Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 

Συνέντευξη: Γιώτα Δημητριάδη

φωτογράφιση για το texnes-plus: Κοσμάς Ινιωτάκης 

 

Η Αμαλία Αρσένη δεν έζησε σε μια συνηθισμένη οικογένεια, οι γονείς της Γεράσιμος Αρσένης και Λούκα Κατσέλη, συζητούσαν στο σπίτι σοβαρά θέματα, όπως για το αν η χώρα θα πτωχεύσει ή ποιος θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός. Μικρή η Αμαλία, έκανε παρέα, κυρίως με μεγάλους. Δεν έμενε στο ίδιο σπίτι με τα ετεροθαλή αδέρφια της. Η ανάγκη της για παιχνίδι και η τεράστια φαντασία της, έφτιαχναν μαγικούς κόσμους. Κάπου εκεί ανακάλυψε το θέατρο, το οποίο έγινε για εκείνη το αδερφάκι, που της έλειπε. Σε ηλικία μόλις 8 ετών γράφει σε σχολική έκθεση ότι όταν μεγαλώσει θα γίνει ηθοποιός. 

Τα γονίδια από τον παππού της Πέλο Κατσέλη, που δεν πρόλαβε να γνωρίσει και τη γιαγιά της Αλέκα Κατσέλη, είχαν κάνει τη δουλειά τους από πολύ νωρίς. Η φλόγα φούντωσε όταν με την θεία της Κίττυ Αρσένη πήγαιναν συχνά σε παιδικές παραστάσεις. 

Η Αμαλία σπούδασε θέατρο και φιλολογία στο εξωτερικό, αλλά πάντα ήθελε να ζει και να δημιουργεί στη χώρα της. Μεγαλώνοντας βρίσκει το θέατρο που αγαπά και νιώθει ακόμα καλύτερα στη σκηνή. 

Η λογοτεχνία και η ιστορία είναι δύο άλλες μεγάλες αγάπες της. Τι καλύτερο λοιπόν από μια βόλτα στο Μοναστηράκι, όπου ανακαλύπτει κανείς σπάνια βιβλία και το φως του αττικού ουρανού, γίνεται ο καλύτερος σύμμαχος για τη φωτογράφιση αλλά και την κουβέντα που θα ακολουθήσει. 

 

 

amalia arseni texnes plus

«170τ.μ» λοιπόν για δεύτερη χρονιά σε νέα θεατρική στέγη. Πώς ξεκίνησε αυτό το ταξίδι;

Μου αρέσει να κάνω πράγματα που μ’ αφορούν προσωπικά. Τα «170 τ.μ» προέκυψαν από μια γνωριμία μου με τον Γιωργή Τσουρή στο Εθνικό Θέατρο, όπου παίζαμε στην ίδια παράσταση.Στην συζήτηση πάνω του είπα ότι εγώ δεν είχα κάνει ποτέ ρεαλισμό και θα ήθελα πολύ να δουλέψω και με τον ίδιο και με τον Γιώργο Παλούμπη, σ’ ένα επίπεδο συγγραφικό και δραματουργικό.Κάναμε λοιπόν, κάποιες συναντήσεις και μοιραζόμασταν ιστορίες. Εκείνη την εποχή εγώ έχασα τον πατέρα μου κι ήθελα να μιλήσω για την απώλεια, όχι σαν κάτι juicy, αλλά σαν μια ουσιαστική λύτρωση.

amalia arseni texnes plus2

Δεν είναι επώδυνο όμως να μιλάς γι’ αυτό κάθε βράδυ στη σκηνή;

Αυτό φοβόμουν, αλλά τελικά είναι μια λύτρωση. Θυμάμαι τις πρώτες φορές, όταν άκουγα την Βάλια Παπακωνσταντίνου, την αδερφή μου στο έργο να μου λέει: «ο μπαμπάς πέθανε» σκεφτόμουν ότι θα μου ήταν δύσκολο να το ακούω κάθε βράδυ. Τελικά, κατάφερα να φέρω την απώλεια σαν ένα υπόβαθρο, σαν κάτι που το έχω βιώσει, χωρίς όμως να το παίρνω προσωπικά σε κάθε παράσταση.

Επομένως, η ηρωίδα στα «170 τ.μ» δημιουργήθηκε πάνω σου...

Ναι, η Λίλλυ είναι ο άξονας του έργου. Δική μου ιδέα και συνεισφορά στο κείμενο ήταν η ιστορία να διαδραματίζεται στην επαρχεία.  Επειδή έχω μεγαλώσει στην Αθήνα έχω ένα απωθημένο με την επαρχία και σκέφτηκα πως εκεί η ιστορία θα είχε μεγαλύτερο δραματουργικό ενδιαφέρον. Στη συνέχεια δουλέψαμε όλοι μαζί κι ο καθένας έβαλε το λιθαράκι του στην παράσταση. Ο Γιωργής,  ο οποίος έγραψε και το έργο, το μετατόπισε στη συνέχεια και από την ιστορία της απώλειας το τοποθέτησε στην ανάγκη μας να λέμε την αλήθεια.
amalia arseni texnes plus3
Πόσο κόστος έχει αυτό;
Μεγάλο αλλά είμαι σε μια φάση της ζωής μου, όπου νομίζω ότι αξίζει να είμαστε ειλικρινείς. Έτσι τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα.

Στη δουλειά σας, μπορείς να είσαι ειλικρινής, μ’ έναν σκηνοθέτη για παράδειγμα;
Δεν πιστεύω στην ιεραρχία στο θέατρο, πιστεύω στην ιεραρχία στην πρόβα. Όπως δηλαδή μπορεί ένας σκηνοθέτης να έρθει και να μου πει κάτι για την ερμηνεία μου, γεγονός, το οποίο έχει συμβεί αρκετές φορές. Θέλω και εγώ αντίστοιχα να λέω τη γνώμη μου. Μ’ ενδιαφέρει πολύ η επικοδομητική κριτική και η συνομιλία. Φυσικά, όλα αυτά έχοντας πάντα στο μυαλό μας τον κόπο του άλλου. Δεν είναι όμως κακό να πεις: «Εμένα κάτι μου έλειψε...». Προσωπικά εμένα μ’ έχει βοηθήσει και η επαφή μου με τα παιδιά. Γιατί όταν δουλεύεις με ευαίσθητες ψυχές, προσπαθείς να βρεις έναν τρόπο να κάνεις την κριτική σου χωρίς να τα πληγώσεις.

amalia arseni texnes plus4
Να πούμε λοιπόν, ότι διδάσκεις και θέατρο στο Κολλέγιο Αθηνών. Πώς είναι αυτή η εμπειρία;

Αυτό ήταν κάτι απρόοπτο. Πάντα πίστευα ότι θα μου άρεσε να διδάσκω θέατρο ή να μιλάω για θέατρο μ’ ανθρώπους που έχουν ήδη τις δικές τους βάσεις. Το να βάζω εγώ τις βάσεις, μου ήταν κάπως αδιάφορο. Τελικά, όμως είδα ότι είναι πολύ σημαντικό να δημιουργείς εσύ τις βάσεις, σ’ ανθρώπους που δεν έχουν ιδέα από θέατρο. Στόχος μου είναι να καταφέρω να τους εμφυσήσω την αγάπη για το θέατρο, ανεξάρτητα από το δρόμο που τελικά θα ακολουθήσουν στη ζωή τους. Γιατί η αγάπη για το θέατρο, είναι ουσιαστικά αγάπη για τη ζωή, τη κριτική σκέψη και την ψυχή του κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό και δεν μπορείς να μην είσαι καλλιεργημένος άνθρωπος και να πας να γίνεις ηθοποιός.

Εσύ, πάντως ήξερες από μικρή ηλικία, ότι θα ακολουθούσες αυτό το δρόμο. Τετάρτη δημοτικού το είχες γράψει σε μια έκθεση;

Ναι, το θυμάμαι σαν και τώρα! Δεν ξέρω αν αυτό ήταν επιρροή οικογενειακή ή αν ήταν κάτι καθαρά δικό μου. Σίγουρα, πάντως μπήκα στο θέατρο μέσα από την αγάπη μου για τη λογοτεχνία, την ιστορία και τη φαντασία. Είχα ανάγκη από μικρή να δραπετεύω και να φτιάχνω δικούς μου κόσμους. Έπαιζα με τις κούκλες μου και έφτιαχνα τρομερά σενάρια.

amalia arseni texnes plus5
Και πρώτος ρόλος ήταν ένα αρνάκι στο νηπιαγωγείο;

(Γελάει) Ναι! Ακολούθησαν άλλες επιτυχίες, όπως μια νεράιδα, η μητέρα φύση, η Καλλιπάτειρα, η Μπουμπουλίνα κ.α Η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά, πάντως ήταν με τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο στο Θέατρο του Νέου Κόσμου το 2011.
amalia arseni texnes plus6
Έχεις σπουδάσει στο εξωτερικό. Δεν σκέφτηκες ποτέ να ζήσεις εκεί και να κυνηγήσεις το όνειρό σου;

Εγώ δεν ήθελα να σπουδάσω στο εξωτερικό. Αυτός ήταν ο μοναδικός όρος των γονιών μου για να κάνω θέατρο. Μου είπαν ότι μόνο εκεί θα με κρίνουν αντικειμενικά για το αν κάνω ή όχι γι’ αυτή τη δουλεία και είχαν δίκιο. Επίσης στο εξωτερικό είχα τη δυνατότητα να πάρω δύο πτυχία σε τέσσερα χρόνια, το πρώτο ήταν το θέατρο και το δεύτερο πάνω στη φιλολογία.
Ήθελα πάντα να γυρίσω και ειδικά στο πρώτο έτος, όσο σπούδαζα με κάλεσαν για οντισιόν κατάλαβα ότι ήθελα πραγματικά να γυρίσω πίσω.

Ο παππούς σου, Πέλος Κατσέλης, χαρακτήριζε την υποκριτική ως: «το υπέροχο ψέμα της σκηνής, ένα ψέμα που μεταλλάσσεται πιο αληθινό από το αληθινό». Για σένα τι είναι η υποκριτική;

Πιστεύω και εγώ σ’ αυτό το ψέμα, με την έννοια ότι μου αρέσει στις πρόβες όταν λέμε ότι «κάνουμε θέατρο χαλαρώστε λίγο». Οι απαρχές του θεάτρου έχουν να κάνουν με την αφήγηση, το παραμύθι, τη μαγεία και μ’ εμένα μου αρέσουν πολύ αυτά τα στοιχεία. Από εκεί και πέρα η ταύτιση έχει να κάνει με τη ζωή. Το πώς δημιουργείς όμως έναν κόσμο, έχει να κάνει καθαρά με το κομμάτι της φαντασίας. Επομένως, θα έλεγα ότι είναι ένα μείγμα που περιέχει και μαγεία και ζωή.
amalia arseni texnes plus7jpg
Θα μπορούσες να ζήσεις εκτός θεάτρου;

Ειλικρινά, όχι. Έχω προσπαθήσει πολλές φορές να το σκεφτώ αλλά νομίζω ότι όσο περνάνε τα χρόνια τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη μου να υπάρχω σ’ αυτόν τον χώρο. Ειδικά τώρα που καταλαβαίνω και τι μου αρέσει να κάνω. Έχω το μικρόβιο μέσα μου.

Τι σου αρέσει να κάνεις;

Μου αρέσει το θέατρο, που είναι κοντά στον μέσο θεατή. Δεν μου αρέσει να κάνω το κοινό να αισθάνεται ηλίθιο ή ότι δεν καταλαβαίνει. Μου αρέσει ένα θέατρο της ισοτιμίας και δημοκρατικό. Για να συμβεί αυτό πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν έργα, που να αφορούν τον κόσμο. Είμαι ρομαντική ως προς αυτό.

Μιας και αναφέρθηκες στο ρομαντισμό. Το πιο ρομαντικό πράγμα που έχεις κάνει στη ζωή σου για έναν έρωτα ποιο είναι;

Νομίζω,το πιο ρομαντικό είναι η διάρκεια και η πίστη μου στον έρωτα και σ’ ένα συγκεκριμένο άνθρωπο.

Η ηρωίδα σου είναι έγκυος. Αυτό σε έβαλε στη διαδικασία να σκεφτείς τον εαυτό σου, ως μητέρα;

Σίγουρα, θα ήθελα παιδιά. Η οικογένεια για μένα είναι τα πάντα, ίσως είναι το μόνο που βάζω πάνω από το θέατρο. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από ένα υγιές οικογενειακό περιβάλλον. Μ’ έβαλε σε μια διαδικασία και το κατάλαβα κυρίως, όταν στο φινάλε του έργου κάνει κάτι για να ταρακουνήσει τον σύντροφό της. Κάτι, που έχει σχέση με το μωρό. Αλλά δεν θα πω τι... 

Έχεις τρία ετεροθαλή αδέρφια. Δεν μεγαλώσατε όμως στο ίδιο σπίτι....

Με τον μικρότερο λίγο..

Σε δυσκόλεψε το γεγονός ότι ήσουν μοναχοπαίδι;

Ναι, γιατί αυτό φέρει μια μοναξιά. Γι’ αυτό νομίζω ότι ασχολήθηκα με το θέατρο για να διοχετεύσω όλη αυτή την όρεξη που είχα για παιχνίδι. Εμένα ήταν και ιδιαίτερη η παιδική μου ηλικία. Ήμουν συνέχεια με μεγάλους και τα πράγματα που συζητούσαμε στο σπίτι ήταν ιδιαίτερα σοβαρά. Ήταν θέματα του τύπου: θα πτωχεύσει η χώρα ή ποιος θα είναι πρωθυπουργός αύριο! Εκεί, βρήκα και το θέατρο σαν αδερφάκι μου, σαν μια διέξοδο.

Πάνω σ’ αυτό το θέμα, έχεις πει για τα παιδικά σου χρόνια, ότι στην αρχή είσαι παιδί υπουργών και σ’ έχουν βασίλισσα και μετά ξαφνικά αλλάζουν τελείως συμπεριφορά. Αυτό πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί να το διαχειριστεί;

Είναι πολύ σκληρό και θέλει δουλειά για να το ξεπεράσει κάποιος. Μαθαίνεις όμως, από πολύ νωρίς, πόσο γρήγορα οι άνθρωποι αλλάζουν γνώμη και τη μια σου λένε ότι είναι εκεί και σε στηρίζουν και την άλλη στιγμή εξαφανίζονται. Είναι μια πλευρά της ζωής, την οποία κάποια στιγμή θα την γνωρίσεις. Οπότε από μια άποψη ήταν καλό, ήταν ένα μάθημα. Αυτό μου έδωσε και εμένα την ευκαιρία να καταλάβω ότι όπως έλεγε και ο Σεφέρης «οι άνθρωποι είναι μαλακοί σαν το χόρτο...»

Εσύ, είσαι σταθερή στις απόψεις σου;

Πολύ! Δεν είμαι παιδί της αλλαγής, δεν μου αρέσουν οι μεγάλες ανατροπές και αλλαγές και αυτό πιστεύω ότι πρέπει να δουλέψω περισσότερο γιατί η ζωή μας είναι μόνο απρόοπτα.

Υπάρχει κάποια συμβουλή του μπαμπά σου που κρατάς;

Ναι, μου είχε πει: «όσα δεν μπορείς να λύσεις εσύ, θα στα λύσει η ζωή». Πράγματι, η ζωή έρχεται και σου λύνει τα προβλήματα. Ήταν από τα τελευταία πράγματα που μου είπε.

Χαίρεσαι που πρόλαβε να σε απολαύσει στη σκηνή;

Μου έλεγε ότι ήταν πολύ περήφανος και το πιστεύω. Θα ήθελα όμως να με δει και στα επόμενα. Γιατί όταν ήμουν 26 χρονών, τη χρονιά που έφυγε, είχα κάνει πράγματα. Αισθάνομαι όμως ότι στη συνέχεια βρήκα αυτό που μ’ ενδιέφερε περισσότερο, επομένως ήμουν πιο πολύ εγώ. Κάθε φορά, σε κάθε παράσταση αναρωτιέμαι, αν θα του άρεσε. Το ίδιο σκέφτομαι και για τη θεία μου, την Κίττυ Αρσένη, που ήταν ουσιαστικά ο μέντοράς μου. Εκείνη με πήγαινε στις παιδικές παραστάσεις. Αυτοί οι δύο άνθρωποι μου δίνουν ακόμα δύναμη. Όταν κάτι δεν πάει καλά παρηγορώ τον εαυτό μου και λέω «είναι εκεί πάνω και θα σε βοηθήσουν».

Μετά τα «170 τ.μ» θα ακολουθήσει ένας μονόλογος. Πες μας δύο λόγια και γι’ αυτό.

Στη δεύτερη σεζόν, θα ανεβάσουμε ένα έργο, το οποίο ο Ένκε Φεζολλάρι, μου το είχε προτείνει από το 2012 αλλά δεν είχαμε βρει την κατάλληλη συγκυρία. Είναι ένα καθαρά πολιτικό κείμενο, οπότε είναι στα ενδιαφέροντά μου. Ο τίτλος του είναι «Η χώρα ποτέ δεν πεθαίνεις» και είναι μια Αλβανίδος συγγραφέα, της Ορνέλα Βόρψι και είναι ουσιαστικά σαν το αντίστοιχο «Ημερολογιο της Αννας Φρανκ» για την Αλβανία, την εποχή του Χότζα. Δεν έχει ξαναγίνει τέτοιο έργο στην Ελλάδα, για εκείνη την περίοδο και επειδή εμένα μ’ ενδιαφέρει πολύ και επιστημονικά, κάνω το διδακτορικό μου πάνω στις «Γυναίκες του μεσοπολέμου». Αγαπώ πολύ και τα Βαλκάνια και μ’ ενδιαφέρει πολύ και η μελέτη που έχω να κάνω πάνω σ’ αυτό το κείμενο.

 amalia arseni texnes plus8jpg

 

Διαβάστε επίσης: 

Γιωργής Τσουρής: « Με Τον Βαγγέλη Ρωμνιό, Χρησιμοποιούσαμε Το Δέσιμο Για Να Παράγουμε Και Την Παραγωγή Για Να Δεθούμε Ακόμα Πιο Πολύ»

 

Είδα Τα «170 Τετραγωνικά», Σε Σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη

Ο Γιωργής Τσουρής μιλάει στη Γιώτα Δημητριάδη.
 
Θυμάμαι την πρώτη μας συνέντευξη,πριν 7 χρόνια στα Εξάρχεια. Μου είχε μιλήσει για εκείνον μια συνάδελφός του από το Εθνικό Θέατρο και επειδή πάντα μου αρέσει να ανακαλύπτω "νέα ταλέντα", τον πρότεινα στον τότε αρχισυντάκτη του περιοδικού. 
Ο Γιωργής Τσουρής, τότε ήταν μόλις 24 χρονών, είχε τελειώσει τη δραματική σχολή του εθνικού θεάτρου και είχε καταφέρει από τις πρώτες του ερμηνείες σε μικρούς ρόλους να συζητιέται το όνομά του. 
Σήμερα, ο Γιωργής είναι πρωταγωνιστής και μάλιστα σε παραστάσεις, στις οποίες υπογράφει και τα κείμενα. Παράλληλα σε λίγους μήνες θα πάρει το βάπτισμα του πυρός και ως σκηνοθέτης, αφού μετά από πρόταση του Σάββα Κυριακίδη, τα "170 τετραγωνικά" του θα ανέβουν και στο Θ.Ο.Κ.
 
Μιλώντας μαζί του καταλαβαίνεις ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο: "Με πατέρα ηθοποιό και μητέρα φιλόλογο, είχα τα καλύτερα εφόδια και συναισθηματικά και υλικά" θα μου πει. "Επομένως από που αντλείς την έμπνευση και γράφεις για "προβληματικές' οικογένειες" ; "Όχι, πρόσεξε ποια είναι η παγίδα! Επειδή, ακριβώς, προχωρώ μ όλα αυτά τα εφόδια, με βαραίνουν πάρα πολύ! Είναι περίεργη η σχέση και η επανάσταση που έχω να κάνω εγώ απέναντι στους γονείς μου, καθώς αφορά το πως μπορώ να νιώσω πραγματικά αυτοδύναμος. Να νιώσω ότι κάθε έργο που γράφω, η παρουσία μου κάθε βράδυ στη σκηνή κ.λ.π είναι του Γιωργή και μόνο. Προέρχεται από τις δικές μου δυνάμεις, και δεν είναι προϊόν καλής γονεϊκής συγκυρίας." 
 
Όπως όλα δείχνουν ο Γιωργής το έχει ήδη καταφέρει αυτό, με όλη τη θεατρική Αθήνα να μιλάει για τον "Χαρτοπόλεμο" του αδικοχαμένου φίλου του, Βαγγέλη Ρωμνιού, όπου πρωταγωνιστούσε και υπόγραψε τη δραματουργική επεξεργασία του κειμένου, δουλεύοντα από κοινού και με τα "170 τετραγωνικά" που σκίζουν στο Από Μηχανής και βάζουν πλώρη και για την Κύπρο. Ενα θεατρικό έργο, το οποίο τον έφερε αντιμέτωπο μόνο με την οθόνη του υπολογιστή του. 
 
 
 
 
170tetragonika
Θα ξεκινήσω από κάτι πιο «προσωπικό»: Όταν μιλήσαμε, μετά την παράσταση μου είπες ότι αυτή τη φορά ήταν πιο δύσκολο για σένα, γιατί χωρίς τον Βαγγέλη Ρωμνιό, με τον οποίο είχατε δουλέψει μαζί και συγγραφικά στον «Χαρτοπόλεμο», ένιωθες ότι έλειπε «ο βράχος» σου, όπως μου τον αποκάλεσες. Πώς ήταν η συγγραφή των «170 τετραγωνικών»;
 
Ναι, αυτή τη φορά ήμουν μόνος μου, μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή. Όταν ξεκινάς να γράφεις κάτι από το μηδέν, έχεις πάντα τον πανικό του «τίποτα», ακόμα κι αν έχεις μια αρχική ιδέα. Στην πορεία βέβαια αυτό που αντιλαμβάνεσαι ότι το κενό δεν υφίσταται. Αντίθετα όσο προχωράς, ανακαλύπτεις ότι το έργο ήταν ήδη λίγο-πολύ εκεί, και απλά ήθελε ξετύλιγμα.
Η διαφορά αυτής της διαδικασίας, τώρα, σε σχέση με τον «Χαρτοπόλεμο» ήταν διαπροσωπικής φύσεως κι αυτό γιατί η δουλειά με τον Βαγγέλη ήταν, για μένα, απόλαυση. Το κάναμε με τόση αγάπη κι ήμασταν ερωτευμένοι μ αυτό που κάναμε κι ερωτευμένοι, σ ένα πλατωνικό επίπεδο, και ο ένας με τον άλλον. Χρησιμοποιούσαμε το δέσιμο για να παράγουμε και την παραγωγή για να δεθούμε ακόμα πιο πολύ. Τώρα ήταν μια διαδικασία πιο μοναχική, η οποία, όπως και στον «Χαρτοπόλεμο», έγινε πιο συλλογική κατά τη διάρκεια των προβών. Γιατί εκεί βλέπεις και πως «λειτουργεί» το κείμενο σου, όταν συναντιέται με τους ηθοποιούς.
 
Το έργο διαδραματίζεται στη Θήβα. Πώς την επέλεξες;
 
Δεν ήταν  τυχαία η επιλογή, ούτε πρακτικά, ούτε θεωρητικά. Πρώτον, γιατί η Θήβα είναι πολύ κοντά στην Αθήνα, οπότε η αντίστιξη είναι άμεση και ισχυρή. Είναι δηλαδή πολύ κοντά στο μεγάλο αστικό κέντρο, αλλά και πολύ μακριά με έναν τρόπο. Δεύτερον, έχει ένα τεράστιο δηλωμένο ένδοξο παρελθόν -ιστορικά καί θεατρικά-  κι αυτό το παρελθόν, όπου ανιχνεύεται στην Ελλάδα αφήνει μια πολύ ισχυρή γλυκόπικρη γεύση.
 
Εσύ γεννήθηκες και μεγάλωσες στην Κύπρο. Πόσο κοντά είναι οι νοοτροπίες των δύο λαών;
 
Η Κύπρος είναι μια πολύ ιδιάζουσα περίπτωση. Ενώ στην Ελλάδα υπάρχει ξεκάθαρα η μεγάλη πόλη, η πρωτεύουσα, όπου συγκεντρώνεται το κέντρο του ενδιαφέροντος, η Κύπρος δεν έχει μια αντίστοιχη Αθήνα, όπως δεν έχει και τα μικρά, απόκρημνα χωριουδάκια της ελληνικής επαρχίας. Όλα τα χωριά συνδέονται απευθείας με τις μικρές πόλεις. Υπάρχει με έναν τρόπο μία συνάφεια με τις μικρές επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας.
 
Γιατί, τότε, δεν επέλεξες μια κυπριακή πόλη;
 
Η τοποθεσία είναι μεν σημαντική, αλλά δεν καθορίζει την ουσία του έργου και των συγκρούσεων που φέρει. Θα μπορούσε με έναν τρόπο, να τοποθετηθεί και στην ιρλανδική επαρχία. Απέφυγα την Κύπρο για τους εξής δύο λόγους: ο πρώτος είναι η διάλεκτος, που αποκλείει κατευθείαν ένα μεγάλο κομμάτι του κοινού και χρωματίζει διαφορετικά στα αφτιά τους χαρακτήρες, κι ο δεύτερος είναι ότι με μια ελληνική επαρχία μου δίνεται η ευκαιρία να «κρύψω» στοιχεία, τα οποία μου ήταν πολύ γνώριμα και από την Κύπρο, χωρίς να δηλώσω την καταγωγή τους. Σίγουρα υπάρχει στο έργο απόηχος γεγονότων, τα οποία γνώρισα στην Κύπρο κι ως παιδί.
Για παράδειγμα, ο ρόλος, που ερμηνεύω εγώ στην παράσταση, ο Γρηγόρης, ενώ όλοι μου λένε ότι είναι πολύ αναγνωρίσιμος στην Ελλάδα, στην πραγματικότητα είναι μια κυπριακή περσόνα. Οι άνθρωποι, οι οποίοι μ ενέπνευσαν για να γράψω αυτό τον ρόλο ανήκουν στα βιώματά μου στην Κύπρο, απλά μετέφερα τον χαρακτήρα γλωσσικά, αφαιρώντας τη διάλεκτο.
 
Η παράσταση θα παρουσιαστεί και στη νέα σκηνή του ΘΟΚ στην Κύπρο σε δική σου σκηνοθεσία. Εκεί, θα γίνουν αλλαγές στο κείμενο;
 
Στόχος είναι να αφηγηθούμε την ίδια ιστορία, χωρίς να αλλοιώσουμε σημαντικά το κείμενο. Για μένα αυτό είναι ένα μεγάλο στοίχημα: το πόσο θα καταφέρει να επικοινωνήσει το έργο στην Κύπρο, με όλες τις αναγωγές, χωρίς να μεταφερθεί η ιστορία αλλού. Το κείμενο θα υποστεί φυσικά την επεξεργασία που απαιτεί η προσαρμογή στην ιδιοσυγκρασία των ηθοποιών, του νέου θιάσου. Το τι αποτύπωμα κουβαλάει ο ηθοποιός σκηνικά είναι πάντα πολύ καθοριστικό.
 
 
 
Επομένως γράφεις για ηθοποιούς;
 
Ναι, ηθοποιοκεντρικά και, μάλιστα, φανατισμένα. Ο ηθοποιός στο θέατρο δεν είναι λεπτομέρεια.  Αυτή είναι η βασική μου ιδιότητα και την τιμώ περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη. Με ενδιαφέρει, ως συγγραφέας, να δίνω ένα υλικό στον ηθοποιό, το οποίο καί να μπορεί να υπηρετήσει και να αβαντάρει τον ίδιο, ώστε να νιώθει όμορφα στη σκηνή, χωρίς να προδίδεται η πλοκή και η ουσία του έργου.
Ο ηθοποιός είναι μια αυτοδύναμη  παραγωγική μονάδα. Μπορεί στο θέατρο, τα τελευταία χρόνια, να κυριαρχεί η σκηνοθεσία, με τον σκηνοθέτη να έχει το όραμα και τον ηθοποιό να γίνεται το όργανό του, αλλά όταν αυτά τα δύο συγκλίνουν, όταν οι αποστάσεις "κλείνουν", συμβαίνει κάτι σπουδαίο. Είναι σημαντικό ο σκηνοθέτης να ακούσει το ένστικτο του υποκριτή του. Να αποδεχθεί τη δημιουργική του πρωτοβουλία.
 
Νομίζω, ότι έτσι δουλεύετε κι εσείς ως ομάδα τα τελευταία χρόνια.
 
Ναι, αν και αποφεύγουμε τη λέξη «ομάδα». Είμαστε πιο παλιομοδίτες και προτιμάμε τη λέξη «θίασος». Είμαστε μια εταιρεία θεάτρου, η οποία συστήνει έργα.
Μπορεί οι συντελεστές, στις περισσότερες δουλειές, να είναι κοινοί αλλά αποφεύγουμε τη λέξη «ομάδα», γιατί έχει κάτι το δεσμευτικό. Αντίθετα ο «θίασος» έχει μια αναρχία και μια ελευθερία, καθιστώντας την όλη διαδικασία κάθε φορά υπό αίρεση. Αν υπάρχουν ίδιοι συντελεστές είναι επιλογή μας να ξανασυναντηθούμε, αλλά δεν είμαστε ομάδα. Δεν δεσμευόμαστε. Σε κάθε καινούρια παράσταση, επιλέγουμε εξαρχής τη σύσταση του έμψυχου δυναμικού που θα την φέρει εις πέρας.
 
170tetragwnika texnesplus6
 
Μου μιλάς για «αναρχία», ενώ ως χαρακτήρας είσαι πάρα πολύ οργανωτικός. Πώς γίνεται αυτό;
 
Ναι, γιατί μόνο ένας βαθιά οργανωτικός άνθρωπος, μπορεί να κατανοήσει τι θα πει «αναρχία». Διότι φλερτάρει μαζί της συνεχώς και την πολεμάει για να μπορέσει να έχει το αποτέλεσμα που επιθυμεί. Προσωπικά, η πιο βαθιά μου ανάγκη, και γι αυτό οργανώνω το πάντα στη λεπτομέρειά τους, είναι αυτές οι μικρές-μικρές στιγμές ελευθερίας που βιώνω στη σκηνή. Οργανώνω πολύ αυστηρά ένα πλαίσιο, και κειμενικά, απαιτώντας κι από τους άλλους μεγάλη ακρίβεια. Συνήθως, όμως μέχρι τώρα, σ αυτούς του θιάσους που συστήνουμε, είμαι το πιο αιρετικό μέλος. Είμαι αυτός που θα αυτοσχεδιάσει περισσότερο και θα ξεφύγει περισσότερο.
Η οργάνωση, ουσιαστικά, αφορά τη δημιουργία ενός πλαισίου μέσα στο οποίο ο ηθοποιός θα μπορέσει να νιώσει σκηνική ελευθερία.
 
Τόσο τα «170 τετραγωνικά», όσο κι ο «Χαρτοπόλεμος», ανεξάρτητα από τις κωμικές του σκηνές και το χιούμορ τους, είναι έργα τα οποία αναδεικνύουν σοβαρά κοινωνικά θέματα: τον αλκοολισμό, την οικονομική κρίση, τις δύσκολες σχέσεις των μελών μιας οικογένειας κ.λ.π. Και νομίζω ότι είναι έργα μια κοινής θεματικής.
 
Ναι, βέβαια. Ακόμα και το τρίτο «παιδί», που έχω αυτή τη στιγμή στα σκαριά, είναι της ίδιας λογικής.
 
Γιατί σ έλκουν λοιπόν;
 
Είμαι 33 χρονών. Αυτό τι σημαίνει; Είμαι σ ένα μεταίχμιο τόσο εγώ, όσο κι οι περισσότεροι συντελεστές μας, όπου η επαφή με το σπίτι είναι κάτι πολύ συγκρουσιακό και πολύ αμφιθυμικό. Είμαστε σε μια τέτοια συγκυρία, όπου η ανεξαρτησία μας κι η συναισθηματική μας αποδέσμευση από την οικογένεια δεν είναι απλή ιστορία. Κι εγώ κι οι δικοί μου άνθρωποι βιώνουμε βαθιές ρίξεις με τον ίδιο μας τον εαυτό και τα παιδικά και τα εφηβικά βιώματά μας, καθώς προσπαθούμε να κάνουμε το βήμα και να πατήσουμε στα πόδια μας. Είναι μεταιχμιακά και τα δύο έργα. Αυτή η σύγκρουση, λοιπόν, μου γεννάει πάρα πολλές σκέψεις που έχω ανάγκη να εκφράσω θεατρικά.
 
Η «σύγκρουση» με το σπίτι είναι πιο έντονη, όταν ο πατέρας σου έχει, ήδη, διαγράψει μια πετυχημένη πορεία στον χώρο της υποκριτικής;
 
Η μητέρα μου είναι φιλόλογος, ο πατέρας μου ηθοποιός κι εγώ ηθοποιός και φιλόλογος! Επομένως, ουσιαστικά, δεν συγκρούστηκα στα χρόνια των κρίσιμων επιλογών μου.
Αυτό που αντιλαμβάνομαι, όμως, τώρα, είναι ότι όλοι μας κουβαλάμε ένα πολύ ειδικό βάρος από τους γονείς μας και δεν φταίνε ούτε εκείνοι γι αυτό, ούτε εμείς. Αυτή είναι η συνθήκη, όταν γεννιέσαι από κάποιους.
 
720 604366 b10653d412 92eb07a8fe3e7abe
Αμαλία Αρσένη, Γιωργής Τσουρής, Βάλια Παπακωνσταντίνου
 
Την αποδοχή από τους γονείς σου την έχεις εισπράξει;
 
Οι γονείς μου δεν μου προσφέρουν απλά αποδοχή. Αυτό που θα πω τώρα είναι λίγο ψυχαναλυτικό: νιώθω ότι υπάρχουν γονείς που στερούν -συνήθως άθελά τους- από τα παιδιά τους τη στήριξη. Αυτά τα παιδιά, δυστυχώς ή ευτυχώς, πορεύονται στη ζωή τους με ισχνές αποσκευές, αλλά και με μια ελευθερία, μια αυτοδυναμία. Στη δική μου περίπτωση, οι γονείς μου ήξεραν ακριβώς τι εφόδια χρειαζόμουν και μου τα πρόσφεραν όλα αφειδώς! Όχι μόνο υλικά αλλά και συναισθηματικά. Μου έδωσαν μεγάλη ώθηση από πάρα πολύ μικρή ηλικία, κι αυτή τη στιγμή νιώθω ότι έχω ένα σάκο μ όλα τα εφόδια του κόσμου.
 
Επομένως, γράφεις για τις άλλες «προβληματικές» οικογένειες;
 
Όχι, πρόσεξε ποια είναι η παγίδα! Επειδή, ακριβώς, προχωρώ μ όλα αυτά τα εφόδια, με βαραίνουν πάρα πολύ! Είναι περίεργη η σχέση και η επανάσταση που έχω να κάνω εγώ απέναντι στους γονείς μου, καθώς αφορά το πως μπορώ να νιώσω πραγματικά αυτοδύναμος. Να νιώσω ότι κάθε έργο που γράφω, η παρουσία μου κάθε βράδυ στη σκηνή κ.λ.π είναι του Γιωργή και μόνο. Προέρχεται από τις δικές μου δυνάμεις, και δεν είναι προϊόν καλής γονεϊκής συγκυρίας.
 
 170tetragwnika texnesplus4
Αμαλία Αρσένη, Βάλια Παπακωνσταντίνου
 
Αυτό φαντάζομαι είναι πολύ δύσκολο.
 
Δεν είναι εύκολο, είναι μεγάλο το ταξίδι, αλλά είναι σημαντικό να νιώσει ένας άνθρωπος ότι πατάει στα πόδια του.
 
Γι αυτό αποφάσισες να κάνεις κι εσύ νωρίς οικογένεια;
 
Παντρεύτηκα 30 χρονών. Η κατάσταση η δικιά μου, της νεοσύστατης οικογένειας έχει πάλι πολλές ιδιαιτερότητες, με την έννοια ότι είμαστε στην ίδια δουλειά με την Βάλια και, μάλιστα, τα τελευταία χρόνια έχουμε επιλέξει να δουλεύουμε και μαζί. Έτσι είμαστε σε μια συνθήκη, στην οποία βιώνουμε τον έγγαμο βίο με όλη τη φόρτιση που έχει το θέατρο. Δεν έχουμε την τύχη να ζούμε την αποφόρτιση που βιώνουν δύο άνθρωποι, οι οποίοι κάνουν διαφορετικές δουλειές και μπορεί να είναι ο ένας το καταφύγιο του άλλου, ώστε να ξεφεύγει. Ένα στοίχημα που έχω βάλει με τον εαυτό μου, για τα επόμενα χρόνια, είναι να μπορούμε να κερδίζουμε στιγμές, που δεν θα αφορούν τη δουλειά αλλά καθαρά το ζευγάρι.
 
Παράλληλα, βρίσκεσαι σ εντατικές πρόβες για τον «Οιδίποδα Τύραννο» σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, που θα δούμε το καλοκαίρι στην Επίδαυρο. Έχεις παίξει πολλές φορές στο αργολικό θέατρο.
 
Ναι, έχω παίξει πολλές φορές, κυρίως με το Εθνικό Θέατρο. Είχα παίξει και σε μικρή ηλικία, με τον ΘΟΚ!
 
Το αγοράκι στη «Μήδεια»;
 
Όχι, στον χορό κανονικά! Τράβηξα κουπί, ήμουν εφτά και δώδεκα ετών.
 
 Πώς δουλεύετε πάνω στο κείμενο του Σοφοκλή;
 
Είναι μια ευτυχής συγκυρία τόσο από άποψη θιάσου, όσο και παραγωγής. Έχω μια αίσθηση ότι θα είναι μια σημαντική παράσταση. Στη διανομή είναι όλοι ένας κι ένας, και όπως ξετυλίγεται το νήμα στις πρόβες τόσο από τον Κωνσταντίνο (Μαρκουλάκης), όσο κι από τους ηθοποιούς φαίνεται πως το αποτέλεσμα θα μας δικαιώσει.
 
Μου είπες και πριν ότι από 7 χρονών ήξερες, ότι θα ερχόσουν στην Αθήνα για να ακολουθήσεις την υποκριτική. Πώς ονειρευόσουν τα πράγματα και πώς τελικά σου ήρθαν;
 
Μάλλον αυτό που περίμενα κι αυτό που είχα ανάγκη να βιώσω στο θέατρο έχει ήδη σε μεγάλο βαθμό συντελεστεί. Κι αυτό επειδή δεν βλέπω πολύ μακριά, βάζω βραχυπρόθεσμους στόχους και, μέχρι στιγμής, τους έχω πετύχει. Δεν είχα τρελά όνειρα. Δεν έβαλα στόχο να πάρω 2-3 Όσκαρ για παράδειγμα. Οπότε αυτά που είχα στο μυαλό μου έγιναν, και μάλιστα με τα πιο αισιόδοξα σενάρια. Σχεδιάζω τα επόμενα βήματα, και προσπαθώ να προλαβαίνω να βιώνω τις χαρές της δουλειάς μας. Αν μου έλεγε κάποιος πριν 14-15 χρόνια που ήρθα εδώ, ότι τα πράγματα θα συνέβαιναν όπως ακριβώς συνέβησαν,ο δεκαεννιάχρονος εαυτός μου θα πανηγύριζε. Δεν είναι και λίγο αυτό!
 
 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

«Τοῦτο τὸ σπίτι στοίχειωσε, μὲ διώχνει –
θέλω νὰ πῶ ἔχει παλιώσει πολύ, τὰ καρφιὰ ξεκολλᾶνε,
τὰ κάδρα ρίχνονται σὰ νὰ βουτᾶνε στὸ κενό,
οἱ σουβάδες πέφτουν ἀθόρυβα
ὅπως πέφτει τὸ καπέλλο τοῦ πεθαμένου
ἀπ’ τὴν κρεμάστρα στὸ σκοτεινὸ διάδρομο
ὅπως πέφτει τὸ μάλλινο τριμμένο γάντι τῆς σιωπῆς ἀπ’ τὰ γόνατά της
ἢ ὅπως πέφτει μιὰ λουρίδα φεγγάρι στὴν παλιά, ξεκοιλιασμένη πολυθρόνα.
....
Τοῦτο τὸ σπίτι δὲ μὲ σηκώνει πιά.
Δὲν ἀντέχω νὰ τὸ σηκώνω στὴ ράχη μου»
 
Οι παραπάνω στίχοι από το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου «Τούτο το σπίτι» ήρθαν, κατευθείαν, στο μυαλό μου παρακολουθώντας το έργο «170 τετραγωνικά» του Γιωργή Τσουρή, το οποίο σκηνοθετεί ο Γιώργος Παλούμπης στην πάνω σκηνή του θεάτρου Από Μηχανής.
Ένα κείμενο κρίνεται για το αν και κατά πόσον είναι «σημαντικό», από την πορεία του στον χρόνο, αν όμως μπορούσα να εκφράσω μια προσωπική γνώμη, θα έλεγα ότι ένα «καλό» έργο, πέρα από την αντοχή του, οφείλει να σε ταρακουνά, να δημιουργεί συνδέσεις στο μυαλό σου και να γεννά οικεία βιώματα, όπως προτάσσει και η αριστοτελική κάθαρση «περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν».
Τολμώ, λοιπόν, να πω ότι ο θεατρικός λόγος του Γιωργή Τσουρή είναι αυτή τη στιγμή, ίσως, το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα της ελληνικής κοινωνίας, εν έτη 2019 κι όχι μόνο για την επαρχία, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα. Αν κάποιος μελετητής θελήσει να δει τι πέρασε η Ελλάδα, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, θα μπορεί άνετα να ανατρέξει σ’ αυτό.
Μετά την επιτυχία του «Χαρτοπέλεμου», κείμενο του αδικοχαμένου Βαγγέλη Ρωμνιού, όπου ο Τσουρής ήταν υπεύθυνος για τη δραματουργία και την επεξεργασία του κειμένου. Παρακολουθούμε άλλο ένα οικογενειακό δράμα, στιγματισμένο από τις πληγές που γεννά η οικονομική κρίση, με βαθιά ψυχανάλυση της μέσης ελληνικής οικογένειας, δυνατές ανατροπές και μπόλικο μαύρο χιούμορ, ένα έργο που ισορροπεί μοναδικά ανάμεσα το δράμα και την κωμωδία.
Ο αναγνώστης-θεατής εύκολα μπορεί να βρει γεγονότα, που στοιχειοθετούν τον μικρόκοσμο του έργου του συγγραφέα, αλλά και της ομάδας MA NON TROPPO, γιατί στη συγκεκριμένη περίπτωση τη δραματουργική επεξεργασία υπογράφουν μεταξύ άλλων δύο ηθοποιοί της παράστασης (Βάλια Παπακωνσταντίνου και Αντώνης Τσιοτσιόπουλος), αλλά κι ο σκηνοθέτης Γιώργος Παλούμπης.  Επομένως, το μόνο σίγουρο είναι ότι μιλάμε για μια δουλειά συνόλου, η οποία έχει δείξει ότι ξέρει να κερδίζει.
 
Το έργο
 
Η υπόθεση φαινομενικά απλή: δύο αδερφές βρίσκονται, μετά από χρόνια, να συγκατοικούν στο πατρικό τους στη Θήβα. Η οικογένεια έχει διαλυθεί, αλκοόλ, εξωσυζυγικές σχέσεις των γονέων, ενδοοικογενειακή βία έχει οδηγήσει τα δύο κορίτσια να αποστρέφονται τους γονείς, αλλά κι η μια την άλλη, αφού είχαν πάρει αντίπαλα στρατόπεδα, η Λιλή (Αμαλία Αρσένη) μένει με τον πατέρα στα 170 τ.μ μέχρι το τέλος της ζωή του,  η μεγαλύτερη, η Αλεξάνδρα (Βάλια Παπακωνσταντίνου) ζει μόνη στην Αθήνα, μέχρι που αναγκάζεται να επιστρέψει. Μαζί τους στο σπίτι και ο Άγγελος, σύντροφός της Λιλής, από τον οποίο είναι έγκυος. Και ενώ οι τρεις τους παλεύουν να βρουν μια ισορροπία, μια επίσκεψη θα τα αλλάξει όλα, για πάντα.
 
Η παράσταση
 
Ο Γιώργος Παλούμπης αποδεικνύει για μια ακόμα φορά ότι είναι ένας από τους καλύτερους σκηνοθέτες της γενιά του. Ως μετρ του ρεαλιστικού θεάτρου, καταφέρνει να καθοδηγεί εξαιρετικά τους ηθοποιούς του, αναδεικνύοντας μοναδικά τις σκηνικές σχέσεις των ηρώων, δουλεύοντας ουσιαστικά το χαώδες κενό του «τότε» με το «τώρα».
Εστιάζοντας στην ουσία του κειμένου αναδεικνύει με ακρίβεια τον μικρόκοσμο και των πέντε ηρώων, χτίζοντας παράλληλα μια παράσταση με ζηλευτό σασπένς και ανατροπές.
Οι τρεις σκηνές του έργου, ευτύχισαν σε εύρυθμες λιεζόν (συνδέσεις) με ένα εντυπωσιακό εικαστικά, αλλά και συγκινητικό βίντεο, που προοικονομεί το μέλλον, αλλά κλείνει και το μάτι στο παρελθόν της ιστορίας.
Μια μικρή επιφύλαξη διατηρώ μόνο για τη διάρκεια της πρώτης σκηνής, η οποία μοιάζει κάπως φλύαρη και, μάλλον, είναι θέμα χρόνου να «δέσει».
Υποκριτικά κι οι πέντε ηθοποιοί ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις της σκηνοθεσίας, δουλεύοντας, πάνω απ’ όλα, ομαδικά.
tsouris texnes plus
 
Ξεχωρίζει ο Γιωργής Τσουρής, μ’ έναν αβανταδόρικο ρόλο, ο οποίος (εδώ κυριολεκτικά) γράφτηκε για εκείνον! Χαρίζει στο κοινό απλόχερα το γέλιο αλλά και τη συγκίνηση. Η σκηνή με τη χορογραφία του Μάικλ Τζάκσον είναι μια από τις πιο χιουμοριστικές της φετινής σεζόν, σκηνή για βραβείο. 
Η Βάλια Παπακωνσταντίνου, αν και φλερτάρει με την υπερβολή σε κάποια σημεία, καταφέρνει, τελικά, να συγκινήσει τον θεατή και να δώσει υπόσταση στον χαρακτήρα της.
Ανεπίληπτη η ερμηνεία της Αμαλίας Αρσένη, έχει όλο τον αυθορμητισμό, την αφέλεια αλλά και την απελπισία της ηρωίδας. Ηθοποιός με άστρο κι εντυπωσιακή σκηνική λάμψη, θα μας απασχολήσει ευχάριστα στο μέλλον. 
Υποτονικός σε κάποιες αντιδράσεις του ο Αντώνης Τσιτσοπουλος, μοιάζει να μην χτίζει την κορύφωση του ρόλου του, μ’ αποτέλεσμα όταν έρθει η ρωγμή να μην γίνεται ουσιαστικά πιστευτός.
patiti
 
Η Άννα Πατητή είναι απολαυστική στην πρώτη σκηνή κι εξαιρετικά αληθινή στη δεύτερη εμφάνισή της, λίγο πριν το φινάλε.
Ρεαλιστικό το σκηνικό των Κωνσταντίνα Μαρδίκη κι Έλλης Παπαδάκη, με έξυπνη λύση στην προβολή των βίντεο πάνω στα παραθυράκια του σαλονιού. Γεγονός που αναδείχθηκε επιτυχώς και χάριν στους φωτισμούς της Σεμίνας  Παπαλεξανδροπούλου.
Μέσα στο πνεύμα των χαρακτήρων και τα κουστούμια της Βασιλικής Σύρμα.
 
Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα έργο, όπου οι δυνάμεις του τραγικού παραμονεύουν και προσπαθούν να κρυφτούν μέσα σε ένα κλίμα μικροαστικής αντίληψης, το οποίο μας μοιάζει τόσο οικείο και γι’ αυτό αναγνωρίσιμο. Αν αγαπάτε το ρεαλιστικό θέατρο κι είστε έτοιμοι να δείτε τον εαυτό σας στον καθρέφτη, σπεύσατε!
Μια από τις καλύτερες παραστάσεις της σεζόν, και για να το γράψω και ελληνιστί «must see»
 
 
Η εταιρεία θεάτρου Ma non troppo  και ο Γιώργος Παλούμπης, επιστρέφουν στο Από μηχανής Θέατρο με μια παράσταση συγκρούσεων και κωμικοτραγικών ανατροπών. 
Το έργο «170 τετραγωνικά » του Γιωργή Τσουρή, με  άξονα το εδώ και το τώρα της Ελλάδας, ξεδιπλώνει μια ιστορία με πολύ αγωνία, χιούμορ και σκληρό  ρεαλισμό, που καταλύει επί σκοπού τις διακριτές γραμμές ανάμεσα σε δράμα και κωμωδία. Μια τραγωδία «για όλη την οικογένεια», με πρόσωπα της διπλανής μας πόρτας και καταστάσεις ακραίες και συνάμα αναγνωρίσιμες. Την σκηνοθεσία υπογράφει ο σπεσιαλίστας του νεοελληνικού ρεαλισμού Γιώργος Παλούμπης.
Τα πρόσωπα υποδύονται οι ηθοποιοί: Αμαλία Αρσένη, Βάλια Παπακωνσταντίνου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Άννα Πατητή και ο Γιωργής Τσουρής.
Το έργο θα παρουσιαστεί στο Από Μηχανής Θέατρο, την άνοιξη του 2019, από 9 Μαρτίου και κάθε Παρασκευή και Σάββατο, για 13 μόλις παραστάσεις.
 
Λίγα λόγια για το έργο:
Σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Ελλάδας, ο θάνατος του πατέρα, ξαναφέρνει κάτω από την ίδια στέγη δύο αδερφές που έμεναν μακριά. Σκληρές αντιθέσεις και διαφωνίες, δημιουργούν μια έκρυθμη κατάσταση ανάμεσα στη μικρή εγκυμονούσα αδερφή, τον σύντροφό της και τη μεγάλη αδερφή, η οποία επιστρέφει στο σπίτι μετά από πολυετή απουσία με σκοπό να το πουλήσει.
Μια απογευματινή επίσκεψη - βόμβα, θα φέρει αντιμέτωπους όλους τους αντιήρωές μας με το παρελθόν, το παρόν και κυρίως το μέλλον τους, και θα εκτροχιάσει με κωμικό και απρόσμενο τρόπο την ήδη ασταθή πορεία τους. Κρυμμένα μυστικά, απανωτές ανατροπές και εκκωφαντικές αποκαλύψεις συνθέτουν ένα οικογενειακό συναισθηματικό ντέρμπυ κορυφής, σε ένα «ρινγκ» 170 τετραγωνικών μέτρων.  Πόσα νομίζεις ότι ξέρεις για τους πιο κοντινούς σου ανθρώπους; Ποιος θα μείνει όρθιος στο τέλος; 
Το αίμα νερό δε γίνεται, αλλά όταν το αίμα βράζει…
 
Συγγραφέας: Γιωργής Τσουρής
Σκηνοθεσία: Γιώργος Παλούμπης
Δραματουργική επεξεργασία: Γιώργος Παλούμπης – Βάλια Παπακωνσταντίνου
Μουσική – Video εγκατάσταση: Γιωργής Τσουρής
Σκηνικά: Κωνσταντίνα Μαρδίκη – Έλλη Παπαδάκη
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Φωτισμοί: Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου
Βοηθός σκηνοθέτης: Γιωργής Τσουρής
Σχεδιασμός μακιγιάζ: Άρτεμις Βαλτάτζη
Φωτογραφίες: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου – Γεωργία Παναγοπούλου
Οργάνωση Παραγωγής: MA NON TROPPO*
 
Ηθοποιοί:
Αμαλία Αρσένη
Βάλια Παπακωνσταντίνου 
Αντώνης Τσιοτσιόπουλος
Άννα Πατητή
Γιωργής Τσουρής
 
Παραστάσεις: 
Κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00, 9/3 μέχρι 20/4
Διάρκεια παράστασης: 100 λεπτά χωρίς διάλειμμα 
 
Τιμές εισιτηρίων:
13 ευρώ  κανονικό
10 ευρώ  φοιτητικό, άνω των 65, και ΑΜΕΑ
5 ευρώ ατέλεια
 
Προπώληση εισιτηρίων:
Online: TICKET365
Και στο ταμείο του θεάτρου τηλ. 210 523 2097
 
Από Mηχανής Θέατρο, Πάνω Σκηνή 
Ακαδήμου 13, Μεταξουργείο, Αθήνα
Τηλ.: 210 523 2097

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία