Οι «Μικροί πυροβολισμοί μέσα στη νύχτα» του Γιάννη Καλαβριανού παρουσιάζονται στο Θέατρο Τέχνης από τις 13 Δεκεμβρίου.
Κεντρικό θέμα της νέας παράστασης του Γιάννη Καλαβριανού είναι η ιστορία ενός αδικημένου ανθρώπου, η τρομακτική δύναμη που μπορεί να αποκτήσει η φωνή του ενός, αλλά και τα άκρα στα οποία μπορεί να φτάσει μία λογική απαίτηση.
Έμπνευση για το νέο έργο αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της γερμανικής λογοτεχνίας, η νουβέλα «Μίχαελ Κόλχαας» του Χάινριχ Φον Κλάιστ, η οποία βασίστηκε στην αληθινή ιστορία ενός εμπόρου αλόγων, που έζησε στη Σαξονία τον 16ο αιώνα.
Η ιστορία του Κόλχαας
Μεταφερόμαστε στον 16ο αιώνα, όταν ένας φιλήσυχος και νομοταγής πολίτης, ο εκτροφέας αλόγων Μίχαελ Κόλχαας, ξεκινά από το χωριό του στο Βρανδεμβρούργο, για να πουλήσει στη γειτονική Σαξονία, τα άλογα που με πολύ κόπο εξέθρεψε. Ο νέος άρχοντας της περιοχής όμως, του κλείνει τον δρόμο και του ζητά χρήματα και άδεια διέλευσης για να του επιτρέψει να συνεχίσει. Ο Κόλχαας, που δεν είχε τίποτε από τα δύο, προτείνει να τον αφήσουν να περάσει για μία φορά και να τα φέρει επιστρέφοντας, αφήνοντας ως εγγύηση τα δύο καλύτερα άλογά του. Όταν γυρίζει όμως, τα βρίσκει εξαθλιωμένα, αφού τα είχαν υποχρεώσει σε εξαντλητικές εργασίες και ζητά να αποζημιωθεί.
Ο άρχοντας τον ταπεινώνει, τον διώχνει και σκοτώνει τη γυναίκα του. Ο Κόλχαας προσπαθεί με κάθε έννομο τρόπο να δικαιωθεί. Το Κράτος, ο Νόμος και η Εκκλησία αδιαφορούν. Μη βρίσκοντας στήριξη από πουθενά και νιώθοντας τεράστια απογοήτευση, αποφασίζει να πάρει τον Νόμο στα χέρια του και πυρπολεί τη Βιτεμβέργη.
Το μέτρο και η λογική γρήγορα καταλύονται. Διάφοροι άνθρωποι απογοητευμένοι από την αδικία που βιώνουν καθημερινά, συντάσσονται δίπλα του και φτιάχνουν έναν μικρό στρατό που καίει, δολοφονεί και λεηλατεί. Ο ηγεμόνας προτείνει έστω και αργά, να τον αποζημιώσει. Όμως, ο Κόλχαας δεν αρκείται πια σε αυτό. Ο στόχος του είναι πλέον, ο ίδιος ο ηγεμόνας και η υπόθεση δύο αλόγων απειλεί να διαλύσει μία ολόκληρη χώρα.
Αφηγητές της ιστορίας του Κόλχαας, είναι τα άλογά του.
Δεν υπάρχουν σκηνικά και κανένα σκηνικό αντικείμενο, παρά μόνο κοστούμια εμπνευσμένα από την ανατομία των αλόγων. Τέσσερις ηθοποιοί, ένας πιανίστας, η συνεχής μουσική, η απολύτως χορογραφημένη κίνηση και οι εναλλαγές σκοταδιού και φωτός συνθέτουν την αυστηρή παρτιτούρα αυτής της γοητευτικής, μα τόσο τραγικής ιστορίας.
Ο Κόλχαας αδικήθηκε, αλλά μετατράπηκε σε τρομοκράτη. Μπορεί λοιπόν, ο καθένας να πάρει τον Νόμο στα χέρια του και μέχρι πού μπορεί να φτάσει για να διεκδικήσει το δίκιο του;
Η συζήτηση για τα ηθικά όρια μιας εξέγερσης, η καχυποψία και οι καθημερινά τεταμένες σχέσεις Πολίτη-Κράτους, κάνουν την ιστορία του Κόλχαας να μοιάζει εντελώς σημερινή και εκείνον, τον πιο σύγχρονο Ευρωπαίο ήρωα.
Συντελεστές
Κείμενο-Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Κοστούμια: Βάνα Γιαννούλα
Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλους
Επιμέλεια κίνησης: Αλεξία Μπεζίκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Κέλλυ Παπαδοπούλου
Παίζουν: Γιώργος Γλάστρας, Χριστίνα Μαξούρη, Μάνος Πετράκης, Γιώργος Σαββίδης
Μουσικός επί σκηνής: Σταύρος Διαμαντόπουλος
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου Sforaris
Εκτέλεση παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα
Εισιτήρια
Τιμές εισιτηρίων:
Κανονικό: 15 ευρώ / Μειωμένο: 10 ευρώ
Προπώληση: Viva.gr
Η παράσταση «Μια Υπέροχη Ζωή» σε διασκευή Joe Landry και σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού έρχεται τον Δεκέμβριο στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και εμείς πήραμε μια πρώτη γεύση από το τι θα δούμε!
Πρωταγωνιστούν: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Νίκος Ψαρράς, Νάντια Κοντογεώργη, Γιώργος Γλάστρας, Άγγελος Μπούρας, Θεοδοσία Σαββάκη
Από την Τόνια Τσαμούρη
Όταν ο Ευριπίδης, τον 5ο αιώνα π.Χ., έγραφε για το μύθο του Ιππόλυτου, καταδείκνυε την Φαίδρα ως την γυναίκα η οποία ζούσε πλημμυρισμένη από τα πάθη της, μακριά από την επίβλεψη του άντρα της, ο οποίος απουσίαζε από το σπίτι για μεγάλο διάστημα. Ταυτόχρονα, το παρελθόν της Φαίδρας την εμφάνιζε να κατάγεται από μια οικογένεια με αχαλίνωτα ερωτικά πάθη (η μητέρα της, Πασιφάη, είχε συνουσιαστεί με τον ταύρο και έφερε στον κόσμο τον Μινώταυρο). Στην αρχαιότητα ωστόσο, ουδέποτε δόθηκε προσοχή ή αναφέρθηκε ότι προκειμένου να την παντρευτεί ο Θησέας, σκότωσε τόσο τον πρώτο σύζυγο της Φαίδρας όσο και το γιό τους. Ο μύθος προσέλκυσε το ενδιαφέρον και άλλων συγγραφέων, διαχρονικά, οι οποίοι όμως μετατόπισαν το ενδιαφέρον τους περισσότερο στη Φαίδρα. Έτσι, συναντούμε στην ιστορία του θεάτρου τόσο τη Φαίδρα του Σενέκα, αλλά και αυτήν του Ρακίνα στην αναγεννησιακή Γαλλία. Έπρεπε να περιμένει ωστόσο έως τον 20ό αιώνα ο μύθος της ηρωίδας έως ότου τον αντιμετωπίσουν γυναίκες συγγραφείς, οι οποίες προσπάθησαν να την δικαιολογήσουν αλλά και να την καταλάβουν. Έτσι, στον 20ό αιώνα συναντούμε τη Φαίδρα στη μεγάλη οθόνη σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασσέν και σενάριο Μαργαρίτας Λυμπεράκη με την Μελίνα Μερκούρη, όπως επίσης και το Phaedra’s Love της πρόωρα χαμένης Σάρα Κέην το 1999.
Αυτό το Σαββατοκύριακο στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου παρουσιάστηκε μια νέα διασκευή του μύθου διά χειρός Αμάντας Μιχαλοπούλου, με τίτλο Η Φαίδρα καίγεται. Η Φαίδρα της Μιχαλοπούλου είναι μια σύγχρονη γυναίκα της εποχής της, η οποία δεν διεκδικεί απλώς το δικαίωμά της στο πάθος, αλλά το δικαίωμα της στη ζωή. Μια γυναίκα στη μέση ηλικία, η οποία στιγματίζεται από τα χρόνια της, όπως συμβαίνει σε εκατομμύρια γυναίκες ανά τον κόσμο. Άλλωστε η ηλικιακή διάκριση είναι μια ταχύτατα αναρριχώμενη στον ανεπτυγμένο κόσμο (μεταξύ του ρατσισμού και του σεξισμού), όπου το όριο ηλικίας επιμηκύνεται μεν, αλλά τα στεγανά που ακολουθούν την μέση και ώριμη ηλικία παραμένουν γερά θεμελιωμένα στην κοινωνία.
Ανήμερα των γενεθλίων της, η Φαίδρα αποκαλύπτει στην παιδική της φίλη, Ληώνη, ότι είναι ερωτευμένη με τον πρόγονό της, τον Ιππόλυτο. Η Ληώνη προσπαθεί να την πείσει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι σωστό για την ηλικία της ή για τη θέση της. Στο πάρτυ γενεθλίων της Φαίδρας, στο οποίο είναι επίσης καλεσμένες οι κόρες της Ληώνης, η Αφροδίτη και η Άρτεμις, έρχεται και ο Ιππόλυτος, ο οποίος δείχνει εμφανώς ότι ελκύεται από την σύζυγο του πατέρα του, του Θησέα. Ωστόσο, ο Ιππόλυτος μετανιώνει και φεύγει από την Φαίδρα. Αυτή οργισμένη τον ακολουθεί και το κακό δεν αργεί να έρθει. Ο Ιππόλυτος σκοτώνεται ενώ προσπαθεί να σώσει την Φαίδρα από τη φωτιά που εν κατά λάθος έχει ανάψει. Η Φαίδρα θα διασωθεί για να ανακαλύψει όμως ότι βιάστηκε να θυμώσει με τον Ιππόλυτο. Ο θάνατος πλέον είναι η μόνη σωτηρία και για την ίδια από την βάσανο του έρωτα αυτού.
Στον τόσο επίκαιρο και σύγχρονο προβληματισμό της συγγραφέως ήρθε ο Γιάννης Καλαβριανός να απαντήσει με μια παράσταση-ύμνο στα νεανικά μας χρόνια. Η Φαίδρα καίγεται είναι ένα καλοκαιρινό πάρτυ σαν αυτό των νεανικών μας χρόνων, όταν χορεύαμε στην αμμουδιά, αγκαλιαζόμασταν, τραγουδούσαμε, φλερτάραμε, ερωτευόμασταν και νιώθαμε ότι όλη η ζωή είναι μπροστά μας. Σε ποιο σημείο της ζωής όμως μια γυναίκα πρέπει να αποδεχθεί ότι δεν επιτρέπεται πλέον να αγαπήσει, να ερωτευτεί, να ζήσει; Σε ποιο σημείο είναι «μεγάλη» και ποιος το ορίζει αυτό; Η Φαίδρα της Μιχαλοπούλου επιμένει να διεκδικεί το δικαίωμά της στη ζωή, τον έρωτα, την ευτυχία. Το θέμα δεν άπτεται τόσο της συζυγικής απιστίας (για αυτό άλλωστε απουσιάζει σκηνικά ο Θησέας), ούτε της σχέσης μεταξύ μητριάς-προγονού. Το κέντρο βάρους βρίσκεται στη διαφορά ηλικίας μεταξύ της Φαίδρας και του νεότατου Ιππόλυτου, ο οποίος θα μπορούσε να είναι γιος της, αλλά δεν είναι…
Ο σκηνοθέτης, αντίθετα με τις σκηνικές οδηγίες που αναφέρουν μουσική τζαζ, έστησε επί σκηνής ένα καλοκαιρινό πάρτι που «μύριζε» έντονα τη δεκαετία του ’80: οι μουσικές πολλές, χορευτικές, γεμάτες κέφι και αναμνήσεις. Η παράσταση, στο πρώτο της μισό, αποτελούσε μια γνήσια και απολαυστική κωμωδία, ενώ στο δεύτερο μισό θύμισε μια σύγχρονη ερωτική τραγωδία.
Η Άννα Μάσχα(Φαίδρα) σάρωσε τα πάντα με τη σκηνική της παρουσία. Η ηρωίδα της ήταν δυναμική, έντονη, ευαίσθητη, πληγωμένη. Ήταν η απόλυτη και αδιαμφισβήτητη κυρίαρχος επί σκηνής φέρνοντας σε πρώτο πλάνο τις ανησυχίες, τους φόβους αλλά και τις επιθυμίες μιας γυναίκας που βρίσκεται στη μέση ηλικία. Αναδεικνύοντας ότι η «μέση ηλικία» είναι απλώς ένα νούμερο, ανίκανο συχνά να αντιστοιχηθεί με την ορμή, τη ζωντάνια και το πάθος του ανθρώπου που το φέρει. Ο Νίκος Λεκάκης (Ιππόλυτος) ήταν πολύ καλός στο πρώτο μέρος, σκιαγραφώντας καλύτερα τον Ιππόλυτο ως έναν νάρκισσο και αυτάρεσκο, λόγω της νεότητάς του, νέο. Στο δεύτερο μέρος, αφέθηκε στο βηματισμό της Ά. Μάσχα και πολύ καλά έκανε, καθώς το αποτέλεσμα τους δικαίωσε. Η Μαρία Κοσκινά (Ληώνη) επιβεβαίωσε το γνήσιο κωμικό της ταλέντο, ωστόσο ήταν απόλυτα λυρική και συγκινητική στο δεύτερο μέρος της παράστασης. Πολύ καλές επίσης οι Μαρία Μοσχούρη (Αφροδίτη) και Ειρήνη Ιωάννου-Παπανεοφύτου (Άρτεμις).
Το σκηνικό της παράστασης ήταν αριστουργηματικό (Εύα Μανιδάκη). Απόλυτα εναρμονισμένο με την αργολική ύπαιθρο, δημιούργησε την ψευδαίσθηση του καλοκαιρινού εξοχικού, επιτείνοντας την αίσθηση του καλοκαιρινού πάρτυ που οραματίστηκε και υλοποίησε ο σκηνοθέτης. Σημαντική επίσης η συμβολή των τόσο ταιριαστών κοστουμιών (Βάνα Γιαννούλα). Από τις πλέον ενδιαφέρουσες και αστείες στιγμές της παράστασης, το σερφ-σιδερώστρα, το οποίο κατάφερε να κερδίσει το κοινό από τα πρώτα λεπτά της παράστασης. Τέλος, εξαιρετικά σημαντικοί οι φωτισμοί (Νίκος Βλασσόπουλος), οι οποίοι απέδωσαν με μοναδικό τρόπο τα συναισθήματα και τις καταστάσεις.
Η Φαίδρα καίγεται της Αμάντας Μιχαλοπούλου αποτελεί μια νέα και ενδιαφέρουσα διασκευή του γνωστού μύθου του Ιππόλυτου. Εστιάζοντας σε θέματα που άπτονται της γυναικείας ψυχολογίας, των ηλικιακών διακρίσεων, αλλά και του έρωτα (που αποτελεί προαιώνιο θέμα) η συγγραφέας δημιούργησε ένα πολύ ενδιαφέρον θεατρικό έργο. Ο Γ. Καλαβριανός με τη σειρά του κατάφερε να δώσει ψυχή στο κείμενο, με αποτέλεσμα μια παράσταση απολαυστική, λυρική και με έντονους προβληματισμούς.
Ελπίζω να έχουν τη δυνατότητα, τον χειμώνα, να την παρακολουθήσουν και άλλοι θεατές!
Διαβάστε επίσης:
Διαβάστε επίσης:
Μια εβδομάδα πριν την πρεμιέρα του «Hotel Éternité», ο Αργύρης Ξάφης μιλά και φωτογραφίζεται για το texnes-plus.
Συνέντευξη: Γιώτα Δημητριάδη
Φωτογραφίες: Κοσμάς Ινιωτάκης
Το ραντεβού μας είναι στο φουαγιέ του Εθνικού Θεάτρου, λίγο μετά την πρόβα για τη νέα παράσταση του Γιάννη Καλαβρινού, στην οποία και πρωταγωνιστεί, το «Hotel Éternité».
Ο Αργύρης Ξάφης έχει απαχθεί και στη θέση του εμφανίζεται ένας πολύ νεότερος κι εντυπωσιακά, πιο αδύνατος άνδρας, το ίδιο χαρισματικός με εκείνον και πολύ πιο ήρεμος, όπως μου αποκαλύπτει.
Εντυπωσιασμένη, ακόμα, από την ερμηνεία του στην παράσταση «Ρίττερ, Ντένε, Φος» σε σκηνοθεσία Μαρίας Πρωτόπαππα στο Θεάτρο Τέχνης, του λέω πως για μένα ήταν, ίσως, η καλύτερη ερμηνεία του μέχρι σήμερα.
Χαμογελάει και μου απαντάει: «Οφείλεται στο έδαφος που προετοιμάζουν τα κορίτσια (Στεφανία Γουλιώτη και Λουκία Μιχαλοπούλου). Όταν τις παρακολουθείς μέσα από την κουίντα, δεν έχεις επιλογή. Λες ή θα βγω ή δεν θα βγω! Προετοιμάζουν το γήπεδο για έναν ωραίο αγώνα».
Σε λίγες μέρες, μετά το ψυχιατρείο, όπου πέρασε μεγάλο μέρος της ζωή του, ως Φος, στον ρόλο του Τόμας Μπέρνχαρντ, θα γίνει υπάλληλος σ’ ένα φανταστικό ξενοδοχείο στη μέση του πουθενά και θα παλεύει με τους δαίμονες που προκαλεί ο ανελέητος χρόνος στους ανθρώπους.
Μείον 30 κιλά!
Αδυνάτισα με τη νηστειοθεραπεία. Είναι ένας διαφορετικός τρόπος διατροφής, που σε μαθαίνει πώς πρέπει να συμπεριφέρεσαι με το φαγητό. Για παράδειγμα σε μαθαίνει ότι πρέπει να μασάς πολλές φορές την τροφή σου. Για να φάω κρέας θα πρέπει να μασήσω την κάθε μπουκιά 50 φορές, γι’αυτό και πλέον τρώω μια φορά την εβδομάδα. Φτάνεις στο σημείο να τρως όπως έτρωγαν παλιά οι άνθρωποι.
«Ρίττερ, Ντένε, Φος» ...για τόσο λίγο;
Όταν βρεθήκαμε με τα κορίτσια (Στεφανία Γουλιώτη, Λουκία Μιχαλοπούλου και Μαρία Πρωτόπαππα) θέλαμε να πάμε το «Ρίττερ, Ντένε, Φος» όλη τη χρονιά, αλλά η παραγωγή θεωρούσε ότι ήταν δύσκολο να πάει για ολόκληρη τη σεζόν.
Τώρα, βέβαια με την επιτυχία που σημείωσε έχουν αλλάξει γνώμη, αλλά δυστυχώς όλοι μας έχουμε κλείσει για την άλλη μισή χρονιά δουλειές.
Πρώτη συνεργασία με τον Γιάννη Καλαβριανό
Με τον Γιάννη (Καλαβριανό) προσπαθούμε 4-5 χρόνια να συνεργαστούμε. Όταν του έγινε η πρόταση από το Εθνικό Θέατρο να γράψει και να σκηνοθετήσει ένα έργο, πριν καν το γράψει είπαμε ότι θα δουλέψουμε μαζί! Το μόνο που μου είχε πει είναι ότι σκέφτεται κάτι σχετικά με τον χρόνο και τη φθορά που επιφέρει.
«Hotel Éternité»
Είναι ένα πάρα πολύ ωραίο κείμενο, με τη γνωστή ευαισθησία της γραφής του Γιάννη, αλλά διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα, καθώς μοιάζει με θρίλερ.
Είναι ένα ξενοδοχείο στη μέση του πουθενά, στόχος του είναι να βοηθάει όσους ανθρώπους έχουν θέμα με τον χρόνο. Είτε για παράδειγμα αυτούς που θέλουν να παγώσουν τον χρόνο, γιατί είναι μια καλή περίοδος της ζωής τους, είτε εκείνους που για κάποιο λόγο έχουν περιορισμένο χρόνο ζωής (π.χ λόγω μιας αρρώστιας) θέλουν στον χρόνο που τους απομένει να ζήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα. Όλοι οι ρόλοι αφορούν τους ανθρώπους, οι οποίοι δουλεύουν σ’ αυτό το ξενοδοχείο και που προσπαθούν με διάφορους τρόπους να τιθασεύουν τον χρόνο, που άλλοτε τρέχει κι άλλοτε δεν κυλάει καθόλου.
Ο ρόλος μου
Εγώ είμαι ο εραστής και το δεξί χέρι της διευθύντριας κι ιδιοκτήτριας, η οποία έχει κληρονομήσει την επιχείρηση από τους γονείς της και τη συνεχίζει η ίδια. Ο δικός μου ρόλος είναι αυτός που φέρνει ένα κομμάτι τεχνογνωσίας στην επιχείρηση. Προσπαθεί να στηθεί όλο αυτό πιο πειστικά.
Σκέψου ότι αλλάζουμε την ημέρα με τη νύχτα, αλλάζουμε το εικοσιτετράωρο σε δωδεκάωρο, τους δημιουργούμε εμπειρίες συμπυκνωμένης ζωής κ.λ.π ανάλογα με την περίπτωσή τους. Στην παράσταση δεν βλέπουμε κανέναν από τους επισκέπτες του ξενοδοχείου. Παρακολουθούμε μόνο τους ανθρώπους, οι οποίοι εργάζονται εκεί κι όλα όσα κάνουν για να εξυπηρετήσουν τους πελάτες. Κανείς τους δεν έχει πάει να εργαστεί εκεί μόνο για βιοποριστικούς λόγους, όλοι έχουν κάτι πιο σημαντικό που τους ενώνει μ’ αυτή τη δουλειά.
Η σχέση μου με τον χρόνο
Νομίζω, ότι όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, θέλω να είναι πολύς και πολύτιμος! Τον σπαταλάω, όμως, γιατί συνεχώς όλο κάτι προκύπτει και παίρνει τη θέση κάποιου σημαντικού πράγματος. Όσο μεγαλώνεις και πατάς περισσότερο στα πόδια σου, στο κομμάτι των απαιτήσεων που μπορείς να έχεις, τόσο περισσότερο κερδίζεις χρόνο, έχοντας παράλληλα όμως έντονα την αίσθηση ότι είναι λιγότερος.
Θα ήθελα περισσότερο χρόνο για...
Διακοπές! Αυτό νιώθω ότι έχω στερηθεί κι όσο περνά ο χρόνος είναι σαν να μου το στερούν περισσότερο ή εγώ να το στερώ από τον εαυτό μου.
Δεν έχω το περιθώριο να πω ότι «Δεν θα δουλέψω μια σεζόν!»
Δεν προέρχομαι από πλούσια οικογένεια, ούτε έχω κάποια έξτρα εισοδήματα. Ζω από τη δουλειά μου. Μπορώ να μην δουλέψω κάποιους μήνες, αν μου τύχει ένα θέμα υγείας αλλά δεν μπορώ μην δουλέψω κι έτσι απλά να κάτσω να κάνω διακοπές.
Αν μπορούσα να παγώσω τον χρόνο σε μια περίοδο...
Αν ήξερα ότι έχω παγώσει σε μια εποχή και δεν θα μπορούσα να φύγω από αυτή δεν θα ήθελα να το κάνω! Πιστεύω ότι αν γνώριζα κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσα ποτέ να το χαρώ!
Αυτή την περίοδο...
Χαίρομαι που έχω μια τάση μεγάλης αλλαγής στη ζωή μου. Έχω ανάγκη από πράγματα που δεν τα έχω δοκιμάσει και με προκαλούν πολύ να τα κάνω. Από καινούργια κείμενα και συνεργασίες ή στις υπάρχουσες πράγματα που δεν έχουμε ξανακάνει, όπως τώρα με τους ΠΥΡ, που ετοιμάζουμε ένα καινούργιο εκπληκτικό έργο, το «Μάκιναλ» της Σόφι Τρέντγουελ. Τελείωσα τη μετάφραση, η οποία ήταν ιδιαίτερα απαιτητική. Σκέψου, ότι πέρσι με τις επιχορηγήσεις είχα μεταφράσει ένα-δύο κομμάτια και μου πήρε τόσους μήνες να την ολοκληρώσω! Είναι ένα έργο με εννέα σκηνές στο σύνολό του. Μπορεί να υπάρχει μια σκηνή δικαστηρίου, η οποία να είναι 15 σελίδες, να παίζουν είκοσι άτομα κι ο καθένας να πετάει μια λέξη και εσύ να πρέπει να το μεταφράσεις μ’ έναν τρόπο, ώστε να μην είναι τεχνική μετάφραση, αλλά θεατρική!
ΠΥΡ, η ομάδα μου
Πέρσι κάναμε την «Ορέστεια», που δεν ήταν στα πλάνα μας, αλλά επιλέχθηκε η Ιώ Βουλγαράκη να σκηνοθετήσει και δουλέψαμε όλοι σαν ομάδα. Η τελευταία παράσταση «Μόλλυ Σουήνη» έγινε πριν δύο χρόνια, απλά πήγε για 2η χρονιά επανάληψη. Η προηγούμενη ήταν η «Άφιξις» πριν ενάμιση χρόνο κι η «Μισσαλοδοξία» πριν δύο χρόνια. Ουσιαστικά έχουμε κάνει πέντε δουλειές από το 2012 μέχρι σήμερα.
Είχαμε πει από την αρχή ότι είναι ζητούμενο αυτής της ομάδας να μην υπάρχει η αίσθηση της εξάρτησης μεταξύ μας, ώστε όσο είμαστε να είμαστε, επειδή θέλουμε να είμαστε ομάδα και όχι επειδή δεν έχουμε άλλη πρόταση, που και αυτό είναι πολύ ανθρώπινο και το καταλαβαίνω, αλλά πρέπει να το ξεπεράσεις για να είσαι ενεργός καλλιτεχνικά. Δεν μπορείς να βασίσεις μια μακροχρόνια συνεργασία στην εξάρτηση, γιατί δημιουργεί προβλήματα.
Το κριτήριό μου για να πω «ναι» σε μια συνεργασία είναι...
Το ένστικτό μου! Σκέψου ότι και τώρα με το «Hotel Éternité» δεν υπήρχε έργο όταν μου έκανε την πρόταση ο Γιάννης (Καλαβριανός).
Μας κυνηγούν οι «Άγριες Μέλισσες»...
Είναι απλοικό να πούμε ότι ο κόσμος δεν πάει θέατρο, γιατί παρακολουθεί τη σειρά. Ο κόσμος βλέπει τις «Άγριες Μέλισσες» αλλά το κάνει για πολλούς λόγους. Πρώτα απ’ όλα, γιατί δεν έχει χρήματα για να βγει κι η σειρά είναι δωρεάν, τις βλέπει γιατί είναι σίγουρα καλύτερες από το μηδέν που είχαμε όλα αυτά τα χρόνια κι επειδή, επιτέλους, βλέπει πολύ καλούς ηθοποιούς! Όλοι λένε «Πού ήταν αυτοί οι ηθοποιοί τόσα χρόνια!» κι εμείς λέμε ότι «Εδώ, είμαστε και δουλεύουμε τόσα χρόνια!». Δεν είναι μόνο ότι είναι πλούσια παραγωγή, είναι ότι και το κοινό δεν είναι πλούσιο και πολλές φορές δεν έχει και διάθεση να βγει έξω. Το είδαμε αυτό και στην αγορά την άσχετη με το θέατρο που έπεσε 20-30%...Οι άνθρωποι δεν βγήκαν να ψωνίσουν! Θέατρο θα πάνε; Αν και θέατρο θα έπρεπε να πάνε...Παρ’ όλα αυτά, καταλαβαίνω πολύ καλά αυτό που συμβαίνει. Το βλέπω και με την οικογένειά μου και τους γύρω μου, ζορίζονται οι άνθρωποι και χρειάζονται εμψύχωση!
Υπερπληθώρα ηθοποιών
Το πρόβλημα ξεκινάει από το ίδιο το σύστημα, που έχει δημιουργήσει μια παραγωγή 600-700 ηθοποιών κάθε χρόνο κι όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα να εργαστούν. Οι αντίστοιχες πληθυσμιακά χώρες του πλανήτη βγάζουν, το πολύ, 60 ηθοποιούς κάθε χρόνο. Όσο καλλιτεχνικός λαός και να είμαστε, που είμαστε, υπάρχει ένας μηχανισμός εκμετάλλευσης των ανθρώπων που λέει: «Εφόσον μπορείς να κάνεις τον άλλον να γελάει μ’ ένα ανέκδοτο μπορείς να γίνεις ηθοποιός και δεν χρειάζεται να σπουδάσεις κάτι ιδιαίτερο. Θα βγεις και θα έχεις δουλειά».
Έτσι έχουμε φτάσει τις 1.800 με 2.000 παραστάσεις τον χρόνο και το κοινό έχει σαστίσει και δεν ξέρει που να κατευθυνθεί. Αυτό είναι ένα ντόμινο πολλών πραγμάτων κι η ευθύνη των καλλιτεχνών αφορά στη διεκδίκηση της αξίας της δουλειάς τους. Οι ηθοποιοί, σήμερα, πληρώνουν για να παίξουν, αυτό δεν εκτιμάται από το κοινό. Αντίθετα θα πρέπει να διεκδικήσουν αμειβόμενοι να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας τους.
ΣΕΗ
Ήμουν τέσσερα χρόνια στο ΣΕΗ και μάλιστα πολύ ενεργό μέλος. Επειδή, όμως, δεν υπάρχει κατά τη γνώμη μου κλάδος, απογοητεύτηκα και τα παράτησα. Ασχολήθηκα με τις διεθνείς σχέσεις και προσπάθησα να καταλάβω, γιατί σ’ αντίθεση με το εξωτερικό, δεν έχουμε μηχανισμούς που να δουλεύουν έτσι, ώστε κι όλοι να πληρώνονται και το κοινό να απολαμβάνει γεμάτες παραγωγές. Δυστυχώς, το πρόβλημα ξεκινάει από τις δραματικές σχολές κι από το γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα φίλτρο για το ποιος μπορεί να ανοίξει μια σχολή και ποιος μπορεί να διδάξει σ’ αυτήν.
Οι μαθητές μου
Αυτό που ξεκίνησα εγώ στην σχολή, γεγονός που συμβαίνει χρόνια στις σχολές του εξωτερικού, είναι ότι αναλαμβάνω ένα έτος από την αρχή, από τις εισαγωγικές εξετάσεις. Διαλέγω, δηλαδή, την ομάδα που θα περάσει στη σχολή και δουλεύω με τα παιδιά, μέχρι να αποφοιτήσουν στο τέταρτο έτος.
Επιπλέον, είμαι υπεύθυνος για όλο το πρόγραμμα σπουδών τους: από τη δραματουργία μέχρι την ξιφασκία. Μ’ αυτόν τον τρόπο έχουν κάπου να «λογοδοτήσουν» για την πρόοδό τους, αλλά και τον φόβο ότι θα κοπούν. Γιατί κόβονται οι μαθητές στο Ωδείο, δεν τελειώνουν όλοι όσοι ξεκινάνε. Σ’ αντίθεση με πολλές άλλες δραματικές σχολές, όπου οι καθηγητές αλλάζουν κάθε εξάμηνο και τα παιδιά ακούνε άλλα από τον έναν και άλλα από τον άλλον κι αποπροσανατολίζονται.
Μέχρι σήμερα έχω βγάλει δύο φουρνιές ηθοποιών κι είμαι πολύ περήφανος γι’ αυτά τα παιδιά! Όλοι τους δουλεύουν.
Το Ωδείο είναι η μοναδική ελληνική δραματική σχολή που έχει μπει στον παγκόσμιο οργανισμό δραματικών σχολών. Είμαστε στις 15 καλύτερες σχολές στον κόσμο και, σήμερα, διαθέτουμε και την καλύτερα εξοπλισμένη αίθουσα black box στην Ελλάδα.
Μόνο μια οπτική του ρόλου μπορείς να κατακτήσεις....
Ούτε καν μια μεριά! Μόνο την οπτική του κάθε ηθοποιού κι αυτό είναι και το ωραίο στο θέατρο, γιατί η κάθε οπτική είναι ιδιωτική κι αποκαλύπτει στους άλλους κάτι που δεν γνώριζαν. Αν δεν υπάρχει η προσωπική οπτική του καλλιτέχνη, όλες οι ερμηνείες θα ήταν ίδιες.
Σκηνοθετώ...
Μόνο όταν ξέρω ότι αυτό το έργο δεν θα ενδιέφερε κανέναν άλλο, γι’ αυτό κι έχω σκηνοθετήσει μόνο 4 φορές στη ζωή μου. Γεγονός που θα ξανακάνω μ’ ένα εκπληκτικό κείμενο του Κρίστοφερ Μπρετ Μπέιλι, την Άνοιξη στο Skrow. Σε μια παράσταση που θα παίζουν αγαπημένοι μαθητές μου, οι οποίοι σήμερα, ήδη, ξεχωρίζουν στον χώρο κι είμαι πολύ περήφανος γι’ αυτούς.
Διαφορετικά, πιστεύω ότι υπάρχουν σκηνοθέτες, οι οποίοι είναι καταπληκτικοί επαγγελματίες και ξέρουν να οργανώσουν τα πράγματα πολύ καλύτερα. Προτιμώ να δουλεύω ως ηθοποιός και να δίνω στον εαυτό μου την ελευθερία να κάνει ακόμη και λάθη.
Στην Ελλάδα έχουμε εξαιρετικούς σκηνοθέτες και σπουδαίους ηθοποιούς, όποιος δεν το βλέπει αυτό είναι μάλλον νοσταλγός του Rock and Roll....των παλιών εποχών!
Νοσταλγώ...
Δεν γίνεται να μην νοσταλγώ το «Αμόρε», ήταν μια μοναδική συγκυρία. Ξέρω ότι είναι ανεπιστρεπτί κι αυτό έχει γραφτεί βαθιά μέσα μου. Παρ’ όλα αυτά, θα ήμουν αχάριστος να μην πω ότι ήταν μια πολύ λαμπερή εποχή για όλους μας. Υπήρξε υπόδειγμα συνεργασίας πολλών ανθρώπων: ο τρόπος που στήριζε η μια παράσταση την άλλη ήταν μοναδικός. Ήταν όλοι για όλους, έπαιζαν δεν έπαιζαν, υπήρχε η λογική ότι όλοι έκαναν τα πάντα για να βοηθοήσουν. Υπήρχε μια μεγάλη αίσθηση ισοτιμίας, ανεξαρτήτως από τα πόσα χρόνια είχες ξεκινήσει κι αυτό οφειλόταν στον Γιάννη (Χουβαρδά), που είχε καταφέρει να δημιουργήσει μια τρομερή ισορροπία μεταξύ μας.
Η νέα χρονιά σε προσωπικό επίπεδο....
Θα ήθελα επειδή είμαι σε φάση που μετακομίζω, να έχω καταφέρει να μπω στο σπίτι, που έχω σημαδέψει κι έχω βρει και μέχρι να τελειώσει η χρονιά να έχω καταφέρει να είμαι χαρούμενος μέσα σ’ αυτό το σπίτι, έχοντας καταφέρει να το στήσω όπως το φαντάζομαι.
Ακούω πάρα πολύ...
Μουσική, ατελείωτη μουσική....Ένα κλάσμα του δευτερολέπτου να έχω ελεύθερο αυτό κάνω.
Μέλος μια διαφορετικής αναρχίας....με κώδικες και bitcoins
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια ασχολούμαι με το bitcoin και με την έννοια της αποκέντρωσης της εξουσίας και πώς αυτό επιτυγχάνεται μέσω της τεχνολογίας. Βλέπεις τι γράφει εδώ; (μου δείχνει την μπλούζα του) Paralelni Polis, αυτό είναι μια κολλεκτίβα, που ξεκίνησε από την Πράγα και υπάρχει πίσω της μια ιδεολογία κρυπτοαναρχίας, καμία σχέση με την αναρχία που έχουμε στην Ελλάδα, γιατί το «κρύπτο» αναφέρεται στην κρυπτογραφία και πως αυτή μέσω της ιδιωτηκότητας και του κώδικα μπορούν να συμβαίνουν πράγματα, χωρίς να χρειάζονται την παρέμβαση της κεντρικής εξουσίας ή κάποιου άλλου μεσάζοντα. Υπάρχει, πλέον, κώδικας που δεν χρειάζεται την τράπεζα για τις συναλλαγές μας ή όποιον άλλον μεσάζοντα, όπως για παράδειγμα έναν δικηγόρο.
*Ακολουθεί αναλυτικό παράδειγμα συναλλαγής με bitcoins για να κατανοήσει η ανίδεη δημοσιογράφος. Τελικά ο Αργύρης είναι καλός δάσκαλος.
«Hotel Éternité» του Γιάννη Καλαβριανού από 18/1/2020 στη σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» του Εθνικού Θεάτρου.
Σκηνθεσία: Γιάννης Καλαβριάνος
Παίζουν οι: Δέσποινα Γιαννοπούλου , Γιώργος Γλάστρας, Μαρία Κατσιαδάκη, Χρήστος Κραγιόπουλος, Νίκος Λεκάκης, Χριστίνα Μαξούρη, Αλεξία Μπεζίκη, Αργύρης Ξάφης.
«Έτσι πεθαίνουμε» του Κρίστοφερ Μπρετ Μπέιλι από 24/4/2020 στο Skrow
Σκηνοθεσία: Αργύρης Ξάφης
Παίζουν: Κωνσταντίνος Γιουρνάς, Μαρία Δαμασιώτη, Ιώκο Ιωάννης Κοτίδης, Γιώργος Δικαίος, Μαίρη Μηνά,Βασίλης Ντάρμας, Ανδρέας Παπανικόλας
«Μάκιναλ» της Σόφι Τρέντγουελ από την Ομάδα ΠΥΡ από 27/4/2020 στο Θέατρο του Νέου Κόσμου
Σκηνοθεσία: Ιώ Βουλγαράκη
Παίζουν: Δέσποινα Κούρτη, Αργύρης Ξάφης, Κώστας Κορωναίος, Δημήτρης Γεωργιάδης, Αμαλία Καβάλη, Μάνος Κοντός
Διαβάστε επίσης:
Από τη Νατάσα Κωνσταντινίδη
Ο Γιάννης Καλαβριανός μετά το «Γιοί και κόρες», το «Αδελάρδος και Ελοïζα» ( μεταφρασμένα ήδη σε άλλες γλώσσες), και την πρόσφατη «Γρανάδα» που σημείωσε επιτυχία και έλαβε διθυραμβικές κριτικές, επιστρέφει αλλάζοντας τελείως δραματικό είδος, με μια κωμωδία. Σκηνοθετεί και συνυπογράφει με την Μαρία Κοσκινά, το «Κουμ Κουάτ».
Η Κοσκινά με τη σειρά της πρωταγωνιστεί σε ένα έργο για έξι με τον Γιώργο Γλάστρα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. Ο τίτλος του έργου δεν είναι τυχαίος. Το κουμ κουάτ θεωρείται ελληνικό προϊόν , που καλλιεργείται κυρίως στην Κέρκυρα, τόπος καταγωγής της ηρωίδας του έργου, παρόλ’ αυτά πρόκειται για προϊόν που καταγωγή του έχει την Κίνα. Οι δύο Θεσσαλονικείς συγγραφείς έγραψαν ένα έργο που εκτυλίσσεται το 1972, συγκεκριμένα, το Πάσχα του ’72 στην Αθήνα της Δικτατορίας που εκτός των άλλων θεωρούσε μόδα το να πίνει κουμ κουάτ. Το έργο είναι κωμωδία και όποιος πάει να το δει θα πρέπει να έχει αυτό στο μυαλό του, είτε έχει ζήσει την Αθήνα της δεκαετίας του ’70, είτε όχι. Δεν πρόκειται για ιστορικό ντοκουμέντο που υπερασπίζεται ή καταδικάζει τους Χουντικούς ή τους Αριστερούς. Έχει θεωρώ κρατήσει τις ισορροπίες προκειμένου να μη γελοιοποιήσει ούτε τον ερωτευμένο και προδομένο ερωτικά Αριστερό Θοδωρή, ούτε τον Αξιωματικό της Χούντας και ερωτικό ανταγωνιστή αυτού, Στράτο.
Συγκεκριμένα, ο Ντίνος και η Μαίρη, ένα ερωτευμένο ζευγάρι, βρίσκει πρόφαση ένα ατύχημα με Kadett (άλλο σουξέ της δεκαετίας), για να αποφύγει το καθιερωμένο οικογενειακό Πάσχα στην Κέρκυρα και την κριτική της μαμάς: «Το κοκορέτσι δε σ’ αρέσει, το κουμ κουάτ δε σ’ αρέσει, παιδιά δε θέλεις να κάνεις» κλπ. Εν τω μεταξύ,καταφτάνουν απρόσκλητοι στο σπίτι τους διάφοροι. Στο άκουσμα του κουδουνιού ο Ντίνος αναφωνεί: «Έξω έξω το κακό, μέσα μέσα το καλό». Πρώτος φτάνει ο Θόδωρος, ένας παραδοσιακός Αριστερός, σύζυγος της ξαδέρφης της Μαίρης, Φιλίππας. Πρόκειται για καρικατούρα Αριστερού της εποχής που ακούει Φαραντούρη και τρέχει από εισβολή σε εισβολή, αλλά πληγώνεται από την εγκατάλειψη της συζύγου και αναζητά παρηγοριά σε πρόσωπα γνωστών. Στη συνέχεια ξαναχτυπάει το κουδούνι και ενώ η αυλή τους γεμίζει στρατιωτικούς και ψησταριές μπαίνει η ξαδέρφη Φιλίππα. «Βρήκα γκόμενο δεξιό, βαρέθηκα ν’ ακούω Φαραντούρη». Το σπίτι γεμίζει τσολιαδάκια και τη φωτογραφία του Παπαδόπουλου, γιατί όπως λέει η Μαίρη : «Η Ελλάδα ανέκαθεν έβγαζε τσεβρέδες και χαφιέδες». Ο Θόδωρος απομονωμένος στην κουζίνα, η Φιλίππα στην αυλή και το ζευγάρι κάνει τη γνωριμία του Στράτου, αξιωματικού της Χούντας. Παρά την αγωνία και την προσπάθεια τους να αποφευχθούν οι δυσάρεστες συναντήσεις, αυτό καθίσταται αναπόφευκτο. Τέλος, κάνει την απρόσμενη είσοδο της η Λίντα, αρχαιοπρεπώς ντυμένη (καρικατούρα των γιορτών του καθεστώτος στο Καλλιμάρμαρο) και με τη συζήτηση αποκαλύπτεται πως είναι η παλιά αγάπη του Θόδωρου από το ίδρυμα και δεν λέγεται Λίντα αλλά Βούλα.
Όλα αυτά συμβαίνουν με γρήγορους ρυθμούς και πάνω στη σκηνή με ευρηματικό τρόπο παρακολουθούμε δύο ηθοποιούς την Μαρία Κοσκινά και τον Γιώργο Γλάστρα να αλλάζουν όχι μόνο ρούχα, αλλά διάθεση, φωνή ακόμα και ύφος σε χρόνους ασύλληπτους, πραγματοποιώντας έναν υποκριτικό άθλο, αφού ο θεατής έχει την αίσθηση ότι δεν βλέπει δύο ηθοποιούς, αλλά έξι. Έντονη κωμικότητα, αξέχαστες ατάκες, ντύσιμο ανάλογο της δεκαετίας (Βάνα Γιαννούλα), εξαιρετικές περούκες σχεδιασμένες από τον Χρόνη Τζήμο και σκηνικό (Τίνα Τζόκα) που το συνθέτουν μεταξύ άλλων, ένα συλλεκτικό ψυγείο, μια συλλεκτική ηλεκτρική σκούπα και έντονα χρώματα.Το γενικά καλό σύνολο συμπληρώνει η μουσική επιλογή τραγουδιών όπως «Chirpy Chirpy Cheep Cheep» 1971, «Mamy Blue» της ίδιας χρονιάς, «Il mio amor non è zucchero» της Rita Pavone, «Ζω για να σ’ αγαπώ» της Βίκυς Λέανδρος, ακόμα και το «Siffler sur la colline» του 1969, Joe Dassin. Προσεγμένοι οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη.
«Παρ’ το απόφαση, η Ελλάδα δύο πράγματα έβγαζε, βγάζει και θα βγάζει: τσεβρέδες και χαφιέδες.»
Ο Γιάννης Καλαβριανός σκηνοθετεί για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια, μία κωμωδία, το κείμενο της οποίας υπογράφει με τη Μαρία Κοσκινά.
Βρισκόμαστε εν μέσω της δικτατορίας στην Ελλάδα, την Κυριακή του Πάσχα, 9 Απριλίου 1972. Ένα ζευγάρι λέει ψέματα, για να μην αναγκαστεί να ξαναπάει στο χωριό. Και ενώ πιστεύουν πως τα έχουν καταφέρει να μείνουν έστω και για μία ημέρα μόνοι, αρχίζουν να καταφθάνουν πρώην εραστές, χουντικοί, ένα τάγμα φαντάρων με σούβλες και αρνιά και μία αγάπη από το παρελθόν. Δύο ηθοποιοί, ο Γιώργος Γλάστρας και η Μαρία Κοσκινά υποδύονται όλους τους χαρακτήρες, πραγματοποιώντας επί σκηνής αστραπιαίες ολικές μεταμορφώσεις σε μία φάρσα απολύτως χορογραφημένου ρυθμού και ιδιάζουσας κατασκευής, για μία εποχή που υπήρξε εξίσου αστεία όσο και επικίνδυνη.
Κείμενο: Γιάννης Καλαβριανός-Μαρία Κοσκινά
Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Σκηνικά: Τίνα Τζόκα
Κοστούμια: Βάνα Γιαννούλα
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Επιμέλεια κίνησης-Βοηθός σκηνοθέτη: Αλεξία Μπεζίκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Αναστασία Μποζοπούλου
Σχεδιασμός κομμώσεων: Χρόνης Τζήμος
Σχεδιασμός μακιγιάζ: Όλγα Φαλέι
Φωτογραφίες παράστασης: Ελίνα Γιουνανλή
Παίζουν: Γιώργος Γλάστρας, Μαρία Κοσκινά
Η παράσταση επιχορηγείται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.
ΧΩΡΟΣ
Κεντρική Σκηνή
Από 25.1.2019 έως 21.4.2019
ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ: 90 λεπτά
ΜΕΡΕΣ / ΩΡΕΣ
Τετάρτη 18:30
Παρασκευή 21:15
Σάββατο 18:30
Κυριακή 21:30
ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ
Τετάρτη-Παρασκευή
Κανονικό 15€
Μειωμένο 12€
Σάββατο-Κυριακή
Κανονικό 18€
Μειωμένο 15€
Εισιτήρια για την παράσταση προπωλούνται
https://www.viva.gr/tickets/
«Ήμουν σίγουρος πως κάποια στιγμή θα σε συναντούσα.
Και πως θα μας κοβόταν και των δύο η ανάσα….»
Η Eταιρεία Θεάτρου Sforaris παρουσιάζει από 31 Ιανουαρίου στο Από Μηχανής Θέατρο, την ΓΡΑΝΑΔΑ, το νέο θεατρικό έργο του Γιάννη Καλαβριανού. Τέσσερα χρόνια μετά το Αβελάρδος και Ελοΐζα, ο νικητής του Βραβείου «Κάρολος Κουν δραματουργίας ελληνικού έργου» για το Γιοι και Κόρες, επανέρχεται με τη συγγραφή ενός νέου έργου.
Η Γρανάδα, «η πόλη του καλού θανάτου», είναι ο τόπος όπου άρχισε να μπλέκεται η ιστορία μιας σύγχρονης οικογένειας, πριν από 35 χρόνια. Το πρώτο και τελευταίο ταξίδι ενός ερωτευμένου ζευγαριού, ένα ατύχημα που ακολούθησε και μία συμφωνία σιωπής, έδεσαν τις ζωές όλων, με φόντο την ιστορία της Ιωάννας της Τρελής. Η Ιωάννα, μια Ισπανίδα βασίλισσα χωρίς βασίλειο που πέρασε από την ίδια πόλη και έμεινε κλεισμένη σε ένα κάστρο για 46 χρόνια πενθώντας για την απώλεια του συζύγου της, έγινε η έμμονη ιδέα του πατέρα της οικογένειας και εν αγνοία της, τους σημάδεψε, 500 χρόνια μετά. Ένα τηλεφώνημα ήταν αρκετό για να ανατραπούν όλα, υπενθυμίζοντάς μας το απλούστερο: πως από τότε που ξεκίνησε το αέναο ταξίδι της ζωής, είμαστε εκτεθειμένοι στη μεγάλη χαρά και τη μεγάλη λύπη.
Η ΓΡΑΝΑΔΑ είναι μια παράσταση για την απώλεια, τις συμπτώσεις που δένουν τις ζωές μας για πάντα, τις τροχιές των άστρων, τα γεγονότα που κανονικά δεν θα έπρεπε να συμβούν, και τους ανθρώπους που θέλουν να προχωρήσουν.
To βιβλίο «ΓΡΑΝΑΔΑ» του Γιάννη Καλαβριανού θα κυκλοφορήσει από την ΚΑΠΑ Εκδοτική σε όλα τα βιβλιοπωλεία.
Κείμενο-Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Σκηνικά: Ευαγγελία Θεριανού
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Βίντεο: Κωστής Παυλόπουλος
Επιμέλεια κίνησης: Αλεξία Μπεζίκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Αναστασία Μποζοπούλου
Βοηθός ενδυματολόγου: Ιφιγένεια Νταουντάκη
Ιστορικός σύμβουλος: Ελένη Δρίβα
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Παίζουν:
Διαμαντής Αδαμαντίδης, Γιώργος Γλάστρας, Φιλαρέτη Κομνηνού, Αλεξία Μπεζίκη, Στέφη Πουλοπούλου, Έφη Σταμούλη
Σε video, στο ρόλο της Ιωάννας της Τρελής: Λυδία Φωτοπούλου
Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου Sforaris
Εκτέλεση παραγωγής: Ζωή Μουσχή
Πληροφορίες:
Από Μηχανής Θέατρο
Aκαδήμου 13, Αθήνα
www.amtheater.gr
ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΤΑΜΕΙΟΥ/ΚΡΑΤΗΣΕΩΝ
ΠΡΕΜΙΕΡΑ: 31 Ιανουαρίου 2018
ΗΜΕΡΕΣ & ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ:
Τετάρτη-Πέμπτη-Σάββατο στις 21.00
Κυριακή στις 17.00
ΤIMEΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ:
15 (κανονικό), 10 (φοιτητικό), 8 (ανέργων), 5 (ατέλειες)
ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ: 90 λεπτά
ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ: Viva.gr