την υπόλοιπη συνέντευξη στο viewtag.gr 

Μετά το «Γάλα», την ιστορική πρώτη παρουσιάσή του στη σκηνή, και την ανάγνωση του βιβλίου δεν διάβασα, ούτε έτυχε να δω κάποια άλλα από τα έργα του Βασίλη Κατσικονούρη μέχρι που ο τίτλος «Καρό παιδιά ριγέ πατεράδες – Ιστορίες από δυο γενιές» (Εκδόσεις Καστανιώτη) ήρθε και με ξεσήκωσε, κι ευτυχώς τον …συνάντησα και πάλι.

Ο Κατσικονούρης  φτιάχνει τον πιο σαγηνευτικό ιστό που μπορεί να παρασύρει έναν ονειροπόλο βιβλιόφιλο. Ιστορίες και λέξεις και με ό,τι γεννούν αυτές – και στην περίπτωση του «Καρό παιδιά ριγέ πατεράδες» γεννούν πολλά – γίνονται ένα απολαυστικό ταξίδι σε δύο παράλληλους κόσμους: Αυτόν του συγγραφέα αλλά και ένα προσωπικό ταξίδι στον δικό μου κόσμο με τις αναμνήσεις, τις απογοητεύσεις, τις προσπάθειες.
Αυτή θεωρώ ότι είναι η μεγάλη αρετή αυτού του βιβλίου.

 Τα διηγήματά του Βασίλη Κατσικονούρη έχουν την πυκνότητα μυθιστορήματος και την ένταση δοκιμίων αλλά με μια απλότητα που τα κάνουν σαγηνευτικά μοναδικά! Αυτή η απλότητα κρύβει …όσα μυστικά μπορεί να αντέξει κάποιος!

 

Ενθουσιασμένος, μετά την ανάγνωση, σας  «συστήνω» τον κύριο Βασίλη  Κατσικονούρη μέσα από τις δικές του απαντήσεις στη συνέντευξη που μου παραχώρησε (και τον ευχαριστώ πολύ για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε!)

-Το βιβλίο σας τελειώνει με την παράγραφο που ξεκινάει: …Αλλά και μήπως γράφουμε μόνο για όσους μπορούν να τα διαβάζουν;  Ίσως, κι ας μην το ξέρουμε, πιο πολύ να γράφουμε για όσους πια δεν μπορούν. Ποια ανάγκη, σάς «κάθισε» πρώτη φορά σε μπροστά σε ένα χαρτί και το γεμίσατε με λέξεις; Σε ποιον απευθυνθήκατε ή απευθύνεστε;

Η λογοτεχνία είναι η απώλεια που γίνεται τέχνη. Αυτό που έγινε και δεν θα ξαναγίνει. Αυτό που χάθηκε και δεν θα ξαναβρεθεί. Με τη λογοτεχνία είναι κάπως σαν να φτιάχνουμε ένα τόπο όπου ξαναανταμώνουμε και συνομιλούμε για λίγο με όσα και όσους χάσαμε. Κι ας μην μας ακούνε, είναι μια παρηγοριά. Το όπιο ενός ευαίσθητου λαού.

Σήμερα τόσα γραπτά μετά, γιατί εξακολουθείτε να γράφετε. Αναζητάτε ή ξορκίζετε;

Αναζητώ την επικοινωνία με τους συνανθρώπους, ξορκίζω τις περιττές διατυπώσεις μεταξύ μας.

Με δύο παιδιά, μάθημα στο σχολείο, συγγραφή. Πώς γεμίζετε τις μπαταρίες του Βασίλη;

Μα, με τα δύο μου παιδιά (και τη μαμά τους), το σχολείο και τη συγγραφή.
Ο. Κ, παίζω και λίγο Pro στο playstation.

Συγγραφή ή διδασκαλία; Πού υπάρχουν κοινά σημεία και πού το ένα μπορεί να γίνει βραχνάς για το άλλο;

Η συγγραφή γίνεται «βραχνάς» σε όλα. Από τη στιγμή που της δοθείς, είσαι λίγο σαν καλόγερος σε κατάσταση αδιάλειπτης προσευχής. Ρίχνει ένα άλλο φως στα πράγματα και στις καταστάσεις της καθημερινότητας. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι γίνεσαι και λίγο αφηρημένος…

Ένα σύγχρονο «trend» είναι τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής. Δε σας θυμίζουν λίγο τις σχολές χορού, που καταλαβαίνεις τους «αποφοίτους» τους σε μια πίστα αφού δεν χορεύουν αλλά μετράνε (χορεύοντας);

Πολύ ωραία η παρομοίωσή σου. Δεν πιστεύω όμως ότι είναι κανείς τόσο χαζός ώστε να παίρνει τοις μετρητοίς αυτά που λέγονται σ` ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής. Προσωπικά θεωρώ αυτά τα μαθήματα σαν μία κλωτσιά στο κεφάλι για να ξυπνήσει ο συγγραφέας που κοιμάται ή χαζολογάει εκεί μέσα. Αν δεν υπάρχει κανείς τέτοιος εκεί, κάλλιστα μπορείς να ξεσηκώσεις τον αναγνώστη να διεκδικεί τα δικαιώματά του και να έχει τις απαιτήσεις του από ένα κείμενο. Στο κάτω κάτω, η αρχική προϋπόθεση για να γίνει κάποιος  καλός συγγραφέας είναι πρώτα να είναι καλός αναγνώστης.

Πώς εξαργυρώνει ένας συγγραφέας την επιτυχία του;

 

Διαβάστε την υπόλοιπη συνέντευξη στο Γιάννη Καφάτο και το viewtag.gr

Εκεί που η λογοτεχνία συναντάει το σινεμά, βρίσκεις σκηνοθέτες σαν τον Nuri Bilge Ceylan. Έχει περάσει πάνω από μια βδομάδα που είδα την «Άγρια αχλαδιά», τη νέα ταινία αυτού του εξαιρετικού Τούρκου δημιουργού, που είχα γνωρίσει με το εκπληκτικό «Οι τρείς πίθηκοι» (δέκα χρόνια πριν), και ακόμα την σκέφτομαι.

Μόνο με βιβλία συμβαίνει (τουλάχιστον σε μένα) αυτό, να σε ακολουθούν εβδομάδες, μήνες μετά την ανάγνωσή τους, ελάχιστες ταινίες έχουν αυτή την επίδραση μέσα μου. Η «Άγρια αχλαδιά» είναι μία από αυτές.

 

Το σινεμά του Τζεϊλάν, είναι ιδιόμορφο, δεν απευθύνεται στην πλατιά μάζα των θεατών. Κρίνοντάς το όσο πιο αντικειμενικά μπορώ, αδυνατώ να βρω πολλούς θεατές που θα αφιερώσουν πάνω από 3 ώρες από τον χρόνο τους για να δουν μια αργόσυρτη, στοχαστική ταινία στα Τουρκικά, με άγνωστους ηθοποιούς, χωρίς κανένα γκλάμουρ και εντυπωσιακές σκηνές. Να δουν μια ταινία που σε προκαλεί να σκεφτείς και να βυθιστείς στην ατμόσφαιρά της για τόσο πολύ. Η «Άγρια αχλαδιά» είναι μια ταινία Δημιουργού, μια ταινία που αγγίζει πολλά θέματα. Μπορεί να μην φτάνει το επίπεδο της Τσεχοφικής προηγούμενης ταινίας του Τζεϊλάν, της εμβληματικής «Χειμερία νάρκη», η οποία ήταν ένα πραγματικό αριστούργημα, αλλά είναι έξοχη, γι’ αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία.

Η «Χειμερία νάρκη» εκτυλισσόταν στα εντυπωσιακά τοπία της Καππαδοκίας, η «Άγρια αχλαδιά» διαδραματίζεται στην ευρύτερη περιοχή των Δαρδανελίων, γύρω από την πόλη του Τσανάκαλε με τα αρχαία της Τροίας να δεσπόζουν στην περιοχή.

Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από τον Σινάν, έναν νεαρό απόφοιτο του τοπικού πανεπιστημίου, που επιστρέφει στην μικρή του πόλη μετά τις σπουδές του. Ο Σινάν που έλειπε αρκετά χρόνια παρά την μικρή απόσταση που χωρίζει τις δύο πόλεις, βρίσκει την οικογένειά του σε αποσύνθεση, με τον δάσκαλο πατέρα να έχει χάσει τα πάντα από τα χρέη στον τζόγο (ακόμα και το σπίτι τους), την μητέρα του εμφανώς καταρρακωμένη να παρακολουθεί κατατονικά, σαπουνόπερες στην τηλεόραση, την κοπέλα που του άρεσε κάποτε, να παντρεύεται έναν εύπορο άντρα, πολύ μεγαλύτερό τους και την παλιούς του φίλους να του είναι τελείως ξένοι. Την μεγαλύτερη απογοήτευση την εισπράττει από τον πατέρα του, που τον βλέπει αποξενωμένο και καταθλιπτικό που το μόνο που τον ενδιαφέρει πλέον είναι να βρει νερό από ένα παλιό πηγάδι σε ένα κτήμα στο χωριό του.

Ο Σινάν θέλει να γίνει συγγραφέας και να διδάξει σε σχολείο. Προσπαθεί να βρει χρήματα να εκδώσει το βιβλίο που έχει γράψει όπως και να περάσει τις εξετάσεις (κάτι σαν το ΑΣΕΠ) μπας και προσληφθεί σε κάποιο σχολείο έστω και στα βάθη της Ανατολίας. Με τα πολλά καταφέρνει να βγάλει το βιβλίο του με δικά του έξοδα, αλλά αποτυγχάνει πανηγυρικά στις εξετάσεις του. Η αποξένωσή του από την οικογένεια και τοπική επαρχιακή κοινωνία είναι εμφανής, όπως και η ηθελημένη απομόνωσή του. Ξεσπάει μπροστά στη συνειδητοποίηση του αδιέξοδου, εκνευρίζεται, τσακώνεται με όλους και ψάχνει απαντήσεις παντού. Κάνει μεγάλους διαλόγους με μουσουλμάνους ιερείς στο χωριό, θυμώνει με έναν γνωστό συγγραφέα και του τα ψέλνει χωρίς εμφανή λόγο. Είναι ένας άλλος Μερσώ (ο Ξένος του Καμύ) αιχμάλωτος σε έναν αόρατο ιστό της αράχνης, αντιπαθής και μάλλον δυσάρεστος όχι μόνο στους οικείους του, αλλά και σε όποιον συναντάει, ακόμα και στον ίδιο τον θεατή, ο οποίος κάποια στιγμή αισθάνεται άβολα με αυτόν τον ιδιόρρυθμο τύπο, τον μονίμως θυμωμένο και εμφανώς αποπροσανατολισμένο. Το φινάλε πικρό και δραματικό θα τονίσει εμφαντικά το αδιέξοδο του πρωταγωνιστή θυμίζοντάς του ότι δεν μπορεί να αλλάξει τη μοίρα του, κι ότι δεν είμαστε τόσο διαφορετικοί από τους γονείς μας.

Διαβάστε τη συνέχεια εδώ

Συλλαλητήριο και στερεότυπα και η νέα συλλογική συνείδηση

  • Προφανώς ο κόσμος που μαζεύτηκε στο Σύνταγμα έχει τα αιτήματά του και όλα τα δικαιώματα να τα εκφράσει σε μια διαδήλωση, συλλαλητήριο.
  • Με αφορμή το συλλαλητήριο έχουν κυκλοφορήσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολλά, άλλα χαριτωμένα, άλλα χοντροκομμένα, άλλα άθλια «αστεία» και αφορμή για να γράψω τις παρακάτω γραμμές στάθηκε ένα τέτοιο «κείμενο» ενός υποτιθέμενου χρήστη (προφανώς είναι ψεύτικο προφίλ για να προκαλέσει γέλιο)

 

νέα κοινωνική συνείδηση

  • Ο χρήστης λοιπόν «Οικογενειάρχης» (να ένα στερεότυπο) γράφει: Πολλοί αναρχικοί μπαίνουν  ντυμένοι πατριώτες στα λεωφορεία που φεύγουν για το συλλαλητήριο ώστε να μας σαμποτάρουν. Για να είμαστε σίγουροι ρωτάμε πάντα τον διπλανό μας πώς γράφεται το «συλλαλητήριο» και αν απαντήσει σωστά δεν τον αφήνουμε να επιβιβαστεί.
  • Δεν μπορώ να μην σκάσω στα γέλια διαβάζοντας την ανάρτηση αυτή. Προφανώς είναι ψεύτικη, το ξαναλέω. Έχει όμως περάσει στα σόσιαλ μίντια χιλιάδων χρηστών και πλέον είναι μια πραγματικότητα.
  • Γέλασα μέχρι δακρύων όταν τη διάβασα. Είναι πολύ μαύρο χιούμορ που αναπαράγει το στερεότυπο ότι οι πατριώτες είναι αγράμματοι. Ναι αλλά αυτό δεν είναι σωστό.
  • Αγράμματους σε κακουργηματικό βαθμό (κι αυτό είναι αστείο για να μην παρεξηγηθούμε) θεωρεί πολύς κόσμος τους χρυσαυγίτες.
  • Ας μην παραδώσουμε λοιπόν αυτούς που θεωρούν τον εαυτό τους πατριώτες, και που δεν έχουν σχέση με τους ευκαιριακούς «πατριώτες» στους φασίστες!
  • Επίσης γιατί θεωρούμε τους αναρχικούς de facto εγγράμματους;
  • Το πρώτο στερεότυπο που βλέπεις στην ανάρτηση είναι το όνομα του χρήστη: Οικογενειάρχης! Τι θέλει να μας πει ο… ποιητής; Εμπιστέψου αυτόν που υπογράφει γιατί δεν είναι κανένας «άπλυτος» , μοναχικός, άτεκνος. Είναι οικογενειάρχης, αρά εμπεδωμένα στυλοβάτης της κοινωνίας.

  • Γελάω λοιπόν με την δηκτικότητα του τύπου ή της τύπισσας που σκέφτηκε αυτό το όνομα χρήστη και φυσικά την υπόλοιπη ανάρτηση.
  • Σε 30 λέξεις (και λίγο παραπάνω) καταφέρνει να: κάνει πλάκα, και να μας δώσει ανάγλυφα μια συλλογική «εικόνα» για δύο κατηγορίες πολιτών. Μια «εικόνα» που έχει περάσει στη συλλογική συνείδηση μέσα από κείμενα, άρθρα, και φυσικά αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο του Γιάννη Καφάτου στο viewtag.gr

Είχα πολλά χρόνια να διαβάσω Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ακολουθώντας μια μάλλον άκυρη παρόρμηση, ισχυριζόμουν ότι έφταιγε πως τον είχα σιχαθεί όσο μάθαινα Γαλλικά. Τελικά αυτό ήταν μάλλον μια φτηνή δικαιολογία, και νιώθω τώρα, αφού έχω ολοκληρώσει τις 875 σελίδες των Χαμένων Ψευδαισθήσεων πως πρέπει να επανορθώσω, να κερδίσω τον χαμένο χρόνο.

Οι “Χαμένες Ψευδαισθήσεις” είναι μέρος της Ανθρώπινης Κωμωδίας, του μεγαλεπίβολου σχεδίου του χαοτικού αλλά και ιδιοφυούς Μπαλζάκ να ενώσει τα μυθιστορήματά του κι έτσι να μιλήσει για την κοινωνία και την ανθρώπινη φύση στην ολότητά της. Το βιβλίο γράφτηκε σε συνέχειες στη διάρκεια έξι (1837-1843) χρόνων και στην αρχή εκδόθηκε σε τρεις διαφορετικούς τόμους, για αυτό τα τρία μέρη του είναι εμφανή και διακριτά.
 
Στο μυθιστόρημα πρωταγωνιστεί ο Λυσιέν, ένας 21χρονος πανέμορφος ποιητής που ζει σε ένα χωριουδάκι στην Ανγκουλέμη. Ο Λυσιέν είναι ευγενικής καταγωγής από την μητέρα του- ένας ντε Ρυμπαμπρέ- και κατώτερης από τον πατέρα του- ένας Σαρντόν. Δεν έχει χρήματα, αλλά χάρη στην αδελφική του φιλία με τον γιο του βασικού τυπογράφου της Ανγκουλέμης- τον Νταβίντ Σεσάρ, κατορθώνει να φύγει για Παρίσι. Πίσω του αφήνει τη μάνα του – που ξενόπλενε για να τον ζήσει- και την αδελφή του, παντρεμένη με τον Νταβίντ, όλους εξαθλιωμένους, γιατί τους πήρε όλα τα χρήματα∙ του τα έδωσαν με την καρδιά τους γιατί πιστεύουν σε αυτόν.
 
Για το Παρίσι φεύγει με την κυρία ντε Μπαρζετόν, μια ξερακιανή, μεγαλύτερή του, παντρεμένη γυναίκα, που είχε κάποια μόρφωση και νιώθει πως δεν την χωρά η επαρχία. Στο Παρίσι η μαντάμ παρατάει αμέσως τον Λυσιέν, μόλις καταλαβαίνει πως τον λοιδορούν για την ταπεινή καταγωγή του και τους άξεστους χωριάτικους τρόπους του. Ο Λυσιέν για δύο χρόνια ζει στα όρια της πείνας, κάνοντας φιλίες με συγγραφείς σε αντίστοιχη κατάσταση. Δεν κατορθώνει να εκδώσει τα σονέτα ή το μυθιστόρημά του, αλλά διαβάζει και μελετά λυσσασμένα. Ώσπου με κάποιο γύρισμα της τύχης μπλέκεται με τον κόσμο των δημοσιογράφων, αποκτά μια όμορφη θεατρίνα για ερωμένη, ξεχνά τους φίλους του, κι αρχίζει η άνοδός του. Και η πτώση.
Το μυθιστόρημα του Μπαλζάκ είναι εντυπωσιακό, τόσο για το πώς παρουσιάζει τη ζωή στην επαρχία σε αντίστιξη με την Παρισινή, όσο και γιατί κατορθώνει να στήσει ήρωες τόσο ζωντανούς που κοντά διακόσια χρόνια μετά νομίζεις ακόμα πως θα σου μιλήσουν.
Ο Λυσιέν Σαρντόν ή ντε Ρυμπαρμπέ είναι ταυτόχρονα ένας άγγελος και ένας δαίμονας. Όμορφος, μορφωμένος, ταλαντούχος, αφήνεται να παρασυρθεί από το όνειρο της μεγάλης ζωής, από τους τίτλους της αριστοκρατίας, την προοπτική για επιτυχία και λεφτά, και τελικά κατακρημνίζεται εκκωφαντικά. Ο κόσμος των εκδόσεων, της δημοσιογραφίας, της λογοτεχνίας στο Παρίσι του 1830 μοιάζει τόσο πολύ με αυτό που συμβαίνει ακόμα και σήμερα, που σε ανατριχιάζει. Οι δημοσιογράφοι-συγγραφείς γράφουν άρθρα ο ένας για τον άλλον, σχεδιάζουν επιθέσεις, κανονίζουν εκδόσεις, μπλέκονται με πρωταγωνίστριες του θεάτρου, τρώνε λεφτά και μένουν στην ψάθα, ασχολούνται με την πολιτική, αλλάζουν στρατόπεδα.
 
Διαβάστε τη συνέχεια στο viewtag.gr
 
 

Τα δάση, όπως και όλος ο φυσικός κόσμος, από πάντα γοήτευαν τους ανθρώπους και γι’ αυτό έφτιαχναν μικρές και μεγάλες θεότητες, ξωτικά, νεράιδες, τρομακτικά και λιγότερο τρομακτικά παραμύθια… Όλα τα δάση, ακόμα και τα μικρά, τα δασύλλια. Πάντα η παρουσία ενός δέντρου χαρίζει ένα φωτάκι αισιοδοξίας. Γι’ αυτό και τόσα μπαλκόνια μέσα στο πράσινο. Πόσο μάλλον τα μεγάλα ρουμάνια, οι τεράστιες εκτάσεις δασών, όπως οι περιοχές που ακολουθούν τον σπουδαιότερο… γεννήτορα του πλανήτη, τον θεϊκό Αμαζόνιο! Το μεγαλύτερο ποτάμι τής Γης, μετά τον Νείλο, με τη ζούγκλα των δασών να έχει αναπτυχθεί σε όλο το μήκος των 6.992 χιλιομέτρων του.

Ο Αμαζόνιος είναι ο κεντρικός πνεύμονας καθώς και η Γη αυτοχθόνων φυλών, οι οποίες διαφυλάσσουν αυτά τα δάση ως κόρη οφθαλμού εδώ και αιώνες…
Το θέμα τού Αμαζονίου είναι κεντρικής και παγκόσμιας σημασίας ζήτημα, αφού, εκτός των άλλων, είναι αυτός που παράγει το 37% του οξυγόνου τού πλανήτη, ενώ φιλοξενεί δεκάδες χιλιάδες φυτά, εκατομμύρια απαραίτητα και χρήσιμα έντομα, όπως και σημαντικούς για την ανθρώπινη εξέλιξη γηγενείς φυλές με τους πολιτισμούς τους.

 

Αυτή η τεράστιας σημασίας δασική περιοχή δεν έχει προστατευθεί από την παγκόσμια κοινότητα και έχει επικίνδυνα αποψιλωθεί, μέσα από καταπατήσεις παράνομων γεωργικών… δραστηριοτήτων και εκμεταλλεύσεων ξυλείας με υπερβολικές κοπές δέντρων, οι οποίες προκαλούν προβλήματα στην βιοποικιλότητα της περιοχής, αλλά και στην κλιματική αλλαγή· σε αυτή την ήδη ανησυχητική κατάσταση ήρθε να προστεθεί η εκλογή (νόμιμη βεβαίως-βεβαίως) του Ζαϊχ Μπολσονάρο, ο οποίος έχει αναλάβει πλέον την Προεδρία αυτής της αχανούς χώρας και έχει μεγάλη σημασία για την διάσωση ή την καταστροφή τού Αμαζονίου, πέρα από τα καθαρά πολιτικά στοιχεία τής ακροδεξιόστροφης πορείας και της Λατινικής Αμερικής.

 

Διαβάστε τη συνέχεια στο Viewtag.gr

Το Facebook είναι το «σπίτι», παρέα, κόλλημα, ό,τι θες πες αλλά είναι ένα βαθιά συντηρητικό μέσο και φυσικά μέσα σε αυτό είμαστε τόσο ελεύθεροι όσο το ίδιο μας επιτρέπει! 

Ακόμη ένα κρούσμα λογοκρισίας με …θύμα μια πληρωμένη (μάλιστα) ανάρτηση που προσπάθησε να κάνει ο εκδότης Αργύρης Καστανιώτης.

Αυτή τη φορά «ένοχος» ήταν ο ζωγράφος Έγκον Σίλε, έργο του οποίου κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου της Μαρίας Κουγιουμτζή «Όλα μπορούν να συμβούν με ένα άγγιγμα». 
Το βιβλίο βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος -Νουβέλας και οι εκδόσεις ήθελαν να κάνουν μια πληρωμένη καταχώρηση στο Facebook.

 

Τα υπόλοιπα τα διαβάζουμε στη σελίδα του κυρίου Καστανιώτη:

Θελήσαμε να “μπουστάρουμε” την είδηση των κρατικών βραβείων που έλαβαν δύο συγγραφείς μας, όπως λέγεται η χορηγημένη ανάρτηση, αλλά το αίτημά μας απορρίφθηκε γιατί η ανάρτηση περιέχει γυμνά:

Διαβάστε τη συνέχεια στο viewtag.gr

Πόση βία μπορείς να αντέξεις;  Μάλλον πολύ. Ενέσεις καθημερινές στις ειδήσεις, στο δρόμο, στη γειτονιά, στην πολυκατοικία, στο ίδιο σου το σπίτι – ίσως;

Συνηθίζουμε τη βία, όπως και τόσα άλλα. Και μαθαίνουμε – με τον χειρότερο τρόπο – νέες λέξεις: έμφυλη βία! Η βία κατά των γυναικών έχει αυξηθεί σε όλες τις αποκρουστικές της μορφές.

 

Ο πατέρας σκότωσε την κόρη του γιατί δεν συμφωνούσε με την εθνικότητα του συντρόφου της. Πριν από ο,τιδήποτε άλλο εκείνο το «του» που η ελληνική κοινωνία – ενδεχομένως και άλλες, και σίγουρα πολλές υπανάπτυκτες –  έχει αγιοποιήσει εδώ και χρόνια είναι που παίζει τον βασικό ρόλο!

Τι θα πει «του»; Τι θα πει παιδί «μου». Μου ανήκει; Τι είναι το παιδί; Με ποιον τρόπο το κάθε παιδί είναι «του» ή «μου»;

Το παιδί έρχεται στον κόσμο γιατί το αποφασίζουν (τις περισσότερες φορές) οι γονείς. Το ζευγάρι φέρνει στον κόσμο μια ζωή. Του ανήκει αυτή ζωή; Επειδή εξαρτάται από τους γονείς, το παιδί ανήκει στους γονείς ;

Και μπορεί ο κάθε παπάρας πατέρας ή κάθε τρόμπα μάνα να συμπεριφέρονται στα παιδιά ως ιδιοκτησιακό στοιχείο; Είναι «στοιχείο» τα παιδιά ή άτομα που έχουν τη δική τους κοινωνική συνείδηση, την δική τους αυτονομία (ακόμη και στην εποχή που εξαρτώνται από τους γονείς), το δικό τους χαρακτήρα και φυσικά τα δικά τους δικαιώματα.

Δεν ανήκουν κάπου τα παιδιά που φέρνουμε στον κόσμο. Ανήκουν στους εαυτούς τους!

Το «μου» είναι για να καλύπτει τον γονεϊκό εγωισμό, είτε με την καλή είτε με την κακή έννοια!

Το «μου» υπάρχει για να τονίζει την υποχρέωση να το μεγαλώσουμε, να το κάνουμε αυτόνομο και δυνατό άνθρωπο. Δεν υπάρχει για να δίνει το δικαίωμα να του τσαλακώνουμε την προσωπικότητα, πολύ δε περισσότερο για να το σκοτώνουμε όταν διαφωνούμε με τις επιλογές του.

Το έγκλημα στην Κέρκυρα είναι μια ακόμη μπίλια σε ένα κνούτο που σκίζει τις σάρκες της κοινωνίας και μετράει αθώα θύματα δολοφόνων που δεν μπορούν να ανεχθούν ότι δεν τους ανήκει τίποτα παρά μόνο το άρρωστο μυαλό τους!

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου του Γιάννη Καφάτου εδώ. 

Η Αριάννα Καρανικόλα, Arianna k, είναι η μουσική έκπληξη της χρονιάς που τελειώνει σήμερα. Το καλοκαίρι ακούσαμε το Steps, και το Angry Song και λίγο τέλη Νοεμβρίου ολόκληρη την πρώτη της δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Early Landed».

Άκουσα το άλμπουμ αρκετές φορές και, όπως και στα πρώτα της τραγούδια, η εντύπωση μου ότι πρόκειται για μια μουσικό που θα μας απασχολήσει και στο μέλλον παραμένει σταθερή.
Μου αρέσει η μελαγχολική  pop αισθητική της, οι grunge επιρροές της και μια δύναμη που διατρέχει τον δίσκο από την αρχή μέχρι το τέλος.

 

Ο δίσκος ηχογραφήθηκε σε δύο φάσεις: Προ και μετά των Πανελληνίων Εξετάσεων (που την έστειλαν στο Μαθηματικό)!

Το Early Landed είναι μια δουλειά που αξίζει να ακουστεί και μπει σε ραδιοφωνικά playlist. Προσωπικά έχω παίξει κάποια τραγούδια του άλμπουμ στα dj set που κάνω.

Από την πρώτη φορά που την άκουσα είχαμε επικοινωνήσει και το ραντεβού μας είχε κλειστεί αφού θα κυκλοφορούσε το Early Landed.
Έτσι στην Αθήνα που ετοιμαζόταν για τα χριστούγεννα, βρεθήκαμε ένα μεσημέρι στου Ψυρρή.
Η συζήτηση μαζί της ήταν άκρως απολαυστική, όπως άλλωστε και η μουσική της.
Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω μια 20χρονη καλλιτέχνη που αφουγκράζεται τι συμβαίνει γύρω της. Ευγενής και πολύ συνεσταλμένη. Μ’ εκείνη τη φλόγα στα μάτια του παιδιού που αρχίζει να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα.

Αν η Αθήνα ήταν τραγούδι, μουσική, τι θα ήταν;

Η Αθήνα θα ήταν shoe gaze. Μελωδίες των My Bloody Valentine ή των Slowdive. Τη φαντάζομαι βράδυ.
Η Αθήνα έχει μια κινητικότητα και συγχρόνως μια μελαγχολία. Επικρατεί ένας εσωστρεφής θόρυβος. Βλέπεις μια εσωστρέφεια στην πόλη. Πολύς κόσμος κυκλοφορεί αλλά ο καθένας μόνος του, με μια εσωστρέφεια. Έχει ένα bitter-sweet στοιχείο σαν μελωδίες που βγαίνουν μέσα από τη βουή του κόσμου.
Μπορείς να βρεις underground μέρη.  Η Αθήνα είναι μια πόλη που δεν είναι ούτε χαρούμενη ούτε λυπημένη. Ναι τώρα που το σκέφτομαι, αν και προτιμώ τους My Bloody Valentine, το Alison από τους Slowdive  τής ταιριάζει.

Δεν ξέρω αν πρέπει να δούμε την ομορφιά της πόλης ή την αποδιοργάνωση της.

Εσύ ζεις στην Αγία Παρασκευή. Αν υποθέσουμε ότι ήθελες να αλλάξεις κάτι στην γειτονιά σου, τι θα ήταν αυτό;

Δεν είναι η χειρότερη γειτονιά φυσικά. Αυτό που νιώθω είναι ότι υπάρχουν κάποια πράγματα που μας ενοχλούν αλλά επειδή έχουν γίνει καθημερινότητα παύουμε να τους δίνουμε σημασία και μαθαίνουμε να ζούμε έτσι, «μέσα σ’ αυτό»!

Πότε κατάλαβες ότι έγραψες το πρώτο σου τραγούδι.

Όταν ήμουν στη Δευτέρα λυκείου αρχικά στο πιάνο έφτιαχνα κάποια θεματάκια. Άλλα τα ξανάπαιζα, άλλα τα ανέπτυσσα περισσότερο.  Αλλά το πρώτο κομμάτι που έγραψα ήταν  το Sun is Glue που βγήκε πάνω στην κιθάρα. Ήταν το καλοκαίρι πριν από τις πανελλήνιες, που είχα και τα καλοκαιρινά μαθήματα κι εγώ κάθε βράδυ πήγαινα και έπαιζα.
Κι έτσι ενώ είχα ημιτελή θέματα όπως σου είπα, αυτό βγήκε σχεδόν αυθόρμητα: ακόρντα, vocal lines, πολύ γρήγορα οι στίχοι. Το έπαιζα και σε μια φίλη μου – ενώ τα άλλα κομμάτια που δούλευα ήταν λίγο πιο …κρυφά.

Έχεις μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον με πολύ rock ‘roll μέσα στο σπίτι και πολλά βινύλια. Ποια η σχέση σου με τους δίσκους του πατέρα* σου;

Η αλήθεια είναι πώς όταν ήμουν μικρότερη άκουγα δίσκους που μου έβαζε ο πατέρας μου αλλά δεν είχα δώσει σημασία ώστε να τα ψάξω μετά. Τέλη Λυκείου συνειδητοποίησα τι υπάρχει στη δισκοθήκη κι ακόμη και τώρα βλέπω και ανακαλύπτω δίσκους που μου κάνουν «κλικ». Αγαπημένος μου δίσκος από αυτή τη δισκοθήκη είναι το «Another Green World» του Brian Eno.

Πότε αγόρασες εσύ τον πρώτο σου δίσκο;

Δεν έχω αγοράσει βινύλιο ποτέ! Πάντα υπήρχαν πολλά στο σπίτι.

Το πρώτο Cd  που αγόρασα ήταν Paramore. Δεν ήμουν πολύ συνειδητοποιημένη. Ήμουν επηρεασμένη από την front woman. Πολύ teenage φάση!

Πώς ακούς μουσική σήμερα;

Συνήθως ακούω από το youtube. Στο σπίτι του πατέρα μου πάντα όταν πάω κάτι παίζει οπότε ακούω. Αλλά στο δικό μου σπίτι όπως σου είπα: youtube. Κι έτσι στέλνουμε λινκ οι φίλοι μεταξύ μας. Ακούμε πολλά, όταν μου αρέσει κάτι και το ξεχωρίσω τότε θα αρχίσω να το ψάχνω πιο πολύ.

Διαβάστε την υπόλοιπη συνέντευξη και δείτε φωτογραφίες στο viewtag.gr

Το «Ένας γιος», του Αλεχάντρο Παλόμας (Εκδόσεις Opera,  σε μετάφραση Αλεξάνδρας Γκολφινοπούλου) είναι το τελευταίο βιβλίο που ολοκλήρωσα την ανάγνωσή του το 2018 κι ευτύχησα να είναι ένα από τα καλύτερα αναγνώσματα που έκανα μέσα στη χρονιά που τελειώνει!

Ο Αλεχάντρο Παλόμας έγραψε ένα βιβλίο ωδή για κάθε γονιό που αγωνιά για το παιδί του με τα λάθη και τις παραλήψεις του. Ένα βιβλίο γεμάτο αγάπη αλλά και απόγνωση.

 

Ο μικρός Γκίγε με τις αγωνίες του ενσαρκώνει το παιδί που έχουμε και δεν καταλαβαίνουμε, το παιδί που θέλουμε να προστατέψουμε, το παιδί που ξέρει να επιβιώνει και να κάνει τα πάντα αποζητώντας την σιγουριά της αγάπης του πατέρα του.

Η ιστορία του Γκίγε είναι η ιστορία κάθε παιδιού που στα μάτια των άλλων φαντάζει διαφορετικό. Το ίδιο και η καλύτερή του φίλη, η Ναζία, από Πακιστάν που οι γονείς της την έχουν τάξει σε έναν κύριο που ζει ακόμη στην πατρίδα και θα γίνει ο σύζυγός της.

Διαφορετικά παιδιά σε έναν κόσμο που ισοπεδώνει ο,τιδήποτε δεν ταιριάζει στα μέτρα του.

Ο Γκίγε θέλει να γίνει η Μαίρη Πόπινς! Θέλει να πει τη μαγική λέξη: «Σουπερκαλιφραντζαλιστικεξπιαλιντόσιους» για να σώσει τη φίλη του, και τον εαυτό του.

Πόσο αντέχει μια οικογένεια, ένα σχολείο, μια γειτονιά τα διαφορετικά παιδιά και ένας πατέρας εν τέλει τη διαφορετικότητα του γιου του;

Η γραφή του Παλόμας θυμίζει μια καλοκουρδισμένη κινηματογραφική ταινία. Βλέπουμε την ιστορία ως υποκειμενικό «πλάνο» ενός εκάστου εκ των ηρώων. Η ιστορία φωτίζεται μέσα από τη ματιά του κάθε ήρωα. Οι αφηγήσεις σε πρώτο πρόσωπο βάζουν τον αναγνώστη ακόμη περισσότερο μέσα στα συναισθήματα όλων των ηρώων του βιβλίου.

Διαβάστε την υπόλοιπη βιβλιοκριτκή του Γιάννη Καφάτου εδώ.

Ο Άκης Καπράνος, εκτός από το scouting για το Midnight Express, το κλαμπ μεταμεσονυκτιων προβολών, που έχει ήδη κερδίσει τις εντυπώσεις των σινεφίλ της Αθήνας, βλέπει σινεμά, πολύ σινεμά. 

Έτσι τώρα που είναι η εποχή με τις «λίστες» έφτιαξε τη δική του χρυσή-δεκάδα των ταινιών που ξεχώρισε για το 2018.

 

1. Αόρατη κλωστή

 


2. Καλπάζοντας με το όνειρο


3. Κλέφτες Καταστημάτων


4. Η μορφή του νερού


5. Ο Άνθρωπος Που Σκότωσε Το Δον Κιχώτη


6. Ακρότητες

 Διαβάστε και για τις υπόλοιπες ταινίες εδώ

Το βιβλίο του Γιάννη Παντελάκη «Η χαμένη τιμή της Δημοσιογραφίας» – 20+1 ιστορίες κιτρινισμού που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Θεμέλιο είναι ένα από τα δημοσιογραφικά εγχειρίδια που πρέπει να διαβάσει όποιος θέλει να γίνει δημοσιογράφος.

Την ίδια ώρα είναι ένα βιβλίο που ανήκει στους καταναλωτές της ενημέρωσης, τους αναγνώστες, τηλεθεατές και ακροατές γιατί περιγράφει με εμπεριστατωμένο και τεκμηριωμένο λόγο δημοσιογραφικές αθλιότητες – κάποιες οδήγησαν σε αυτοκτονία τους «πρωταγωνιστές» από τη μεταπολίτευση μέχρι τις μέρες μας.

 

Χωρίς διάθεση διδακτισμού, ο Γιάννης Παντελάκης περιγράφει με ιατρική ψυχραιμία ιστορίες που κάποιοι μπορεί  να τις θυμούνται, κάποιοι τις έχουμε ζήσει και κάποιοι τις έχουμε απλώς ακουστά.

Πρακτοριλίκια που αμάσητα τα δημοσίευσαν σοβαρά έντυπα και στιγμάτισαν πολιτικούς, δημοσιογράφους, καθηγητές ως μέλη ή εκτελεστές της 17 Νοέμβρη.
Θύματα ριάλιτι που μάλιστα κάποια έφτασαν στην αυτοκτονία.
Ψεύτικες ειδήσεις.
Στο βιβλίο «Η χαμένη τιμή της Δημοσιογραφίας» – 20+1 ιστορίες κιτρινισμού οι ιστορίες που περιγράφει ο συγγραφέας – ερευνητής δεν παρατίθενται ως περιστατικά για χάρη της κουβέντας σε μια παρέα.
Τολμάει και μιλάει με ονόματα δημοσιογράφων και μέσων. Διαθέτει την τεκμηρίωση με αναφορά στις πηγές για κάθε περίπτωση στην οποία αναφέρεται.
Γι’ αυτό μίλησα για «εγχειρίδιο» προς νέους  δημοσιογράφους παραπάνω.

Ιστορίες που έχουν γραφεί ή ειπωθεί από δημοσιογράφους με θύματα πολίτες και δημοσιογράφους και πολιτικά πρόσωπα.
Ιστορίες διαπόμπευσης.

«Η διαπόμπευση έχει μεγάλη χρονική διάρκεια, είναι ένα διαρκές έγκλημα», μου είπε ο Γιάννης Παντελάκης στην κουβέντα που κάναμε ένα παγωμένο απόγευμα στο κέντρο της Αθήνας.

Πόσο καιρό ετοίμαζες το βιβλίο σου;

Έκανα περίπου δύο χρόνια έρευνας.

Πού έψαξες, στο ίντερνετ;

Κυρίως ήμουν σε βιβλιοθήκες, έψαξα πολύ σε παλιές εκδόσεις εφημερίδων, επιστημονικές έρευνες που ακόμη δεν έχουν καν εκδοθεί.
Στο ίντερνετ υπάρχουν πολλά μεν, αλλά δεν μπορούσα να βρω και να στοιχειοθετήσω παλιές ιστορίες.
Επίσης προτίμησα τις γραπτές πηγές για να μπορώ να κάνω πιο εύκολα τη διασταύρωση.

Γιάννη, εσύ έχεις κάνει «γκάφα», έχεις κάνει δημοσιογραφικό λάθος;

Κοίτα, έχω κάνει, όπως όλοι μας. Δεν έχω κάνει όμως κάτι που να προκαλέσει ζημιά! Και δεν έχω κάνει κάτι σκόπιμα. Λάθη έχουμε κάνει όλοι μας.

Από πού ενημερώνεσαι, είσαι «ήσυχος» όταν διαβάζεις ειδήσεις;

Διαβάζω με επιφύλαξη. Υπάρχουν εφημερίδες που είναι έγκυρες. Βεβαίως σήμερα οι εφημερίδες έχουν μικρή επιρροή. Σκέψου ότι τη δεκαετία του 90 οι εφημερίδες πουλούσαν πάνω από ένα εκατομμύριο φύλλα την ημέρα ενώ σήμερα φτάνουν στις 60 χιλιάδες.
Ως δημοσιογράφος έχω το πλεονέκτημα ότι ξέρω ποιον διαβάζω. Οπότε είμαι υποψιασμένος!

Άρα τι θα συμβούλευες έναν αναγνώστη, αυτόν που λέω εγώ «καταναλωτή ειδήσεων»;

Να κοιτάει την κάθε είδηση σε διαφορετικές πηγές.
Να αναζητάει υπογραφή. Τα ανυπόγραφα άρθρα μπορεί να είναι παραπλανητικά.
Να είναι ψυλλιασμένος για το μέσο που επιλέγει.
Για ειδήσεις από το εξωτερικό να κοιτάζει και τα διεθνή μέσα.
Να μην εμπιστεύεται το Facebook και το Twitter.

Γιάννη, πιστεύεις ότι μεταξύ μας οι δημοσιογράφοι έχουμε μια «ομερτά» έναν νόμο σιωπής για τα κακώς κείμενα στα του οίκου μας;

Κοίταξε υπάρχουν τα περίφημα τραστ, κυρίως στα ρεπορτάζ. Αυτά τα τραστ – ειδικά πιο παλιά – αποφάσιζαν ποιος θα μπει αλλά και ποια είδηση θα κυκλοφορήσει.
Επίσης στην Ελλάδα έχουν δοθεί δημοσιογραφικά βραβεία σε δημοσιογράφους που έχουν κάνει αίσχη.
Στην Ελλάδα ακόμη υπάρχει το παράδοξο με τους δημοσιογράφους να παίζουν το ρόλο του πολιτικού. Αν κάποιος δει τηλεόραση και δεν ξέρει ότι είναι δημοσιογράφοι θα νομίζει ότι ακούει εκπροσώπους κομμάτων.

Και φυσικά αναφέρομαι στο ρεπορτάζ. Εκεί είναι που έχουν μπερδευτεί οι ρόλοι. Ο κόσμος ακούει δημοσιογράφους που εκφράζουν πολιτική. Και δεν εννοώ την αρθρογραφία, το ξανατονίζω, αναφέρομαι στο ρεπορτάζ. Αυτή είναι η μεγαλύτερη χρεωκοπία και αναξιοπιστία της δημοσιογραφίας.

Από τις 20+1 ιστορίες που έχεις γράψει και τεκμηριώσει στο βιβλίο σου ποια θεωρείς πιο κραυγαλέα;

Η χειρότερη περίπτωση είναι η ιστορία με την Νατάσα Ράγιου, στον ΑΝΤ1. Η εκπομπή της έγινε αιτία να αυτοκτονήσει ένας πατέρας.
Η δημοσιογραφία των ριάλιτι έχει παίξει σημαντικό ρόλο για την χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας. Φυσικά γιατί αυτές τις εκπομπές που απευθύνονται στις μάζες τις παρουσιάζουν δημοσιογράφοι.

Το πολιτικό σύστημα έχει κάποιο ρόλο σε όλο αυτό που περιγράφεις ως «χρεωκοπία της δημοσιογραφίας»;

Το πολιτικό σύστημα είναι όμηρος, ακόμη και σήμερα, ενός συστήματος που εξέθρεψε από την εποχή του 1989-90 τότε που όλα τα κόμματα πλην της ΔΗΑΝΑ του Κωστή Στεφανόπουλου έδωσαν τις άδειες στα τηλεοπτικά κανάλια.

Διαβάστε την υπόλοιπη συνέντευξη στον Γιάννη Καφάτο και το viewtag.gr

Τα άτομα με ειδικές ικανότητες πρωταγωνιστούν στη ζωή αλλά και το σινεμά.

Ανατρέχουμε σε 7 συγκινητικές στιγμές του σινεμά που ευαισθητοποιούν σε ζητήματα ιδιαιτερότητας.

Η κινηματογραφική προσέγγιση της αναπηρίας είναι πάντα συγκινητική μα κυρίως πολύτιμη.

Το αφιέρωμα δημοσιεύτηκε στο σάιτ: Ameacare

 

Το Αριστερό μου Πόδι (1989)

Η αληθινή ιστορία ζωής του Christy Brown, ενός από τους σημαντικότερους ζωγράφους και συγγραφείς της ιρλανδέζικης λογοτεχνίας ο οποίος γεννήθηκε με εγκεφαλική παράλυση και μπορούσε να κινήσει μόνο το αριστερό του πόδι. Η συγκλονιστική ερμηνεία του Daniel Day Lewis του απέφερε το πρώτο Όσκαρ Α’ Ανδρικού ρόλου της καριέρας του. Μια ταινία για τα θαύματα που γεννάει η ανθρώπινη δύναμη.

Το Όνομά μου είναι Σαμ (2001)

Ο Σαμ, αν και διανοητικά καθυστερημένος μεγαλώνει υποδειγματικά ένα 7χρονο κοριτσάκι. Όταν η κοινωνική πρόνοια απαιτεί να δοθεί για υιοθεσία, μια δικηγόρος παλεύει μαζί του ώστε να πείσουν το δικαστήριο πως ένα άτομο με ειδικές ικανότητες μπορεί να γίνει σωστός πατέρας. Αλλά τι σου λέω, τα ξέρεις ήδη. Υπάρχει άνθρωπος που δεν έχει δει αυτή την ταινία;

Το Σκάφανδρο και η Πεταλούδα (2007)

Η αληθινή ιστορία του αρχισυντάκτη του περιοδικού Elle, Jean- Dominique Bauby, ο οποίος στα 42 του έπαθε γενική παράλυση, χωρίς να μπορεί σχεδόν πλέον να αναπνεύσει. Ήταν όμως ακόμα ζωντανός και με το μοναδικό μέσο επικοινωνίας που διέθετε, το αριστερό του βλέφαρο, έγραψε ένα συγκλονιστικό βιβλίο, το οποίο υπαγόρευε μ’ αυτόν τον τρόπο για 3 μήνες. Το σώμα δεν μπορεί να φυλακίσει το μυαλό. Συγκλονιστικό από την αρχή μέχρι το τέλος.

Η Θάλασσα Μέσα μου (2005)

Άλλη μια πραγματική ιστορία, αυτή του Ισπανού μηχανικού πλοίων και επί 28 χρόνια τετραπληγικού Ramón Sampedro, ο οποίος διεκδίκησε το δικαίωμα στην ευθανασία. Μια σπαραξικάρδια ταινία που θίγει το ζήτημα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, στην πιο ακραία του μορφή.

Το Μαύρο Μπαλόνι (2008)

Αυστραλιανό φιλμ που πραγματεύεται το θέμα του αυτισμού μέσα από την συγκλονιστική περίπτωση του έφηβου Charlie. Ένας υπέροχος τρόπος να εξοικειωθείς με τη διαφορετικότητα και την ανεκτικότητα.

Η Οικογένεια Μπελιέ (2014)

Η τρυφερή ταινία που μας σύστησε τη νεαρή Πόλα, το μοναδικό μέλος μιας οικογένειας κωφών, η οποία μπορεί να ακούσει και να μιλήσει. Τραγική ειρωνεία, το γεγονός ότι εκείνη διαθέτει υπέροχη φωνή που τους δικούς της ανθρώπους δεν μπορεί ν’ ακούσει, αλλά μπορεί να νιώσει. Μια δραματική κομεντί που αφήνει τα δάκρυά σου να κυλήσουν σε εναλλαγή με ένα χαμόγελο.

 Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου στο viewtag.gr

Ο Σωτήρης Μεντζέλος είναι ηθοποιός και κάθε Σάββατο βράδυ στις 23:30 παρουσιάζει την παράσταση standup comedy στο «Από Μηχανής» Θέατρο στο Μεταξουργείο, με τίτλο My Story vl2.

Με αφορμή την «ιστορία της ζωής του νούμερο 2» γνωριστήκαμε.
Η κουβέντα – ποταμός μαζί του μου έλυσε πολλές απορίες γι’ αυτό το είδος θεάτρου και μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω έναν ευγενικό και ενδιαφέροντα τύπο που κυκλοφορεί στην πόλη και προσπαθεί να μας κάνει «συνενόχους» στα θεατρικά του όνειρα βγάζοντάς μας από τι όποιες ενοχές μπορεί να κουβαλάμε!

 

Καθίστε αναπαυτικά και …απολαύστε μας. Α, μπορείτε να πάρετε και το ποτό σας, όπως επιτρέπεται και στην παράσταση!

Ας αρχίσουμε από τα βασικά: Μετζέλος  ή Μεντζέλος; Αλλού σε βρίσκω με το «ν» κι αλλού χωρίς… αλλά πάντα με το «σ».

Ας αρχίσουμε, λοιπόν, αφού έτσι είναι το σωστό, άλλωστε και στην ταβέρνα πριν έρθει η μπριτζόλα, η οποία είναι ο λόγος να πας, θα σου έρθει το κουβέρ και η χωριάτικη, βασικό και απαραίτητο μεν αλλά αλλού είναι το ψαχνό.  Είναι με «ν», είναι Μεντζέλος στο γραπτό λόγο αλλά στον προφορικό δεν ακούγεται, είναι σαν το άηχο «h» που μάθαμε στα Αγγλικά. Όσον αφορά το σίγμα που συναντάς πάντα, αυτό το σίγμα με έχει …σιγματίσει.

Standup comedian ή ηθοποιός; Ποια η διαφορά;

Ηλεκτρική κιθάρα ή κλασική, πίτσα ή σουβλάκια, Λειβαδίτης ή Καββαδίας; Συνεχίζω λέγοντας πως δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο παράδειγμα προσδιορισμού -όσοι δεν έχουν δει την τελευταία σεζόν του Game of Thrones να πάνε δύο σειρές πιο κάτω- από αυτό που ο Theon Greyjoy σχεδόν κλαίγοντας είπε στον Jon Snow ότι είναι συγχυσμένος και δεν ξέρει αν είναι Greyjoy ή Stark και ο Jon του απάντησε πως δε χρειάζεται να είναι ένα από τα δύο, είναι και Greyjoy και Stark.
Συνεχίζω λίγο ακόμα λέγοντας πως ο standup comedian γράφει, σκηνοθετεί και παίζει τα δικά του αστεία, τα δικά του κείμενα μόνο, αποκλειστικά δικά του, ενώ ένας ηθοποιός καλείται να παίξει σε έργα και κείμενα που έχουν γράψει άλλοι. Επίσης το stand up είναι μια μορφή παραστατικής τέχνης, ένας κωμικός μονόλογος γραμμένος με τις δικές του τεχνικές. Δεν είναι μια τέχνη που τη συναντάς αποκλειστικά σε μπαρ όπως τα στραγάλια με τις σταφίδες.

Ένας standup comedian στους χώρους σας θεωρείται πιο «ελαφρύς» ή ως δημοσιογράφος είμαι προκατειλημμένος;

Ακριβώς το αντίθετο. Πολλοί φίλοι μου ηθοποιοί θαυμάζουν την ικανότητα ενός κωμικού να σταθεί μόνος του σε μια σκηνή και επί μία ώρα να κάνει το κοινό να γελά.

Άλλωστε όλοι, κωμικοί και ηθοποιοί, την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση θέλουμε να πετύχουμε και αυτό δεν είναι καθόλου ελαφρύ, ίσα-ίσα, τι είναι πιο βαρύ, ένα κιλό σίδερο ή ένα κιλό βαμβάκι;

Κάθε βράδυ δεκάδες παραστάσεις στην Αθήνα. Πώς ζεις με αυτή τη συνθήκη; Μήπως αυτή η πολυφωνία ευνοεί απλώς αυτούς που μπορούν να προβάλουν τη δουλειά τους και οι υπόλοιποι βολεύονται με συγγενείς και φίλους;

 

Ζω με ένα άγχος που προσπαθώ να το διαχειρίζομαι και να το μάθω. Μετά από 10 χρόνια στο θέατρο μπορώ να πω πως είμαστε σε καλό επίπεδο. Πάμε βόλτα μαζί, σινεμά, κοιμόμαστε αγκαλιά, λέμε «καλημέρα», του μαγειρεύω, πάμε διακοπές μαζί, για ψώνια και είναι η πιο μεγάλη σχέση που έχω κάνει. Επίσης, όλοι μας έχουμε κάνει παράσταση με συγγενείς και φίλους, αλλά αν η παράσταση είναι καλή, ως ρομαντική ψυχή που είμαι, θέλω να πιστεύω πως θα βρει τον τρόπο και θα μαθευτεί και θα γίνει άλλη μια φωνή στο πολυφωνικό σχήμα που λέγεται Θέατρο στην Ελλάδα.

Πώς κάνεις «κάστινγκ» σε αυτούς που θα πουν το κάτι τις τους και θα υφάνεις τον ιστό των ιστοριών σου στη σκηνή;

Κατ’ αρχάς, να σου πω πως μόνο σε ένα συγκεκριμένο σημείο της παράστασης ζητάω κάτι από το κοινό –δε θα κάνω spoiler- και το λέω αυτό, γιατί υπάρχει η εντύπωση πως το stand up είναι μια παράσταση που ο κωμικός κράζει το κοινό.
Στην ερώτηση σου τώρα: απλά κοιτάζω το πρόσωπό τους, βλέπω τον τρόπο που παρακολουθούν την παράσταση, νιώθω την ενέργειά τους –όχι δεν είμαι γιόγκι. Βέβαια, όσο τέλεια διαλέγω τον τύπο ή την τύπισσα που θα πουν  αυτό το κάτι κατά τη διάρκεια της παράστασης, άλλο τόσο άθλια διαλέγω γκόμενα να ερωτευτώ -και δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό ή κακό ρε γαμώτο.

Έχεις αισθανθεί ότι προσέβαλες κάποιον θεατή σου;

Διαβάστε τη συνέχεια της συνέντευξης στον Γιάννη Καφάτο στο Viewtag.gr

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία