Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 
Γιώτα Δημητριάδη

Γιώτα Δημητριάδη

Είναι δημοσιογράφος και φιλόλογος. Τελείωσε τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας και έκανε μεταπτυχιακό πάνω στο θέατρο. Πού τη χάνεις, πού τη βρίσκεις, σε κάποια παράσταση της πόλης θα είναι. Της αρέσουν οι συνεντεύξεις - συναντήσεις, που της επιτρέπουν να γνωρίσει ένα κομμάτι των ανθρώπων από κοντά.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Πολλές φορές αναρωτιέμαι: «Τι κάνει μια παράσταση πετυχημένη;» Θέμα για μελέτη θα μου πείτε. Αν όμως, μπορούσαμε να το αποκωδικοποιήσουμε μέσα σε λίγες λέξεις, κάποιες από αυτές, ίσως, ήταν: η επικοινωνία, η ζωντάνια, η αμεσότητα, η επικαιρότητα, η φρεσκάδα, το ταλέντο, οι ιδέες, η συγκίνηση, η εγγύτητα και η  αισθητική.

Όλα αυτά τα απολαμβάνει ο θεατής στον «Μισ@νθρωπο» τον οποίο παρουσιάζει η ομάδα  4frontal, σε σκηνοθεσία του Σταύρου Γιαννουλάδη, στο Θησείον. Με εφτά χρόνια ιστορίας  κι έχοντας δώσει το καλλιτεχνικό τους στίγμα στον θεατρικό χάρτη της πόλης, τα μέλη της ομάδας παρουσιάζουν, αυτήν την περίοδο, έναν Μολιέρο on line! Το κοινό, όχι μόνο δεν υποχρεούται να κλείσει το κινητό του τηλέφωνο, αλλά προτρέπεται από τους ηθοποιούς να μπει στο facebook, να τραβήξει φωτογραφίες, να σχολιάσει, ακόμα, και να ανέβει στη σκηνή.

Με αφορμή αυτήν την ευφάνταστη παράσταση, συνάντησα τις τρεις πρωταγωνίστριες και ιδρυτικά μέλη της ομάδας, Ελένη Κουτσιούμπα, Αμαλία Νίνου και Αριστέα Σταφυλαράκη, σε μια απόπειρα βολιδοσκόπησης όλων, όσων κρύβονται πίσω από αυτήν την πολύ «facebook» παράσταση, που κάνει αίσθηση  έχοντας κερδίσει κοινό και κριτικούς.

 

ninou koutsioumpa stafilaraki3 texnes plus

Από τη δραματοποίηση διηγημάτων («Μουνής», «Οικογένεια Μπες-Βγες») σ’ ένα κλασικό θεατρικό έργο….

Αμαλία Νίνου: Δύο είναι οι σκηνοθετικές δυνάμεις  της ομάδας μας: ο ένας είναι ο Σταύρος Γιαννουλάδης κι ο άλλος ο Θανάσης  Ζερίτης.  Με τη δραματοποίηση διηγημάτων ασχολείται, κυρίως, ο Θανάσης. Ο Σταύρος έχει μια κλίση προς το κλασικό ρεπερτόριο, χωρίς αυτό που λέω να είναι κανόνας.

Ελένη Κουτσιούμπα: Η προηγούμενη σκηνοθεσία του Σταύρου ήταν ο «Βόυτσεκ» Γκέοργκ Μπίχνερ….Φέτος μας σκηνοθετεί στον «Μισάνθρωπο» του Μολιέρου.

Αμαλία Νίνου: Αλλά ο ένας παίζει στις σκηνοθεσίες του άλλου…(γέλια)

Ελένη Κουτσιούμπα: Ευτυχώς, δεν υπάρχει αντίρρηση σ’ αυτό.

 ninou koutsioumpa stafilaraki5 texnes plus

Μολιέρος αλλιώς…

Αμαλία Νίνου: Τον κάναμε όπως τον καταλάβαμε και όπως θέλαμε να τον πούμε.

Αριστέα Σταφυλαράκη: Εγώ, δεν βρίσκω και μεγάλη διαφορά, έχουμε κρατήσει το κείμενο όπως έχει με ελάχιστες διαφορές. Οι χαρακτήρες και η πλοκή είναι ίδια.

Η μοναδική παράσταση που αντί να πείτε στο κοινό: «Απενεργοποιείστε τα κινητά σας τηλέφωνα» του λέτε :«Ενεργοποιείστε τα κινητά σας τηλέφωνα»

Αμαλία Νίνου: Στο αθόρυβο βέβαια! Ναι, το λέμε, γιατί το κινητό είναι μέρος της παράστασης. Έχουμε χρησιμοποιήσει αυτόν το διαδικτυακό κόσμο,  ο οποίος βοηθάει και εμάς, αλλά και την εξέλιξη της παράστασης. Προφανώς, υπάρχει και ένα όριο. Δεν θα μας είναι ευχάριστο να χτυπήσει κάποιο κινητό την ώρα που εξελίσσεται η δράση, γιατί αυτό θα αποσπάσει, τόσο τη δική μας προσοχή, όσο και την προσοχή του κοινού.

 aristea stafilaraki1 texnes plus

Ένας «Μις@νθρωπος» on line τέσσερις μήνες: ο απολογισμός για το τεχνολογικό πείραμα

Ελένη Κουτσιούμπα: Νομίζω, ότι είναι ένας τρόπος να μιλήσεις στους ανθρώπους, με τους κώδικες που αναγνωρίζουν και χρησιμοποιούν σήμερα. Δεν ζητάμε, δηλαδή, από τον θεατή να έχει διαβάσει το έργο, ή να έχει εμπειρία στο θέατρο. Του ζητάμε, όμως, να χρησιμοποιήσει ένα εργαλείο, που χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά του, ως μέσο επικοινωνίας με εμάς, είτε τραβώντας μια φωτογραφία, είτε γράφοντας κάτι που σκέφτηκε κατά  τη διάρκεια της παράστασης.

Αμαλία Νίνου: Και μεταξύ τους βέβαια, γιατί έχουν ξεκινήσει οι διάλογοι και μεταξύ των θεατών.

Ελένη Κουτσιούμπα: Για μένα, πάντως, το πιο ουσιαστικό θα ήταν αυτοί οι άνθρωποι να γνωριστούν φεύγοντας. Θα το ήθελα πάρα πολύ! Όπως και το να ανοίξει ένα κανάλι επικοινωνίας με όλους μας, τελικά, κοινό και ηθοποιούς.

Αμαλία Νίνου: Όλο αυτό το «διαδικτυακό» πάντως, είναι κάτι που μας απασχολεί, γενικά, στη ζωή μας και το βρήκαμε ταιριαστό στο συγκεκριμένο έργο.  Συνήθως, θέλουμε το θέατρο διαχωρισμένο απόλυτα από τέτοια μέσα, όμως, δεν μπορείς να αρνηθείς ότι ζεις σ’ αυτή την εποχή και η επικοινωνία γίνεται μ’ αυτόν τον τρόπο.

Αριστέα Σταφυλαράκη:  Βέβαια, υπάρχει και κόσμος που  λέει «εγώ δεν πρόλαβα να ψηφίσω ή να μπω στο γκρουπ», γιατί ήθελα να παρακολουθήσω τι γινόταν στη σκηνή. Φυσικά,  κι αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό feedback για εμάς. Διότι χρησιμοποιώντας την τεχνολογία με κριτική ματιά δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη μερίδα του κοινού, που, από επιλογή, αφήνει στην άκρη  το κινητό του για να παρακολουθήσει, με προσήλωση, την παράσταση. Παρ’ όλα αυτά, νομίζω, ότι οι περισσότεροι απολαμβάνουν το σημείο όπου βγάζουν φωτογραφίες την ώρα της παράστασης.

eleni koutsioumpa1 texnes plus

Αποξένωση VS Επικοινωνία στα social media

Ελένη Κουτσιούμπα: Είναι πολύ οριακό αυτό, γιατί, από τη μια, λες ασχολούμαι με το τηλέφωνό μου, άρα δεν βλέπω εσένα που είσαι εδώ, απέναντί μου, ταυτόχρονα, όμως, ασχολούμαι και με το τηλέφωνό μου κι αυτό το βλέπουν άλλοι τόσοι άνθρωποι, οι οποίοι μπορεί να είναι σε μια αντίστοιχη κατάσταση με εμένα και να μου πουν μια απλή κουβέντα που, αν έχει ειλικρίνεια, θα με φέρει πιο κοντά του/σου. Είναι σαν σε μια ζυγαριά νομίζω…Δεν μπορώ να πάρω θέση ακριβώς…

Αμαλία Νίνου: Βέβαια στα social media, υπάρχει και μια άλλη παγίδα. Νιώθεις ότι μπορείς να μιλάς και να φέρεσαι ανώνυμα, χωρίς  αυτό, όμως, στην πραγματικότητα να συμβαίνει. Και, ταυτόχρονα, δεν υπάρχει η ίδια η αμεσότητα. Ο κόσμος μπορεί να γίνει άγριος όχλος, χωρίς να αναλάβει την ευθύνη….

 Σύγχρονη διαδικτυακή βία VS Υποκρισία στην αυλή του βασιλιά επί Μολιέρου

Αριστέα Σταφυλαράκη: Αυτό ακριβώς μας ενέπνευσε και για την παράσταση, ώστε να χρησιμοποιήσουμε το facebook. Τι κάνουμε ουσιαστικά όλοι μας, εκεί; Φτιάχνουμε ένα προφίλ και παρουσιάζουμε στιγμές που θέλουμε, έναν εαυτό όπως τον θέλουμε, που, φυσικά, απέχουν, κατά πολύ, από την πραγματικότητα. Κρύβεσαι πίσω από μια οθόνη και κανείς δεν μπορεί να επιβεβαιώσει, αν αυτό που λες είναι αλήθεια. Κανείς δεν μπορεί να επιβεβαιώσει, αν αισθάνεσαι για παράδειγμα, πραγματικά χαρούμενος, ή αν θα ήθελες να είσαι. Αυτό είναι και το βασικό χαρακτηριστικό, που είναι κοινό με το έργο. Μιλάμε για ανθρώπους, οι οποίοι, επειδή βρίσκονται στην αυλή του βασιλιά, όλοι θέλουν να τα πηγαίνουν καλά με όλους και όλοι παλεύουν για το «φαίνεσθαι». Οι σχέσεις μεταξύ τους δεν είναι πραγματικές, όλοι  διεκδικούν τον έρωτα, αλλά χωρίς κανένα ρίσκο.

Αμαλία Νίνου: Επίσης, και στην αυλή και στον διαδικτυακό κόσμο υπάρχει αυτό το κοινό στοιχείο, της «ταμπέλας». Μπαίνει πολύ εύκολα η «ταμπέλα», τόσο στα social media, όσο και στον Μολιέρο.  Αυτή είναι η «ωραία», αυτή είναι η «γεροντοκόρη». Τα λένε οι ήρωες μεταξύ τους, κουτσομπολεύοντας ο ένας τον άλλον.

amalia ninou2 texnes plus

Φιλέντ:«Υπάρχουν περιπτώσεις, που η απόλυτη ειλικρίνεια καταντάει γελοία και δεν επιτρέπεται»

 Αμαλία Νίνου: Για μένα, η ειλικρίνεια είναι τεράστιο προτέρημα ενός ανθρώπου. Τεράστιο προτέρημα, όμως, θεωρώ και τον πολιτισμό. Δηλαδή, αν στο όνομα της ειλικρίνειας επιλέγεις να γίνεις προσβλητικός και να τραυματίσεις τον άλλον, πιστεύω πως είναι  μεγάλο λάθος. Υπάρχουν χίλιοι τρόποι να είσαι ειλικρινής, πραγματικά, χωρίς να χρυσώνεις το χάπι, χωρίς να γίνεσαι ισοπεδωτικός. Εγώ, αυτό ψάχνω στη ζωή μου, πώς μπορεί να συμβαδίζει η ειλικρίνεια με τον πολιτισμό.

Αριστέα Σταφυλαράκη:  Έχω, πολλές φορές, σκεφτεί, ότι η ειλικρίνεια συνοδεύεται από πολύ έντονα συναισθήματα. Στην παράσταση ο «Μισάνθρωπος» είναι ένας άνθρωπος που λέει εξ’ αρχής: «Εγώ τους μισώ τους ανθρώπους». Είναι, λοιπόν, πολύ δύσκολο να επικροτήσεις τη στάση του, όταν από την αρχή ξεκινάει με μια τόσο επικριτική άποψη, καθώς δείχνει ότι είναι έτοιμος να μιλήσει άσχημα και να σε προσβάλλει. Το ίδιο συμβαίνει και με τους καβγάδες. Όσο  δίκιο και να έχεις, όταν μιλάς άσχημα και φωνάζεις, δεν υπάρχει περίπτωση ο άλλος να σε ακούσει.

 ninou koutsioumpa stafilaraki2 texnes plus

«Σκυλί που γαβγίζει δε δαγκώνει»

 Αμαλία Νίνου: Ένας άνθρωπος όταν λέει «Τους μισώ όλους», συνήθως, βρίσκεται σ’ έναν διαρκή αγώνα για να τους καταλάβει. Είναι σαν αυτό που κάνουν τα παιδιά. Βγάζουν μια αντίδραση θυμού,  όταν, στην πραγματικότητα, θέλουν να σου προκαλέσουν ένα άλλο συναίσθημα.

Ελένη Κουτσιούμπα: Λένε «δεν μ’ αγαπάς αρκετά» και γι’ αυτό πετάνε και σπάνε πράγματα…

Αμαλία Νίνου: Ναι, είναι μια συμπεριφορά, που έχουν πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι κρύβονται πίσω από τον θυμό τους.

Ελένη Κουτσιούμπα: Ο Μισάνθρωπος, έτσι κι’ αλλιώς, μέσα από τη δική μας ανάγνωση, τουλάχιστον, δεν είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος μισεί την ανθρωπότητα, επειδή όλοι είναι φαύλοι, ενώ αυτός είναι ο καλύτερος, αλλά γιατί θα ήθελε οι άνθρωποι να είναι πιο απλοί  πιστεύοντας στην ικανότητά τους ότι μπορούν να γίνουν καλύτεροι. Επίσης,  ο έρωτας που νιώθει για τη Σελιμέν μας δείχνει ότι είναι ικανός να αγαπήσει.

 ninou koutsioumpa stafilaraki6 texnes plus resize

Η επιχορήγηση

Αριστέα Σταφυλαράκη: Αυτό ήταν από τα καλύτερα πράγματα που μας έχει συμβεί. Έχουμε να κάνουμε παράσταση με τόσους ηθοποιούς από τότε που ξεκινήσαμε. Ήταν μια πολυδάπανη παραγωγή, αν υπολογίσει κανείς όλους τους συνεργάτες, η οποία δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά.

Κάθε φορά, όμως, είναι μια νέα αρχή. Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Δεν μπορείς να επαναπαυτείς στο γεγονός, ότι έχουμε εφτά χρόνια ιστορία, γιατί ο ανταγωνισμός στο χώρο είναι πάρα πολύ μεγάλος.

 ninou koutsioumpa stafilaraki4 texnes plusteliki resize

H 4frontal- Το σπίτι μας

Αμαλία Νίνου:  Η ομάδα είναι το σπίτι μου. Δεν μπορώ να φανταστώ τη δουλειά μου χωρίς τα παιδιά. Γιατί δεν είναι μόνο οι συναισθηματικοί δεσμοί και τα τόσα χρόνια γνωριμίας από τη σχολή, ακόμη. Είναι η κοινή αισθητική που ακολουθούμε. Η σχεδόν τυφλή εμπιστοσύνη, που νιώθουμε ο ένας για τον άλλον. Είναι ότι απελευθερώνεσαι τελείως από κάθε αίσθημα ανταγωνιστικό που μπορεί να υπάρχει. 

Ελένη Κουτσιούμπα: Έχουμε επέτειο δέκα ετών σε λίγο κι έχουμε δουλέψει πολύ για να τα πετύχουμε όλα αυτά, που λέει η Αμαλία. Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ποτέ. Είμαστε σαν μια οικογένεια με τα καλά και τα  άσχημά της.

Αριστέα Σταφυλαράκη: Πιστεύω ότι επαναπροσδιορίζουμε τη σχέση μας κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Κάθε φορά που γίνεται μια νέα παραγωγή, όσοι συμμετέχουν σ’ αυτή ξέρουν πολύ καλά γιατί το κάνουν. Αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας  κι αυτό κάνει τα πράγματα πολύ ξεκάθαρα.

 

Επόμενος στόχος….Το Μέγαρο...

Ελένη Κουτσιούμπα: Η αλήθεια είναι, ότι θα θέλαμε να έχουμε έναν χώρο, τόσο για τις πρόβες μας  για να μην τρέχουμε από εδώ και από εκεί, όσο και για να παρουσιάζουμε τις παραστάσεις μας. Επίσης, είμαστε πολλά άτομα, γι’ αυτό λέμε ότι χρειαζόμαστε ένα «Μέγαρο 4frontal»

ninou koutsioumpa stafilaraki texnes plus

Συνέντευξη: Γιώτα Δημητριάδη

Φωτογραφίες: Κοσμάς Ινιωτάκης

 

Ευχαριστούμε το «Αλώνι» Τριών Ιεραρχών 170, στα Πετράλωνα, για τη φιλοξενία της φωτογράφησης

Τελευταίες 7 παραστάσεις για τον "Μισ@νθρωπο" κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00

Στοιχεία Παράστασης:

Παραστάσεις: Δευτέρα και Τρίτη, έως 27 Μαρτίου

Ώρα Έναρξης: 21.00

Κλείστε τα εισιτήριά σας εδώ

Χώρος: Θησείον, Ένα Θέατρο Για Τις Τέχνες. Τουρναβίτου 7, Ψυρρή Τηλ.: 2103255444

Ταυτότητα παράστασης:

Μετάφραση: Νίκος Ζιώγας

Σκηνοθεσία - Μουσική : Σταύρος Γιαννουλάδης

Σκηνικά - Κοστούμια: Νίκη Ψυχογιού

Επιμέλεια κίνησης: Πατρίσια Απέργη

Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος

Επιμέλεια μακιγιάζ: Ρούλα Λιανού

Hair Styling: Κων/νος Κολιούσης

Βοηθός Σκηνοθέτη: Ελένη Τσιμπρικίδου

Φωτογραφίες: Σταύρος Χαμπάκης

Βίντεο-Προβολές: Χρυσούλα Κοροβέση, Μάριος Γαμπιεράκης

Ερμηνεύουν: Θανάσης Ζερίτης (Αλσέστ), Ελένη Κουτσιούμπα (Σελιμέν), Χάρης Κρεμμύδας (Ορόντ), Γιώργος Κισσανδράκης (Φιλέντ), Αμαλία Νίνου (Αρσινοέ), Κωνσταντίνος Πλεμμένος (Ακάστ), Αριστέα Σταφυλαράκη (Ελιάντ), Πάνος Τοψίδης (Κλιτάντρ).

 

 Πόσοι συγγραφείς δεν γοητεύτηκαν από τον μικρόκοσμό τους και τον αποτύπωσαν στη σκηνή; Από τον Τσέχοφ και τον Τ. Ουίλιαμς μέχρι τους σύγχρονους δραματουργούς οι σκηνές γεμίζουν με αδιέξοδα καλλιτεχνών και το θέατρο μέσα στο θέατρο, γίνεται πόλος έλξης και πηγή έμπνευσης. Εμείς εντοπίσαμε τέσσερα, τελείως, διαφορετικά έργα, που αυτή τη στιγμή ανεβαίνουν στις αθηναϊκές σκηνές: Τα δυο είναι ξένων συγγραφέων και τα άλλα δύο είναι πρωτότυπα ελληνικά έργα, που, μάλιστα, ανεβαίνουν για πρώτη φορά έχοντας τη μορφή μουσικών παραστάσεων.

 

 

 «Αμπιγιέρ», Β’ σκηνή Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας

 

Στην πρώτη του σκηνοθετική δουλειά, ο Μανώλης Δούνιας επιλέγει τον «Αμπιγιέρ» του Χάργουντ και μια μικρή σκηνή για την προσομοίωση όσων συμβαίνουν πίσω από αυτή.

 Ο Ρόναλντ Χάργουντ γράφει το 1981 τον «Αμπιγιέρ», ένα από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας δραματουργίας που αφορούν στον κόσμο του θεάτρου. Το έργο είναι αυτοβιογραφικό, με πηγή έμπνευσης την εμπειρία του ως αμπιγιέρ του Άγγλου ηθοποιού Ντόναλντ Γούλφιτ.

Αμπιγιέρ, σ’ ένα ρεσιτάλ ερμηνείας ο Μάνος Βακούσης, που κατά τη γνώμη μου, στη ρωγμή  του ρόλου του, χαρίζει στην παράσταση την καλύτερη στιγμή της.

Εξαιρετικός στον ρόλο του Σερ, ο Αλέξανδρος Μυλωνάς, αποτυπώνει με μοναδικό τρόπο το αιώνιο ζήτημα της υστεροφημίας. «Οι ηθοποιοί ζουν μονάχα στις αναμνήσεις των άλλων…Μίλα καλά για μένα. Το ομορφότερο πράγμα στη ζωή είναι να σε θυμούνται».

Ο Μάνος Βακούσης κι ο Αλέξανδρος Μυλωνάς έχουν μοναδική σκηνική χημεία. Όμως, κι  ο υπόλοιπος θίασος στέκεται επάξια.

 

«Ο Αδαής και ο Παράφρων», Θέατρο Πορεία 

Το έργο του Μπέρνχαρντ ευτύχισε να ανέβει από μια ιδιοφυή και προσεγμένη στη λεπτομέρεια παράσταση από τον Γιάννο Περλέγκα.

Στον «Αδαή και τον Παράφρωνα» η ιστορία είναι χωρισμένη σε δύο πράξεις,  σε ισάριθμους σκηνικούς τόπους: στο καμαρίνι της σοπράνο και στο ακριβό εστιατόριο «Οι τρεις Ουσάροι».

 Η δραματουργική ευφυΐα του συγγραφέα αποδεικνύεται από το γεγονός,  ότι τον κύριο όγκο του λόγου εκφέρει ένας φιλότεχνος ιατροδικαστής, ο οποίος, κατά βάση, απευθύνεται στον αλκοολικό, τυφλό  πατέρα της σοπράνο, ενόσω την περιμένουν να έρθει για την παράσταση.

Ολόκληρος ο λόγος του είναι ένας σαρκασμός για την υπέρμετρη αφοσίωση του καλλιτέχνη ή του επιστήμονα στο αντικείμενό του, καθώς το έργο συνδέει, με τρόπο έξυπνο, την επιστήμη με την τέχνη.

 Οι  ηθοποιοί της παράστασης είναι συγκλονιστικοί. Η Ανθή Ευστρατιάδου, ως Βασίλισσα της Νύχτας, με ένα Βραβείο Μερκούρη στις αποσκευές της γι’ αυτή της την ερμηνεία, ο Γιάννος Περλέγκας, ως Ιατροδικαστής και ο Χρήστος Μαλάκης, ως Πατέρας δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό  για να ανταποκριθούν στις προσκλήσεις της συγκεκριμένης παράστασης. Τέλος, πολύ  καλός είναι κι ο Γιάννης Καπελέρης στον μικρότερο ρόλο που καλείται να ερμηνεύσει.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στο αισθητικό κομμάτι της παράστασης, στα εμπνευσμένα σκηνικά- κουστούμια της Λουκίας Χουλιάρα  και τους φωτισμούς του Νίκου Βλασόπουλου.

 

 

«Σου φυλάξαμε μια θέση», Θέατρο του Νέου Κόσμου

Μια θεατρίνα που ζει με τις μνήμες της, με τα παλιά της κουστούμια, καθισμένη, άλλοτε, στον θρόνο της  κι, άλλοτε, συνομιλώντας με τους δύο μουσικούς, οι οποίοι παίζουν live στη σκηνή, είναι η Ελένη Κοκκίδου στο «Σου φυλάξαμε μια θέση», που έγραψε η ίδια μαζί με  τη Μάρθα Φριτζήλα. Σε κάποια σκηνή, μάλιστα, παρομοιάζει τον ηθοποιό με τον ταυρομάχο και το κοινό με τον ταύρο που είναι έτοιμος να το κατασπαράξει.

 Ο κόσμος του θεάτρου ζωντανεύει με την ηθοποιό να ερμηνεύει φράσεις από την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, τη «Μήδεια» του Ευριπίδη, τον «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ, τη «Λοκαντιέρα» του Γκολντόνι, το «Θείο Βάνια» και τον «Γλάρο» του Τσέχοφ και με απίστευτο αυτοσαρκασμό τη Μάρθα από το «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ» του Άλμπι.

Στην κάτω σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, η παράσταση δίνει στον θεατή τη δυνατότητα να ακούσει κι ένα ποτ-πουρί από αποσπάσματα συνεντεύξεων σπουδαίων προσωπικοτήτων όπως, (η Κατίνα Παξινού, η Μαρία Κάλλας, ο Τζιμ Μόρισσον), ενώ η ίδια η Ελένη Κοκκίδου διαβάζει επιστολές  του Γιώργου Σεφέρη, της Μαρίας Πολυδούρη, της Ελένης Κοντού, του Κονσουέλο Σουνσίν και άλλων.

 Φυσικά, δεν θα μπορούσε να μην εκμεταλλευτεί τον μεγάλο άσσο στο μανίκι της και την εκπληκτική της φωνή, έτσι ώστε οι θεατές να την απολαμβάνουν σε τραγούδια  του Μάνου Χατζηδάκι, του Νίκου Γούναρη, του Γιώργου Μητσάκη, του Μάρκου Βαμβακάρη, αλλά και του Τζιάκο Πουτσίνι, της Μέυ Γουέστ και του Κουρτ Βάιλ με τον Παναγιώτη Τσεβά να τη συνοδεύει με το πιάνο και το ακορντεόν και τον Κώστα Νικολόπουλο με τις κιθάρες και τα ιδιόφωνα.

 

 «Όνειρα Γλυκά», Σύγχρονο Θέατρο

 Μια μετακόμιση γίνεται αφορμή για μια αναδρομή στα παιδικά χρόνια, τις εφηβικές στιγμές, τα όνειρα και τα λάθη μιας γυναίκας, η οποία συνομιλώντας με τον φανταστικό μελλοντικό της εαυτό, συμφιλιώνεται με τους φόβους και τον χρόνο  ξαναβρίσκοντας τον ονειροπόλο εαυτό της.

 Μια γυναίκα η οποία σπούδασε ηθοποιός, αλλά τελικά  την κέρδισε το τραγούδι. Η Σαλίνα Γαβαλά παρουσιάζει τη μουσική παράσταση «Όνειρα Γλυκά» με συνοδοιπόρο της, στη σκηνή του Σύγχρονου Θέατρου, την Ελπίδα, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Αντώνη Λουδάρου.

 Μπροστά από έναν φωτισμένο καθρέφτη καμαρινιού, θυμάται τα χρόνια της στη  δραματική σχολή της Θεσσαλονίκης,  ενώ στο έργο η ίδια ερμηνεύει  τη Νίνα, από τον «Γλάρο» του Τσέχοφ, όπως έκανε για να περάσει στις εξετάσεις. «Είμαι ένας γλάρος…Όχι, ηθοποιός είμαι…»

 Με τη συνοδεία των τριών μουσικών (Γιώργος Τσολάκος: πιάνο, Αχιλλέας Διαμαντής: κιθάρα και Μιχάλης Κεχαγιάς: μπάσο, κρουστ) οι δύο ερμηνεύτριες ταξιδεύουν το κοινό μέσα από αγαπημένες επιτυχίες του ελληνικού πενταγράμμου και για να μην ξεχνάμε τα κόνσπετ μας, το προτελευταίο τραγούδι της παράστασης είναι το «Καληνύχτα μη φοβάσαι»  σε στίχους Λίνας Νικολακοπούλου και μουσική Σταμάτη  Κραουνάκη.

 

«Καληνύχτα μη φοβάσαι

 

δε σε ξέχασε κανείς

 

πάντα εσύ στο τέλος θα ‘σαι

 

η μεγάλη της σκηνής»

 

Μεγάλη επιτυχία της παράστασης, κατά τη γνώμη μου, είναι  η φοβερή σύνδεση των τραγουδιών, όπου το ένα  διαδέχεται το άλλο, σαν να ακουμπούν οι λέξεις στις ιστορίες  κι οι μνήμες στα τραγούδια, κάτι που, πραγματικά, δεν είναι αυτονόητο.

 

 Από τη Γιώτα Δημητριάδη

 

 

 

 

 

 

 

 Για πρώτη φορά στην Ελλάδα παρουσιάζεται η κωμωδία του Φεϋντώ «Η Λεονί εν αναμονή ή το όμορφο κακό» (πρωτ. τίτλος «Leonie est en avance ou le mal joli») σε σκηνοθεσία Αθηνάς Κεφαλά, με τους Μάνια Παπαδημητρίου, Όλγα Δαμάνη, Στέλιο Πετράκη, Βιργινία Ταμπαροπούλου, Μανώλη Γιούργο και Άννα Μωραΐτου, από τις 16 Μαρτίου στη Β’ Σκηνή του Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας. 

 Στη μονόπρακτη κωμωδία του Φεϋντώ «Η Λεονί εν αναμονή ή το όμορφο κακό» η σχέση του ζευγαριού είναι ενδεικτική μιας κραυγαλέας ανισότητας. Η Λεονί, κόρη αριστοκρατικής γενιάς, ο σύζυγός της Τουντού λαϊκής καταγωγής και η οικογενειακή τους κατάσταση είναι ένας συνεχής αγώνας σκληρότητας μέσα σε αντιθέσεις γενεαλογίας. Η Λεονί περιμένει παιδί κι αυτό επιδεινώνει τις ενδοοικογενειακές τους εντάσεις, γιατί οι απαιτήσεις της αυξάνονται και γίνονται παράλογες, παιδεύει τον σύζυγό της, τον αναγκάζει να προβεί σε γελοιότητες, κι αυτός υποκύπτει σ' όλα της τα καπρίτσια. Όταν έρχονται οι γονείς της, ο Τουντού γίνεται αντικείμενο χλευασμού, ειρωνείας, καζούρας, ακόμα και η μαία και η υπηρέτρια του σπιτιού έχουν υποτιμητική συμπεριφορά απέναντί του. Ο σύζυγος της αριστοκρατικής κόρης βιώνει καταστάσεις θηριωδίας. Αυτή η συμπεριφορά δημιουργεί αμήχανες συναντήσεις, κακοτυχίες που διαμορφώνουν το όνειρο σε εφιάλτη, οι ήρωες αφήνονται σ' έναν τρελό αγώνα μιας παράλογης λογικής που γίνεται σουρεαλιστική…

 Η παράσταση μεταφέρει το έργο στις αρχές της δεκαετίας του ’60, με τις αναφορές που δίνουν οι μελετητές στις επιρροές που έχει το παράλογο θέατρο από το Γαλλικό αστικό Θέατρο, του οποίου ο Φεϋντώ είναι ο σημαντικότερος εκπρόσωπoς.

Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Palais Royale (9 Δεκεμβρίου 1911). Ο Φεϋντώ χρησιμοποιεί τις κωμικές καταστάσεις για να ασκήσει δριμεία κριτική στην ευρωπαϊκή αστική τάξη. Το έργο χαρακτηρίστηκε ως «ένα μικρό κόσμημα του διάσημου δραματουργού του Γαλλικού θεάτρου» (un petit bijou du célèbre dramaturge). 

 

 Συντελεστές:

 Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Αθηνά Κεφαλά

 Επιμέλεια κειμένου: Άννα Δαμιανίδη

 Μουσική: Πλάτων Ανδριτσάκης

 Κοστούμια – Σκηνογραφική επιμέλεια: Μαριάννα Ζαχαριάδου  

 Κίνηση: Μυρτώ Δελημιχάλη

 Α' βοηθός σκηνοθέτη: Άννα Μωραΐτου 

Β' βοηθός σκηνοθέτη: Λίντα Πεπέ

Επικοινωνία: Ανζελίκα Καψαμπέλη-Έλενα Γρίβα

Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας

 

Ερμηνεύουν: Μάνια Παπαδημητρίου, Όλγα Δαμάνη,  Στέλιος Πετράκης, Βιργινία Ταμπαροπούλου,  Μανώλης Γιούργος, Άννα Μωραΐτου

 Ευχαριστούμε ιδιαιτέρως το ΒΕΣΤΙΑΡΙΟ, τον Κώστα Κυριακάκη, τη γκαλερί ΗΩΣ, την κα Αριστέα Δαμιανίδη.

 INFO:

Β’ Σκηνή  του Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας

Κεφαλληνίας 18 Κυψέλη

Πληροφορίες – κρατήσεις: 2114117878 (νέο τηλέφωνο επικοινωνίας)

 Ημέρες και ώρες παραστάσεων:

Από 16 Μαρτίου 

Παρασκευή 18.00

Σάββατο 21.00

Κυριακή 21.00

 

Διάρκεια:

1 ώρα και 10 λεπτά

Τιμές εισιτηρίων:

Κανονικό: 15 ευρώ

Μειωμένο: 10 ευρώ

Ατέλειες: 5 ευρώ 

Προπώληση: 

Viva.gr, 11876, Seven Spots, Reload, Media Markt, Ευριπίδης, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων, Αθηνόραμα.gr, Viva Kiosk Σύνταγμα

 

 

 

 

 Το νέο μυθιστόρημα της Μαίρης Βασάλου, με τίτλο «Το χαμένο άλλοθι», παρουσιάστηκε σε μια ζεστή βραδιά στο Café του Ιανού, την προηγούμενη Τετάρτη(21/2).

 

Μπορεί η πόλη να έβραζε λόγω της ψηφοφορία στη Βουλή για την προκαταρκτική της Novartis, και τα Μ.Μ.Ε να είχαν προκηρύξει απεργία, αλλά τα παραπάνω γεγονότα δεν εμπόδισαν φίλους και αναγνώστες να κατακλίσουν τον πάνω όροφο του βιβλιοπωλείου για να τιμήσουν τη συγγραφέα και τους ομιλητές.

Η Μαίρη Βασάλου, μετά τη μεγάλη επιτυχία που γνώρισε με την «Πόρτα» (εκδόσεις Καστανιώτη), επιστρέφει στη συγγραφή με το βιβλίο «Το Χαμένο Άλλοθι» από τις Εκδόσεις Διάπλαση.

Έτσι, με το δικό της μυθιστόρημα, οι Εκδόσεις Διάπλαση εγκαινιάζουν σειρά ενηλίκων. Ο εκδότης Κυριάκος Καραϊσκος δήλωσε: «Η Μαίρη έφερε γούρι στη σειρά. Δεν σκοπεύαμε να ξεκινήσουμε βιβλία για ενήλικες, αλλά αυτό το βιβλίο είναι συγκλονιστικό, δεν μας άφησε περιθώριο».

Η Ελένη Γκίνα, δημοσιογράφος και συγγραφέας, χαρακτήρισε το βιβλίο «σαν ένα μυθιστόρημα παλιάς κοπής, πολυεπίπεδο, που το κλειδί βρίσκεται στον τίτλο του».

Ο Ανδρέας Ροδίτης, στάθηκε στη γλώσσα της Μαίρης Βασάλου που είναι, όπως είπε «υπόδειγμα». Ο δημοσιογράφος, όμως, έκανε ειδική μνεία και στην πλοκή του βιβλίου, το οποίο παρομοίασε με «φιλμ» και συνέχισε: «θα το ευχόμουν, να γίνει ταινία, αν η Βασάλου ζούσε στην Αμερική, θα της το είχαν ήδη ζητήσει για ταινία, ελπίζω όμως να της το ζητήσουν και εδώ».

Η Ευγενία Καριώτη, μέλος και εκείνη του εκλεκτού πάνελ των ομιλητών, ούσα φιλόλογος, έκανε μια πιο αναλυτική παρουσίαση των χαρακτήρων του βιβλίου και των κινήτρων τους, χαρακτηρίζοντας την συγγραφέα ως «μια ανατόμο της ψυχής των ηρώων της, μια βυθοσκόπο που εξερευνά με οξύτητα κάθε πτυχή, αναλύοντας με κοπτερό μαχαίρι».

Η Δήμητρα Γκουντούνα, δεν μίλησε με την ιδιότητα της δημοσιογράφου, αλλά μέσα από την καρδιά της για την αδερφή της Μαίρη Βασάλου και μας συγκίνησε. «Η Μαίρη είναι το ουράνιο τόξο μας, πάντα έπαιρνε το ένα βραβείο μετά το άλλο….Είχε άπειρα χειρόγραφα στα συρτάρια της…» είπε μεταξύ άλλων η κ. Γκουντούνα.

Τέλος, το λόγο πήρε η ίδια η συγγραφέας, που δεν μπορούσε να κρύψει τη συγκίνησή της. Η Μαίρη Βασάλου, αφού ευχαρίστησε έναν προς έναν προσωπικά τους παρευρισκόμενους, αποκάλυψε από πού εμπνεύστηκε την ιστορία του βιβλίου της.

Μας κατέστησε σαφές, πως πρόκειται για ένα αληθινό γεγονός, ενώ η αφορμή για να ξεκινήσουν όλα στάθηκε μια φωτογραφία. Η ίδια μας είπε: «Είδα τη φωτογραφία στο περιοδικό ‘’Εποχή’’ στο Μοναστηράκι, τυχαία, κοίταξα τα μάτια αυτής της κοπέλας, της Όλγας Μιλόσοβα, έτσι την έλεγαν, μου έδιναν την αίσθηση ενός ανθρώπου παρατημένου, που η φωνή του δεν θα ακουστεί…»

Έτσι, λοιπόν, ένα αληθινό γεγονός στην Αθήνα του μεσοπολέμου, που διάβασε μια μέρα στο Μοναστηράκι οδήγησαν σ’ ένα υπέροχο μυθιστόρημα.

Όμως, όπως δηλώνει και η ίδια μπορεί η ηρωίδα της να είναι πλαστή υπάρχει κάτι που παραμένει αληθινό και αυτό είναι οι προκαταλήψεις μας. Η Μαίρη Βασάλου δήλωσε με νόημα : «Τότε η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη για τον ξένο. Τώρα, τόσα χρόνια μετά, τι έχουμε αλλάξει; Φτιάξαμε μια κοινωνία πρότυπο;»

Αποσπάσματα από το βιβλίο διάβασαν με θεατρικότητα, η Όλγα Πολίτου και ο Γιώργος Τσακίρης, ενώ τη βραδιά έντυσαν μουσικά η Μαρία Κανελλοπούλου με την υπέροχη φωνή της και ο Δαυίδ Ναχμιάς στο πιάνο.

 

 

H

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Δεν με εντυπωσιάζουν τόσο τα πλακάτ και οι διαμαρτυρίες κάποιων ανθρώπων έξω από το Θέατρο Ακροπόλ, που έγιναν το τελευταίο διάστημα, με αφορμή την παράσταση «Jesus Christ Superstar». Έχω αποδεχθεί ότι ζω σε μια τριτοκοσμική χώρα, όπου μέλη παραεκκλησιαστικών οργανώσεων μπορούν με ασήμαντη αφορμή να σπείρουν τον πανικό και μάλιστα αγνοώντας και τον λόγο για τον οποίο το κάνουν.

Σήμερα η ψυχολογία της μάζας δρα τόσο ενισχυτικά, που είναι φυσικό να βλέπει κανείς μια ομάδα ανθρώπων να καταστρέφει ένα έργο τέχνης με το έτσι θέλω.

Παρόμοια γεγονότα τα έχουμε ξανασυναντήσει και αν θέλουμε να μιλήσουμε για τη θεατρική πραγματικότητα, ας μην πάμε πολύ μακριά: το «Corpus Christi» στο Θέατρο Χυτήριο ήταν μόλις πριν μια πενταετία, όπου ζήσαμε επεισόδια με τα ΜΑΤ, καθώς έξω από το θέατρο εξελίχθηκαν σκηνές ξυλοδαρμού και μάλιστα με πρωταγωνιστές βουλευτές της Χρυσής Αυγής.

Στην Ελλάδα του 2018, μια θεατρική παράσταση ανεβαίνει και ανεξάρτητα από το καλλιτεχνικό της αποτέλεσμα, επίσημος φορέας της εκκλησίας, όπως είναι ο Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ καταθέτει μήνυση για κακόβουλη βλασφημία.

Η μήνυση αφορά στην παραβίαση των άρθρων 198 και 199 του Ποινικού Κώδικα για κακόβουλη βλασφημία και καθύβριση θρησκεύματος.

Όλα αυτά, είναι ένα κακόβουλο χιλιοπαιγμένο σίριαλ και εδώ ο όρος «σίριαλ» δεν είναι τυχαίος…Χθες τα ξημερώματα, παρακολουθώντας ένα άλλο «σίριαλ» αυτό της ψηφοφορίας στη Βουλή για την προανακριτική της πολύκροτης υπόθεσης  Novartis, έπεσα πάνω σε εκπομπή γνωστού καναλιού…

Χθεσινός τους καλεσμένος, ο Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ για να μιλήσει για τους «βλάσφημους» και «αμαρτωλούς» καλλιτέχνες που «κάθε φορά που έρχεται Σαρακοστή ανεβάζουν τέτοια έργα βλάσφημα, γιατί από πίσω υπάρχει σχέδιο» και άλλα πολλά…Και φυσικά να ξεσηκώσει τον λαό  να συνεχίσει τον αγώνα για την πατρίδα και την ορθοδοξία! Όλα αυτά δεν επιδέχονται κανενός σχολιασμού, τα έχουμε συνηθίσει να ακούγονται συχνά από τους εκπροσώπους της εκκλησίας μας, που πρεσβεύουν την αγάπη.

 Ο δημοσιογράφος της εκπομπής  όμως παρουσιάζοντας τον σεβαστό μητροπολίτη ήταν ακόμη πιο έξαλλος από εκείνον και κουνώντας το δάκτυλο στην οθόνη έλεγε απευθυνόμενος σ’ έναν εκ των πρωταγωνιστών της παράστασης :«Μουτσινά, τι είναι αυτά τα πράγματα!» και συμπλήρωνε:«Είναι αδιανόητο ένα καλό παιδί να παίζει σε αυτά τα βλάσφημα έργα! Όχι κύριε Νίκο…όχι όλα για τα λεφτά!» Το τι ειπώθηκε σ’ αυτά τα περίπου πέντε λεπτά που παρακολούθησα είναι απλώς ανεκδιήγητο και αναρωτιέται  κανείς  που είναι το ΕΣΡ, και αν υπάρχει. Διότι αν το πρόβλημα για τα παιδιά μας είναι μήπως δουν ένα φιλί ομοφυλόφιλων, όπως έγινε τότε με τη σειρά του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, και όχι να ακούσουν ότι όλα ξεκίνησαν από τον βλάσφημο τον Νίκο Καζαντζάκη!

Εν έτη 2018, μια ομάδα ανθρώπων μπορεί να σπέρνει τον πανικό και να εμποδίζει τους καλλιτέχνες να ανεβάζουν μια παράσταση. «Άνθρωποι του Θεού» καταριούνται με την πρόφαση ότι σ’ αυτή την παράσταση ο Θεάνθρωπος παρουσιάζεται, όπως λένε ως κοινός θνητός με πάθη και αδυναμίες. Ποιος Θεός σε ποια θρησκεία δίδαξε το μίσος; Είναι δυνατόν «άνθρωποι του Θεού» να μοιράζουν κατάρες; Και ποια δημοσιογραφική δεοντολογία μας δίδαξε να κουνάμε το δάκτυλο;

Ο Μεσαίωνας είναι εδώ…

Η εκπομπή συνεχίστηκε με το «βελούδινο» διαζύγιο Λιάγκα- Σκορδά.

 «Κύριε Ελέησον»!

 

 

 

Τέσσερις δεκαετίες στο σανίδι, παραστάσεις, ρόλοι, συνεργασίες, ομάδες που διέγραψαν λαμπρή ιστορία αλλά διαλύθηκαν και «τώρα στα γεράματα», όπως μου δηλώνει με έντονη αίσθηση αυτοσαρκασμού και χιούμορ, η ίδια αυτοπροσδιορίζεται ως: «η μούσα του Underground» συνεχίζοντας να ελπίζει στο όνειρο με το οποίο ξεκίνησε να κάνει αυτή τη δουλειά, να υπάρχει καλλιτεχνικά σε μια ομάδα, αλλά ουσιαστικά, καταφέρνοντας να συμπορευτούν όλοι μαζί μ’ ένα κοινό όραμα, όπως τότε.

 «Πήρα σύνταξη και κάνω τρελίτσες, κατάλαβες;» Θα μου πει μ’ ένα αφοπλιστικό χαμόγελο η Αλεξάνδρα Παντελάκη, καθισμένη αναπαυτικά στον καναπέ του δωματίου της, όπου με υποδέχθηκε. Χώρος που μάλλον με καμαρίνι μοιάζει, γεμάτος φωτογραφίες, θεατρικά προγράμματα και αξεσουάρ.

Σαν από κάθε γωνιά του, να σου χαμογελά και ένα γνώριμο πρόσωπο της θεατρικής μας οικογένειας, μια παλιά της συνεργασία, καθένας τους και μια ιστορία. Εκείνη ανάβοντας ένα τσιγάρο και ρουφώντας μια τζούρα μπορεί να σου πει τόσες ιστορίες θεάτρου και ζωής που δύσκολα ξεχωρίζει η μια από την άλλη….

Αυτή την περίοδο την απολαμβάνουμε σε έναν ξεχωριστό ρόλο στη «Φονική Παγίδα» του Ira Levin στο Αγγέλων Βήμα, όμως αυτό δεν της είναι αρκετό. Πάσχοντας από το «σύνδρομο των οκτώ», όπως δηλώνει, κάνει παράλληλα εντατικές πρόβες για το «Ex-Να ψοφήσουν οι πρωταγωνιστές» του Γκαμπριέλ Καλντερόν που θα κάνει πρεμιέρα σε λίγες μέρες(24/2) στο 104.

 

Σας βλέπουμε στη «Φονική Παγίδα» στο Θέατρο Αγγέλων Βήμα. Πείτε μας δύο λόγια για την παράσταση.

Τη «Φονική Παγίδα»( Deathtrap)μου την πρότειναν ο Γιάννης Λασπιάς μαζί με τον Αντώνη Λουδάρο. Τον Γιάννη τον γνώρισα τώρα, είναι νέο παιδί στο χώρο και εξαιρετικός στη δουλειά του, τον Αντώνη τον ήξερα χρόνια, είχαμε συνεργαστεί πολλές φορές και στο Εθνικό Θέατρο. Η διάρκεια των προβών ήταν για εμένα από τις πιο ευχάριστες περιόδους στην καριέρα μου. Είναι απόλαυση να βλέπεις τον Λουδάρο επί σκηνής μυρίζει θέατρο, με την ευκολία που είναι στη κρεβατοκάμαρά του, είναι και στη σκηνή! Επιπλέον είναι και τρομερά γενναιόδωρος συνάδελφος, να σε προστατέψει, να σου «ανεβάσει» τη σκηνή, αλλά ακόμα και στα καμαρίνια σαν μπαμπάς μας να μας βάψει και να μας χτενίσει. Είναι χαρά να δουλεύεις με αυτόν το συνάδελφο,δε χρειάζεται να συγκεντρωθείς στο ρόλο σου, συγκεντρώνεσαι σε εκείνον.

Στην επιτυχία συμβάλλει και το ίδιο το έργο πιστεύετε;

Φυσικά! Το έργο το ξέρουμε όλοι από την ταινία του 1982 με πρωταγωνιστή τον  Michael Caine, αλλά και ο συγγραφέας του έργου, ο Ira Levin, έχει γράψει πασίγνωστα θρίλερ, αρκεί να σκεφτεί  κανείς ότι έχει γράψει το «Μωρό της Ρόζμαρι». Δεν είναι τυχαίο ότι η « Φονική Παγίδα» ήταν από τις μεγαλύτερες  επιτυχίες στην ιστορία  του Broadway. Η δική μας παράσταση έχει και αυτή τρελή επιτυχία και νομίζω, ότι είναι κρίμα που παίζουμε μόνο Δευτερότριτο. Διότι, αν παίζαμε περισσότερες μέρες πάλι γεμάτο θα ήταν το θέατρο. Δεν μπορούσαμε όμως, γιατί ο Αντώνης  (Λουδάρος) πρωταγωνιστεί τις άλλες μέρες στην παράσταση η «Ζωή του όλη» που σκηνοθετεί η Μιμή Ντενίση, όπου οι όροι είναι πιο επαγγελματικοί από την άποψη της αμοιβής. Διότι, εδώ, είμαστε με ποσοστά, 50% το θέατρο και 50% εμείς.

Είμαστε όσοι είμαστε, μπορείς να καταλάβεις …Αλλά και πάλι κάτι μένει. Επειδή παίζουμε γεμάτοι και επειδή το Αγγέλων Βήμα δεν είναι χωρητικότητας  σαράντα θέσεων. Δεν πειράζει που τα λέω αυτά, να τα ξέρει ο κόσμος, για να γνωρίζουν κάτω από ποιες συνθήκες δουλεύουν οι ηθοποιοί.

Στην παράσταση σας βλέπουμε σ’ έναν κόντρα ρόλο. Όχι για παράδειγμα, στον ρόλο της μάνας που κάνετε συχνά.

Έχω βαρεθεί να κάνω τις μάνες από τη σχολή ακόμα, τη Σχολή Κατσέλη, τελείωσα, μου έδιναν τέτοιους ρόλους και του έλεγα του Κατσέλη:«Δάσκαλε, αν κάνω από τώρα τις μάνες, τι θα απομείνει για όταν μεγαλώσω;». Κι εκείνος μου απαντούσε :«τις ίδιες μάνες καλύτερα παιδί μου. Και να ευχαριστείς το θεό που είσαι καρατερίστα και όχι ενζενί, κι έτσι θα έχεις δουλειά μέχρι τα ογδόντα» το είπε και έγινε! Έχω γράψει έναν κατάλογο εδώ σε πόσους Έλληνες ηθοποιούς έκανα την μάνα, πρέπει να είναι πάνω από σαράντα! Μερικοί από αυτούς ήταν μεγαλύτεροι από εμένα…

Όπως ο Λευτέρης Βογιατζής…

Ναι, στο «Θείο Βάνια» που τότε ήμουν 36 χρονών και κάθε μέρα με έβαφε, μου φορούσε περούκα… Μέχρι που κάποια στιγμή μου λέει: «Τα χέρια σου είναι νεανικά» «Εντάξει, ρε Λευτέρη να φορέσω γάντια» και μου είπε με το γνωστό του ύφος : «Ευκολίες, ευκολίες! Όπως όλοι οι Έλληνες ηθοποιοί!» Και τελικά, βάφαμε και τα χέρια!

 

Ο Λευτέρης Βογιατζής με την Αλεξάνδρα Παντελάκη στο "Βόυτσεκ

Τώρα λοιπόν, είστε μέντιουμ;

Ναι, τώρα αυτή η ηρωίδα είναι διαφορετική, είναι Ολλανδέζα, έχει ένα αξάν, προσδίδει σασπένς και χιούμορ στο έργο. Είναι ένας ρόλος περίεργος, μυστηριώδης, αλλά αποφασίσαμε με τον σκηνοθέτη της παράστασης(Γιάννη Λασπιά) να μην την βγάλουμε με το κλισέ της μάγισσας. Την παρουσιάσαμε σαν τη γυναίκα της διπλανής πόρτας και από εκεί, αφήσαμε να προκύψει και η επικινδυνότητά της.

Επομένως, σας αρέσει να δοκιμάζετε πράγματα στη σκηνή;

Εγώ πιστεύω, ότι γίναμε ηθοποιοί για να μεταμορφωνόμαστε. Δε γίναμε ηθοποιοί, ούτε για να δείχνουμε τον εαυτό μας, ούτε για να κάνουμε τις ωραίες. Κάθε φορά, που ο ρόλος είναι μια πρόκληση για μεταμόρφωση, ενθουσιάζομαι!

Είπαμε, προηγουμένως, για το «Ανοιχτό Θέατρο», την εποχή που παίζατε με τον Λευτέρη Βογιατζή. Τότε αντιμετωπίζατε την λογοκρισία, σήμερα ο κλάδος σας έχει άλλα προβλήματα….

Ίσως, μεγαλύτερα…

Ποια είναι αυτά; Πώς βιώνετε τώρα την κατάσταση;

Το «Ανοιχτό Θέατρο» ήταν μια ομάδα που ιδρύθηκε μέσα στη Δικτατορία από τον Γιώργο Μιχαηλίδη και από εμάς, που ήμασταν μωρά τότε, ο Λευτέρης Βογιατζής, που τότε δεν ήταν ο «Λευτέρης Βογιατζής» ήταν ένας ηθοποιός, κανονικός, σαν και εμάς, τη Σοφία Σπυράτου, τη Μαριάννα Τζιραλίδου κ.α. Μπήκαμε και αρχίζαμε και χτίζαμε….και όταν λέω «χτίζαμε» κυριολεκτώ, ήταν το κτίριο που είναι τώρα το θέατρο της Μπέττυς Αρβανίτη. Ήταν μια ηρωική πράξη αυτό το πράγμα και προσπαθούσαμε να ανεβάσουμε έργα, τα οποία να μιλάνε εκ παραβολών. Για παράδειγμα, ανεβάσαμε το «Βόυτσεκ» και το βάλαμε σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης που ούτως ή άλλως είναι, εκεί ήταν σαφής η αναφορά ή τον «Κυριακάτικο περίπατο» που έδειχνε κάποια πράγματα και ήταν και το μεγάλο μας σουξέ. Τότε, όμως, δεν υπήρχε και σε κάθε γωνιά και μια ομάδα. Η κάθε ομάδα που υπήρχε είχε ένα φοβερά σοβαρό λόγο ύπαρξης, είτε να κάνει αντίσταση είτε να προτείνει κάτι. Δεν είναι όπως τώρα, που κάθε παιδί που τελειώνει τη δραματική σχολή κάνει και μια ομάδα. Αυτή η πληθώρα, που υπάρχει τώρα, έχει σαν αποτέλεσμα θεατής να μπερδεύει την «ήρα από το στάρι». Τότε ήμασταν μια μονάδα υπολογίσιμη και ήξερε το κοινό γιατί να μας επιλέξει.

Επιπλέον, δεν μπορώ να πω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η λογοκρισία, το πιο δύσκολο ήταν η φτώχεια, η πείνα, τα ελάχιστα μέσα για να κάνουμε τη δουλειά μας. Αυτό όμως που διαφοροποιούσε εκείνη την εποχή με το σήμερα είναι, πως τότε υπήρχε ένα κοινό όραμα και φοβερή πίστη…

 

Στα χρόνια της Σχολής κάτω αριστερά ο Δημήτρης Καταλειφός.

Η πίστη στον σκηνοθέτη έχετε πει…

Η πίστη στο σκηνοθέτη, ούτως ή άλλως και στο σκοπό για τον οποίο κάνουμε θέατρο. Η πίστη στο σκηνοθέτη με τα χρόνια κακώς ή καλώς έχει ατροφήσει, δηλαδή η νέα γενιά δεν μπορεί να ζήσει με τις προσωπολατρίες που ζούσαμε εμείς και ίσως πολύ καλά κάνει. Γιατί η προσωπολατρία εμπνέει και ένα φόβο και ο φόβος είναι ανασταλτικό πράγμα, ενέχει μια αποποίηση ευθυνών, αυτό πλέον δεν υπάρχει, από την άλλη μεριά όμως,υπάρχει τρομακτικά μεγάλη προχειρότητα! Δεν είναι δυνατόν κάθε ηθοποιός να δουλεύει σε τρεις δουλειές. Δε γίνεται!

Και δουλεύει σε τρεις δουλειές μήπως βγάλει το βασικό! Αναγκαστικά, η ποιότητα θα πέσει. Τότε υπήρχε μια πίστη ότι αυτό που προσφέρουμε στον κόσμο είναι τρομερά σημαντικό, τώρα τα πράγματα γίνονται περισσότερο για να καλύψουν οι ηθοποιοί μια ανάγκη έκφρασης προσωπική. Δεν καταλαβαίνω, πως είναι δυνατόν 700 άνθρωποι που βγαίνουν κάθε χρόνο από τις δραματικές σχολές να έχουν τόση ανάγκη έκφρασης. Γίναμε ξαφνικά όλοι καλλιτέχνες; Έχει κατέβει ο πήχης και με τον θάνατο του Λευτέρη(Βογιατζή) κατέβηκε ακόμη περισσότερο, γιατί ήταν ένα σημείο αναφοράς. Και πραγματικά, μπορείς  να βρεις διαμάντια, ανάμεσα σ’ αυτές τις 1.500 παραστάσεις, αλλά άντε να τα ξεχωρίσεις…

Και τι θα γίνει, πιστεύετε;

Ο χρόνος θα δείξει! Το ποια ομάδα θα αντέξει από όλες αυτές που παίζουν στο φουαγιέ, στο καμπινέ, στον λουτροκαμπνινέ, στην αποθήκη και τον άλλο χρόνο διαλύονται οι περισσότερες. Οι ομάδες που αντέχουν, ήδη, έχουν φανεί οι περισσότερες.

Μετανιώσατε που δεν παραμείνατε σε κάποια ομάδα, όπως τότε με το «Ανοιχτό Θέατρο» ;

Από το «Ανοιχτό» έφυγα τελευταία…Μετά που ήμουν στο θέατρο του Λευτέρη («Σκηνή») πάλι διαλύθηκε. Είναι η μοίρα των ομάδων στην Ελλάδα. Σου μιλάω για ομάδες τρομακτικές ακόμα και το «Ελεύθερο», που ήταν η ιστορική ομάδα κάποια στιγμή διαλύθηκε, αφού όμως είχαν παράξει πολύ σπουδαίο έργο.

Θα ήθελα ιδανικά να ανήκω σε μια ομάδα, αλλά σε ομάδα! Κάπου, που να έχουμε κοινούς στόχους και να πορευόμαστε μαζί καλλιτεχνικά, δηλαδή γι’ αυτό έγινα και ηθοποιός. Δεν την έχω εγκαταλείψει αυτή τη φιλοδοξία. Οι άνθρωποι της ηλικίας μου, όμως, όπως βλέπεις κάνουν μεμονωμένο θέατρο. Δεν έχω μια ομάδα εγώ με τον Δημήτρη Καταλειφό, τον συμμαθητή μου, και αν συνεργαστούμε, θα γίνει για ένα έργο και από πίσω θα είναι τα Αθηναϊκά Θέατρα.

Φαντάζομαι για λόγους βιοποριστικούς….Όπως μου λέγατε και πριν.

Ναι, γιατί και εγώ και ο Καταλειφός και οι άνθρωποι της γενιάς μου, είχαμε μάθει να ζούμε από το θέατρο. Δεν εννοούνταν να μην πληρωνόμαστε τις πρόβες, τα δώρα των Χριστουγέννων, τα επιδόματα μας, όλα κανονικά. Θα μου πεις τότε υπήρχε και ο θεσμός των επιχορηγήσεων ή τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ στα οποία θήτευσα επί μακρόν. Εγώ ήμουν τυχερή, είχα δουλέψει στη Λάρισα με τον Κώστα Τσιάνο, στην Πάτρα, με την Μάγια Λυμπεροπούλου. Τότε ήταν η άνθιση των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ και έγιναν ωραίες παραστάσεις και εκτός Αθηνών. Εμείς πληρωνόμασταν μέχρι δεκάρας και ζούσαμε από τη δουλειά μας, οι σημερινοί ηθοποιοί δεν ζουν από τη δουλειά τους, ούτε θα ζήσουν ποτέ. Στη παράσταση που ετοιμάζουμε τώρα, που παίζουν μαζί μου νέα παιδιά, όλα μα όλα, κάνουν άλλη δουλειά και έρχονται πεθαμένα στην πρόβα, γιατί δουλεύουν σε μπαρ. Και μετά από την παράσταση τι θα βγάλουν; Όταν το θέατρο έχει 40 θέσεις και είμαστε εφτά και πρέπει να βγει και το  νοίκι! Θα ήθελα να ήμουν στον Τάρλοου ή στην Μπέττυ Αρβανίτη που πληρώνει! Αυτούς που πληρώνουν πρέπει να τους κάνουμε ένα άγαλμα πλέον….

Εύλογα, λοιπόν, θα ρωτούσε κανείς, τι κάνετε εσείς, με τόση εμπειρία, σ’ αυτά τα θέατρα;

Εγώ, επειδή είχα την τύχη και έβγαλα σύνταξη, κάνω τρελίτσες τώρα! Έτσι ξαφνικά, σ’ αυτή την ηλικία που είμαι, έγινα η μούσα του Underground… (γέλια).Εκεί που ήμουν στο Εθνικό βασίλισσα επί (Νίκου) Κούρκουλου, ήρθε ο (Γιάννης) Χουβαρδάς και πάνε οι παλιοί… Έρχεται ο (Σωτήρης)Χατζάκης επιστρέφω πάλι, αναλαμβάνει ο (Στάθης) Λιβαθινός έχει κλείσει το ρεπερτόριο και μέχρι του χρόνου δεν είμαι πουθενά….Σήμερα, ή το Εθνικό θα σε πάρει ή η Στέγη για ένα τρίμηνο να σε πληρώνει ή το Ωνασείο, που κάνει μόνο όπερες, αλλά δεν τραγουδάω. Παρ’ όλα αυτά και έτσι, ως «μούσα του Underground», έχω κάνει δουλειές που τις έχω απολαύσει πολύ, χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το περσινό με την «Παράλειψη της Οικογένειας Κόλεμαν» ένα έργο καρδιάς του Κλαούντιο Τολκατσίρ (σκην. Μαριτίνα Πάσσαρη).

Στην παράσταση η «Παράλειψη της Οικογένειας Κόλεμαν» στη Β' σκηνή του Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας 

Έχετε κάνει και πολλές τηλεοπτικές δουλειές αυτές τις ευχαριστηθήκατε εξίσου;

Επειδή εμείς μεγαλώσαμε με τη λάθος αντίληψη «τηλεόραση-φτου-κακά» αναγκάστηκα να κάνω τηλεόραση, όταν αρρώστησε ο πατέρας μου και στην αρχή το έκανα με πίεση. Μετά από λίγο καιρό, όμως, ανακάλυψα ότι είναι ένα μέσον, που αν το εκμεταλλευτείς σωστά είναι τρομερά εποικοδομητικό για έναν ηθοποιό, διότι έχει το «εδώ και τώρα». «Τώρα θα κλάψεις», «Τώρα θα πεθάνεις» αναφέρομαι στη «10η Εντολή» που στις έξι το πρωί έπρεπε να πεθάνεις, δεν υπήρχε η δυνατότητα να το μελετήσεις στο σπίτι σου. Αυτό σε κρατάει σε μια κατάσταση ετοιμοπόλεμη του να μη σκέφτεσαι, να μην υπεραναλύεις, να μη φοβάσαι, να τα δίνεις όλα στο εδώ και το τώρα! Αυτά είναι τρομακτικά εργαλεία για τη δουλειά μας.

Την αναγνωρισιμότητα πώς τη διαχειρίζεστε;

Μόνο χαρά μου δίνει! Δεν καταλαβαίνω τους συναδέλφους που λένε το αντίθετο. Αφού ξέρω ότι με το «Ευτυχισμένοι μαζί» μπήκα στα σπίτια όλης της Ελλάδας, είχαμε ένα ποσοστό 40% και τώρα το βλέπουν και οι επόμενες γενιές. Είναι φυσικό λοιπόν, ο κόσμος να μου μιλάει στο δρόμο και έχω και τα «τυχερά» μου!

Δηλαδή;

Οι ταξιτζίδες δεν μου παίρνουν λεφτά, πάω στα νοσοκομεία και μου λένε: «περάστε». Έβγαλα σύνταξη πολύ πιο γρήγορα στο ΙΚΑ, γιατί με αναγνώρισαν οι κυρίες εκεί. Πήγε η Λυδία Κονιόρδου και έκανε τρία χρόνια να βγάλει! Εντάξει αυτό είναι αδικία, τεράστια αδικία μιλάμε για την μεγαλύτερη Ελληνίδα τραγωδό, σκασίλα τους! Αυτοί βλέπουν τηλεόραση! Πέρα από αυτά τα οφέλη, που τα λέμε για να γελάσουμε, εμένα με συγκινεί αυτή αγάπη του κόσμου. Καταρχάς δεν με λένε «Αλεξάνδρα» με λένε «Κυρία Ιφιγένεια» γεγονός που σημαίνει ότι ήμουν καλή στο ρόλο και πως με αγαπήσαν και αυτό θα μου προκαλεί θλίψη; Τόση διαστροφή δεν την αντέχω…

Είναι λίγο «δηθενιά» όλο αυτό από κάποιους συναδέλφους σας;

Αν ήμουν τόσο διάσημη, σαν την Βουγιουκλάκη, να μην μπορούσα να βγω από το σπίτι, μπορεί και να είχα θέμα. Τι να σου πω; Εγώ δεν είμαι. Μπορώ και το διαχειρίζομαι. Ούτε πήραν τα μυαλά μου αέρα σ’ αυτή την ηλικία. Ήταν πολύ αργά για να γίνει αυτό. Επίσης, κάνει και άλλο καλό η τηλεόραση. Αυτοί που σ’ έχουν δει στο «Ευτυχισμένοι μαζί» έχεις μια ελπίδα να έρθουν στο θέατρο. Θυμάμαι κάποτε που ο μακαρίτης ο Μηνάς ο Χατζησάββας έπαιζε «Άμλετ» στο θέατρο του Μιχαηλίδη και τον ίδιο καιρό παιζόταν η «Αναστασία» και έλεγε :«Δόξα τον Θεό που προβάλλεται και η σειρά, γιατί όσοι την βλέπουν έχουν την ευκαιρία να μάθουν και τον Σαίξπηρ». Δεν είναι πάντα κακή η τηλεόραση, άσε που ήταν και υπέροχη σειρά η «Αναστασία».

Και είχατε κάνει και μαζί πολλά μαζί με τον Μηνά Χατζησάββα…

Ναι, το πουλάκι μου, εξαιρετικός συνάδελφος, αυτός λείπει πολύ….

Οπότε είστε ανοιχτή και σε τηλεοπτικές προτάσεις…

Μακάρι να μπορούσα να ξανακάνω τηλεόραση, αλλά πρέπει να εξοριστώ στην Κύπρο για να πληρωθώ. Εδώ, βλέπεις τι γίνεται, έκοψαν ακόμα και την «Παρθένα Ζωή» που έκανε νούμερα που να παίξω; Στο «Τατουάζ»; Δεν με παίρνουν…

Δεν έχετε πάει στο «Survivor» γι’ αυτό μάλλον…Εκεί πήραν τον «Ντάνο».

Ε, ναι! Όταν φτάσαμε ένας λαός να βλέπουμε «Survivor» μετά θα κάνουμε και το συλλαλητήριο στο Σύνταγμα, αυτά είναι αλληλένδετα! Το μυαλό έχει φτάσει στον πάτο! Αυτός που βλέπει αυτή τη σαχλαμάρα σίγουρα θα πάει μετά και στο Σύνταγμα να αποφασίσει δεν ξέρω γιατί...

Για την Μακεδονία, λένε…

Ναι, και τώρα θυμήθηκαν τη «Novartis» και μετά κάτι άλλο…για να πουλάνε τα κανάλια. Είναι ανέκδοτο αυτό το πράγμα.

Ας, επανέλθουμε όμως στα δικά σας. Μου έκαναν  μεγάλη εντύπωση δύο περιστατικά από την πορεία σας. Το ένα ήταν ότι στην παράσταση «Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού» μάθατε σε λίγα εικοσιτετράωρα και τα λόγια σας και τη νοηματική(!) και ότι κάποτε χάσατε την μητέρα σας αλλά συνεχίσατε να παίζετε….

«Οι αντικαταστάσεις σώζουν ζωές», αυτός είναι ο τίτλος! Είναι απαραίτητες στο θέατρο και αλίμονο αν δεν είναι έτοιμος ο ηθοποιός να τις κάνει. Τότε με την μητέρα μου, ήμουν εικοσιέξι χρονών, δούλευα στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με σκηνοθέτη τον Γιώργο Σεβαστίκογλου. Ο ίδιος είχε κάνει τη διασκευή του κειμένου και είχε προσθέσει το ρόλο της υπηρέτριας, της χήρας Λουτσέτα. Εγώ λοιπόν ήμουν η υπηρέτρια της Κατερίνα, της στρίγγλας, ρόλο που υποδυόταν η Μάγια Λυμπεροπούλου. Εκείνη την περίοδο, λοιπόν, πέθανε η μητέρα μου. Ενώ ήμουν στο θέατρο με ειδοποίησαν ότι αργοσβήνει. Ο τότε καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ, Σπύρος Ευαγγελάτος, φροντίζει ώστε αμέσως μετά την παράσταση να φύγω για την Αθήνα. Δυστυχώς, δεν την πρόλαβα για λίγα λεπτά. Όταν έφτασα στο νοσοκομείο, είχε ήδη φύγει· δεν την πρόλαβα για δέκα λεπτά. Μετά την κηδεία, πήρα το αεροπλάνο και το βράδυ έπαιξα κανονικά στην παράσταση.

Αυτό ήταν ότι πιο δύσκολο σας έχει συμβεί στη σκηνή;

Όχι και να σου εξηγήσω γιατί. Πέραν του ότι με βοήθησε πολύ ο Σπύρος Ευαγγελάτος, που ήταν πολύ κοντά στους ηθοποιούς σ’ αυτά τα θέματα, εγώ σ’ αυτό το τραγικό: «Πέθανε η μάνα μου και έπαιζα» θα απαντούσα : « Ευτυχώς που έπαιζα» γιατί είσαι εκτός σπιτιού και το μυαλό σου απασχολείται με κάτι άλλο για να μην βουλιάξεις τελείως στο πένθος. Σε βοηθάει αυτό το πράγμα, μπορεί την ίδια μέρα να είναι κάπως επώδυνο, αλλά γενικά, είναι καλό να απασχολείσαι με κάτι άλλο, αλλιώς σε παίρνει από κάτω η απώλεια. Αντίθετα, θα θεωρούσα πολύ πιο δύσκολο το να παίζω άρρωστη, το οποίο, βεβαίως έχει συμβεί σ’ όλους. Θυμάμαι στο Θεσσαλικό που έπαιζα με τρομερούς πόνους περιόδου και ενέσεις καθισμένη σε καρέκλα.

Έχετε δηλώσει ότι «Το θέατρο ήταν τελείως διαφορετικό από αυτό που ονειρευόμουν». Τι ονειρευόσασταν κ. Παντελακη;

Αυτό που σου είπα πριν, ονειρευόμουν ομάδα! Το μεγαλύτερο πλήγμα για εμένα ήταν η διάλυση της «Σκηνής» γιατί ήταν η ομάδα, των ομάδων! Το θέατρο που έκαναν όλοι αυτοί οι σπουδαίοι άνθρωποι μαζί και δεν μου άρεσε που είδα ότι έφυγε αλλού ο Βασίλης (Παπαβασιλείου), αλλού η Άννα (Κοκκίδου), αλλού ο Τάσος (Μπαντής). Θα μου πεις, ήταν τόσο ισχυρές προσωπικότητες που θα ήταν αδύνατον να συνυπάρξουν. Απόδειξη ότι ο καθένας έκανε το δικό του θέατρο! Όπως είχε πει κάποιος : «Αυτό δεν ήταν ‘’Σπασμένη στάμνα’’ ήταν ‘σπασμένη μήτρα΄΄! Εφτά θέατρα βγήκαν!» Εγώ όμως είχα πιστέψει πολύ, ήθελα αυτοί οι φωτισμένοι άνθρωποι να μείνουν μαζί.

Σε λίγες μέρες, έχετε πάλι πρεμιέρα, πείτε μας για την νέα παράσταση.

Ως μούσα του Underground και με τον φόβο του κενού, γιατί η «Φονική παγίδα» παίζεται μόνο δύο φορές την εβδομάδα, είπα «ναι» και σ’ αυτή τη δουλειά. Γιατί ο ηθοποιός έχει αυτό που λέει ο Βουτσάς, το «σύνδρομο των οκτώ» το ξέρεις αυτό;

Όχι…

Α, είναι αυτό το πολύ γνωστό σύνδρομο, που λέει ότι στις οκτώ ανεβάζω πυρετό, γιατί όλοι είναι στην κουΐντα και εγώ τι κάνω ο μαλάκας σπίτι μου! (γέλια). Αυτό βέβαια, δεν έχει καμία σχέση με τέχνη έχει σχέση με ψυχοπαθολογία για να λέμε και του στραβού το δίκιο.

Και τι θα κάνετε λοιπόν για να απαλλαγείτε αυτού του συνδρόμου;

Η παράσταση λέγεται «Ex-Να ψοφήσουν οι πρωταγωνιστές» και σκηνοθετεί ο Πάνος Κούγιας, το έργο δεν έχει καμία σχέση με πρωταγωνιστές θεάτρου, αφορά τους πολιτικούς και το έγραψε ο Ουρουγουανός Γκαμπριέλ Καλντερόν. Η πρεμιέρα θα γίνει στις  24 Φεβρουαρίου στο «104» και θα παίζουμε Σαββατοκύριακα. Στη σκηνή θα δείτε τον Αργύρη Γκαγκάνη, την Δάφνη Μανούσου, τον Ιωάννη Αθανασόπουλο, τον Αδριανό Γκάτσο, τον Χρήστο Καρανικόλα και τη  Γεωργία Παντέλη. Σύμφωνα με την υπόθεση, η Άννα, μια νέα που προσπαθεί να μάθει την αλήθεια για το τί συνέβη στην οικογένειά της την περίοδο της δικτατορίας στην Ουρουγουάη, αποφασίζει, με τη βοήθεια του εφευρέτη συντρόφου της, του Ταδέο, να συγκεντρώσει ξανά όλους τους συγγενείς της γύρω απ’ το χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Με τη βοήθεια μιας χρονομηχανής που έχει κατασκευάσει ο Ταδέο, συγγενείς απ’ το παρόν και απ’ το παρελθόν, ζωντανοί και νεκροί, μαζεύονται σ’ ένα παράξενο δείπνο δημιουργώντας τραγελαφικές καταστάσεις και προκαλώντας απροσδόκητες εξελίξεις.

 

 

 

 

 

 

 

«Το να αγαπάς τους ανθρώπους είναι εύκολο. Το να αγαπάς έναν άνθρωπο, αυτό είναι κάτι διαφορετικό. Κάτι που θα σε φέρει ακριβώς στην κόψη».

Tο πολυβραβευμένο έργο «Φεγγίτης» (Skylight) ‒Tony Καλύτερης Παράστασης (2015) και Olivier Καλύτερου Έργου (1996)‒ του Βρετανού θεατρικού συγγραφέα, σεναριογράφου και σκηνοθέτη David Hare ανέβηκε για πρώτη φορά το 1995 στο Λονδίνο από το Εθνικό Θέατρο και αργότερα παίχτηκε με μεγάλη επιτυχία στο West End και στο Broadway.

Στην Ελλάδα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά έναν χρόνο αργότερα (σεζόν 1996-1997) στο Θέατρο των Εξαρχείων με τον τίτλο «Γυάλινος Ουρανός», σε σκηνοθεσία του Τάκη Βουτέρη και με τον ίδιο να πρωταγωνιστεί μαζί με την Αννίτα Δεκαβάλλα.

Έπειτα από είκοσι δύο χρόνια ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης με τη νέα μετάφραση της Μιρέλλας Παπαοικονόμου έρχεται να μας συστήσει και πάλι το έργο του συγγραφέα που στη χώρα μας έγινε γνωστός παρά τα τριάντα(!) κείμενά του κυρίως με τις δύο ταινίες του που ήταν υποψήφιες για Όσκαρ ‒ «Οι Ώρες», Στίβεν Ντάλντρι (2002), «Σφραγισμένα Χείλη», Στίβεν Ντάλντρι (2008).

Σύμφωνα με την ιστορία, ένα χειμωνιάτικο παγωμένο βράδυ στο Λονδίνο ο επιτυχημένος επιχειρηματίας Τομ Σάρτζεντ (Δημήτρης Καταλειφός) εμφανίζεται απρόσμενα στο διαμέρισμα της Κύρα Χόλις (Λουκία Μιχαλοπούλου), τρία χρόνια μετά το τέλος της ερωτικής σχέσης τους.

Λίγο πριν έχει κάνει την εμφάνισή του και ο γιος του, ο Έντουαρντ (Μιχάλης Πανάδης), για να ενημερώσει την Κύρα για τη «δύσκολη» κατάσταση που βιώνει ο πατέρας του μετά τον θάνατο της μητέρα του από καρκίνο πριν από έναν χρόνο.

Ο Τομ είναι ένας εύπορος ιδιοκτήτης χώρων εστίασης και μετά τον χαμό της συζύγου του επιδιώκει επανασύνδεση με την πρώην ερωμένη του, την Κύρα, η οποία έχει γυρίσει σελίδα στη ζωή της και πλέον εργάζεται ως δασκάλα σε ένα σχολείο στην πιο υποβαθμισμένη περιοχή του Λονδίνου.

Οι δυο τους κατά τη διάρκεια της βραδιάς, παρά τις διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις τους, την αντίληψή τους για τη ζωή και τα προβλήματα του παρελθόντος, θα επιχειρήσουν να επανεξετάσουν τη σχέση τους ‒ για να διαπιστώσουν αν η παλιά φλόγα ανάμεσά τους μπορεί να αναζωπυρωθεί.

Αυτή είναι μια φαινομενικά απλή συναισθηματική ιστορία στον «Φεγγίτη». Ωστόσο  δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με έναν απωθημένο έρωτα, με την παράνομη σχέση του Τομ και της Κύρα, που παρέμενε μυστική για έξι χρόνια μέσα στο ίδιο το σπίτι του πρώτου. Αντίθετα, αυτή αποτελεί μόνο το πλαίσιο για να αποκαλυφθούν η μοναξιά και η απελπισία που βιώνουν οι ήρωες.

Οι δυο τους είναι καταδικασμένοι σε έναν κόσμο ειδώλων, με την Κύρα να επιλέγει τον ρόλο του μεσσία που θέλει να σώσει τον κόσμο και τους κατατρεγμένους. Η ίδια αναφέρει για τη δουλειά-«αποστολή» της: «Ξυπνάω στις πέντε και τέταρτο με πεντέμισι. Μέχρι να σταματήσει το ξυπνητήρι. Σκέφτομαι: ‘‘Τι κάνω; Γιατί το κάνω όλο αυτό; […] Θέλω να πω, όταν είσαι δάσκαλος, το μόνο πράγμα που έχει αξία… είναι να βρεις έναν καλό μαθητή».

Ο Τομ, από την άλλη, διαλέγει το είδωλο του επιτυχημένου επιχειρηματία και του κυρίαρχου άνδρα που ελέγχει τους πάντες, νιώθοντας σαφώς ανώτερός τους ‒«Όταν ξεκινάς ένας λαϊκός άνθρωπος, ένα πράγμα γλιτώνεις, τη μελοδραματική ψευδαίσθηση ότι οι λαϊκοί άνθρωποι έχουν κάτι να σε διδάξουν»‒, διατηρώντας την αυταπάτη ότι όλα μπορούν να του συγχωρεθούν και φυσικά η απιστία ‒ από τη σύζυγό του.

Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης καταθέτει μια ιδιοφυή σκηνοθετική προσέγγιση. Μελετώντας ενδελεχώς το έργο, δεν μένει στο προφανές, στην ερωτική ιστορία. Αντίθετα, χτίζοντας πίσω από αυτή, επιλέγοντας τον δρόμο του ρεαλισμού, όπως προτάσσει και ο συγγραφέας, δουλεύει εξονυχιστικά τις λεπτομέρειες με τους σπουδαίους πρωταγωνιστές, αφήνοντας να φανερωθούν στη σκηνή οι ουσιαστικές σχέσεις, τα βαθύτερα «θέλω» των χαρακτήρων και μέσω των λεκτικών διαξιφισμών τους όλα τα πολιτικοκοινωνικά μηνύματα του Hear, που, αν και έχουν περάσει είκοσι τρία χρόνια από τότε που γράφτηκε το έργο, τολμώ να πω ότι η καθολικότητά τους το κάνει –ή θα το κάνει– κλασικό.

Όσο οι ήρωες ετοιμάζουν ένα απλό σπαγγέτι, βράζουν στο ζουμί τους, όπως τα μακαρόνια στην κατσαρόλα, μέχρι που κάποια στιγμή εκρήγνυνται.

Η παράσταση δεν θα ήταν τόσο σπουδαία αν τον ρόλο του Τομ δεν έπαιζε ο Δημήτρης Καταλειφός και την Κύρα δεν υποδυόταν η Λουκία Μιχαλοπούλου.

Ο Δημήτρης Καταλειφός με την εμπειρία και τη σκηνική μαεστρία του αποδίδει μοναδικά αυτό τον νάρκισσο καπιταλιστή άνδρα που γίνεται ένα παιδί, εκλιπαρώντας για την αγάπη. Εξαιρετικός στο δεύτερο μέρος, είχε την αξιοπρέπεια και την πικρόχολη ειρωνεία με τις οποίες η υπερήφανη φύση του Τομ αντιμετωπίζει την απόρριψη.

Η Λουκία Μιχαλοπούλου με αυτή την παράσταση αναδεικνύεται στην απόλυτη πρωταγωνίστρια. Αυτό το γνωρίζουμε εδώ και πολλά χρόνια –προσωπικά, από τότε που την είδα στο «Bella Venezia» του Γιώργου Διαλεγμένου (2005-2006) σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Βογιατζή– και μας το αποδεικνύει συνεχώς. Ηθοποιός που δεν επαφίεται στις δάφνες και στα βραβεία, δίνει με την Κύρα της μια ερμηνεία που δεν μπορεί παρά να σε καθηλώσει.

Παρούσα στη σκηνή από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό της παράστασης, με μοναδικό εσωτερικό ρυθμό, εξαιρετική τεχνική που δεν φαίνεται, αλλά δουλεύεται ακούραστα και μεθοδευμένα, καταθέτει μια ερμηνεία λεπτών αποχρώσεων, ξεπερνώντας κατά πολύ τα συνήθη μέτρα. Από τα μάτια της Μιχαλοπούλου περνάνε πραγματικά όλα όσα βίωσε η Κύρα σε αυτή τη σχέση και ο θεατής δεν μπορεί να μείνει ασυγκίνητος, κυρίως με τη σπαρακτική ερωτική εξομολόγησή της λίγο πριν από το φινάλε: «Σ’ αγαπάω, που να πάρει. Ακόμα σ’ αγαπάω. Σ’ αγάπησα όσο δεν αγάπησα κανέναν άλλο στον κόσμο. Αλλά δεν θα σ’ εμπιστευτώ ποτέ, ύστερα απ’ αυτό που έγινε».

Στον ρόλο του δεκαοκτάχρονου γιου βλέπουμε τον Μιχάλη Πανάδη, που ξεχωρίσαμε πέρυσι στην «Παράλειψη της Οικογένειας Κόλεμαν» (σκην. Μαριτίνα Πάσσαρη) και τώρα με τη δυναμική ερμηνεία του στέκεται επάξια στον «Φεγγίτη» και ως Έντουαρντ. Σαν άλλος αγγελιαφόρος αρχαίας τραγωδίας, μεταφέρει με την ορμή της νιότης τα γεγονότα που έχουν συμβεί στη ζωή της οικογένειας όσο η Κάρυ ήταν απούσα.

Πατέρας (Δημήτρης Καταλειφός) και γιος (Μιχάλης Πανάδης) δεν συναντιούνται ποτέ στη σκηνή, έχει όμως μεγάλο ενδιαφέρον, σκηνοθετικά και από γραφής, το πώς εισβάλλουν ουσιαστικά με τον ίδιο τρόπο, αν και με τις διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες και κοσμοθεωρίες τους, στο σπίτι της Κύρα (Λουκίας Μιχαλοπούλου) και σε κάνουν να σκεφτείς πως ο ένας είναι η συνέχεια του άλλου, όσο και αν δεν θέλουν να το παραδεχτούν.

Το ίδιο συμβαίνει και με την απομονωμένη ηρωίδα όμως, που πριν από χρόνια αποφάσισε να ζήσει μαζί τους για να ξεφύγει από τον πατέρα της και τώρα έχει καταλήξει να είναι ίδια με εκείνον. Τα φροϋδικά συμπλέγματα κάνουν πάρτι στο έργο, δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι γίνεται αναφορά και στο βιβλίο του πατέρα της ψυχανάλυσης.

Αποκαλυπτικό της ατμόσφαιρας του έργου είναι και το συνθετικό αρχιτεκτονικό σκηνικό της Αθανασίας Σμαραγδή, που επέτρεπε μια διεισδυτική ματιά στο διαμέρισμα της ηρωίδας. Φωτισμένο ιδανικά από τον Αλέκο Γιάνναρο και με τα κοστούμια της Μαρίας Κοντοδήμα να συμβάλλουν στο αισθητικό αποτέλεσμα.

Τέλος, θα ήθελα να κάνω ειδική μνεία στη μουσική του Μίνωα Μάτσα, καθώς ένας άλλος κόσμος γεννήθηκε για την παράσταση και συμπορεύτηκε μοναδικά μαζί της. Μαγική!

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

 

Δεν είναι συνηθισμένη περίπτωση ηθοποιού. Είναι μια καλλιτέχνις που ψάχνεται συνεχώς, εναποθέτοντας κάθε κομμάτι της ζωής που την εξιτάρει στη σκηνή, γι’ αυτό και οι ερμηνείες της μένουν αξέχαστες.

Τα τελευταία χρόνια η Μαρία Πρωτόταππα έχει αποδείξει ότι δεν είναι μόνο σπουδαία ηθοποιός. Μπορεί άνετα να καθίσει στην καρέκλα του σκηνοθέτη «με τα εργαλεία του ηθοποιού», όπως παραδέχεται στο texnes-plus, και να ανεβάσει παραστάσεις που κάνουν αίσθηση.

Στην έκτη σκηνοθετική δουλειά της θα αναλάβει να σκηνοθετήσει μόνο τον εαυτό της, από τις 27/2, στη Β΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας.

Έμπνευση για την παράσταση αποτέλεσε το βιβλίο «Αναμνήσεις δι’ αλληλογραφίας» (εκδ. Ίκαρος, μτφρ. Μαρίας Παλαιολόγου), που έγραψε η Κολομβιανή ζωγράφος Έμμα Ρέγιες έπειτα από προτροπή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και, όπως μου εξομολογήθηκε, σε αυτή τη δουλειά «τη νοιάζει το παιδάκι»… Αυτό το κοριτσάκι λοιπόν, που με τα μαγικά πινέλα του τη γοήτευσε τόσο πολύ, προσπαθήσαμε να γνωρίσουμε λίγο καλύτερα, πριν από την πρεμιέρα, μέσω μιας σύντομης κουβέντας ανάμεσα σε εντατικές πρόβες.

 

Τι σε γοήτευσε στην ιστορία της Έμμα Ρέγιες και αποφάσισες να την παρουσιάσεις στη σκηνή;
Ήθελα να νιώσω την περιπλάνηση στο τυχαίο, στην ελεύθερη πορεία. Ζω λες και μπορώ να ελέγξω το σήμερα, το τώρα. Η αγωνία να παραμείνω ασφαλής σε γνώριμα μέρη είναι μεγάλη και περιορίζει το ζωτικό χώρο και τη χαρά. Τα αναπάντεχα της ζωής με έκαναν να νιώσω τέτοιες στιγμές ηδονής και ευφορίας, που θέλησα να τις βρω σε μια ξένη ζωή, όπου κάθε μέρα όλα ήταν αβέβαια και ζωντανά. Για να ξεφοβηθώ δανείζομαι την εμπειρία της Έμμα.

Αυτή η παράσταση είναι η έκτη σκηνοθετική δουλειά σου. Ποια ανάγκη σε οδηγεί κάθε φορά στην καρέκλα του σκηνοθέτη;
Ίσως δεν πρόκειται για ανάγκη. Ασχολούμαι τριάντα τέσσερα χρόνια με το θέατρο. Είναι ο τρόπος ζωής μου. Αυτή τη δουλειά δεν τη σκηνοθετώ. Τη φτιάχνω ως ηθοποιός με τα εργαλεία του. Δεν με νοιάζει η τέχνη σήμερα. Με ενδιαφέρει το παιδάκι. Η Έμμα. Σε όλα τα άλλα θα ήθελα να βάλω μια μεγάλη φωτιά και να τα εξαφανίσω.

Μετά τη μεγάλη επιτυχία του «Αύγουστου», που συνεχίζεται στο Θέατρο «Δημήτρης Χορν», θα σε δούμε σε ένα μικρό θέατρο, μόνη στη σκηνή. Εδώ ποιο είναι το καλλιτεχνικό στοίχημα;
Μακάρι να μην ήταν καν θέατρο. Να μη χρειάζονταν τίτλοι, παρουσιάσεις, δηθενιές. Στη Β΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας πήγα γιατί ήταν σαν να με φώναξαν στο «σπίτι» τους ο Αλέξανδρος και η Μαίρη. Και θα περάσει κάποιος κόσμος για βόλτα. Θα είμαστε παρέα.

Στο δελτίο Τύπου της παράστασης η Ράγιες αναφέρεται ως «ένας θηλυκός Όλιβερ Τουίστ». Ο Ντίκενς είχε δηλώσει: «Με τις περιπέτειες και τη δυστυχισμένη ζωή του μικρού Όλιβερ θέλησα να αποδείξω ότι το πνεύμα του καλού καταφέρνει πάντα να υπερνικά κάθε αντίξοη περίσταση και τελικά να θριαμβεύει». Συμβαίνει το ίδιο και με τη Ράγιες;
Στην Έμμα δεν τίθεται θέμα καλού κακού. Δεν υπάρχει τέτοιο δίλημμα. Τα διλήμματα ηθικής φύσεως μοιάζουν με ανθρώπινες κατασκευές. Εδώ το ζήτημα είναι η επιβίωση και ο χώρος η πραγματική ζωή. Η Έμμα δεν προτείνει καλοσύνη. Δεν προτείνει τίποτα. Είναι αθώα και υπάρχει. Έχει μια ευκολία να ξεκινά από την αρχή. Χωρίς να μεμψιμοιρεί.

Η Έμμα Ρέγιες έστειλε στο φίλο της, τον ιστορικό Χερμάν Αρσινιέγας, την πρώτη από τις είκοσι τρεις επιστολές που περιγράφουν τις σκληρές συνθήκες μέσα στις οποίες κύλησε η παιδική της ηλικία. Αυτές οι συνθήκες πιστεύεις ότι καθόρισαν και τα έργα της;
Η ίδια λέει σε συνέντευξη ότι ζωγραφίζει βουβά ουρλιαχτά. Συνάντησε πολύ κόσμο στο διάβα της. Πολλές απίθανες ιστορίες καθημερινών ανθρώπων. Ενώθηκε μαζί τους. Έλιωσε μαζί τους. Ήταν μία από το πλήθος. Δεν ήταν η ασφαλής καλλιτέχνις που έκλεβε από τα παράθυρα ξένες ζωές. Ο διευθυντής της σχολής ζωγραφικής στο Παρίσι την είχε παροτρύνει να ακολουθήσει δικό της δρόμο. Πολλοί ξέρουν τη δουλειά, αλλά δεν έχουν τι να πουν. Εσύ δεν έχεις ιδέα από σχέδιο, όμως έχεις να πεις πράγματα. Άρχισε να ζωγραφίζει άφοβα με την αφέλεια παιδιού. Θεοί, ζώα, άνθρωποι, τέρατα έγιναν ένα. Και με τόσο χρώμα.

Εσένα πόσο σε επηρέασαν καλλιτεχνικά τα παιδικά σου χρόνια;
Υποθέτω πολύ, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Η Alice Miller (στο βιβλίο της «Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας») γράφει μεταξύ άλλων: «Η αυτόματη, φυσική επαφή με τα συναισθήματα και τις ανάγκες μας μας δίνει δύναμη και αυτοεκτίμηση». Πόσο χρήσιμο εργαλείο είναι για έναν ηθοποιό η επαφή με το συναισθηματικό του κόσμο; Πόσο εφικτό και πόσο επώδυνο;
Η επαφή με την εσωτερική ζωή μάς ξεχωρίζει από τους νεκρούς και από τα ζόμπι. Ηθοποιός, μπακάλης, οδηγός λεωφορείου, τι σημασία έχει; Αν δεν είναι αυτονόητη αυτή η επαφή, φοβάμαι ότι μιλάμε για ψυχοπαθολογία. Αλλά, τι λέω, εδώ έχουμε αποχωρήσει από τα σώματά μας οι περισσότεροι. Ζούμε και κατοικούμε από το λαιμό και πάνω. Τρομερές μεταλλάξεις. Δεν είναι επώδυνο να νιώθεις.

«Εκτιμώ περισσότερο τι έχεις ζήσει, πολύ λιγότερο αυτό που έχεις διαβάσει». Τι σημαίνει για σένα αυτή η φράση; Καλλιτεχνικά και προσωπικά.
Αυτός που εκφράζεται καλλιτεχνικά οφείλει να είναι βαθιά προσωπικός. Να μιλά για τη δική του ζωή, για τα δικά του εμπόδια. Αλλιώς φλυαρεί. Ναι, πιστεύω πως γίνεσαι η ζωή σου. Οι άνθρωποι που έχουν ζήσει είναι οι κόσμοι που θες να ταξιδέψεις. Αυτούς τους θησαυρούς εν ζωή τους παραγκωνίζουμε. Δεν είναι της μόδας. Τους… βαριόμαστε.

Επόμενα επαγγελματικά σχέδια.
Θα είμαι η Κλυταιμνήστρα στον «Αγαμέμνονα» σε σκηνοθεσία του Τσέζαρις Γκραουζίνις, που θα παρουσιαστεί στις 6-7 Ιουλίου στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.

 

Η «ΕΜΜΑ» της Μαρίας Πρωτόπαππα, διασκευή βασισμένη στο βιβλίο «Αναμνήσεις δι’ αλληλογραφίας» (εκδ. Ίκαρος, μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου), παρουσιάζεται από τις 27 Φεβρουαρίου στη Β΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, για 10 παραστάσεις, κάθε Δευτέρα και Τρίτη.

Παραγωγή: Kart Productions

 

Πρεμιέρα Τρίτη 20 Φεβρουαρίου

Πρόκειται μάλλον για σύμπτωση, γιατί πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς το γεγονός ότι οι τρεις αυτές παραστάσεις που επαναλαμβάνονται για δεύτερη σεζόν και φιλοξενούνται στην ίδια θεατρική στέγη, στο Tempus Verum, στο Γκάζι, καταφέρνουν να συνεπάρουν, έχοντας ως κοινό παρονομαστή τις δυνατές ερμηνείες, τη στιβαρή σκηνοθεσία, το έξυπνο κείμενο και το ανύπαρκτο σκηνικό;

 

Παρά το low-budget του σκηνογράφου, έχουν παραδώσει στο κοινό θεατρικές σκηνές που θα θυμόμαστε, καθώς ξεχωρίζουν για τη φρεσκάδα και την καλλιτεχνική έμπνευση των δημιουργών τους. Επηρεασμένες από το φτωχό θέατρο του Γκροτόφσκι, βάζουν στο επίκεντρο τη ρίζα του θεάτρου, τον ηθοποιό, και, όπως φαίνεται, κερδίζουν το στοίχημα με την πλατεία. 

 

«Πνεύμονες» με μια μπλούζα
Για 2 ακόμα Δευτερότριτα, μέχρι τις 20/2

Το έργο του βραβευμένου θεατρικού συγγραφέα Duncan Macmillan, ένα από τα πιο σημαντικά της σύγχρονης θεατρικής βρετανικής σκηνής, γράφτηκε με τις εξής οδηγίες: «Να παιχτεί σε άδεια σκηνή,  να μην υπάρχουν σκηνικά,  να μην υπάρχουν έπιπλα, ούτε φροντιστήριο ούτε παντομίμα. Να μην υπάρχουν αλλαγές κοστουμιών. Το φως και ο ήχος να μη χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν αλλαγή στο χρόνο ή στο χώρο». Αυτές λοιπόν τις υποδείξεις αξιοποίησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ο Δημήτρης Λάλος και σκηνοθέτησε εμπνευσμένα το κείμενο.

Η Βάσω Καβαλιεράτου και ο Μάξιμος Μουμούρης υποδύονται εξαιρετικά τα μέλη του  νεαρού ζευγαριού που βιώνουν από κοινού το ζήτημα της ενηλικίωσής τους και προσπαθούν να ωριμάσουν για να φτάσουν στο επόμενο στάδιο. Χάρη στο ταλέντο τους και στη σκηνική εγρήγορσή τους δεν γίνεται αντιληπτό ότι είναι σκηνικά «γυμνοί». Μια μπλούζα μετατρέπεται σε χιλιάδες αντικείμενα και η φαντασία των συντελεστών σε παρασύρει σε μια υπέροχη ιστορία αγάπης που σίγουρα γνωρίζεις πολύ καλά… Το ζωτικό οξυγόνο του έρωτα βρίσκεται στο επίκεντρο μιας παράστασης που βρίθει από χιούμορ και συναισθήματα και ξεσηκώνει με το κέφι των πρωταγωνιστών.

 

 «Περιστατικά» με το χέρι της κούκλας 

Κάθε Τετάρτη στις 19:00, μέχρι τις 28/2 

 

Τα διηγήματα του Δανιήλ Χαρμς γοήτευσαν τη νεαρή ηθοποιό Νάνσυ Μπούκλη, που  πέρυσι πήρε το βάπτισμα του πυρός στη σκηνοθεσία με την παράσταση «Περιστατικά» στο Bios. Οι κριτικές ήταν διθυραμβικές και η παράσταση φέτος επαναλαμβάνεται στο Tempus Verum. Το κείμενο του Χαρμς ζωντανεύουν μοναδικά τρεις ταλαντούχοι ηθοποιοί που θα σας εκπλήξουν ευχάριστα, η Άννα Χανιώτη, ο Γρηγόρης Μπαλλάς και η Μαριάννα Λιανού. Η σκηνική επικοινωνία τους είναι μοναδική και, καθώς δεν υπάρχουν σκηνικά, παρά μόνο ένα πουφ και δύο καρέκλες, αλλάζουν θέσεις σε χρόνο ντε-τε και υποδύονται τους Ρώσους ήρωες με τον ιλιγγιώδη ρυθμό στον οποίο εξελίσσεται η παράσταση. Κάποια στιγμή σκηνικά αντικείμενα, όπως το χέρι μιας κούκλας, ένα γάντι ή απλά φωτάκια, γίνονται συνοδοιπόροι τους σε αυτή τη χαμηλού κόστους παραγωγή που χαρακτηρίζεται από  έμπνευση και πρωτοπορία. 

 

 «Όλα αυτά τα υπέροχα πράγματα» με χαρτιάκια post-it

Κάθε Σάββατο στις 19.00, για 8 μόνο παραστάσεις

Θέατρο με post-it καρδούλες. Φυσικά αυτό είναι μόνο η αρχή ή μάλλον ένας από τους έξυπνους τρόπους που η παράσταση γίνεται διαδραστική, καθώς η Μελίνα Θεοχαρίδου δεν αφήνει στην κυριολεξία κανένα θεατή αμέτοχο στην ιστορία της. Μάλιστα, κάποιοι μετατρέπονται σε συμπρωταγωνιστές της.

Το πολυβραβευμένο «Όλα αυτά τα υπέροχα πράγματα» των Duncan Macmillan και Jonny Donahοe ευτύχησε, χάρη στη μετάφραση του Αντώνη Γαλέου, τη σκηνοθεσία της Ιόλης Ανδρεάδη και την ελεύθερη διασκευή της ίδιας και του Άρη Ασπρούλη, να γίνει μια ευφυής, πολυεπίπεδη και σπάνιας ευαισθησίας παράσταση.

Η ταλαντούχα Μελίνα Θεοχαρίδου, μόνη στη σκηνή, εντυπωσιάζει με την απίστευτη ευκολία που μεταβαίνει από τη μια συναισθηματική κατάσταση στην άλλη καθώς και με την ετοιμότητά της να εισαγάγει τους θεατές στο παιχνίδι. Ένα σακάκι μεταμορφώνεται σε σκύλο και η ίδια από εφτάχρονη σε έφηβη και σε νύφη.

 Η παράσταση έκλεψε τις καρδιές του κοινού πέρσι, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, αποσπώντας παράλληλα εξαιρετικές κριτικές και το Σάββατο(10/2) κάνει πρεμιέρα στο πετρόχτιστο θέατρο στο Γκάζι. 

 

Το «Λεωφορείον ο Πόθος» γίνεται «Το τραμ με το όνομα Πόθος» στην παράσταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού που ανεβαίνει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Έτσι η λέξη «streetcar» μεταφράζεται «τραμ», αντί για το σύνηθες «λεωφορείο» στον τίτλο του έργου, γεγονός που συνάδει και με την εποχή στην οποία γράφτηκε ‒ στην καλοδουλεμένη και σύγχρονη μετάφραση του Αντώνη Γαλέου.

Το έργο ανεβαίνει πολύ συχνά στη χώρα μας και είχα την τύχη να δω πολλές εκδοχές του. Καμία όμως μέχρι σήμερα, από αυτές που έχω παρακολουθήσει εγώ τουλάχιστον, δεν νομίζω ότι κατάφεραν να αποτυπώσουν τη ρομαντική διάθεση και τον ωμό ρεαλισμό, που συνοδοιπορούν σε όλα τα έργα του Ουίλιαμς.

Αυτό το ένιωσα να συμβαίνει το Σεπτέμβριο του 2014, όταν παρακολούθησα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών σε ζωντανή μετάδοση το ριζοσπαστικό ανέβασμα, διάρκειας 3,5 ωρών, του ανατρεπτικού σκηνοθέτη Μπένεντικτ Άντριους. Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην ιστορία του Young Vic, με πρωταγωνιστές την Τζίλιαν Άντερσον, που ενσάρκωσε τη μαραμένη καλλονή του αμερικανικού Νότου, την Μπλανς Ντιμπουά, τον Μπεν Φόστερ στο ρόλο του Στάνλεϊ Κοβάλσκι και τη Βανέσα Κίρμπι στο ρόλο της Στέλλας.

Ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει για το «Λεωφορείο ο Πόθος»: «Πιστεύω ότι το μεγαλύτερο προτέρημα του έργου είναι η αυθεντικότητά του, η πιστότητά του στη ζωή. ∆εν υπάρχουν ‘‘καλοί’’ ή ‘‘κακοί’’ άνθρωποι. Ορισμένοι είναι λίγο καλύτεροι ή λίγο χειρότεροι, ωστόσο όλοι ενεργούν περισσότερο µε βάση την παρανόηση παρά την κακία. Από τυφλότητα σε ό,τι συµβαίνει στην καρδιά του άλλου. Ο Στάνλεϊ δεν βλέπει την Μπλανς σαν ένα απελπισµένο πλάσµα, αλλά σαν µια υπολογίστρια σκύλα. Κανείς δεν ‘‘βλέπει’’ κανέναν πραγµατικά, ο κάθε ήρωας βλέπει τον άλλον µόνο µέσα από τις ρωγµές του εγωισµού του. Είναι επόµενο ένα έργο σαν αυτό να έχει ως βασικό θέµα εκείνο της κατανόησης, της ανθρώπινης επικοινωνίας. Πρόκειται για µια τραγωδία µε τον κλασικό στόχο να φέρει µια κάθαρση, προκαλώντας το έλεος και τον φόβο του θεατή. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο η Μπλανς πρέπει να κερδίσει στο τέλος την κατανόηση και τη συµπόνια του κοινού. Κι αυτό πρέπει να γίνει χωρίς να µετατραπεί σε τέρας ο Στάνλεϊ. Η παρανόηση κι όχι ο Στάνλεϊ οδηγεί την Μπλανς στην καταστροφή. Στο τέλος ο θεατής πρέπει να πει: ‘‘Αν γνώριζαν ο ένας για τον άλλον…»*

Στο προκείμενο όμως, στην παράσταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού βρίσκει κανείς πολλές αρετές, ενδιαφέροντα ευρήματα και μια Μαρία Ναυπλιώτου στο ρόλο της Μπλανς που θα θυμάται για καιρό.

Ο σκηνοθέτης δεν επιλέγει το δρόμο του ρεαλισμού σε όλες τις σκηνές. Αρωγός του σε αυτό γίνεται πρώτα από όλα το κατακερματισμένο, πολυεπίπεδο και πολυσήμαντο σκηνικό (Εύα Νάθενα). Οι ήρωες εδώ δεν θα κλειστούν σε ένα σπίτι με δύο δωμάτια, όπως προτάσσει ο Ουίλιαμς, αλλά θα πάρουν το χώρο τους στην ευρύχωρη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, ακόμα και έξω από αυτή. Αυτό  πολλές φορές θα χαρίσει στην παράσταση μια μαγεία και μια ποιητικότητα, όπως, για παράδειγμα, στην υπέροχη σκηνή του πρώτου ραντεβού της Μπλανς με τον Μιτς, πριν από το διάλειμμα, όπου η ηρωίδα λαμβάνει μια κατακόκκινη ανθοδέσμη και ξεκινά ουσιαστικά η αποκαθήλωσή της ‒ παράλληλα όμως θα στερήσει κάτι πολύ βασικό από το ρεαλισμό του κειμένου, αυτό το «πνίξιμο» που βιώνουν οι ήρωες στον κοινό χώρο, την καταπάτηση του ιδιωτικού στοιχείου. Δεν μπορεί, λόγου χάρη, να γίνει σαφής αυτή η άρνηση της Μπλανς, ότι η αδερφή της ζει σε μια φτωχογειτονιά της Νέας Ορλεάνης, όταν τη βλέπουμε να απολαμβάνει το μπάνιο της με φόντο μια υπέροχη μπανιέρα, στην οποία θα μπορούσε άνετα να βουτήξει και η βασίλισσα Κλεοπάτρα της Αιγύπτου!

Αντίθετα, η χρήση κάμερας και ασπρόμαυρων προβολών έρχεται πολύ συχνά να τονίσει τις ρωγμές των ηρώων, όπως και ο τέταρτος τοίχος που υπάρχει για να «σπάει» ακόμα και σε δραματικές σκηνές, με αποκορύφωμα το φινάλε.

Σκηνοθετικό εύρημα που μοιάζει να έχει δουλευτεί πολύ και να κουμπώνει εξαιρετικά σε όλη τη διάρκεια της παράστασης είναι η χρήση του φωτός (φωτισμοί Γιάννης Δρακουλαράκος). Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός προτάσσει ένα μεγάλο κινηματογραφικό προβολέα στο κέντρο της σκηνής. Όλες οι σκληρές αλήθειες που ακούγονται στο έργο «φωτίζονται» έντονα, με πρώτη την παραδοχή της Μπλανς ότι πούλησε το κτήμα στο Μπελ-Ρεβ και αποκορύφωμα την αποκάλυψη της κρυφής ζωής της στον Μιτς.

Η παράσταση ευτύχησε να έχει και την εμπνευσμένη μουσική που συνέθεσε ο Άγγελος Τριανταφύλλου και κατάφερε να τραγουδήσει και να παίξει ζωντανά σαν μια καλοδεμένη ensemble η ομάδα των ηθοποιών.

Κάτι ανάλογο δυστυχώς δεν ισχύει και για τις ερμηνείες τους, αφού ο θίασος μοιάζει να μη μιλά την ίδια υποκριτική γλώσσα.

Η Μαρία Ναυπλιώτου σε έναν από τους δυσκολότερους ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου τα καταφέρνει περίφημα. Από τα πρώτα της βήματα στο σανίδι βλέπει κανείς το πριν του ρόλου. Η Μπλανς της έχει διανύσει όλη την τροχιά της πτώσης, είναι εύθραυστη, φαντασμένη, μυθομανής, αφελής, ψυχικά διαταραγμένη και εκφράζει με μοναδική ευαισθησία ότι αυτό που την οδηγεί στο όνειρο και στη φαντασίωση δεν έχει καθόλου να κάνει με τους ηθικούς φραγμούς αλλά με ένα αίσθημα αυτοσυντήρησης. Η Μπλανς της στηρίχτηκε κυρίως στη μεγάλη πληγή που της άφησε η πρώτη αγάπη, ίσως γι’ αυτό είναι και μια αποκάλυψη στη σκηνή που διηγείται την αυτοκτονία του αγαπημένου της και γενικότερα στις σκηνές της με τον Άγγελο Τριανταφύλλου (Μιτς), όπου ξεδιπλώνεται μοναδικά ο χαρακτήρας. Μια ερμηνεία με συνέπεια, γοητεία και την απαιτούμενη δραματική ένταση.

Μου έλειψε μόνο ένα κομμάτι πιο κυνικό, που θα δικαιολογούσε και τον «αμαρτωλό» της βίο καθώς και τον ξεπεσμό της. Εδώ περισσότερο υπογραμμίστηκε μια «αγγελική» πλευρά.

Ο Χάρης Φραγκούλης έχει μια εξαιρετική σκηνή, όταν μετά τον τσακωμό και το μεθύσι κραυγάζει για να γυρίσει πίσω η Στέλλα (Θεοδώρα Τζήμου), όπου η σκηνοθεσία επιλέγει ξεκάθαρα να δώσει τον ήρωα μέσα από την κινηματογραφική εκδοχή της ταινίας του Ελία Καζάν (1951) με τον Μάρλον Μπράντο.

Βρεγμένος και με το πρόσωπο παραμορφωμένο από την απόγνωση, σαν πληγωμένο ζώο, ο άξεστος Πολωνός καλεί την αγαπημένη του και εκείνη ανταποκρίνεται με τις αντίστοιχες ζωώδεις κραυγές. Γιατί, όπως θα ομολογήσει η ίδια στην επόμενη σκηνή στην Μπλανς, «μερικά πράγματα που γίνονται στο σκοτάδι, ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα, αξίζουν τόσο πολύ, που τα υπόλοιπα δεν λογαριάζονται…»

Αυτή ήταν ίσως και η μόνη σκηνή που με έπεισε ο ηθοποιός, ο οποίος σαφώς, με βάση τη σκηνοθετική γραμμή, αρκέστηκε να παρουσιάσει έναν απαθή Στάνλεϊ, που συχνά έμοιαζε να απαγγέλλει, με σπασμωδικές χειρονομίες και κινήσεις εντυπωσιασμού – άσκοπο γυμνό, κατανάλωση εμφιαλωμένων μπουκαλιών νερού αντί μπίρας, καταβρόχθιση φρούτων κ.λπ.

Αποκορύφωμα αυτής της ερμηνευτικής και σκηνοθετικής γραμμής ήταν το απογοητευτικό αποτέλεσμα της δέκατης σκηνής, όπου ο Στάνλεϊ επιβάλλει τη σωματική του κυριαρχία στην Μπλανς και ο ηθοποιός καταβροχθίζει και πάλι, αυτή τη φορά τα λευκά πούπουλα της ρόμπας της. Ίσως βέβαια το νόημα να υποβόσκει στη φράση «Το πνίξανε το κουνέλι» ‒στην αρχαία Ελλάδα άλλωστε οι ιέρειες του σεξ αποκαλούσαν το αντρικό μόριο κόνικλο (κουνέλι)‒ και ο σκηνοθέτης να ήθελε να δώσει μια άλλη διάσταση…

Γενικότερα, σκηνική επικοινωνία μεταξύ του Χάρη Φραγκούλη και της Μαρίας Ναυπλιώτου δεν υπήρξε ποτέ. Οι δυο τους δίνουν την εντύπωση ότι χρησιμοποιούν άλλους υποκριτικούς κώδικες, όπως υποψιαζόμασταν και μετά τη «Μήδεια» της Μαριάννας Κάλμπαρη που είδαμε τον Αύγουστο στην Επίδαυρο. 

Αντίθετα πολύ ευχάριστη έκπληξη ήταν ο Μιτς του Άγγελου Τριανταφύλλου και οι σκηνές τους με την Μπλανς από τις καλύτερες της παράστασης. Ποιητικότητα, ρεαλισμός, παιχνίδι, ευαισθησία είναι μερικά τάλαντα που διακρίνει κανείς.

Η Στέλλα της Θεοδώρας Τζήμου, αν και αποπροσανατολισμένη σε σημεία, πέτυχε να αποδώσει την κυριαρχία των αισθήσεων και το γήινο στοιχείο σε αντιπερισπασμό με τον ονειρικό κόσμο της Μπλανς που εισέρχεται στο σπίτι της.

Η Ευαγγελία Καρκατσάνη και ο Αdrian Frieling κλήθηκαν να ερμηνεύσουν το ζευγάρι των φίλων και γειτόνων. Η πρώτη δίνει πόντους στην παράσταση και με την υπέροχη φωνή της.

Δεν μπορεί να μην εγκωμιάσει κανείς τα υπέροχα κοστούμια της Εύας Νάθενα, καθώς, εκτός από το υψηλής αισθητικής γούστο τους, η παλέτα των χρωμάτων τους δεν έπεσε καθόλου τυχαία, αφού έντυσε με λευκό την Μπλανς, πράσινο τη Στέλλα και πορτοκαλί τον Στάνλεϊ.

*Απόσπασµα από γράµµα που έγραψε ο Τ. Ουίλιαµς στον Ε. Καζάν το 1947, στο Brenda Murphy, Tennessee.

 Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Ξέρεις γιατί (οι χήνες) πετάνε σε σχηματισμό νίκης;»

«Όχι».

«Η μπροστινή σπρώχνει τον αέρα, ώστε οι άλλες να μην κουράζονται πολύ.
Σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού οδηγούν το κοπάδι εναλλάξ».

 

«Πρόβλημα χρόνου δεν υπάρχει… Έχουμε μπόλικο στη διάθεσή μας…» Αυτή η ατάκα από τους «Ήρωες», έργο του Γάλλου δραματουργού Gerald Sibleyras γραμμένο το 2003 που ανεβαίνει για πρώτη φορά στη χώρα μας σε σκηνοθεσία Νικίτα Μιλιβόγεβιτς και μετάφραση της Μαριάννας Τόλη που χαρακτηρίζεται από το φυσικό και ευχάριστο ρυθμό της, θα μπορούσαμε να πούμε, ίσως με μια δόση υπερβολής, ότι συνοψίζει τη φιλοσοφία του κειμένου.

Όλα εξελίσσονται αργά και με το δεδομένο ότι χρόνος υπάρχει, παρόλο που «οι ήρωες» είναι βετεράνοι του στρατού, έγκλειστοι σε γεροκομείο, και περνούν εκεί τις τελευταίες ώρες τους παρακολουθώντας αγαπημένους τους να «φεύγουν» και καταστρώνοντας το τέλειο σχέδιο για απόδραση.

Στην πικρή κωμωδία του Gerald Sibleyras (τέσσερις υποψηφιότητες για το Βραβείο Molière και το Βραβείο Olivier Νέας Κωμωδίας το 2006) οι τρεις πρωταγωνιστές, όλοι με ισάξιους ρόλους, συναντιούνται και στις έξι σκηνές του έργου, καθημερινά στην ίδια ταράτσα ενός γηροκομείου. Εκεί, άλλοτε κουβεντιάζοντας, άλλοτε μαλώνοντας και άλλοτε φιλοσοφώντας, προσπαθούν να ξεπεράσουν τη μιζέρια του ιδρύματος που τους φιλοξενεί και να αποδεχτούν ότι οι παλιές δόξες έχουν παρέλθει. Δημιουργούν ένα δικό τους παραμύθι, καταστρώνουν ένα τέλειο σχέδιο διαφυγής. Βρίσκουν έναν ακόμα αναπάντεχο συνοδοιπόρο και όλοι μαζί είναι πανέτοιμοι να δραπετεύσουν από ό,τι τους προκαλεί θλίψη. Οι τρεις ηλικιωμένοι απόστρατοι γίνονται ήρωες της καθημερινότητας, παλεύοντας με τον αιώνιο εχθρό, το χρόνο, που κανένας ποτέ δεν νίκησε.

Ο Μιλιβόγεβιτς, όπως προκύπτει από τη σκηνοθεσία του, δείχνει να συνειδητοποιεί τον πυρήνα του έργου και τον τεράστιο ερμηνευτικό θησαυρό που έχει αξιοποιώντας πλήρως τους τρεις εκλεκτούς πρωταγωνιστές του. Φαίνεται ότι έχει δουλέψει εξονυχιστικά τις μεταξύ τους σχέσεις και καταφέρνει να δημιουργήσει σκηνές που ταυτίζονται με την αληθινή ζωή.

Οι Γιάννης Φέρτης, Δημήτρης Πιατάς και Ιεροκλής Μιχαηλίδης έστησαν ένα δικό τους σύμπαν με μοναδικές ατμόσφαιρες, εξισορροπώντας εντυπωσιακά ανάμεσα στο χιούμορ και στο δραματικό στοιχείο και αναδεικνύοντας τις παύσεις ως το καθηλωτικό χαρτί τους. Με άριστη σκηνική χημεία, αποφεύγοντας με μαεστρία την απειλή της μανιέρας τους, που ενίοτε καιροφυλακτούσε, υποδήλωσαν με τρόπο πειστικό και άμεσο το αδιέξοδο των ηρώων τους.

Ο Γιάννης Φέρτης υποδύεται τον Φερνάν, έναν απόστρατο που, εξαιτίας ενός βλήματος στο κεφάλι, έχει σύντομα περιστατικά λιποθυμίας και επανέρχεται φωνάζοντας μια συγκεκριμένη φράση. Η ερμηνεία του είναι λιτή και συνάμα ουσιαστική.

Ο Δημήτρης Πιατάς πλάθει έναν εξαιρετικό Ρενέ, έναν απόστρατο που κουτσαίνει έπειτα από ένα τραύμα στο πόδι. Μοιάζει η ήρεμη δύναμη της παρέας αλλά πιο παιδί από όλους. Ο ηθοποιός με τα εκφραστικά του μέσα σε εγρήγορση χρωμάτισε ζωηρά και με κέφι κάθε φράση του.

Ο τρίτος της παρέας είναι ο Γουσταύο, τον οποίο υποδύεται ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης. Ηγετική προσωπικότητα, εκείνος που καταστρώνει όλα τα σχέδια. Ο ηθοποιός είναι απολαυστικότατος στις περιγραφές του και ακαταμάχητος στις σκηνές συνόλου, όπου ξεσηκώνει το team ‒ ξεκαρδιστικό το στιγμιότυπο της γυμναστικής.

Η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού συλλαμβάνει το πνεύμα της παράστασης και όλο αυτό το αδιέξοδο παιχνίδι των ηρώων με το χρόνο, καταθέτοντας παράλληλα το δικό της σχόλιο.

Το σκηνικό του Γιώργου Γαβαλά είναι ικανοποιητικό και οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί της Ελευθερίας Ντεκώ το αναδεικνύουν.

Όσο για τα κοστούμια του Μιχάλη Σδούγκου, είναι καλαίσθητα.

 Στους «Ήρωες» σε κερδίζουν η απλότητα και το χιούμορ της ιστορίας καθώς και οι τρεις σπουδαίοι ηθοποιοί, που, σαν μια άλλη εκδοχή του «Περιμένοντας τον Γκοντό», μοιάζουν σπαρακτικά οικείοι μέσα στο αδιέξοδό τους…

 Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

 

 

 

 

 

 

 

Συναντιόμαστε με την εισβολή του φθινοπώρου στην καυτή ακόμη Αθήνα σε ένα από τα σημεία της πόλης που δίνουν μια ψευδαίσθηση απόδρασης, λίγο μετά την πρόβα της «Μήδειας» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, που η επανάληψή της λόγω της τεράστιας επιτυχίας της στη Μικρή Επίδαυρο κρίθηκε επιβεβλημένη.

Ο Γιώργος Γάλλος μας καθήλωσε για μια ακόμα φορά αυτό το καλοκαίρι ως Μήδεια, δίνοντας σάρκα και οστά στη φράση του Τσέχωφ «Ένας ηθοποιός πρέπει να φλέγεται εσωτερικά με φαινομενική άνεση εξωτερικά».

Όπως είναι φυσικό, η ηρωίδα του Ευριπίδη θα κυριαρχήσει στην κουβέντα. Όπως και η πρώτη του τηλεοπτική εμφάνιση στον «Αστέρα Ραχούλας», που έκανε ιδιαίτερη αίσθηση και έδωσε την ευκαιρία και σε μια μεγαλύτερη μερίδα του κοινού να γνωρίσει το ταλέντο του.

Ο ίδιος με ενθουσιασμό ομολογεί: «Αγαπήσαμε όλοι πολύ αυτή τη δουλειά και χαιρόμαστε που θα υπάρξει συνέχεια». Δηλώνει επίσης ότι απόλαυσε την τηλεοπτική του εμπειρία και ότι δέχτηκε νέα πρόταση για πετυχημένη γνωστή σειρά, αλλά την αρνήθηκε για χάρη του θεάτρου… «Δεν μπορούσα να μην είμαι ούτε φέτος σε θεατρική δουλειά εξαιτίας γυρισμάτων». Ενώ σε απαντήσεις που αφορούν το σίριαλ, η γλώσσα του στιγμιαία λοξοδρομεί, χρησιμοποιώντας πάλι τη γνώριμή της λέξη: «παράσταση»… Τίποτα δεν είναι τυχαίο…

 

George_Gallos 2.jpg

Πριν παρακολουθήσει κανείς την παράσταση θα μπορούσε να σου κάνει την απλή και τετριμμένη ερώτηση για την επιπλέον δυσκολία που υπάρχει στο να υποδυθεί κάποιος ένα γυναικείο ρόλο, αν και εσύ το έχεις ήδη κάνει με επιτυχία σε σημαντικές παραστάσεις. Τώρα όμως θα σε ρωτήσω πώς καταφέρνει κανείς να συγκινήσει κυρίως με το να αφηγείται παρά με το να ενσαρκώνει μια ηρωίδα τόσο βάρβαρη όσο η Μήδεια.
Στην παράστασή μας επιλέγεται να ακουστεί αυτή η ιστορία μέσα από τρεις αφηγητές. Γνωρίζοντας το παρελθόν των ηρώων του έργου, προσπαθούμε να ανακαλύψουμε την πορεία που διανύουν. Από πού ξεκίνησαν και προς τα πού οδηγούνται. Καθώς όμως ανιχνεύουμε αυτά τα πρόσωπα, «ταξιδεύουμε» και εμείς μαζί τους, συχνά «βουτάμε» στον κόσμο τους, όμως πάντα με τη γνώση ότι ο σκοπός μας είναι να μην περιγράψουμε τη δράση τους αλλά να την ερευνήσουμε.

Αυτή η διάθεση της παράστασης να «ερευνήσει» δημιουργεί μια κατάσταση πιο εγκεφαλικής λειτουργίας του θεάτρου με κίνδυνο να χαθεί το συναίσθημα;
Όχι, καθόλου. Ερευνούμε την πορεία των ηρώων πάντα με στόχο να εισχωρήσουμε στον κόσμο τους. Η δοσολογία όμως της εμπλοκής μας είναι ένα μεγάλο ζήτημα. Η διερεύνηση αυτής της εμπλοκής, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, συνεχίζεται έως και στις σημερινές μας πρόβες. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η δύναμη αυτών των ρόλων είναι τόσο μεγάλη, ο λόγος τους τόσο ισχυρός, που περισσεύει να προσπαθήσεις να επιβάλεις τη δική σου ένταση, το δικό σου «βαρύ τόνο».

Εκτός από τη λέξη «εμπλοκή» ποια άλλη λέξη ακούγεται ως οδηγία από το σκηνοθέτη σας στην πρόβα σας;
Επικοινωνία. Επικοινωνία μεταξύ των τριών. Είμαστε και οι τρεις συνεχώς πάνω στη σκηνή, με την ευθύνη της κοινής αφήγησης. Υπάρχουν στιγμές που όλοι μας συναντιόμαστε στα λόγια του χορού ή της Μήδειας, κι αυτό για να συμβεί πρέπει ο ένας να είναι πανέτοιμος να πάρει τη σκυτάλη από τον άλλον, να συνεχίσει και να την παραδώσει στον επόμενο που μιλά. Κι αυτό απαιτεί το εκατό τοις εκατό της συγκέντρωσής μας!

Πόσο διαφορετική είναι η συνθήκη του ανεβάσματος της παράστασης σε κλειστό χώρο;
Κάτι ίσως χαθεί αλλά και κάτι καινούργιο θα αποκαλυφθεί. Με τα νέα δεδομένα πάντως η παράσταση συνεχίζει να κινείται στο ίδιο δραματουργικό και ερμηνευτικό μονοπάτι. Ίσως και πιο ουσιαστικά. Οι «χαμηλοί» τόνοι ευνοούνται στον εσωτερικό χώρο. Επίσης, οι συνθήκες συγκέντρωσης που απαιτεί η συγκεκριμένη δουλειά είναι ευνοϊκότερες. Αυτοί οι παράγοντες είναι βασικά συστατικά για να λειτουργήσει η προσπάθειά μας. Σε αυτά προσθέτω και το πέρασμα των δύο μηνών από την τελευταία μας παράσταση. Πιστεύω πως λειτουργεί θετικά ένα διάλειμμα από το βασικό όγκο των αρχικών προβών και παραστάσεων, γιατί σου δίνεται η δυνατότητα να επιστρέψεις στο έργο πιο ώριμος, με καθαρότερο μυαλό, και απαλλαγμένος από τις αγωνίες και τις πιέσεις της πρεμιέρας.

«Η Μήδεια», λέει ο Παζολίνι, «είναι ένα ζώο που δεν μπορεί πια να προσανατολιστεί και έχει χάσει την ιερή του ταυτότητα λόγω έρωτα». Πόσο συμφωνείς με αυτό. Τι είναι για εσένα η Μήδεια;
Το μέγεθος αυτού του έργου και της Μήδειας (ως κεντρικού προσώπου) είναι τεράστιο. Αδικείται ο ρόλος αν τον αντιμετωπίσεις ‒μόνο‒ ως μια γυναίκα παράφορα ερωτευμένη με έναν ήρωα που για χάρη του πρόδωσε την οικογένειά της και που τη στιγμή που αδικείται αναζητά την εκδίκηση. Αυτό που ουσιαστικά απαρνιέται και χάνει είναι η σύνδεσή της με το Ιερό. Με τον Ήλιο. Γίνεται πρόσφυγας σε ξένη χώρα, αφήνοντας πίσω της την ιδιότητα της Ιέρειας, και εξαιτίας του έρωτά της για τον Ιάσονα μπαίνει στο καλούπι των επίγειων αρετών (σύζυγος, νοικοκυρά, μητέρα), που αποδεικνύονται ανεπαρκείς για την ιδιοσυγκρασία της. Το φαινόμενο Μήδεια ξυπνά και συμπαρασύρει στο πέρασμά του τα πάντα.

Στο καλούπι των επίγειων αρετών που αναφέρεις συγκαταλέγεται και η μητρότητα από μια γυναίκα που οδηγείται στη μητροκτονία. Το γεγονός ότι είσαι γονιός σε κάνει να το βιώνεις διαφορετικά;
Ως γονιός μού είναι τρομερά δύσκολο να κατανοήσω την πράξη της είτε το δει κανείς ως μια απλή μητροκτονία είτε ως θυσία. Ο ρόλος της Μήδειας όμως είναι πολυσύνθετος. Έχει πολλαπλές ιδιότητες. Είναι κόρη. Προδίδει τον πατέρα της. Είναι αδερφή. Σκοτώνει τον αδερφό της. Μετά γίνεται σύζυγος. Χάνει τον έρωτα του άντρα της. Στο μεταξύ έχει γίνει μάνα. Έχει δύο παιδιά. Πρέπει να τα θυσιάσει. Μόνο έτσι θα μπορέσει να «απελευθερωθεί» ολοκληρωτικά από τα επίγεια και θα επιστρέψει στη σχέση της με το Θείο. Πρέπει ουσιαστικά να σκοτώσει τον εαυτό της. Να αυτοκτονήσει!

Στην παράσταση ακούγονται εκπληκτικές φράσεις τόσο από τη «Μήδεια» του Ευριπίδη όσο και από έργο «Μήδειας υλικό» του Χάινερ Μίλερ, από το σενάριο της ομώνυμης ταινίας του Πιερ Πάολο Παζολίνι και από το ομώνυμο έργο του Ζαν Ανούιγ. Υπάρχει κάποια που ξεχωρίζεις και σε συγκινεί ιδιαίτερα;
Στο τέλος του κειμένου υπάρχει η φράση του Μίλερ που περιγράφει ακριβώς την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Μήδεια μετά το θάνατο των παιδιών.

«Θέλω τον κόσμο να κόψω στα δύο
Να κατοικήσω στο κενό ανάμεσα Εγώ
Ούτε γυναίκα ούτε άντρας».

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια διαφορετική τάση στα ανεβάσματα του αρχαίου δράματος. Πολλοί νέοι σκηνοθέτες, για παράδειγμα, παραγκωνίζουν τελείως το ρόλο του χορού, άλλοι επιλέγουν μια προσέγγιση τελείως αφηγηματική κ.λπ. Πιστεύεις ότι διανύουμε μια μεταβατική φάση από την οποία κάτι νέο θα γεννηθεί ή ότι υπάρχει μια καλλιτεχνική αμηχανία που ταυτίζεται με τη γενικότερη κρίση στη χώρα μας;
Τα αρχαία κείμενα φυσικά είναι σπουδαία και ιερά. Ωστόσο δεν κινδυνεύουν να χάσουν κανένα από αυτά τα στοιχεία τους επειδή κάποιος κάνει μια προσπάθεια να τα επαναπροσδιορίσει. Πίσω από τέτοιες απόπειρες κρύβονται συχνά πολύς μόχθος, αναζήτηση και σεβασμός ‒ ακριβώς όπως και στα κλασικά ανεβάσματα. Επειδή όμως δεν υπάρχει η μαγική συνταγή για το πώς πρέπει να ανεβαίνουν οι παραστάσεις του αρχαίου δράματος, είναι πιθανό μια «τολμηρή» απόπειρα να μην καταφέρει να πετύχει το στόχο της. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο καλλιτέχνης πρέπει να ενθαρρύνεται να ξαναπροσπαθήσει και όχι να κατηγορείται ή να αφορίζεται, γιατί έτσι ο σεβασμός θα πάρει τη μορφή του φόβου ή της δειλίας. Και εκεί ακριβώς τα συγκεκριμένα κείμενα χάνουν την απαραίτητη ευκαιρία να επικοινωνήσουν με το «σήμερα», το «τώρα», άρα και με το «πάντα».

 

George_Gallos 3!.jpg

Έχεις την τύχη να συνεργάζεσαι με έναν από τους νεότερους σκηνοθέτες, τον Δημήτρη Καραντζά, που δικαίως, κατά τη γνώμη μου, απολαμβάνει μεγάλης αναγνώρισης.
Το αξίζει. Στη συγκεκριμένη δουλειά, για παράδειγμα, καταπιάστηκε με αυτό το κείμενο έχοντας μια πολύ καθαρή εικόνα για το τι θέλει από το έργο. Έχει κάνει λεπτομερή δραματουργική δουλειά, με τη βοήθεια της Θεοδώρας Καπράλου, και όλες οι προσθήκες που επέλεξαν εξυπηρετούν και φωτίζουν πολύ εύστοχα, κατά τη γνώμη μου, τη σχέση της Μήδειας με το Θείο. Γενικά πάντως, ένα πολύ σημαντικό στοιχείο που έχει ο Δημήτρης είναι η ικανότητά του να «κουρδίζει» όλους τους συντελεστές ώστε η παράσταση να έχει μια συνολική συνέπεια ως προς το στόχο της.

Σε λίγες μέρες θα ξεκινήσεις μαθήματα ως καθηγητής υποκριτικής στο Εθνικό Θέατρο. Πώς προέκυψε η απόφασή σου να διδάξεις;
Πάντα ήθελα να μπω σε αυτό τον κόσμο, όμως νιώθω ότι η ευθύνη είναι μεγάλη και ως τώρα λειτουργούσε μόνο αποτρεπτικά. Αυτούς τους φόβους μοιράστηκα και με το διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου αλλά και με τη διευθύντρια της σχολής όταν μου έκαναν την πρόταση. Ωστόσο μετά την κουβέντα μας ένιωσα ότι θα είμαι σε ένα περιβάλλον που θα έχω όλη τη βοήθεια την οποία χρειάζομαι ώστε να φανώ όσο πιο χρήσιμος μπορώ στα παιδιά που θα βρίσκονται στη σχολή ως μαθητές. Θεωρώ επίσης ότι θα είναι ένα σημαντικό «σχολείο» και για μένα. Όπως και να ’χει, είναι μια νέα εμπειρία και θα είναι πολύ ευχάριστο αν αυτή η σχέση λειτουργήσει αμφίδρομα.

Φέτος σε απολαύσαμε και σε μια τηλεοπτική σειρά που αγαπήθηκε πολύ από το κοινό, τον «Αστέρα Ραχούλας». Πώς ήταν η πρώτη σου τηλεοπτική εμπειρία;
Μόνο θετική μπορώ να χαρακτηρίσω αυτή την πρώτη μου επαφή με το συγκεκριμένο μέσο. Κατ’ αρχάς στάθηκα τυχερός γιατί δούλεψα με ωραίους συνεργάτες. Το σενάριο ήταν έξυπνο και η παραγωγή γενναιόδωρη και σοβαρή. Τα γυρίσματα όμως αποδείχθηκαν απαιτητικά, με αποτέλεσμα να μην καταφέρω να συμμετάσχω σε θεατρική δουλειά που είχα προγραμματίσει. Είναι ένας από τους λόγους που αρνήθηκα φέτος να συνεχίσω στην τηλεόραση.

Την αναγνωρισιμότητα και την επαφή με τον κόσμο πώς τη βιώνεις;
Εντάξει, η κλασική ατάκα είναι «Πάτερ μου, την ευχή σας!» και έχει πλάκα! Είχα δει πάντως απέναντι σε συναδέλφους μου, που έκαναν χρόνια τηλεόραση, άγριες καταστάσεις και αυτός ήταν ένας παράγοντας που μου είχε δημιουργήσει έναν φόβο με τη δημοσιότητα. Στη δική μου περίπτωση, ίσως επειδή ήταν πρώτη φορά που με «γνωρίσανε», ίσως λόγω της φύσης του ρόλου μου, η αντιμετώπιση από τον κόσμο είναι συγκινητική. Δεν έχω νιώσει να θίγεται η ιδιωτικότητά μου, αντιθέτως έχω βιώσει όλα τα θετικά της αναγνωρισιμότητας.

Από το Μάρτιο θα σε απολαύσουμε στις «Βάκχες», που θα σκηνοθετήσει ο Άρης Μπινιάρης στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Είναι τυχαίο το γεγονός ότι επιλέγεις πάλι μια παράσταση αρχαίου δράματος ή διερευνάς κάποια άλλη φάση της καλλιτεχνικής σου πορείας;
Ο βασικός παράγοντας για να επιλέξω μια συνεργασία είναι τα πρόσωπα που θα συμμετάσχουν. Στη συγκεκριμένη δουλειά δέχτηκα αμέσως να λάβω μέρος γιατί μου αρέσει πολύ η δουλειά που κάνει ο Άρης. Έχω δει δύο παραστάσεις του που με ενθουσίασαν. Όταν έμαθα ποιοι θα είναι και οι υπόλοιποι συντελεστές και ηθοποιοί, χάρηκα ιδιαίτερα. Όσο για το έργο, είναι πραγματικά σπουδαίο.

Φωτογραφίες:Torgushnikova Aleksandra

 

Ο Γιώργος Γάλλος πρωταγωνιστεί μαζί με τον Χρήστο Λούλη και τον Μιχάλη Σαράντη στη «Μήδεια» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά.

Το κείμενο της παράστασης –εκτός από τη «Μήδεια» του Ευριπίδη σε μετάφραση Μίνου Βολανάκη– περιέχει και χωρία από το έργο «Μήδειας υλικό» του Χάινερ Μίλερ, σε μετάφραση Νίκου Φλέσσα, το σενάριο της ομώνυμης ταινίας του Πιερ Πάολο Παζολίνι σε μετάφραση Δημήτρη Αρβανιτάκη και το ομώνυμο έργο του Ζαν Ανούιγ σε μετάφραση Φώντα Κονδύλη.

Θέατρο Πορεία, 5-17 Σεπτεμβρίου

 

 

 

«Και μ’ όλα σας τα βάσανα να χαίρεστε την ηδονή της κάθε μέρας, γιατί τα πλούτη στους νεκρούς διόλου δεν ωφελούν».

Ο Αισχύλος είναι ο θεμελιωτής της σύγχρονης δραματουργίας του δυτικού μας πολιτισμού και τα έργα του γεννούν αισθήματα είτε μεγαλείου είτε υπέρβασης της μέσης ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η τραγωδία του «Πέρσες», η οποία διδάχθηκε το 472 π.Χ. στα Μεγάλα Διονύσια, είναι το παλαιότερο και μοναδικά σωζόμενο έργο με πολεμικό περιεχόμενο ‒ είχαν προηγηθεί η «Μίλητου Άλωσις» του Φρυνίχου, που του κόστισε πρόστιμο γιατί θύμιζε στους Αθηναίους «οικεία κακά», και το έργο «Φόνισσες», πάλι του Φρυνίχου, που έχει το ίδιο περιεχόμενο με τους «Πέρσες».

Σε καμιά περίπτωση όμως οι «Πέρσες» δεν είναι ένα ύμνος για τη νίκη. Στόχος του ποιητή είναι το τραγικό πρότυπο που διερευνά την ανθρώπινη αλαζονεία και την ιστορική της προοπτική. Σύμφωνα μάλιστα με μια μάλλον αξιόπιστη παράδοση, ο ίδιος ο Αισχύλος πολέμησε και διακρίθηκε στις μάχες κατά των Περσών, όπως και οι αδερφοί του, Κυναίγειρος και Αμεινίας, οπότε είχε και ιδία γνώση.

Μετατοπίζοντας λοιπόν γεωγραφικά τη δράση της υπόθεσης και τοποθετώντας τη στην πρωτεύουσα του περσικού κράτους, στα Σούσα, δημιουργεί απόσταση στους θεατές και στα γνωστά τους ιστορικά γεγονότα τα οποία αφηγούνται οι αντίπαλοι.

Ο αντιπολεμικός χαρακτήρας του έργου αποδεικνύεται έμπρακτα και από το σεβασμό του ποιητή προς τους Πέρσες, καθώς πουθενά στη διάρκεια του έργου οι αντίπαλοι δεν αντιμετωπίζονται υποτιμητικά. Τους παρουσιάζει γενναίους, παρά το γεγονός ότι τονίζει την υποταγή τους στο μονάρχη, αντίθετα από την ελεύθερη βούληση των Ελλήνων ‒«Δεν είναι δούλοι και υπήκοοι κανενός… Μόνο μια φλέβα ασήμι, θησαυρό στη γη τους» ‒ και την ασέβειά τους απέναντι στα ιερά.

Μία από της αναγνώσεις της τραγωδίας θα μπορούσε να θέλει ως απώτερο στόχο του Αισχύλου να δώσει με το παράδειγμα των αντιπάλων ένα ηχηρό μήνυμα στους συμπατριώτες του για το πώς οφείλουν να διαχειριστούν τα κεκτημένα τους ώστε να μην την πάθουν όπως οι εχθροί. Όμως οι «Πέρσες» δεν είναι διδακτική παραβολή, δεν είναι «κούνημα του δακτύλου». Είναι πολλά πράγματα μαζί• ανάμεσα σε αυτά είναι και μια σπουδή στην άνοδο και στην πτώση των μεγάλων και των ισχυρών. Αυτή είναι ουσιαστικά και η πηγή του «φόβου» και του «ελέου» στην τραγωδία, σε τέτοια κλίμακα που και τα δύο συναισθήματα, όπως και άλλες αρετές, όπως η αίσθηση του υψηλού και του τραγικού, να περνούν αβίαστα στο κοινό.

Ο Άρης Μπινιάρης με τη σκηνοθεσία-πρόταση που έκανε με αυτή την παράσταση του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου έδειξε πως έχει μελετήσει εξονυχιστικά κάθε πλευρά του έργου. Δούλεψε λεπτομερώς τον πυρήνα του, τη μουσικότητά του, υπογράφοντας ο ίδιος και τη μουσική δραματουργία. Έτσι λόγος και μουσική έγιναν ένα και εναρμονίστηκαν στις περισσότερες περιπτώσεις μοναδικά με τα σώματα των ηθοποιών του. Μέσα σε ένα ηχητικό περιβάλλον με επιρροές από Ανατολή μέχρι rmb και πολύ αισθητά τα σημάδια της ραπ, αλλά όλα αυτά δημιουργώντας ένα μοναδικό και ξεχωριστό αποτέλεσμα, όπου οι παύσεις γίνονταν το δυνατότερο κομμάτι του.

Ο χορός του δεν αποτελούνταν από ευγενείς γέροντες Πέρσες, συμβούλους του νεκρού βασιλιά, ως είθισται. Στην παράσταση του Μπινιάρη 13 ταλαντούχοι ηθοποιοί, με τον ίδιο τον σκηνοθέτη ανάμεσά τους, παίζουν ζωντανά μουσική, χορεύουν, τραγουδούν και ερμηνεύουν. Σημαντικούς καρπούς φαίνεται να απέδωσε και η δουλειά του Θεόδωρου Στεφανόπουλου στη μετρική διδασκαλία, αλλά και της Λίας Χαράκη στην κινησιολογία.

Όλοι τους νέοι, σθεναροί πολεμιστές, βαρβάτοι, έτοιμοι να ριχτούν στη μάχη τραγουδώντας με μένος: «Ο στρατός της Περσίας είναι ανίκητος και η καρδιά του λαού της είναι ατσάλι…» Τόσο που σε κάνει να ανατριχιάσεις αν σκεφτείς ανάλογους στρατούς που αυτή τη στιγμή εκπαιδεύονται στις γωνιές του πλανήτη, με πρώτο αυτόν του τζιχαντιστικού κύματος που πλήττει την Ευρώπη και εκπαιδεύει στους κόλπους του ακόμα και μικρά παιδιά.

Για μένα σε αυτό έγκειται και η επιτυχία της σκηνοθεσία, στο ότι κατάφερε να κάνει το έργο οικείο στο σύγχρονο θεατή, χωρίς να το βεβηλώσει με δήθεν «μοντερνισμούς» ή κατακρεουργώντας μέρη του.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τη σπουδαία ερμηνεία του Χάρη Χαραλάμπου, που είναι ο αγγελιαφόρος της παράστασης. Από τη στιγμή της εισόδου του στη σκηνή ο ηθοποιός καθηλώνει.

Η Άτοσσα της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη ξεπερνά τις προσδοκίες που έχουμε από εκείνη. Έπειτα από μια εκπληκτική ερμηνεία στην «Πλατεία Ηρώων» του Τόμας Μπέρνχαρντ το χειμώνα (ίσως η καλύτερη ερμηνεία της σεζόν), η ηθοποιός εντυπωσιάζει και πάλι, και δεν αναφέρομαι φυσικά μόνο στο δερβίσκο στροβίλισμα που κράτησε τουλάχιστον δέκα λεπτά(!) αλλά και στη μεστή και ουσιαστική παρουσία της.

Χαρίζοντας, μαζί με το χορό πάντα, την καλύτερη σκηνή της παράστασης, ίσως και του καλοκαιριού, στο δεύτερο στάσιμο, που δεν είναι άλλη από την επίκληση στο νεκρό βασιλιά Δαρείο. Είναι η πρώτη φορά που ως θεατής βιώνω και δεν ακούω μόνο το έθιμο των σπονδών που ήταν τόσο «ζωτικής» σημασίας για τους αρχαίους Έλληνες. Στους νεκρούς και στους θεούς οι τιμές επιβάλλονταν και θα είναι εκείνες που θα δώσουν τις λύσεις στα αδιέξοδα. Μια εξαιρετικής δυναμικής σκηνή με απίστευτη ένταση, αλλά και υποδειγματική κλιμάκωση τόσο μουσικά όσο και δραματικά.

Όταν εμφανίζεται όμως ο Δαρείος του Νίκου Ψαρρά, και το στροβίλισμα της Άτοσσας συνεχίζεται, πιθανότατα για να τονιστεί η επικοινωνία σε διαφορετικά συμπαντικά επίπεδα, η ερμηνεία του είναι καταδικασμένη να χάσει τη δυναμική της και αυτό είναι κρίμα για τον έμπειρο ηθοποιό.

Μοναδικό αδύναμο σημείο σε αυτό το εξαιρετικό ανέβασμα βρήκα την έξοδο, κάτι που κατά τη γνώμη μου οφείλεται στην άστοχη ανάγνωση του ρόλου του Ξέρξη από τον Αντώνη Μυριαγκού. Ίσως προσπάθησε να δει τον νεαρό βασιλιά σαν έναν άνθρωπο που βιώνει ακόμη το σοκ του πολέμου. Η φιγούρα του όμως σκηνικά, με τις τόσες άστοχες κινήσεις και την υπερβολή στην εκφορά του λόγου, μάλλον άγχωνε το θεατή και δεν έδινε τη δυνατότητα να ακουστεί ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια της τραγωδίας: η αναγνώριση της ήττας και ο θρήνος «Κλάψε γι’ αυτούς που έχουν χαθεί».

Η παράσταση ευτύχησε και εικαστικά με τα εμπνευσμένα κοστούμια της Ελένης Τζιρκάλλη, τη λιτή σκηνική κατασκευή του Κωνσταντίνου Λουκά που εναρμονίστηκε πλήρως με το μεγάλο θίασο και τις πλουραλιστικές σκηνικές δράσεις του αλλά και τα λειτουργικά φώτα του Γεώργιου Κουκουμά.

Κλείνοντας, θα ήθελα έστω και ονομαστικά να αναφέρω τα μέλη αυτού του σπάνιου χορού: Ηλίας Ανδρέου, Πέτρος Γιωρκάτζης, Γιώργος Ευαγόρου, Λευτέρης Ζαμπετάκης, Νεκτάριος Θεοδώρου, Μάριος Κωνσταντίνου, Παναγιώτης Λάρκου, Δαυίδ Μαλτέζε, Γιάννης Μίνως, Άρης Μπινιάρης, Ονησίφορος Ονησιφόρου, Αντρέας Παπαμιχαλόπουλος, Μάνος Πετράκης, Στέφανος Πίττας, Κωνσταντίνος Σεβδαλής.

 

 

 

Η «Άλκηστη» του Ευριπίδη, η παράσταση της Κατερίνας Ευαγγελάτου, ξεχώρισε στα φετινά Επιδαύρια, έκανε μια πολύ σύντομη περιοδεία (ουσιαστικά Κρήτη και Θεσσαλονίκη), ενώ αναμένεται να παιχτεί στις 11 Σεπτεμβρίου στην Ελευσίνα και για δύο βραδιές, στις 18 και 19 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Βράχων Μελίνα Μερκούρη στον Βύρωνα. 

Για το Ηρώδειο το Εθνικό Θέατρο επέλεξε και για τα δύο βράδια ( 4& 5 Σεπτεμβρίου) να ανεβάσει την άλλη του παραγωγή, την «Ειρήνη» του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη και  σύνθεση Νίκου Κυπουργού.

Μαθαίνουμε, όμως, ότι το ταξίδι της παράστασης δεν θα τελειώσει στη «Σκιά των Βράχων» και, όπως όλα δείχνουν, το κοινό θα έχει την ευκαιρία να την παρακολουθήσει μετά τις 23 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Rex - Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» στην Πανεπιστήμιου για μια περίπου εβδομάδα. Αναμένεται ανακοίνωση από το Εθνικό Θέατρο. 

Έτσι μετά τη «Μήδεια» του Δημήτρη Καρατζά που θα κάνει πρεμιέρα στις 5 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Πορεία, η «Άλκηστη» θα είναι η δεύτερη παράσταση αρχαίου δράματος που θα δούμε, σχεδόν αμέσως μετά το «Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2017», σε κλειστό θέατρο.  

alkistis4.JPG

*Η προπώληση  για τον Βύρωνα ξεκίνησε  στα καταστήματα Public, στο εκδοτήριο της Τicketservices (Πανεπιστημίου 39, εντός της στοάς Πεσμαζόγλου), τηλεφωνικά στο 210.7234567  και ηλεκτρονικά www.ticketservices.gr.

 

Ταυτότητα παράστασης

Μετάφραση: Κώστας Τοπούζης

Σκηνοθεσία-Επεξεργασία μετάφρασης: Κατερίνα Ευαγγελάτου

Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη

Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα

Κίνηση: Πατρίσια Απέργη

Μουσική σύνθεση: Γιώργος Πούλιος

Φωτισμοί: Σίμος Σαρκετζής

Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου

Βοηθός σκηνοθέτη: Δήμητρα Δερμιτζάκη

Β’ Βοηθοί σκηνοθέτη: Δημήτρης Οικονομίδης, Μαριλένα Κουτρουλάκη

Βοηθός χορογράφου: Ειρήνη Καλαϊτζίδη

Βοηθός ενδυματολόγου: Ειρήνη Γεωργακίλα 

Βοηθοί Σκηνογράφου: Θάλεια Μέλισσα, Μυρτώ Μεγαρίτου

Βοηθός συνθέτη: Κώστας Τσιώλης 

 

Διανομή

Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος: Άδμητος

Κίττυ Παϊταζόγλου:     Άλκηστη

Γιάννης Φέρτης: Φέρης

Δημήτρης Παπανικολάου: Ηρακλής

Ερρίκος Μηλιάρης:         Υπηρέτης

Κώστας Βασαρδάνης:               Απόλλων

Σωτήρης Τσακομίδης:       Θάνατος

 

Παιδιά: Σπύρος Γουλιέλμος, Νικόλ Φαλτσέτα

Χορός

Κωνσταντίνος Γεωργαλής, Γιώργος Ζυγούρης, Στάθης Κόικας, Μιχάλης Μιχαλακίδης, Αντώνης Μιχαλόπουλος, Γιώργος Νούσης, Χρήστος Ξυραφάκης, Στέλιος Παυλόπουλος, Δημόκριτος Σηφάκης, Περικλής Σκορδίλης, Αλέξανδρος Σταυρόπουλος, Μιχαήλ Ταμπακάκης, Βαλάντης Φράγκος

Μουσικοί επί σκηνής:  Πέτρος Κασιμάτης (τρομπέτα), Κωνσταντίνος Κωστίδης (συνθεσάιζερ , synth bass, ακορντεόν), Κωνσταντίνος Τσιώλης (ακορντεόν, συνθεσάιζερ), Θοδωρής Σοφόπουλος (κρουστά , ντραμς).

Φωτογράφος παράστασης: Πάτροκλος Σκαφίδας

 

 

Μπορεί παραδοσιακά η θεατρική σεζόν να ανοίγει αυλαία στα τέλη του φθινοπώρου, πολλοί θίασοι όμως δηλώνουν πανέτοιμοι και πάνε πρίμα για πρεμιέρα μαζί με τη νέα σχολική χρονιά. Παραστάσεις που γνώρισαν επιτυχία και επαναλαμβάνονται, πριν καλά καλά ξεκινήσει η σεζόν, έργα που αγαπήθηκαν το καλοκαίρι, αλλά και νέες παραγωγές περιλαμβάνονται στην ατζέντα του Σεπτεμβρίου.

Ας ρίξουμε μια πρώτη ματιά!

* Οι παραστάσεις παρουσιάζονται με τη σειρά που έχει ανακοινωθεί η πρεμιέρα τους.

 

mhdeia_poreia.jpg

«Μήδεια» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά
Θέατρο Πορεία, 5-17 Σεπτεμβρίου

Η χρονιά στο Θέατρο Πορεία ξεκινά με μια παράσταση που έκλεψε τις εντυπώσεις στη Μικρή Επίδαυρο. Μια διαφορετική «Μήδεια», που εμπνευσμένα σκηνοθέτησε ο Δημήτρης Καραντζάς, με τρεις εξαιρετικούς άντρες ηθοποιούς να μοιράζονται όλους τους ρόλους, τον Γιώργο Γάλλο, τον Χρήστο Λούλη και τον Μιχάλη Σαράντη. Το κείμενο της παράστασης –εκτός από τη «Μήδεια» του Ευριπίδη σε μετάφραση Μίνου Βολανάκη– περιέχει και χωρία από το έργο «Μήδειας υλικό» του Χάινερ Μύλλερ, σε μετάφραση Νίκου Φλέσσα, το σενάριο της ομώνυμης ταινίας του Πιερ Πάολο Παζολίνι σε μετάφραση Δημήτρη Αρβανιτάκη και το ομώνυμο έργο του Ζαν Ανούιγ σε μετάφραση Φώντα Κονδύλη.

 

eleni.jpg

«Ελένη» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Τσιριγκούλη
Πολυχώρος «Αλεξάνδρεια», 7-9 Σεπτεμβρίου

Το Κέντρο Πολιτισμού «Ελεύθερη Έκφραση» παρουσιάζει το αντιπολεμικό έργο του Ευριπίδη «Ελένη» σε μετάφραση Κώστα Τοπούζη. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Λεωνίδας Τσιριγκούλης, ο οποίος επιχειρεί να δώσει τη διττή διάσταση της ηρωίδας κινούμενος μεταξύ πραγματικότητας και ψευδαίσθησης.

Ο πραγματικός κόσμος της Τροίας και ο κόσμος του παραμυθιού της Αιγύπτου εναλλάσσονται μέσα από το παιχνίδι του είναι και του «φαίνεσθαι» της Ελένης και του ειδώλου της. Στον ομώνυμο ρόλο η Έρη Παπαγαλάνη και στο ρόλο του Μενέλαου ο Αγησίλαος Σιούνας.

 

xorodia _palia.jpg

«Κώστας Νούρος: Ξένος δυο φορές» κείμενα μουσική δραματουργία: Ανθή Γουρνουντή, Χρύσα Καψούλη, Τσιμάρας Τζανάτος σε σκηνοθεσία Χρύσας Καψούλη

Από 10-24 Σεπτεμβρίου

 Η ξεχωριστή αυτή παράσταση που παρουσιάστηκε στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών και της δράσης " Γεφυρώνοντας τις Διαφορετικότητες" επιστρέφει, και ευτυχώς, γιατί με την τόσες παράλληλες δράσεις που έγιναν φέτος, πολλοί δεν καταφέραμε να την απολαύσουμε. Το ραντεβού είναι πάλι στις ταβέρνες* του Πειραιά και η έμπνευση έχει γεννηθεί από τη βιογραφία του σπουδαίου τραγουδιστή Σμυρναίικων τραγουδιών του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, Κώστα Νούρου, που ενσαρκώνει ο Τσιμάρας Τζανάτος, ενώ τον πλαισιώνουν ηθοποιοί και το 40μελές Πειραϊκό φωνητικό σύνολο LIbro Coro. 

*ΤΑΒΕΡΝΑ ΡΕΒΑΪΖΙ Θερμοπυλών 28,Πειραιάς  21 0408 0017:  10,11/9  και  22,23,24/9 

ΤΑΒΕΡΝΑ ΡΟΥΚΟΥΝΑΣ  Ελ. Βενιζέλου 166, Κερατσίνι  2104633264:  16,17,18/9  

 

 

 

 

 

 

monos kosmos.png

 

«Μόνος κόσμος» της Emily Dickinson (σύνθεση κειμένων*) σε σκηνοθεσία Αλέξιου Κοτσώρη
Βρυσάκι, 20 Σεπτεμβρίου έως 10 Οκτωβρίου

Η Χριστίνα Τασκασαπίδου, μόνη στην αυλή του Βρυσακίου, θα μας ταξιδέψει στον κόσμο της πιο παράξενης ποιήτριας, της Emily Dickinson. Η Αμερικανίδα ποιήτρια έγινε οικουμενική δίχως να ξεμυτίσει από το δωμάτιό της στη μικρή πόλη του Amherst. Το πρώτο γνωστό ποίημά της χρονολογείται στο 1850, στα είκοσί της χρόνια. Απέκτησε φήμη, δίχως ποτέ να εκδώσει βιβλίο όσο ζούσε. Επηρέασε δραστικά την αμερικανική ποίηση του 20ού αιώνα και έγινε μία από τις σημαντικότερες πένες της Αμερικής.

*Το κείμενο του έργου αποτελεί σύνθεση από διάφορες εκδόσεις που αφορούν την Emily Dickinson: «The Belle Of Amherst» του William Luce, «Επειδή Δεν Άντεχα Να Ζήσω Φωναχτά» (Εκδόσεις Gutenberg), «Έλα Στον Κήπο Μου», του Διονύση Καψάλη, των Εκδόσεων Άγρα, αλλά και νέων ανέκδοτων μεταφράσεων του Παναγιώτη Ντουτσούλη.

 

eligmoi_clothed_2.jpg

«Ελιγμοί» του Eduardo Galan σε σκηνοθεσία Θοδωρή Βουρνά
Θέατρο 104, από 20 Σεπτεμβρίου και για δέκα μόνο παραστάσεις

Η παράσταση επιστρέφει με ανανεωμένο καστ (Χρήστος Καπενής, Αλέξανδρος Νταβρής, Γιώργος Κοσκορέλλος, Αλεξάνδρα Χασάνη) στο Θέατρο 104 για δέκα μόνο παραστάσεις. Ένα ζευγάρι, ο Ντάριο και η Μπελέν –ο πρώτος ηθοποιός και η δεύτερη στρατιωτικός–, προσπαθούν να «ελιχθούν» και να βγουν αλώβητοι από την πραγματικότητα που τους περιβάλλει, παλεύοντας με την αλήθεια που αποδεικνύεται πιο σκληρή από το ψέμα. Ένας υπολοχαγός και ένας σκηνοθέτης τούς φέρνουν αντιμέτωπους με την εξουσία, αλλά και με τον ίδιο τους τον εαυτό. Εξουσία στην τέχνη και εξουσία στον πόλεμο. Πότε η άσκηση εξουσίας υπερβαίνει τα όρια και ισοδυναμεί με κατάχρηση εξουσίας; Ποιος ο ρόλος του θύτη και ποιος του θύματος, όταν το ίδιο το άτομο έχει την ελευθερία να «ελίσσεται» στην προσπάθειά του να πετύχει τους στόχους του;

Όσο όμως κι αν οι ήρωες επιχειρούν να «αν-ελιχτούν», το κοινωνικό σύστημα επεμβαίνει, περιορίζοντας τα περιθώριά τους και στερώντας τους την ικανότητα να εξουσιάζουν ακόμα και τον ίδιο τους τον εαυτό.

 

amlet-vs_telma.jpg

 

«Άμλετ Vs Τέλμα» σε δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία Χρυσάνθης Κορνηλίου
Πολυχώρος Πολιτισμού «Διέλευσις», από το Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου και για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων

Ο Πολυχώρος Πολιτισμού «Διέλευσις» επαναλαμβάνει για δεύτερη χρονιά, λόγω επιτυχίας, το σημαντικότερο ίσως από τα έργα του μεγάλου συγγραφέα Σαίξπηρ. Ο Άμλετ (ο αναγραμματισμός του είναι τέλμα), πάντα επίκαιρο έργο, είναι αυτός που τολμά να τα βάλει με το κατεστημένο, τόσο εντός του ιδίου όσο και εντός της κοινωνίας, προκειμένου να ακολουθήσει μια πορεία για την κατάκτηση της ελευθερίας του.

Η υπόθεση του έργου είναι μια αλληγορία του υπαρξιακού αδιεξόδου αλλά και των πιθανών λύσεων και επιλογών που μπορεί να οδηγήσουν στην έξοδο από αυτό. Στη σκηνή θα δούμε τους: Γιάννη Μπόγρη, Φωκίωνα Ζαρίκο, Μαρία Μαλλούχου, Αυγή Φαρόγιαννη και Μάρκο Ζωίδη.

 

apaisious_andres.jpg

«Σύντομες συνεντεύξεις με απαίσιους άντρες» του David Foster Wallace σε σκηνοθεσία Ζωής Μυλωνά και Σταυρούλας Κοντοπούλου
Β΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, από 25 Σεπτεμβρίου μέχρι 17 Οκτωβρίου (κάθε Δευτέρα και Τρίτη)

Η άκρως νεανική παράσταση, που σκηνοθέτησαν η Σταυρούλα Κοντοπούλου και η Ζωή Μυλωνά και στην οποία τρεις γυναίκες υποδύονται άντρες που μιλούν για γυναίκες, θίγοντας με χιούμορ και αλήθεια ψυχαναλυτικές ιστορίες αντρών όπως αυτές παρουσιάζονται στο ομώνυμο βιβλίο του David Foster Wallace, πήρε παράταση και συνεχίζεται το Σεπτέμβριο.

Όλοι οι «απαίσιοι» άντρες που συναντάμε κάνουν μια εξομολόγηση αποκαλύπτοντας ίσως και άθελά τους τις ανασφάλειές τους. Η έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας στις ανθρώπινες σχέσεις εμποδίζει τη δημιουργία διαλόγου, τα πρόσωπα εμμένουν στο μονόλογό τους. Οι ήρωες είναι ταυτόχρονα απαίσιοι και βαθύτατα ανθρώπινοι.

 

amuntas2.jpg

«Αμύντας» του Γεωργίου Μόρμορη σε σκηνοθεσία Σπύρου Α. Ευαγγελάτου (αναβίωση σκηνοθεσίας: Κατερίνα Ευαγγελάτου)
Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017 για μία μοναδική παράσταση στο Ηρώδειο

Η τελευταία παράσταση του σπουδαίου σκηνοθέτη και ακαδημαϊκού Σπύρου Α. Ευαγγελάτου θα επαναληφθεί για μία μοναδική βραδιά στο Ηρώδειο. Την αναβίωση της σκηνοθεσίας έχει αναλάβει η κόρη του, Κατερίνα Ευαγγελάτου, προσφέροντας στους φίλους του θεάτρου μια μοναδική ευκαιρία να απολαύσουν και πάλι την τελευταία σκηνοθετική του δουλειά.

Ο Σπύρος Ευαγγελάτος με τον «Αμύντα», την τελευταία σκηνοθεσία του, επιβεβαίωσε και επισφράγισε την ανεκτίμητη προσφορά του στην παρουσίαση άγνωστων ελληνικών κειμένων στη σκηνή με σύγχρονη, φρέσκια, μοναδική σκηνοθετική ματιά. Οδήγησε μια πλειάδα πρωταγωνιστών, με κορυφαίους τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο, τη Φαίη Ξυλά, τη Βίκυ Βολιώτη, τον Θανάση Κουρλαμπά και τον βαρύτονο Μάριο Σαραντίδη, σε εξαίρετες ερμηνείες και δημιούργησε μια παράσταση εντυπωσιακών ρυθμών, καταιγιστικής αφήγησης, ευφάνταστων μεταμορφώσεων. Μια απολαυστική κωμωδία ύμνο στον Έρωτα.

 

xartopolemos2.jpg

«Ο Χαρτοπόλεμος» του Βαγγέλη Ρωμνιού σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη

Στο Θέατρο Μικρό Γκλόρια από 26 Σεπτεμβρίου για λίγες παραστάσεις

Η παράσταση που ξεχώρισε την περασμένη άνοιξη, ένα εξαιρετικό νεοελληνικό έργο, μια σπιντάτη σκηνοθεσία από τον καίριο Γιώργο Παλούμπη και ένας θίασος σε απόλυτη σκηνική επικοινωνία. Τα έχουμε ήδη γράψει αναλυτικά.(Διαβάστε εδώ)Από τις καλύτερες εκπλήξεις τις περσινής σεζόν.

Ένα σύγχρονο θρίλερ που θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί στην διπλανή μας πόρτα.

Στην παράσταση παίζουν πέντε ταλαντούχοι ηθοποιοί: Γιωργής Τσουρής, Βάλια Παπακωνσταντίνου, Βαγγέλης Ρωμνιός, Παύλος Πιέρρος, Φοίβος Ριμένας.

 

 

 

tap-out.jpg

«TAΠ AOYT» του Ανδρέα Φλουράκη σε σκηνοθεσία του συγγραφέα
Β΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, από 29 Σεπτεμβρίου έως 8 Δεκεμβρίου (κάθε Παρασκευή)

Ο Τάσος Κορκός, με μια ερμηνεία που ξεχώρισε την περασμένη σεζόν, υποδύεται έναν νεαρό kickboxer που σε λίγες ώρες πρόκειται να δώσει το σημαντικότερο αγώνα της ζωής του ενάντια στον Τζόνι, τον πατέρα του, την καφετέρια που δουλεύει, τη χώρα στην οποία είχε την ατυχία να γεννηθεί.

Μια μπουνιά βγαίνει έξω από το ρινγκ και αρχίζει να βαρά όλους όσοι έχουν πληρώσει εισιτήριο για να τη δουν. Αυτή η μπουνιά περιμένει να τους περιποιηθεί όλους, έναν έναν, άντρες-γυναίκες, δεξιούς-αριστερούς, έξυπνους και βλάκες. Μια μπουνιά που μας αφορά όλους…

 

monopetro.jpg

«Το μονόπετρο του πύργου» σε σύλληψη, χορογραφία, σκηνοθεσία και σκηνογραφία της Μαρίας Γοργία
Μενάνδρου 47, 5ος όροφος, από 29 Σεπτέμβρη

Το «Μονόπετρο του πύργου» επιστρέφει για εννέα παραστάσεις με μια νέα και ακόμα πιο τολμηρή βερσιόν! Σε καθεμία παράσταση θα συμμετέχει prima vista (χωρίς πρόβα) ένας άντρας ηλικίας 40-60plus (στάδιο μεσηλικίωσης)! Με τη μοναδική Σάνια Στριμπάκου (πρωταγωνίστρια του έργου «Στην άκρη του βατήρα») και τη Μαρία Γοργία στους κύριους ρόλους, αλλά και τους τρεις «ιδρυτικούς» του «Μονόπετρου» (μη επαγγελματίες), Θεοφάνη Καλεύρα, Παύλο Λαουτάρη και Γιάννη Σπανό σε ευρύτερους ρόλους, τη Στέλλα Ατζέμη στην είσοδο. Κάθε βραδιά και ένας άντρας (που θα έχει δηλώσει συμμετοχή) θα βιώνει την εμπειρία της prima vista performance! Ανάμεσα στους τολμηρούς που θα δηλώσουν συμμετοχή έχουν ήδη προσκληθεί να συμμετέχουν και γνωστά πρόσωπα του χώρου των τεχνών (Φίλιππος Σοφιανός, Poka Yio, Χρήστος Θηβαίος, Πάνος Φαμέλης και άλλοι).

 

Parelasi_6.jpg

«Η παρέλαση» της Λούλας Αναγνωστάκη σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μάρκελλο και Ελένης Στεργίου
Β΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, από 30 Σεπτεμβρίου μέχρι 29 Οκτωβρίου (κάθε Σάββατο και Κυριακή)

Μια παραγωγή του This Famous Tiny Circus theater group.

Ο Κωνσταντίνος Μάρκελλος και η Ελένη Στεργίου σκηνοθετούν και ερμηνεύουν για δεύτερη σεζόν, μετά την επιτυχία που σημείωσε η παράσταση το Μάιο, την «Παρέλαση», ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της Λούλας Αναγνωστάκη

Δύο αδέρφια, ο Άρης και η Ζωή, ζουν απομονωμένα στη σοφίτα του σπιτιού τους. Έξω η πόλη, ο άγνωστος κόσμος που ζει και αναπνέει πέρα από τους τέσσερις τοίχους, ετοιμάζεται να φορέσει τα γιορτινά της, αφού, όπως ο Άρης και η Ζωή υποθέτουν, οι ετοιμασίες που λαμβάνουν χώρα στην πλατεία δίπλα στο σπίτι δεν μπορούν παρά να προοιωνίζουν μια κανονική στρατιωτική παρέλαση. Κι ενώ μέσα στο δωμάτιο η σχέση τους εκτυλίσσεται σε ένα σκληρό και αδυσώπητο παιχνίδι εξουσίας, ο έξω κόσμος από πιθανός ελευθερωτής θα γίνει ‒μεταφορικά και κυριολεκτικά‒ ο δήμιός τους.

Υπαρξιακό θρίλερ ή αλληγορία επώδυνου σουρεαλισμού, η «Παρέλαση» με την ιλιγγιώδη πλοκή της σκαρφαλώνει ασθμαίνοντας προς την κορυφή: μόλις φτάσει εκεί, το σκοινί θα κοπεί απότομα. Η κάθαρση δεν θα έρθει για κανέναν.

 

meleme1-texnes-plus.jpg

«Έγκλημα στο Café-Noir» του David Landau σε σκηνοθεσία Λίλλυς Μελεμέ
Θέατρο Άλφα Ιδέα, από 30 Σεπτεμβρίου

Στο Θέατρο Άλφα Ιδέα, που έχει ήδη ανακοινώσει ένα πολλά υποσχόμενο πρόγραμμα, τη σεζόν θα ανοίξει το «Έγκλημα στο Café-Noir» σε σκηνοθεσία- διασκευή της ταλαντούχας Λίλλυς Μελεμέ. Η παράσταση μάλιστα θα λάβει χώρα στο φουαγιέ-μπαρ του θεάτρου. Πρόκειται για τη βραβευμένη και ξεκαρδιστική κωμωδία του Αμερικανού σεναριογράφου και σκηνοθέτη David Landau, η οποία, μετά την πρεμιέρα της το 1989, έχει παιχτεί πάνω από 100 φορές στις Ηνωμένες Πολιτείες, λαμβάνοντας εξαιρετικές κριτικές από τον αμερικανικό Τύπο.

Το έργο σατιρίζει τα κλισέ της αξέχαστης εποχής των film-noir και μέσα από ένα γρήγορο ρυθμό πλοκής και συγκρούσεων ξεδιπλώνει ευφάνταστα ένα τοπίο στο οποίο οι ήρωες, ιδωμένοι μέσα από το μεγεθυντικό φακό της κωμωδίας, κινούνται ανάμεσα στη γοητεία και στη γελοιότητα, ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα.

Ένας wannabe-ντετέκτιβ που καθρεφτίζεται στα ασπρόμαυρα πόστερ του θρυλικού Humphrey Bogart ξεγλιστρά από τη μίζερη ζωή του ζωντανεύοντας μπροστά στα μάτια των θεατών το alter-ego του. Σε ένα ξεχασμένο μπαρ στην Καραϊβική ο ένας φόνος διαδέχεται τον άλλο και ο Ρικ Άρτσερ επιχειρεί να λύσει το μυστήριο.

Πρόκειται για μια διαδραστική παράσταση στην οποία το κοινό απολαμβάνει ζωντανά την πρωτότυπη μουσική του έργου και κλασικά τραγούδια εποχής, ενώ καλείται να συμβάλει στην εξέλιξη της ιστορίας επιλέγοντας το μυστήριο ή τον έρωτα, την αποκάλυψη ενός μυστικού ή την αποσιώπησή του.

Όλα συμβαίνουν με μουσική, ένα πιάνο, όπλα και «μπαμ μπαμ», solo performances και κυνηγητά, έρωτες, πάθη... au noir. Στην ιστορία θα μας ξεναγήσουν οι: Ειρήνη Κουμπαρούλη, Σωτήρης Μεντζέλος, Νάντια Πυθαρά, Μαρίνα Τσουμπρή και Ουσίκ Χανικιάν.

 

 Στα τέλη του μήνα θα παιχθεί στο REX η «Άλκηστη» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγελλάτου περισσότερα εδώ.

 

Μια από τις παραστάσεις που ξεχωρίσαμε το φετινό καλοκαίρι, το σατυρικό δράμα του Ευριπίδη, που σκηνοθέτησε εμπνευσμένα ο Παντελής Δεντάκης με ένα θίασο αποκλειστικά γυναικείο θα ανέβει για μια ακόμη φορά στο Ηρώδειο. Δίνοντας έτσι την ευκαιρία σ' όσους έχασαν την παράσταση στη Μικρή Επίδαυρο να την απολαύσουν στην Αθήνα. Ο "Κύκλωπας" θα παρουσιαστεί την Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου.  

Εδώ μπορείτε να διαβάσετε αναλυτικά τη γνώμη μας για την παράσταση.

Και εδώ τη συνέντευξη που παραχώρησε στο texnes-plus και τη Γιώτα Δημητριάδη η Στεφανία Γουλιώτη. 

 

goulioti_kyklopas.jpg

Ταυτότητα της παράστασης:

Μετάφραση:Παντελής Μπουκάλας 

Σκηνοθεσία:Παντελής Δεντάκης 

Σκηνικά - Κοστούμια:Γεωργία Μπούρδα 

Μουσική:Λευτέρης Βενιάδης 

Φωτισμοί:Σάκης Μπιρμπίλης

Επιμέλεια κίνησης:Ερμής Μαλκότσης

Βοηθοί σκηνοθέτη: Έφη Ρευματά, Θανάσης Ζερίτης

Βοηθός Σκηνογράφου – Ενδυματολόγου:Μυρτώ Κοσμοπούλου 

Κατασκευή Σκηνικού: Νίκος Δεντάκης 

Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου

Παίζουν:

Στεφανία Γουλιώτη, Άννα Καλαϊτζίδου, Αλεξάνδρα Αϊδίνη

Νεφέλη Μαϊστράλη, Μαρία Μοσχούρη, Αμαλία Νίνου, Μυρτώ Πανάγου, Ελένη Τσιμπρικίδου, Έφη Ρευματά

 

Προπώληση: ταμεία Φεστιβάλ Αθηνών, viva.gr 210 32 72 000

Μια ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη με περίμενε στις διακοπές μου στη Χίο και δεν ήταν άλλη από το Μουσείο Μαστίχας στα Μαστιχοχώρια, στη νότια πλευρά του νησιού, κοντά στο Πυργί. Η τοποθεσία δεν είναι καθόλου τυχαία, καθώς εκεί βρίσκεται το μόνο σημείο στον κόσμο όπου «δακρύζει ο σχίνος» (ποικιλία pistacia lentiscus Chia) και παράγεται η μαστίχα, αν και σχίνοι υπάρχουν και σ'  άλλα μέρη της Μεσογείου, χωρίς τη δυνατότητα της παραγωγής.

 

mouseio_mastixas_12.jpg

Μέσα από την περιπλάνηση στις αίθουσες του μουσείου, ο επισκέπτης έχει τη μοναδική ευκαιρία, όχι μόνο να δει, αλλά να βιώσει με τις αισθήσεις του τη διαδικασία της καλλιέργειας και της παραγωγής της μαστίχας, καθώς και όλη την ιστορία του νησιού, που είναι ταυτισμένη με το δέντρο-μύθο, που αποτέλεσε ουσιαστικά μοχλό εξέλιξής του, από τα Βυζαντινά ακόμη χρόνια, με τον καρπό του να γίνεται πόλος έλξης ακόμη και για τους κατακτητές του. 

Έτσι η διδακτική μέθοδος της «εποπτείας» (η μάθηση πρέπει να περνάει από την εμπειρία του μαθητή και την αυτενέργεια) βρίσκει εδώ τον καλύτερο τόπο για να καρποφορήσει, όπως και η ρητίνη στον κορμό του δέντρου,καθώς έχεις την ευκαιρία ενεργοποιώντας όλες τις αισθήσεις σου να κατανοήσεις πλήρως, μια διαδικασία, που μόνο με την περιγραφή, σίγουρα δεν θα καταλάβαινες επαρκώς. 

 

dentri.jpg

 

Παράδοση και ιστορία γίνονται ένα και με τον πιο σύγχρονο τρόπο έρχονται στο "σήμερα" του κάθε επισκέπτη. Σ' αυτό συμβάλλουν και τα κατατοπιστικά βίντεο εξαιρετικής αισθητικής που προβάλλονται σε διάφορα σημεία.

Στο μουσείο λειτουργεί μια μόνιμη έκθεσή, αλλά φιλοξενούνται και περιοδικές εκθέσεις. Στην επίσκεψή μου πέτυχα μια έκθεση ζωγραφικής του Χιώτη Γιώργου Ζυμαράκη με τίτλο «INSPIRATION CHIOS-Με έμπνευση τη Χίο» και πίνακες σαφέστατα επηρεασμένους από το φυσικό τοπίο του νησιού. Επιπλέον λαμβάνουν χώρα και άλλες καλλιτεχνικές ή επιστημονικές δράσεις, όπως για παράδειγμα: κινηματογραφικές προβολές ή η «Αστροβραδιά» που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με τον σύλλογο Αστρονομίας Χίου. 

Η μόνιμη έκθεση, όπως προαναφέρθηκε έχει φυσικά αντικείμενο τη μαστίχα. Το πρώτο ερώτημα που απαντάται με την είσοδό σου στο χώρο είναι:«Γιατί παράγεται μόνο εδώ;»

paradoxo_mastixas.jpg

Στη συνέχεια, ο επισκέπτης μαθαίνει για τον σχίνο και τη μαστίχα, τη ρητίνη που αναγνωρίστηκε το 2015 ως φυσικό φάρμακο. Ανακαλύπτει την παραδοσιακή τεχνογνωσία της μαστιχοκαλλιέργειας, παρατηρεί τη διαχείριση της μαστίχας ιστορικά, διαπιστώνει πώς αυτή διαμόρφωσε το αγροτικό και οικισμένο τοπίο της νότιας Χίου.

a_meros_ekthesi.jpg

 

Επιπλέον, ενημερώνεται για τη συνεταιριστική εκμετάλλευση και τη μεταποίηση της μαστίχας στους νεότερους χρόνους, σημαντικό κεφάλαιο της παραγωγικής ιστορίας της Χίου και της Ελλάδας εν γένει. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στις χρήσεις με τις οποίες η μαστίχα σήμερα ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο.

mouseio_mastixas_3.jpg

mouseio_mastixas_4.jpg

mouseio_mastixas_5.jpg

mouseio_mastixas_6.jpg

mouseio_mastixas_7.jpg

mouseio_mastixas_8.jpg

mouseio_mastixas_9.jpg

mouseio_mastixas2.jpg

katastatiko.jpg

Τέλος, η μουσειακή εμπειρία ολοκληρώνεται στην φανταστική υπαίθρια έκθεση, όπου το κοινό έρχεται σε επαφή με το φυτό, αλλά και με το φυσικό περιβάλλον στο οποίο αυτό ευδοκιμεί!Εκεί έχεις την ευκαιρία να δεις από κοντά, όλα όσα έμαθες στην εσωτερική αίθουσα. 

 

mouseio_mastixas_exw.jpg

mouseio_mastixas2exw.jpg

 Φεύγοντας, μπορείς να απολαύσεις ένα δροσερό ρόφημα με πανοραμική θέα στο μπαλκόνι της καφετέριας και να προμηθευτείς προϊόντα με βάση τη μαστίχα από το κατάστημα με τα suvenirs που λειτουργεί μαζί με το cafe του Μουσείου. Έτσι η γεύση και το άρωμα της θα σε ακολουθούν για καιρό, όπως και οι μνήμες από αυτή την επίσκεψη. 

Το Μουσείο Μαστίχας Χίου είναι το όγδοο, σε λειτουργία, μουσείο του Δικτύου θεματικών Μουσείων του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), μέσω του οποίου επιδιώκεται η ανάδειξη της αειφορίας της παραδοσιακής καλλιέργειας και της παραγωγικής ιστορίας της επεξεργασίας της μαστίχας και, παράλληλα, η ένταξή της στο πολιτιστικό τοπίο της Χίου. Μετά από αυτή την εμπειρία ανυπομονώ να επισκεφτώ και τα υπόλοιπα εφτά! 

 

Lenovo_A1000_IMG_20170813_142649.jpg

  

Πληροφορίες Μουσείο Μαστίχας Χίου

Διεύθυνση

Πυργί, Θέση Ράχη (Τεπέκι), 82 102 Χίος

Τηλ.: 22710 72212

Ώρες λειτουργίας

1η Μαρτίου - 15 Οκτωβρίου: 10:00 - 18:00

16 Οκτωβρίου - 28 Φεβρουαρίου: 10:00 - 17:00

Κλειστό: Κάθε Τρίτη, 1η Ιανουαρίου, Μ. Παρασκευή (μέχρι 12:00 μ.μ.), Κυριακή του Πάσχα, 1η Μαΐου, 22 Ιουλίου (τοπική εορτή), 15 Αυγούστου, 25-26 Δεκεμβρίου

Εισιτήριο

Γενική είσοδος: 3 ευρώ

Μειωμένο εισιτήριο: 1,5 ευρώ.

Οργανωμένες επισκέψεις

Για την καλύτερη εξυπηρέτηση ομάδων επισκεπτών, είναι σκόπιμο να υπάρχει προσυνεννόηση με το Μουσείο.

Άτομα με αναπηρίες (ΑΜΕΑ)

Η είσοδος για άτομα με αναπηρία είναι ελεύθερη. Για ομαδικές επισκέψεις, είναι απαραίτητη η προσυνεννόηση με το Μουσείο.

 

Από τα τέλη Σεπτεμβρίου και για λίγες παραστάσεις στο Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας-Β’ σκηνή θα έχουμε την ευκαιρία να (ξανά) δούμε τρεις παραστάσεις που ξεχώρισαν την περσινή σεζόν. Έργα που αγκάλιασε το κοινό και η επανάληψή τους κρίθηκε επιβεβλημένη πριν την έναρξη του φετινού ρεπερτορίου. Έτσι λοιπόν, η «Παρέλαση» της Λούλας Αναγνωστάκη με τους Κωνσταντίνο Μάκρκελλου και Ελένη Στεργίου, το «ΤΑΠ-ΟΥΤ»που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Ανδρέας Φλουράκης με τον Τάσο Κορκό στη σκηνή, αλλά και οι «Σύντομες συνεντεύξεις με απαίσιους άνδρες» του David Foster Wallace, που σκηνοθέτησαν και πρωταγωνιστούν η Σταυρούλα Κοντοπούλου και η Ζωή Μυλωνά θα ανέβουν και πάλι! 

 Ας πάρουμε όμως μια γεύση για τις τρεις παραγωγές του θεάτρου.

Parelasi_5.jpg

 

Η Παρέλαση - της Λούλας Αναγνωστάκη

 Μια παραγωγή του This Famous Tiny Circus theater group

Ο Κωνσταντίνος Μάρκελλος και η Ελένη Στεργίου σκηνοθετούν κι ερμηνεύουν για δεύτερη σεζόν, μετά την επιτυχία που σημείωσε η παράσταση το Μάιο, την «Παρέλαση», ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της Λούλας Αναγνωστάκη

Δύο αδέλφια, ο Άρης και η Ζωή, ζουν απομονωμένα στην σοφίτα του σπιτιού τους. Έξω η Πόλη, ο άγνωστος κόσμος που ζει και αναπνέει πέρα από τους τέσσερις τοίχους ετοιμάζεται να φορέσει τα γιορτινά της, αφού όπως ο Άρης και η Ζωή υποθέτουν, οι ετοιμασίες που λαμβάνουν χώρα στην πλατεία δίπλα στο σπίτι δε μπορούν παρά να προοιωνίζουν μια κανονική στρατιωτική παρέλαση.

Κι ενώ μέσα στο δωμάτιο η σχέση τους εξελίσσεται σε ένα σκληρό και αδυσώπητο παιχνίδι εξουσίας, ο έξω κόσμος από πιθανός ελευθερωτής θα γίνει-μεταφορικά και κυριολεκτικά- ο δήμιός τους. 

Υπαρξιακό θρίλερ ή αλληγορία επώδυνου σουρεαλισμού, η «Παρέλαση» με την ιλιγγιώδη πλοκή της σκαρφαλώνει ασθμαίνοντας προς την κορυφή: μόλις φθάσει εκεί, το σκοινί θα κοπεί απότομα. Η κάθαρση δεν θα έρθει για κανέναν.

Ο Κωνσταντίνος Μάρκελλος και η Ελένη Στεργίου μίλησαν στη Γιώτα Δημητριάδη με αφορμή την παράσταση. Διαβάστε εδώ τη συνέντευξή τους.

 

tap-out.jpg

TAΠ AOYT- του Ανδρέα Φλουράκη

Ο Τάσος Κορκός, με μια ερμηνεία που ξεχώρισε την περασμένη σεζόν, υποδύεται  έναν νεαρό kickboxer που σε λίγες ώρες πρόκειται να δώσει το σημαντικότερο αγώνα της ζωής του ενάντια στον Τζόνι, τον πατέρα του, την καφετέρια που δουλεύει, την χώρα που είχε την ατυχία να γεννηθεί. 

Μία μπουνιά βγαίνει έξω από το ρινγκ και αρχίζει να βαράει όλους όσους έχουν πληρώσει εισιτήριο για να τη δουν. Αυτή η μπουνιά περιμένει να τους περιποιηθεί όλους έναν-έναν, άντρες-γυναίκες, δεξιούς-αριστερούς, έξυπνους και βλάκες.  Μια μπουνιά που μας αφορά όλους…

Την παράσταση σκηνοθετεί ο ίδιος ο συγγραφέας.

Ο Ανδρέας Φλουράκης έγραψε στο Texnes-plus γι' αυτό που τον "καίει". Διαβάστε το κείμενό του εδώ

apaisious_andres.jpg

Σύντομες συνεντεύξεις με απαίσιους άνδρες- του David Foster Wallace

Η άκρως νεανική παράσταση που σκηνοθέτησαν η Σταυρούλα Κοντοπούλου και η Ζωή Μυλωνά και στην οποία τρεις γυναίκες υποδύονται άνδρες που μιλούν για γυναίκες, θίγοντας με χιούμορ και αλήθεια ψυχαναλυτικές ιστορίες ανδρών όπως αυτές παρουσιάζονται στο ομώνυμο βιβλίο του David Foster Wallace, πήρε παράταση και συνεχίζεται το Σεπτέμβριο για λίγες παραστάσεις.

Όλοι οι «απαίσιοι» άντρες που συναντάμε κάνουν μια εξομολόγηση αποκαλύπτοντας ίσως και άθελα τους τις ανασφάλειες τους. Η έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας στις ανθρώπινες σχέσεις εμποδίζει την δημιουργία διαλόγου, τα πρόσωπα εμμένουν στο μονόλογο τους. Οι ήρωες είναι ταυτόχρονα απαίσιοι και βαθύτατα ανθρώπινοι. 

Ερμηνεύουν: Σταυρούλα Κοντοπούλου, Ζωή Μυλωνά κ.α

Οι πρωταγωνίστριες της παράστασης άνοιξαν τα καμαρίνια τους στο Tenxes-plus. Δείτε εδώ το σχετικό άρθρο. 

 

 

 

 «Δεν υπάρχει οργή πιο φοβερή και αθεράπευτη από αυτή που γεννιέται ανάμεσα σε ανθρώπους που είχαν αγαπηθεί».

Το Θέατρο Τέχνης επέστρεψε μετά από εφτά χρόνια στην Επίδαυρο και η καλλιτεχνική διευθύντρια Μαριάννα Κάλμπαρη ανέλαβε να υπογράψει τη σκηνοθεσία και τη δραματουργική επεξεργασία (μαζί με την Έλενα Τριανταφυλλοπούλου) της «Μήδειας» του Ευριπίδη (διδάσκεται για πρώτη φορά το 431 π.Χ. ως πρώτο έργο της τετραλογίας που εκείνη τη χρονιά κερδίζει το τρίτο βραβείο στους δραματικούς αγώνες) σε μια δουλειά που έχει έντονα το προσωπικό της καλλιτεχνικό στίγμα, γεγονός που αποδεικνύεται και από την ανάγκη της να συνυπάρξει με τους ηθοποιούς της σκηνικά κρατώντας έναν από τους ρόλους της παράστασης, αυτόν της Τροφού. 

Η οπτική της πάνω στο έργο γίνεται σαφής πριν δει κανείς τους υποκριτές, τόσο από τη φράση «Η βαρβαρότητα του έρωτα» που ακολουθεί τη «Μήδεια» στον τίτλο της παράστασης και τις άκρως αισθησιακές φωτογραφίες του προγράμματος όσο και από το σκηνικό της. Ένα τεράστιο κρεβάτι έχει στηθεί στη θυμέλη (σκηνικά Κωνσταντίνος Ζαμάνης) που γύρω από αυτό περιστρέφεται όλη η δράση και πάνω του συμβαίνουν τα πιο τραγικά γεγονότα – π.χ., δολοφονία παιδιών, θάνατος Ιάσονα, αναγγελία θανάτων από Άγγελο.

Στο λόγο του Ευριπίδη θα προστεθούν και ένθετα από κείμενα και ποιήματα αρχαιοελληνικής γραμματείας (Πλάτων, Θεόκριτος, Παρθένιος, Πλούταρχος, Σαπφώ, Αρχίλοχος, Μελέαγρος κ.ά.), όλα για να εξυπηρετήσουν αυτόν το σκοπό, για να μιλήσει  η «παράσταση  για το ανεξήγητο του έρωτα.

Η σκηνοθετική άποψη ζωντανεύει επί σκηνής και τη Γλαύκη, τη νέα και ωραία βασιλοπούλα που πρόκειται να νυμφευθεί ο Ιάσονας, εγκαταλείποντας τη Μήδεια και τα παιδιά του και αδιαφορώντας για τη μοίρα τους. Ένα πρόσωπο που δεν έχει υπόσταση στην τραγωδία, παρά μόνο μέσα από τις περιγραφές. Παράλληλα, δίνει μορφή και στη δεύτερη όψη της Μήδειας, στο alter ego της, στη σκέψη της, στα μύχια της ψυχής της, στα άδυτα του μυαλού της. Θέλοντας ίσως έτσι να δικαιολογήσει και το «Δύο φορές βάρβαρη η Μήδεια, από καταγωγή και από έρωτα», όπως γράφει στον πρόλογο της μετάφρασής του ο Γιώργος Χειμωνάς.

Το πάθος του έρωτα και η πληγή της προδοσίας είναι  πρωταγωνιστές στη «Μήδεια» της Μαριάννας Κάλμπαρη και το  γνωστό τραγούδι «Του έρωτα μέγα κακό» ‒εδώ διασκευασμένο από τον Παναγιώτη Καλατζόπουλο, που ηχογραφήθηκε στο δίσκο «Ευριπίδη-Μήδεια» το 1990 με ερμηνεύτρια την Ελένη Βιτάλη, σε μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη, και ακούστηκε για πρώτη φορά στη «Μήδεια» που σκηνοθέτησε ο Ανδρέας Βουτσινάς το 1990 στην Επίδαυρο (Με Μήδεια τη Λυδία Φωτοπούλου και Ιάσονα τον Νίκο Σεργιανόπουλο) και τότε σε μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά‒ θα τραγουδηθεί, για πρώτη φορά από την ίδια τη σκηνοθέτιδα, στον ρόλο της Τροφού, από ένα μικρόφωνο που είναι τοποθετημένο στην άκρη της σκηνής δεξιά  ‒πόσες φορές θα δούμε πια αυτό το μικρόφωνο!!‒  και από αυτό το σημείο θα τονίζονται όλες οι σημαντικές φράσεις από εκεί και πέρα...

Μέχρι εδώ λοιπόν θα μπορούσε να πει κανείς ότι υπάρχει μια κάποια συγκεκριμένη κεντρική  οπτική που έχει η σκηνοθεσία πάνω στο έργο  ‒δεν είναι μόνο αυτή, θα πρέπει να αναλύσουμε, για παράδειγμα, και μια πιο φεμινιστική στάση της Μήδειας γενικότερα, που και αυτή οδήγησε σ’ άλλα αποτελέσματα–, και που είναι πάντα ενδιαφέρουσα, όπως κάθε «ανάγνωση». Το ζήτημα είναι όμως πώς αυτή αναπαρίσταται και πώς οδηγούνται οι ηθοποιοί στην υλοποίησή της. 

Προσωπικά, παρακολουθώντας την παράσταση ένιωσα ότι η κ. Κάλμπαρη πειραματίστηκε με πάρα πολλές ιδέες ,αλλά το τερμάτισε στην υπερβολή και σε κάποια σημεία επήλθε το χάος. Ένα χάος παρόμοιο με την τρύπα κάτω από το κρεβάτι του σκηνικού, όπου έριξε και τους ταλαντούχους ηθοποιούς της. Κάποιοι κρατιόνταν σε σκηνές από το χείλος του γκρεμού και έλαμπαν… 

Είναι πολύ διαφορετικό να θες να μιλήσεις μέσα από μια τραγωδία, ακόμη για «την πληγή του έρωτα», από ό,τι από ένα οποιοδήποτε άλλο έργο. Το δράμα επιδιώκει να μας κάνει να συναισθανθούμε τον πόνο και τη λύπη ενός άλλου. Η τραγωδία επιδίωκε και στοχεύει να μας  αναγκάσει να αλλάξουμε στάση απέναντι στα πράγματα, στο πώς σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε εμείς οι ίδιοι. Το δράμα έτσι αφορά πάντα τη δυνατότητα που έχουμε ως ανθρώπινα όντα να μπούμε στη θέση κάποιου άλλου ανθρώπου, ενώ η τραγωδία σκοπεύει να μας μετακινήσει εσωτερικά, να αλλάξει εμάς του ίδιους.

Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, όταν βλέπεις, για παράδειγμα, τόσους ηθοποιούς στη σκηνή (που δεν έχουν ρόλο) και αναρωτιέσαι γιατί υπάρχουν και στη συνέχεια τους παρακολουθείς να ντύνουν χορευτικά το «Του έρωτα μέγα κακό» σαν ομόφυλα και ετερόφυλα ζευγαράκια που τρέχουν για να αγκαλιαστούν σαν σε ταινία του ’60 σε κάποια ακρογιαλιά ή στη σκηνή της Eurovision (κίνηση Μαρίζα Τσίγκα), μάλλον λαϊκό ρομάντζο βλέπεις, δεν βλέπεις «Μήδεια». 

Από την άλλη πλευρά, ενώ εννοείται ότι η παράσταση αντιμετώπισε το έργο αλλιώς και από αισθητικής απόψεως, σύγχρονα κοστούμια με επιρροές βικτοριανής εποχής, ακόμα και η ενδιαφέρουσα μουσική του Παναγιώτη Καλαντζόπουλου, είχε ηλεκτρονικό ήχο και οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτου, που ήταν ευφάνταστοι, έδιναν μια άλλη κινηματογραφική διάσταση, με ένα μαγευτικό φινάλε, οι ηθοποιοί κλήθηκαν να παίζουν με στόμφο και απίστευτη φλυαρία στην κίνηση. Τουλάχιστον όμως ακούγονταν ξεκάθαρα, ακόμη και χωρίς μικρόφωνα, κάτι που σπάνια συμβαίνει. 

Η Θεοδώρα Τζήμου, που πρώτη αποσχίζεται από τον κύκλο, περιγράφει αρχικά με λόγο καθαρό και μεστό πως «ο έρωτας είναι στη φύση μας από τα παλιά τα χρόνια» μια δυναμική έναρξη. Στη συνέχεια, η ηθοποιός θα ντυθεί με νυφικό και θα γίνει η Γλαύκη της ιστορίας. Απαγγέλλοντας κατά βάση τα περισσότερα ένθετα κείμενα που προστέθηκαν με τρόπο επιφανειακό και σε τέτοια έκσταση, που μάλλον Οφηλία μετά την τρέλα θύμιζε. 

Οι Αλέξανδρος Μυλωνάς και Γεράσιμος Γεννατάς κατάφεραν να γίνουν πιο πειστικοί και να δώσουν ανάσες ρεαλισμού στον Κρέοντα και τον Αιγέα αντίστοιχα. Αν και ο τελευταίος, ποτέ δεν κατάλαβα, γιατί έπρεπε να κουνά συνέχεια τις δύο πλάγιες φάσες από το κοστούμι του ενώ μιλούσε.

Η Σύρμω Κεκέ και η Ιωάννα Μαυρέα, ως γυναίκες της Κορίνθου μαζί με τη Μαριάννα Κάλμπαρη (Τροφό), κλήθηκαν να καλύψουν τις ανάγκες του χορού και έκαναν ό,τι ήταν δυνατό. Γιατί ουσιαστικά οι νεότεροι που αναγράφονται ως χορός στο πρόγραμμα (Λήδα Κουτσοδασκάλου, Βασιλίνα Κατερίνη, Μάριος Κρητικόπουλος, Ευθύμης Χαλκίδης, Αλέξανδρος Σκουρλέτης) ήταν οι ηθοποιοί που πηγαινοέρχονταν και κυλιόνταν χωρίς λόγο και αιτία στο κοίλον, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω.  

Η Κωνσταντίνα Τάκαλου, ως Άγγελος, είχε να αφηγηθεί ένα συγκλονιστικό κείμενο, αλλά και εκείνη οδηγήθηκε σε απίστευτες υπερβολές στην κίνηση και στην εκφορά του λόγου. Μέχρι και από τη μουσική διακόπηκε η αφήγησή της σε σημείο κορύφωσης! Αδυνατώ να καταλάβω γιατί, όταν έχεις μια τόσο σπουδαία ηθοποιό και μια αφήγηση τέτοιας δυναμικής, βάζεις μόνος σου εμπόδια στη λειτουργία τους. 

Ο Ιάσονας του Χάρη Φραγκούλη ξένιζε αρκετά στην πρώτη του εμφάνιση. Αν όμως σκεφτεί κανείς ότι πέρα από την απιστία ο ήρωάς του φαίνεται να σφετερίζεται για τον εαυτό του τον ελληνικό πολιτισμό. Σκηνικά το στοιχείο αυτό έχει ενδιαφέρον αν παρουσιαστεί μ’ ένα λόγο αποκρουστικά εξορθολογισμένο και κυνικά χρησιμοθηρικό, που θα κρύβει και μια υποβόσκουσα ειρωνεία για να αναδείξει ίσως και ένα φεμινιστικό στοιχείο κόντρα στο μισογυνισμό του Ευριπίδη, και να έρθει στο φινάλε και η κατάρρευση του ήρωα. Δεν μπόρεσα όμως να αντιληφθώ αν αυτή η ερμηνεία είχε κάποιο τέτοιο ή άλλο ερμηνευτικό υπόβαθρο, σε πολλά σημεία πάντως ένιωθα τον ίδιο τον ηθοποιό να χλευάζει αυτό που κάνει, σαν να μην το πίστευε ούτε ο ίδιος. 

Η ερμηνεία της Μαρίας Ναυπλίωτου στη Μήδεια είχε πολλές προδιαγραφές για να μας συγκινήσει, αλλά εγκλωβίστηκε και αυτή στη σκηνοθεσία. Όσο και να προσπαθούσε η ηθοποιός να μπει στην ψυχοσύνθεση της τραγικής ηρωίδας, πλάι της υπήρχε απίστευτη βαβούρα που αποπροσανατόλιζε τον θεατή. Πρώτα από όλα, και κυρίως η «Βάρβαρη» Μήδεια, η ηθοποιός Αλεξάνδρα Καζάκου, που, άσχετα από το ταλέντο της και την καλοδουλεμένη της κίνηση, εδώ χτυπιόταν και επαναλάμβανε φράσεις, χωρίς ούτε μία φορά όλο αυτό το σκηνοθετικό εύρημα να έχει κάποιο νόημα. Στη συνέχεια οι συμπαίκτες της, που όλοι θα έπρεπε να κάνουν και άλλα εκατό τσαλιμάκια παίζοντας, ενώ σίγουρα κάποιος θα πηγαινοερχόταν παράλληλα. 

Παρ’ όλα αυτά, η Μαρία Ναυπλίωτου έδειξε ότι έχει τα εχέγγυα να τα καταφέρει σε αρκετές σκηνές. Ιδιαίτερα όταν η σκηνοθεσία την εμπιστευόταν και της άφηνε λίγο χώρο. Ήταν εξαιρετική στη σκηνή που έβαζε σε εφαρμογή το σχέδιό της. Έκανε μια εντυπωσιακή είσοδο, σαν αίλουρος με πλάτη στο κοινό, μιλώντας για ερπετά, και ένα εξαιρετικό φινάλε λουσμένη στο φως, σαν γνήσια κόρη του Ήλιου. Η σκληρή δουλειά που είχε κάνει φάνηκε και στον αγώνα λόγων με τον Ιάσονα, όπου, παρά την ιδιαίτερη ερμηνεία του συμπρωταγωνιστή της, εκείνη κράτησε τον ρυθμό της –και την ψυχραιμία της γενικότερα– , έτσι παρακολουθήσαμε ξεκάθαρα τους δύο διαφορετικούς κόσμους που με μαεστρία παρουσιάζει ο ποιητής να εξαρθρώνονται σε μια επίδειξη ρητορικής ευρεσιτεχνίας. 

Η Μήδεια αναλαμβάνει αρχικά να αποκαλύψει και στη συνέχεια να συντρίψει αυτή την πολιτισμένη φενάκη που την περιβάλλει. Αντιπροτείνει τους κανόνες του δικού της πολιτισμού, που αρνείται κάθε λογικό διακανονισμό, κάθε ρητορική συζήτηση και τους διαχωρισμούς του Ιάσονα ως στηρίγματα της ερωτικής του απιστίας. Η Μήδεια υποστηρίζει μέχρι τέλους την παθολογία του έρωτα. 

Η παιδοκτονία είναι το τρίτο μέρος μιας αποτρόπαιης κλίμακας που ξεκίνησε ως αδελφοκτονία για χάρη του Ιάσονα και συνεχίστηκε με την έμμεση πατροκτονία. Για τον αμοιβαίο έρωτα χύθηκε τόσο αίμα, γι’ αυτό και τώρα τον κατηγορεί πως η παιδοκτονία τού ανήκει. Στη βαρβαρότητα του πολιτισμού απαντά κανείς με τον πολιτισμό της βαρβαρότητας. Αυτή είναι και η μόνη νόμιμη άμυνα της Μήδειας. 

Θέματα «δύσκολα», που άλλοτε μοιάζουν μακρινά και άπιαστα και άλλοτε οικεία και κοντινά, διότι η τραγική ποίηση, αν και ξεκινά πάντα από την υποκειμενικότητα, καταφέρνει και αντικειμενοποιεί πάντα το συμβολισμό της, γιατί δεν χάνει ποτέ την όψη της ολότητας του κόσμου και του χρόνου. 

Οφείλουμε πάντως, παρά τις όποιες αντιρρήσεις μας για το συγκεκριμένο ανέβασμα, να παραδεχθούμε πως είναι μεγάλη επιτυχία το γεγονός ότι η κυρία Κάλμπαρη, ως καλλιτεχνική διευθύντρια, πέτυχε ένα μεγάλο στοίχημα: Να φέρει σε τόσο δύσκολες εποχές στην Επίδαυρο πάνω από 15.400 θεατές (6.500 την πρώτη μέρα και 8.900 τη δεύτερη) συμπράττοντας με το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων και το Φεστιβάλ Αθηνών, αναδεικνύοντας έτσι και τη σπουδαιότητα των συνεργασιών.  

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 Το θέατρο σάς ακολουθεί και στις διακοπές σας ή έρχεται στην πόλη σας, με αρκετούς θιάσους να βρίσκονται αυτή την περίοδο στα μέσα της περιοδείας τους. Το texnes-plus ξεχώρισε κάποιες από τις παραστάσεις που παρουσιάζονται αυτή την περίοδο και σας τις προτείνει.

Έργα τελείως διαφορετικά μεταξύ τους, που όμως αναδείχθηκαν από τους συντελεστές τους και κατάφεραν να μας γοητεύσουν το καθένα για τους δικούς του λόγους.

*Στο αφιέρωμα δεν συμπεριλαμβάνονται οι παραστάσεις του Φεστιβάλ Επιδαύρου, αν και οι δύο από τις τέσσερις ήταν εξαιρετικές, διότι αυτό δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και οι παραστάσεις περιοδεύουν σε ελάχιστες πόλεις.

mpempedeli-texnes-plus3.jpg

«Φιλιώ Χαϊδεμένου», από το ομώνυμο βιβλίο (θεατρική διασκευή Άνδρη Θεοδώτου)

Η πραγματική ιστορία μιας γυναίκας-σύμβολο που έζησε μέχρι τα 108 της χρόνια εξιστορώντας «όσα είδαν τα μάτια της» από τη μικρασιατική καταστροφή όταν διώχτηκε με την οικογένειά της από τη Σμύρνη. Η ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας και οι πληγές της προσφυγιάς και του πολέμου μεταφέρονται στη σκηνή από μια εξαιρετική ερμηνεία που σ’ αφήνει άφωνο με την απλότητα και την αμεσότητά της. Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη σε ένα ρόλο ζωής.

 

mainas_stavros_tou_notou.jpg

«Ταξίδι στο Σταυρό του Νότου», κείμενο Θέμης Μουμουλίδης

Οι μουσικές και τα τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου για την ποίηση του Νίκου Καββαδία γίνονται πηγή έμπνευσης γι’ αυτή την ξεχωριστή και πλούσια μουσική παράσταση που σκηνοθέτησε ο Θέμης Μουμουλίδης. Πετυχαίνοντας ένα μεγάλο καλλιτεχνικό στοίχημα, να μεταφέρει στη σκηνή το θαλασσινό στοιχείο, αλλά και τον καθημερινό βίο με τις κακοτράχαλες στιγμές των ναυτικών. Οι ερμηνείες των Στέλιου Μάινα, Σταύρου Ζαλμά, Ελισάβετ Μουτάφη, Νίκου Αρβανίτη, Ιωάννη Παπαζήση, Μαρούσκας Παναγιωτοπούλου και Κώστα Φαλελάκη βασίζονται σε μια κινηματογραφικού τύπου αφήγηση που άλλοτε συγκινεί και άλλοτε ταξιδεύει το θεατή. Δυνατά χαρτιά της παράστασης και οι τρεις σπουδαίες φωνές των Ρίτα Αντωνοπούλου, Κώστα Θωμαΐδη και Μαριάννας Πολυχρονίδη, που ως τραγουδιστές αλλά και ηθοποιοί ερμηνεύουν ζωντανά τα αγαπημένα τραγούδια του συνθέτη.

tomonon_tis-zois.jpg

«Το μόνο της ζωής του ταξείδιον», του Γ. Β. Βιζυηνού

Η Ιωάννα Παππά στο δεύτερο μονόλογο της καριέρας της, μετά την «Οδό Πολυδούρη», αποδεικνύει για μια ακόμη φορά το μεγάλο υποκριτικό της εύρος. Η ηθοποιός χάρη στην εντυπωσιακή σκηνική άνεση και την ευφυΐα της καταφέρνει να ενσαρκώσει μοναδικά όλους τους ήρωες του διηγήματος. Μέσα από την παράσταση το κοινό έχει τη σπάνια ευκαιρία να συναντηθεί με ένα από τα διαμάντια της ελληνικής λογοτεχνίας, σε μια γλώσσα πάλλουσα, που συνδυάζει ρεαλισμό και ποίηση σκηνοθετημένη από τον Δήμο Αβδελιώτη που τα τελευταία χρόνια έχει δουλέψει με αφοσίωση στον Βιζυηνό.

 

ifigenia.jpg

«Ιφιγένεια εν Αυλίδι», του Ευριπίδη

Μια παράσταση που, παρά τις μικρές της παραφωνίες, φαίνεται να έχει ξεκάθαρες προθέσεις και αφήνει να ακουστεί ο λόγος του Ευριπίδη μέσα από την έξοχη μετάφραση του ποιητή Γιώργου Μπλάνα. Η σκηνοθετική επιλογή των Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια βασίζεται στο εύρημα των τριών υποκριτών, έτσι ο πρώτος μαζί με την Αθηνά Μαξίμου και τη Λένα Παπαληγούρα ερμηνεύουν από δύο ρόλους. Ο χορός απαρτίζεται από κορίτσια του παρόντα χρόνου και από τη συνδιαλλαγή του με τους υποκριτές επιτυγχάνεται μια ενδιαφέρουσα συνομιλία του μύθου με το σήμερα. Στα ατού της παράστασης και η μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη.

Και κωμωδίες… για να σκάσει και λίγο το χειλάκι μας καλοκαιριάτικα

 

petres2.jpg

«Πέτρες στις τσέπες τους», της Μαρί Τζόουνς

Μετά τα απανωτά τους sold-out στο Θέατρο του Νέου Κόσμου οι Μάκης Παπαδημητρίου και Γιώργος Χρυσοστόμου, που δεν παίζουν μόνο αλλά αυτοσκηνοθετούνται, στο έργο της Μαρί Τζόουνς ξεχύθηκαν ανά την Ελλάδα. Οι δυο τους σε έναν υποκριτικό μαραθώνιο υποδύονται δεκαπέντε, απολύτως ξεχωριστούς χαρακτήρες, έχοντας μια ζηλευτή σκηνική χημεία. Οι δύο κεντρικοί ήρωες του «Πέτρες στις τσέπες του» είναι δύο κομπάρσοι, που εργάζονται με ελάχιστα λεφτά σε μια χολιγουντιανή υπερπαραγωγή. Είναι δύο απλοί άνθρωποι αφημένοι στη μοίρα τους μέχρι τη στιγμή που αποφασίζουν να πάρουν την τελευταία στα χέρια τους. Αποφασίζουν να κάνουν ταινία τη ζωή τους έτσι όπως είναι και όχι έτσι όπως επιτάσσει η βιομηχανία του θεάματος. Μέσα από τα μάτια τους καταρρέει κομματάκι κομματάκι όλη αυτή η ιλουστρασιόν βιτρίνα που προτάσσει το σύστημα για να κρύψει την ασχήμια του. Όλος αυτός ο μηχανισμός που χρησιμοποιεί ως γρανάζια του ανθρώπινες ζωές κάνοντάς τους πλύση εγκεφάλου ότι δεν έχουν άλλη επιλογή. Ο Τζέικ και ο Τσάρλι λοιπόν ανακαλύπτουν ό,τι έχουν.

gia_onoma.jpeg

«Για όνομα…», των Ματιέ Ντελαπόρτ και Αλεξάντρ ντε λα Πατελιέρ

Η γαλλική ταινία μεταφράστηκε και διασκευάστηκε στα ελληνικά από τον Θοδωρή Πετρόπουλο και το έργο σκηνοθετήθηκε εμπνευσμένα από τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, έτσι το «Για όνομα», που ευτύχησε με μια δυνατή ομάδα επί σκηνής, έγινε μια σαρωτική κωμωδία, που καταφέρνει παράλληλα να προβληματίσει, ακόμη και να συγκινήσει σε κάποια σημεία. Μια παράσταση ύμνος στη φιλία και στις ανθρώπινες σχέσεις. Ο Βικτόρ (Φάνης Μουρατίδης) περιμένει το πρώτο του παιδί. Η αδερφή του Ελιζαμπέτ (Βίκυ Σταυροπούλου) και ο άντρας της Πιερ (Χρήστος Χατζηπαναγιώτης) τον καλούν στο σπίτι τους για δείπνο μαζί με τη σύζυγό του Άννα (Μαρία Κωνσταντάκη) και τον παιδικό τους φίλο Κλοντ (Αντώνης Λουδάρος). Κι ενώ περιμένουν την ως συνήθως αργοπορημένη Άννα και κουβεντιάζουν περί ανέμων και υδάτων, κάποια στιγμή η κουβέντα στρέφεται γύρω από το μωρό και ο Βικτόρ τους αποκαλύπτει ότι είναι αγόρι. Όταν τον ρωτούν ποιο όνομα έχει διαλέξει για να δώσει στο παιδί, η απάντησή του θα αναστατώσει την παρέα και θα προκαλέσει μια σειρά από αλυσιδωτές ανεξέλεγκτες αντιδράσεις που θα φέρουν το απόλυτο χάος.

 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία