Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 

Μία παράσταση χαμηλών τόνων που αποτελεί ένα βαθύ σχόλιο πάνω στη φύση του ρατσισμού και την έννοια του «ξένου».

Η ομώνυμη ταινία του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, που εστιάζει στην ιστορία αγάπης που αναπτύσσεται ανάμεσα σε μία 60χρονη χήρα Γερμανίδα που εργάζεται ως καθαρίστρια και έναν κατά πολύ νεότερο της Μαροκινό μετανάστη, έκανε την πρεμιέρα της στις κινηματογραφικές αίθουσες το 1973, έναν μόλις χρόνο μετά την τρομοκρατική επίθεση από εξτρεμιστές Παλαιστίνιους στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου που στοίχισε τη ζωή σε 17 ανθρώπους. Η επιλογή του θέματος φυσικά δεν ήταν τυχαία. Ο Φασμπίντερ, ένας από τους βασικότερους εισηγητές του νέου γερμανικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ’70, απευθύνθηκε σε μία κοινωνία που ο ρατσισμός είχε αυξηθεί κατακόρυφα με τους Αραβόφωνους συλλήβδην να μεταφράζονται από τον μέσο Γερμανό ως «απειλή». Μία κοινωνία ξενοφοβική που δεν απέχει πολύ από τις σύγχρονες ευρωπαϊκές.

Το ενδιαφέρον όμως στο έργο του Φασμπίντερ είναι ότι δεν φτιάχνει μία ταινία που απλά καταγγέλλει τον ρατσισμό των Γερμανών, αλλά επιχειρεί ένα πολύ πιο βαθύ σχόλιο πάνω στη φύση του ρατσισμού και την έννοια του «ξένου». Δεν πέφτει δηλαδή στην παγίδα ενός αντίστροφου μανιχαϊσμού, που θέλει κάποιους «κακούς» Γερμανούς από τη μία και κάποιους «καλούς» μετανάστες από την άλλη. Ο ρατσισμός στο «Ο φόβος τρώει τα σωθικά» είναι αμφίπλευρος. Ο Αλί πέφτει θύμα του ρατσισμού του κοινωνικού περίγυρου της Έμμι, αλλά και η Έμμι αντιμετωπίζεται ρατσιστικά από αρκετούς από τους φίλους του. Την ίδια στιγμή τόσο ο Αλί όσο και η Έμμι εκδηλώνουν ρατσιστικές συμπεριφορές ακόμα και μεταξύ τους.

Ο ρατσισμός υπάρχει μέσα μας, γέννημα του φόβου, της ανασφάλειας και του ελλείμματος αγάπης. Μας δηλητηριάζει και μας κατατρώει χωρίς να το αντιληφθούμε. Το «ξένο» και το «διαφορετικό» τον θρέφει. Δεν γνωρίζει όμως πραγματική ιδεολογία. Εξού και «εξαγοράζεται» τόσο εύκολα. Είναι χαρακτηριστική η στάση του μπακάλη της γειτονιάς της Έμμι, που ενώ στην αρχή δεν θέλει να βλέπει τον Αλί στη συνέχεια, όταν αντιλαμβάνεται ότι ο ίδιος ζημιώνεται οικονομικά διώχνοντας από πελάτισσά του την Έμμι, αλλάζει στάση.

Η μάχη με τον ρατσισμό είναι μία διαρκής πάλη με τον ίδιο μας τον εαυτό, αλλά και με μία κοινωνία που ποντάρει σε αυτόν για να διατηρήσει τη συνοχή της. Ο μοναδικός τρόπος για να τον αντιμετωπίσουμε στα ίσα είναι να δώσουμε χώρο στην αγάπη μέσα μας. Αυτό κάνουν η Έμμι και ο Αλί, δύο άνθρωποι μόνοι και δυστυχισμένοι (για διαφορετικούς λόγους ο καθένας) που γνωρίζονται, έρχονται κοντά και καλύπτουν ο ένας τα κενά του άλλου. Είναι όμως τόσο λυσσαλέα η αντίδραση του κοινωνικού τους περίγυρου που σιγά σιγά δηλητηριάζονται και οι ίδιοι. Θα καταφέρουν να ξαναδώσουν χώρο σε αυτά που τους ενώνουν και όχι σε αυτά που τους χωρίζουν;

Ο Σίμος Κακάλας, ένας από τους πιο ικανούς σκηνοθέτες της νεότερης γενιάς, έφτιαξε μία παράσταση χαμηλών τόνων, αλλά εξαιρετικών ρυθμών, που δεν κοπιάρει την ταινία, αλλά αντιλαμβάνεται στο ακέραιο το βαθύτερο νόημά της. Πολύ σωστά απέφυγε οποιαδήποτε κινηματογραφική αναφορά στη σκηνοθεσία του, εφηύρε έξυπνες θεατρικές λύσεις, κινήθηκε σε μία γραμμή απόλυτης λιτότητας σε όλα τα επίπεδα (σκηνοθετικά, υποκριτικά και σκηνογραφικά) και μας χάρισε μία παράσταση που συγκινεί χωρίς να εκβιάζει το συναίσθημα. Μία παράσταση που διαπνέεται από μία αποστασιοποίηση, παρόμοια με αυτή που μας χαρακτηρίζει όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με το «ξένο». Βρήκα δε συναρπαστική την ιδέα του – τουλάχιστον εγώ έτσι το μετέφρασα – οι ήρωες του έργου να φοράνε χαρτοσακούλες – μάσκες όταν γίνονται «ξένοι» ως προς τον Αλί και την Έμμι. 

Η Τάνια Τσανακλίδου σκιαγράφησε έξοχα μία βαθιά ανθρώπινη Έμμι χωρίς κανένα θεατράλε στοιχείο. Ο Κωστής Καλλιβρετάκης ισορρόπησε πετυχημένα στον Αλί του ανάμεσα στην εκφραστικότητα και τη λιτότητα. Η Δήμητρα Κούζα και η Ειρήνη Κότσιφα υποδύθηκαν μετρημένα και με απόλυτη πειστικότητα μία σειρά από ήρωες του έργου κινούμενες εντός της σκηνοθετικής γραμμής. Προσωπικά όμως ξεχώρισα τον νεαρό Κωνσταντίνο Μωραΐτη, που κατάφερε να σκιαγραφήσει μοναδικά, χωρίς καμία υπερβολή και με απόλυτο έλεγχο των εκφραστικών του μέσων, τους διαφορετικούς ήρωες που υποδύεται. Υπηρετώντας το πνεύμα της σκηνοθεσίας έκανε τη διαφορά κι αυτό μαρτυρά και ταλέντο και ευφυΐα.  

Εν κατακλείδι, η παράσταση του Κακάλα δεν ανήκει σε αυτές που αιχμαλωτίζουν το ευρύ κοινό με εύκολους συναισθηματισμούς. Είναι όμως μία παράσταση που υπηρετεί στο ακέραιο τα παρακάτω λόγια του ίδιου του Φασμπίντερ: «Η αμερικάνικη μέθοδος της δημιουργίας ταινιών προκαλεί στον θεατή συγκίνηση και τίποτε άλλο. Εγώ θέλω να του δώσω συγκίνηση μαζί με τη δυνατότητα να στοχαστεί και να αναλύσει τα συναισθήματα του...»

 

 

πρώτη δημοσίευση στο texnes-plus.blogspot.gr στις 12/11/15 

«Αφήστε το παιδί να ζήσει»

 

Μπορεί η μειοψηφία να κάνει τη διαφορά; Στη συγκεκριμένη περίπτωση μία ψήφος αρκεί για να σωθεί η ζωή ενός ανθρώπου! Αν το έργο ιδωθεί σαν μια αλληγορία για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας την εποχή της κυριαρχίας της μάζας, θα αποκαλυφθούν και άλλες κρυφές πτυχές του και ίσως επιχειρηθεί και μια μικρή αυτοκριτική.

Ο λόγος για τους 12 ενόρκους, τη θεατρική μεταφορά της ταινίας 12 angry men του Σίντνεϊ Λιούμετ, με πρωταγωνιστή τον Χένρι Φόντα, που βραβεύτηκε με τη Χρυσή Άρκτο και ήταν υποψήφια για πολλά Όσκαρ. Παράλληλα, ριμέικ της ταινίας έγιναν σε πολλές χώρες.

Η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη μετέφρασε και σκηνοθέτησε την παράσταση, που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Αλκμήνη και είναι ατμοσφαιρική, έχει  σασπένς και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού. Οι θεατές είναι μέσα στην αίθουσα των ενόρκων και αποτελούν κομμάτι της υπόθεσης. 

Από σκηνοθετική άποψη είναι πολύ πετυχημένη η άρτια τοποθέτηση των ηθοποιών στο μικρό, αλλά υπέροχο, αισθητικά και λειτουργικά σκηνικό του θεάτρου, που κατασκεύασε ο Ντέιβιντ Νεγκρίν και μοιάζει με μαύρο καρτ ποστάλ εποχής. Οι μοναδικοί φωτισμοί ανήκουν στον Αλέξανδρο Αλεξάνδρου.

Εμπνευσμένο και το εύρημα του WC, όπου μπορούν να λάβουν χώρα οι συζητήσεις του παρασκηνίου μεταξύ των ενόρκων ή οι ιδιωτικές τους σκηνές.

Η αυστηρή και αποφασιστική φωνή της Νένα Μεντή μας εισάγει στην υπόθεση. Μια έξυπνη αντίθεση να ακουστεί γυναικεία φωνή μέσα σε αυτόν τον ανδροκρατούμενο χώρο.

Οι δώδεκα ηθοποιοί που υποδύονται τους ενόρκους παρέχουν με τη σειρά τους δώδεκα ψυχογραφήματα ανθρώπων, που στο πλαίσιο μιας δύσκολης απόφασης σκιαγραφούνται η ζωή και ο χαρακτήρας τους. Από τις πιο δυνατές τους στιγμές είναι εκείνες στις οποίες βουβοί παρακολουθούν τις σκηνές των υπολοίπων, οι σκηνές που δεν παίζουν οι ίδιοι.

Ο Χριστόδουλος Στυλιανός, που από την αρχή υποστηρίζει την αθωότητα του παιδιού, χτίζει μια ερμηνεία μεστή και άμεση. Ο πιο σκληρός του «αντίπαλος», ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος, είναι ένας άνθρωπος με απωθημένα, του οποίου η σκηνική αποδόμηση του ρόλου παρουσιάζεται σταδιακά. Στο τέλος όμως κάτι συμβαίνει και ο πολύ καλός ηθοποιός δεν μας συγκινεί όπως θα περιμέναμε με το μονόλογό του. Ο Γιώργος Γιαννόπουλος μάλλον χάνεται στο «φαίνεσθαι» του λαϊκού τύπου.  

Ο Αλέξανδρος Πέρρος είναι ο ένορκος που βιάζεται να ξεμπερδέψει με την υπόθεση και μας το δείχνει υποκριτικά με κάθε τρόπο. Με σκηνική ευφυΐα και εμπειρία αξιοποιεί την ηλικία του ρόλου του ο Τρύφων Καρατζάς. Από τις πιο δυνατές στιγμές της παράστασης είναι η «ανάκριση» του Βασίλη Παλαιολόγου, ενός εξαιρετικού ηθοποιού στη ρωγμή του ρόλου του. Ο Περικλής Λιανός αποδίδει με τις κωμικές νότες και την ειλικρίνεια του χαρακτήρα του τον ένορκο. Πειστικοί είναι ο Κωνσταντίνος Μουταφτσής ως υπεύθυνος για τη διεξαγωγή της όλης διαδικασίας της ψηφοφορίας, ο Αυγουστίνος Κούμουλος ως μικροαστικός τύπος και οι Μανώλης Ιωνάς, Χάρης Μαυρουδής και Απόλλων Μπόλλας με τις συναισθηματικές διακυμάνσεις τους σε κάθε νέο δεδομένο.

Πέρα από κάθε προσωπική κρίση και άποψη για τις ερμηνείες των ηθοποιών, αυτό που αξίζει να σημειωθεί και να χειροκροτηθεί είναι ότι κατάφεραν να χτίσουν μια παράσταση συνόλου! Μια παράσταση που χωρίς να κουνά το δάχτυλο στα 90 λεπτά που διαρκεί προβληματίζει για ζητήματα ουσίας.

 

 

 

 

 πρώτη δημοσίευση στο texnes-plus.blogspot.gr 6/8/16 

"Στον Μηνά"  

 

 

 

Δεκαπέντε γυναίκες ντυμένες(;) περπατούσαν, συγχρονισμένα, με μικρά, σχεδόν ανεπαίσθητα, βηματάκια προς στο κοίλον του αργολικού θεάτρου. Μια πιανίστρια με εντυπωσιακό καπέλο φρούτων έπαιζε τις πρώτες νότες.

Οι νότες συνέχισαν να ακούγονται...

Μπλέκονταν μάλιστα με τον γκιώνη της Επιδαύρου. Τα βηματάκια έγιναν όλο και πιο θαρραλέα. Οι γυναίκες πλησίασαν προς τα διαζώματα. Κάποια στιγμή το σύνολο έσπασε σε κομμάτια σαν όστρακο, άνοιξε και παρουσιάστηκε στη θυμέλη η Λυσιστράτη.

Ήταν εκεί «Μια γυναίκα μόνη». Το πρώτο επεισόδιο είχε ξεκινήσει...

Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός σκηνοθέτησε μια Λυσιστράτη τολμηρή, με άποψη, σύγχρονη, και κατάφερε να ξεπεράσει κάποιους σκοπέλους του έργου, που πολλές φορές οδηγούν στο λαϊκισμό, στην απλοϊκότητα και στο φτηνό χιούμορ. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η υπέροχη σκηνή, που μας χάρισε ο σκηνοθέτης, όταν βιώσαμε τη νύχτα μαζί με τις γυναίκες στην Ακρόπολη. Εκεί, για πρώτη φορά, δεν είδαμε, αλλά ακούσαμε, μυρίσαμε, νιώσαμε. 

 

Ακούσαμε τις νότες του πιάνου, μυρίσαμε τα πεύκα της Επιδαύρου και απολαύσαμε τον ξάστερο ουρανό. Το σκηνικό της φύσης αγκάλιασε μία από τις πιο χιουμοριστικές σκηνές του έργου, που συνήθως το υπερπαίξιμο και η ανάγκη των σκηνοθετών να την αναδείξουν οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα. 

Επιτυχία της παράστασης ήταν και η έντονη αίσθηση της λειψανδρίας. Η εξαιρετική τετράδα των Γιάννη Βογιατζή, Θέμη Πάνου, Χάρη Τσιτσάκη και Γιώργου Μπινιάρη έδινε στους θεατές να καταλάβουν εμπράκτως ότι τα δεινά του πολέμου ήταν ικανά να κινητοποιήσουν τις γυναίκες με τέτοιο τρόπο.

Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε τη Σικελική Εκστρατεία (415-413 π.Χ.), ενάμιση χρόνο πριν διδαχτεί το έργο του Αριστοφάνη, κατά την οποία «οὐδὲν [έστι] ὅ,τι οὐκ ἀπώλετο» («δεν έμεινε τίποτε που να μη χαθεί»), όπως έγραψε ο Αλιμούσιος Θουκυδίδης και είπε κάποια στιγμή από το μικρόφωνο η Αθηνά Μαξίμου.

Ο Μαρμαρινός επέλεξε για Λυσιστράτη τη Λένα Κιτσοπούλου και το αποτέλεσμα τον δικαίωσε. Η ερμηνεία της είχε μέτρο, εσωτερικότητα, ενδιαφέρουσες διακυμάνσεις και μοναδικές πινελιές της ξεχωριστής προσωπικότητάς της.

 

Εύστοχα τα σχόλια για τις γυναίκες που ερωτεύονται με «ανώμαλο» τρόπο και οι αναχρονισμοί που χρησιμοποιήθηκαν από τον Χίτλερ μέχρι το βιαστή Παπαχρόνη. «Έστειλε κανένας άντρας γράμματα στη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη;» αναρωτήθηκε.

Σε κάποια σημεία βέβαια διαφάνηκε και ο χαρακτηριστικός «κιτσοπουλισμός», που άλλοι λατρεύουν και άλλοι λατρεύουν να μισούν, χωρίς ωστόσο να αλλοιωθεί το σκηνοθετικό στίγμα του Μαρμαρινού. Αυτό συνέβη σε άλλες παραστάσεις στο παρελθόν, όπως στο Βυσσινόκηπο του Νίκου Καραθάνου.

 

Από την άλλη εντύπωση προκάλεσε το γεγονός ότι, ενώ όλες οι κυρίες της παράστασης εμφανίστηκαν γυμνές στη σκηνή, η πρωτεργάτισσα της επανάστασης κράτησε τα μισά της εσώρουχα. Μάλιστα ήταν τοποθετημένη στο πλάι αριστερά και δίπλα της παρέμειναν σε κάποια σώματα μερικά καλσόν, όπως και στη δεξιά πλευρά, για να τονιστεί το γυμνό σώμα στο κέντρο. Παρ’ όλα αυτά, ήταν έντονη η απουσία, καθώς και ο δυναμισμός στη σκηνή.

Ο χορός (Gemma Carbone, Αθηνά Δημητρακοπούλου, Λένα Δροσάκη, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Άννα Κλάδη, Σοφία Κόκκαλη, Λενιώ Λιάτσου, Ειρήνη Μαρκή, Αθηνά Μαξίμου, Ελένη Μπούκλη, Ηλέκτρα Νικολούζου, Αγλαΐα Παππά, Λένα Παπαληγούρα, Μαρία Σκουλά, Έλενα Τοπαλίδου) ήταν μοναδικός.

Διαλεγμένες μία μία, πρωταγωνίστριες στο σύνολό τους, οι καλλιτέχνιδες ήταν σπουδαίες και λειτούργησαν ως σύνολο και όχι ως άθροισμα, με συντονισμό και ομοιογένεια στα φωνητικά μέσα, επεξεργασμένο ρυθμικό λόγο και κινησιακή όρχηση (κίνηση: Χρήστος Παπαδόπουλος).

Ξεχώρισαν η Κλεονίκη και ο Σπαρτιάτης της Ευαγγελίας Σαρακατσάνη, όπως και η Μυρρίνη της Μαρίας Σκουλά.

Στην παράσταση δεν δόθηκε έμφαση στον αγώνα λόγων μεταξύ Λυσιστράτης και Πρόβουλου. Αντίθετα η σκηνοθετική ματιά του Μαρμαρινού ήθελε τον Αιμίλιο Χειλάκη έναν Πρόβουλο-μαριονέτα που δεν έβγαζε λέξη! Προσέγγιση που είχε τουλάχιστον ενδιαφέρον. Την ωραία φωνή του ηθοποιού ακούσαμε στον Κινησία του, μια στέρεη κωμική φιγούρα.

Το αίσιο τέλος, η νίκη των γυναικών και το τέλος του πολέμου, που επισφραγίστηκε με ένα συμπόσιο αποδόθηκαν στην παράσταση με το σύνθημα «Πιες» και τις γυναίκες να γίνονται ένα με τους άντρες και να κάνουν προπόσεις. Προπόσεις που θα θέλαμε όλοι μας να πούμε, προπόσεις που μας συγκίνησαν πολύ...

 

«Στον άντρα μου» 

«Σ’ αυτόν που θέλω ν’ ρθει»

«Σ’ αυτούς που λείπουν»

«Στον Μηνά» (Χατζησάββα, στον οποίο ήταν αφιερωμένη και η παράσταση...)

«Σε όλα τα επίθετα του έρωτα»

Και σε πολλά ακόμη....

 

Με έμπνευση, φαντασία και πολύ ταλέντο δημιούργησε τα κοστούμια η Μαγιού Τρικεριώτη. Πρακτικά και καλαίσθητα ήταν τα σκηνικά του Γιώργου Σαπουντζή. Εντυπωσιακοί οι φωτισμοί του Thomas Walgrave. Πληρέστατη μουσική πρόταση από τον Δημήτρη Καμαρωτό.

 

12 Σεπτεμβρίου, Ελευσίνα, Παλαιό Ελαιουργείο

16 Σεπτεμβρίου, Θέατρο Βράχων

19 Σεπτεμβρίου, Ηλιούπολη, Θέατρο Αλσους «Δημήτρης Κιντής»

21 Σεπτεμβρίου, Νέα Σμύρνη, Θέατρο Αλσους

24 Σεπτεμβρίου, Ωδείο Ηρώδου Αττικού

 

 

Πρώτη δημοσίευση στο http://texnes-plus.blogspot.gr/ στις 22/8/16

 

«Θέλω να ζήσω εκεί όπου ο πιο μεγάλος ‘‘μπελάς’’ είναι ο φίλος που σε συναντά στο δρόμο και σε καλεί στο σπίτι του γιατί αρραβωνιάζει το γιο του και έχει τραπέζι».

 

Ένα δάσος μέσα στο δάσος και το κοίλον την Επιδαύρου ήταν έτοιμο να υποδεχτεί την παράσταση. Τα φώτα έσβησαν και η πιο μαγική στιγμή είχε φτάσει. Το ατελείωτο μουρμουρητό έδωσε τη θέση του στην ιερή σιωπή. Το σκηνικό φωτίστηκε μοναδικά. Ένα πουλάκι πέρασε πεταχτά από το σύννεφο που δημιούργησε η Έλλη Παπαγεωργακοπούλου σαν να καλωσόριζε και αυτό μαζί με το κοινό τούς ηθοποιούς στον τόπο του. Προφητικό το γρήγορο φτερούγισμά του, καθώς λίγο αργότερα η Επίδαυρος πλημμύρισε πουλιά!

Οι Όρνιθες του Καραθάνου ήταν άνθρωποι, αλλά από τα σώματά τους ξεπετάγονταν χρωματιστά φτερά. Ήταν άνθρωποι, αλλά είχαν φωνές αηδονιών, όπως η Νατάσσα Μποφίλιου. Λικνίζονταν στην ορχήστρα της Επιδαύρου σαν κύκνοι. Είχαν συγχρονισμό αποδημητικών πτηνών (καλοδουλεμένη κίνηση από την Αμάλια Μπένετ). Βρέχονταν άφοβα από τις σταγόνες της ξαφνικής μπόρας, αφού με το πρώτο τίναγμα τα φτερά τους θα στέγνωναν. Αγαπούσαν το πιο μικρό ξερόκλαδο, την παπαρούνα ,το χαμομήλι, το γκαζόν, γιατί τα έτρεφε.

Οι Όρνιθες του Καραθάνου ήταν μια φανταστική ομάδα ηθοποιών που τα έδωσαν όλα επί σκηνής και χαιρόσουν να τους απολαμβάνεις. Στο αργολικό θέατρο φώλιασαν ταλέντο, τεχνική, γνώση και έμπνευση.

Το δίδυμο Καραθάνος-Σερβετάλης υποδύθηκαν τις δύο ανθρώπινες φιγούρες, τον Πεισθέταιρο και τον Ευελπίδη, με μέτρο, εσωτερικότητα, αλλά και εντυπωσιακή σκηνική εγρήγορση. 

 

 Αρης Σερβετάλης-Νίκος Καραθάνος

Αρης Σερβετάλης-Νίκος Καραθάνος

 

Ο Χρήστος Λούλης, αγνώριστος στο ρόλο του Τυρέα, θύμιζε μάλλον τον Γιάννη Σερβετά και έδωσε ρεσιτάλ στη σκηνή του καλέσματος των πουλιών. Ένα φοβερό τρίο, οι Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Μαρία Διακοπαναγιώτου και 'Εμιλυ Κολιανδρή, επιτέθηκε στους εχθρούς της Νεφελοκοκκυγίας βγάζοντας το μανιφέστο του. Ο σκηνικά γοητευτικός Άγγελος Παπαδημητρίου εμφανίστηκε σαν συγγενής που έφερε γλυκά σε βαφτίσια. Η βασίλισσα Ελισάβετ Αλίκη Αλεξανδράκη κρατούσε πεισματικά την τσάντα της. Ένας τρυποκάρυδος –αυτό και αν ήταν πουλί!– κυριολεκτικά πετούσε και τον απέδωσε μοναδικά ο Μιχάλης Σαράντης3.jpg

Ο Μιχάλης Σαράντης

Η κιτς θεά Ίρις, με καρναβαλικό κοστούμι από τη Βραζιλία, βίωσε με απίστευτη υστερία το δράμα των θεών μπροστά στα μάτια των θεατών και δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια της από τη λιωμένη τούρτα στο πρόσωπο της Γαλήνης Χατζηπασχάλη. Ο Γιάννης Κότσιφας ήταν συγκινητικός και ανθρώπινος ως θεός Προμηθέας. Μια εντυπωσιακή κότα, το μοναδικό πτηνό με αληθινά φτερά, η Φωτεινή Μπαξεβάνη, σε μια σκηνή από δεύτερη διάσταση διέκοψε τον Ευελπίδη από την περιγραφή των βασανιστηρίων με το επικό «Σκάσε». Επίσης, πολύ καλοί ήταν οι Έκτορας Λιάτσος, Κωνσταντίνος Μπιμπής και Φοίβος Ριμένας σε ρόλους πουλιών και θεών. Ο Νίκος Καραθάνος είχε στη διάθεσή του μια ομάδα ταλαντούχων ηθοποιών που κατάφερε να την απογειώσει ερμηνευτικά.

 

Επέλεξε όμως να εμπλουτίσει το θίασό του με τον πιο ιδανικό πατέρα των θεών, βάζοντας στη θέση του Δία τον Γιάννη Σεβδικαλή, που έχασε και τα δύο του πόδια σε ατύχημα, θέλοντας έτσι να στείλει μήνυμα ότι τα όνειρα δεν ακρωτηριάζονται. Ότι υπάρχουν και τα φτερά της ψυχής. Σήμερα ο Γιάννης μοιράζει τα μετάλλια που κερδίζει στους αγώνες σε ανθρώπους που αγαπά! Ο γύρος της ορχήστρας που μας χάρισε, συνδεδεμένος συγκυριακά και με τη συναισθηματική φόρτιση των αγώνων στο Ρίο, ήταν μια ανατριχιαστική στιγμή. 

 

Η αηδόνα του δεν ήταν ηθοποιός, ήταν η Βασιλική Δρίβα, μια γυναίκα που δεν ψήλωσε πολύ και την έβγαλε από τη φωλιά της ο Τυρέας, ο Χρήστος Λούλης, την τοποθέτησε στη θυμέλη και εκείνη ντυμένη σαν πριγκιποπούλα ξεκίνησε να μιλά για τα πουλιά, για τον έρωτα, για την ευτυχία... φώναξε δυνατά «Αγάπη- τσίου-τσίου!» και καταχειροκροτήθηκε. Στο σημείο αυτό βέβαια η λεπτή γραμμή με το μελό μάλλον χάθηκε λιγάκι... Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Νίκος Καραθάνος συνεργάζεται με τη Δρίβα, καθώς την είδαμε και στη «Σαλώμη», μόνο που τότε δεν είχε τόσο μεγάλο μονόλογο και η παρουσία της ήταν περισσότερο συμβολική. Εδώ, μετά την ιστορία που διηγήθηκε, παρέμεινε στο χορό των Ορνίθων και υπήρχαν στιγμές που προκαλούσαν μάλλον αμηχανία, καθώς μεταφερόταν από αγκαλιά σε αγκαλιά. 

 

 


4.jpg

Βασιλική Δρίβα- Γιάννης Σεβδικαλής

 

 Στην παράσταση συμμετείχε και η Νατάσσα Μποφίλιου και τις περισσότερες φορές έγινε ένα με το χορό των πουλιών. Χόρεψε ακόμα και γυμνόστηθη κάτω από την μπόρα. Τα τραγούδια που ερμήνευσε συνολικά ήταν μόλις τρία. Ένα κομμάτι μάλιστα συνδέθηκε εξαιρετικά με την ιστορία του πουλιού-Κατσιωλέα, που δεν είχε χώμα να θάψει τον πατέρα του. «Στρώσε χώμα να ριζώσει το τραγούδι μου». Ένα ξένο κομμάτι έγινε μοναδικό μουσικό χαλί σε μια σκηνή ορνιθομαχίας και το τελευταίο παρηγοριά στον πληγωμένο Προμηθέα. 

 

Γενικότερα όμως η παράσταση δεν είχε μουσική ταυτότητα. Ήταν λίγο από όλα. Ακούσαμε σχεδόν όλους τους ήχους, από ραπ, ζεϊμπέκικο (με τον Άγγελο Παπαδημητρίου να κάνει στροφές πάνω από την Αγγελική Δρίβα), ηλεκτρικές κιθάρες, αλλά μελωδία δεν μας έμεινε. Είναι αυτή η αίσθηση όταν σηκώνεσαι από τη θέση σου, κατηφορίζεις σιγά σιγά, αυτές οι πέτρες και έρχονται μαζί με τα συναισθήματα και τις πρώτες σκέψεις στο νου, οι νότες της παράστασης σε συνοδεύουν μέχρι την έξοδο. Εδώ μάταια πίεζε το μυαλό τη γλώσσα να μετακινηθεί μήπως και παραγάγει κάποιον ήχο.

Ο Νίκος Καραθάνος εμπλούτισε τη «Νεφελοκοκκυγία» του με πάρα πολλά ευρήματα και ιδέες, κάνοντάς τη αρκετές φορές υπερφίαλη. Η διάρκεια της παράστασης (2 ώρες και 15 λεπτά) θα μπορούσε να ήταν σίγουρα μικρότερη. Επίσης άλλαξε, πέραν όλων των άλλων, το φινάλε του έργου. Δεν είδαμε πουθενά τη γαμήλια ένωση του Πεισθέταιρου με τη θεά Βασιλεία. Παρακολουθήσαμε ένα φινάλε, δικής του έμπνευσης, με ένα μαγικό πάρτι μεταξύ θεών, πουλιών και ανθρώπων και μια εντυπωσιακή τεράστια φωτεινή λευκή σφαίρα να στροβιλίζεται στο κέντρο του αργολικού κοίλου και όλους να χορεύουν σε ξέφρενους ρυθμούς. Η απόπειρα φαντασίωσης της γαμήλιας ένωσης από το σκηνοθέτη σε ένα νεανικό beach party κάτω από το ολόγιομο φεγγάρι ήταν καίρια μεταφορά, καθώς δυναμικός και κρίσιμος παράγοντας συγγραφής ενός θεατρικού έργου είναι όχι μόνο οι απόψεις και το ταλέντο του δημιουργού του, αλλά και η άποψη που ο συγγραφέας πιστεύει πως θα είχε το κοινό του. Δύσκολα λοιπόν σήμερα το happy end σηματοδοτείται με ένα γάμο.

Παρά τις όποιες διαφωνίες μας και τις πάρα πάρα πολλές φλυαρίες της, η παράσταση στο σύνολό της κέρδισε το κοινό. Ήταν σαν να ήθελες να σου δώσει κάποιος πολλά φιλιά και να σε γεμίσει και λίγα σάλια μέσα στο πάθος του... Τι θα έκανες; Τον άφηνες να σε φιλήσει.

 

 

 6.jpg


* Η παράσταση θα παρουσιαστεί ξανά για 5 παραστάσεις τον Σεπτέμβριο στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών στις 17, 18, 21, 22, & 23 Σεπτεμβρίου 2016.

 

 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία