Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 

Αν ο έρωτας ή ο ερωτισμός μας έχει λείψει κατά την διάρκεια της ακούσιας παρατεταμένης καραντίνας, το Νέτφλιξ, μοιάζει να βουτά σε υποσυνείδητα και μυαλά και με την καινούρια του σειρά, Behind her Eyes, έχει βαλθεί να ικανοποιήσει το (ίσως) ανικανοποίητο της σαρκικής (μας) έλξης.

 

behind her eyes texnes plus

Στο Λονδίνο του σήμερα, το τυχαίο φλερτ μιας γυναίκας σε ένα μπαρ, αποδεικνύεται το νέο της αφεντικό. Και ενώ το ειδύλλιο μεταξύ προϊσταμένου και υφισταμένης συνεχίζεται με αμείωτους σεξουαλικούς ρυθμούς, η σύζυγος του αφεντικού αναπτύσσει μια ιδιαίτερη φιλική σχέση με την ερωμένη του άντρα της. Η φιλία των δύο γυναικών εξελίσσεται εν αγνοία του συζύγου και η ερωτική σχέση (μάλλον) εν αγνοία της συζύγου.

Το σενάριο μπλέκει στα τηλεοπτικά του δίχτυα σεξουαλική ένταση, ψυχολογικά προβλήματα, κοινωνικές τάξεις και εφιάλτες για να μας προσφέρει ένα ερεθιστικό ερωτικό τρίγωνο με πινελιές ψυχολογικού θρίλερ.

Το Νέτφλιξ βάζει για άλλη μια φορά τα σεναριακά του δυνατά και καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον αμείωτο και τα μάτια ορθάνοιχτα. Ίσως, τα κλισέ να σας κάνουν να αναφωνήσετε «κάπου σ’ έχω δει, κάπου σε ξέρω». Όμως, το Νέτφλιξ έχει πέσει για τα καλά μέσα στον ζωμό της εμπορικής επιτυχίας. Και μας χαρίζει μία εύπεπεπτη πλην απόλυτα αξιοπρεπή σειρά που προσφέρεται για ξέγνοιαστο, απενοχοποιημένο binge watching μετά από μια σειρά διαδικτυακών meeting.

Ο Kornel Mundruczo ,μετά από μια σωρεία βραβείων και μια σειρά ταινιών στην γλώσσα του, επανήλθε στο κινηματογραφικό προσκήνιο με την πρώτη αγγλόφωνη ταινία του. Και με αφορμή την ιστορία ενός τραγικού τοκετού, βουτάει στα βαθιά της απώλειας και στα μύχια του πένθους.

Ξεκινώντας την ταινία του με μια βαθιά προσωπική σκηνή ενός τοκετού, με απότοκο τον άμεσο θάνατο του βρέφους, η ταινία μοιάζει να μπορεί να πατήσει γερά στα αφηγηματικά της πόδια. Δύο, όμως, αφηγηματικά πόδια που ξεκινάνε γρήγορα να κουτσαίνουν όταν οι πρωταγωνιστές εγκαταλείπουν την μοιραία οικογενειακή εστία. Το σενάριο αφήνει ακουσίως στην άκρη την τρυφερότητα του ζεύγους για να μιλήσει για την απόγνωση της μονάδας, καταλήγοντας, όμως, σε ξαναειδωμένες ευκολίες και σε χαρακτήρες χωρίς προσωπική σφραγίδα. Ενώ, μοιάζοντας να ακολουθεί κατά πόδας την πολιτική ορθότητα του «όλοι οι άντρες είναι μαλάκες», δεν καταφέρνει να βρει την ισορροπία των δικών του προσωπικών σεναριακών ποδιών.

Η σκηνοθεσία ανήκει ξεκάθαρα σε έναν ταλαντούχο σκηνοθέτη, ο οποίος ξέρει να σε παρασύρει στα κινηματογραφικά του σύμπαντα με μέσα του την οπτική αποτύπωση της ανθρωπιάς και του πόνου. Χωρίς να διατυμπανίζει την αισθητική του και χωρίς να διατείνεται ότι κατάφερε το σκηνοθετικά ακατόρθωτο, ο Mundruczo ποντάρει στο πηγαίο και αυθόρμητο και βγαίνει κερδισμένος.

 

woman

Οι ερμηνείες, μοιάζουν σε όλα τους τα σημεία διεκπαιραιωτικές, χωρίς ποτέ να περάσουν, όμως, το κινηματογραφικό εμπόδιο της ερμηνείας για να αγγίξουν την ειλικρίνεια της πραγματικής οικογένειας.

Συμπερασματικά, πρόκειται για μια ταινία που, στα σημεία, δεν διεκδικεί τις δάφνες του ποιοτικού σινεμά. Και για ένα μελόδραμα που πατώντας στην παράδοση ενός Κασσαβέτη, δεν καταφέρνει να χαρίσει στο ίδιο της το είδος την απαιτούμενη φρεσκάδα. Παραμένει, όμως, σε κάθε περίπτωση ένα έργο τέχνης με κινηματογραφικά κότσια και υψηλή αισθητική.

3/5

Αν κάθεσαι κι εσύ στο σαλόνι σου μόνος και φτιάχνεις χαμογελαστός ουτοπίες από Lego, Playmobil ή λούτρινα κουκλάκια για λαμπρά μέλλοντα, ο Αρονόφσκι, στην καλύτερη ταινία του, είναι εδώ για να σου πει ότι τα Lego θα σπάσουν στα κομμάτια τους, τα Playmobil θα χάσουν τις περούκες τους και τα λούτρινα κουκλάκια θα ξεπουπουλιαστούν.

Γιος (Jared Leto) και μάνα (Helen Berstyn) ψάχνουν και ψάχνονται για ένα καλύτερο μέλλον. Με τον γιο να ονειρεύεται το αύριο ενός σύγχρονου βασιλιά Μίδα, πλην μεγαλέμπορου ναρκωτικών, και την μάνα να προσδοκά να ανακτήσει την αδικοχαμένη σιλουέτα των νεανικών της χρόνων. Όταν το εμπόριο ναρκωτικών θα αποδειχθεί έναυσμα για την προσωπική κάθοδο σε ένα σύμπαν εξαρτήσεων και απόλυτου εξευτελισμού, και οι τηλεοπτικές δίαιτες εξπρές βασισμένες σε πάσης φύσεως και χρώματος εξαρτησιογόνα χάπια, το σμπαράλιασμα των ονείρων θα είναι βίαιο και μοιραίο.

Ο Αρονόφσκι, εδώ, μας χαρίζει μία από τις πλέον σκοτεινές και σοκαριστικές ταινίες όλων των εποχών, που με έναυσμα τον κόσμο των ναρκωτικών κοιτάζει στα μάτια το American Dream σφάζοντας το με τα γυμνά κινηματογραφικά του χέρια. Μια ταινία που ουρλιάζει στα πάσης φύσεως όνειρα «καλός μαλάκας είσαι κι εσύ», τους γυρνά την πλάτη και τα παρατάει, τελικά, μόνα σ’ ένα σύμπαν με μοναδική  και βέβαιη λύση, το χαρακίρι.

Σενάριο και σκηνοθεσία δημιουργούν από κοινού ένα σύμπαν λούμπεν αντιηρώων σε μια διαρκή προσπάθεια απόκτησης του ηρωισμού που ακουσίως στερηθήκανε. Ενώ, οι ερμηνείες των Jared Leto, Helen Berstyn και Jennifer Connelly είναι απόλυτα ικανές να αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια των πλέον δυστοπικών νυχτερινών σας ονείρων.

 

Διαθέσιμη στο Netflix


Ο 79χρονος Μάρτιν Σκορτσέζε γυρνάει στα παλιά του γκανγκστερικά λημέρια, και με τον «Ιρλανδό» πλάθει ένα χαρακτήρα-προσωποποίηση της κατάρρευσης του αμερικάνικου ονείρου. Κινούμενος ανάμεσα σε μυθοπλασία και πραγματικότητα, πιάνει στα χέρια του τον Φρανκ Σίραν, τον «Ιρλανδό», άρτι αφιχθέντα από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και νυν φτωχοδιάβολο πλην με κλίση και χαρακτηριστική άνεση στην αφαίρεση ανθρώπινων ζωών. Με μερικά στόματα να θρέψει , ο πάτερ φαμίλιας αποφασίζει να θέσει τα ταλέντα του στην υπηρεσία της μαφίας. Η άνοδος του θα είναι ,φυσικά, θεαματική και η πτώση του αναπόδραστη σε μια ιστορία για τη φιλία, την προδοσία, την οικογένεια και το αναπόφευκτο γήρας.  

Ο Σκορτσέζε επιστρέφοντας μεν στις προσφιλείς του μαφιόζικες στιγμές, απεκδύεται δε την παλιά του σκοτεινιά για χάρη μιας feel good ελαφρότητας, μοιάζοντας να σκηνοθετεί πρωτίστως ένα πάρτι κινηματογραφικής αυτοϊκανοποίησης. Όσο, όμως, και αν η ταινία θυμίζει κινηματογραφικό αυνανισμό, ο Σκορτσέζε καταφέρνει να βρει την τέλεια ισορροπία ανάμεσα στο μεγαλεπήβολο έπος, την καταγραφή της ιστορίας και το ανθρώπινο ψυχογράφημα, αποδεικνύοντας πως ο κινηματογράφος θέλει (και) πάθος.

irishman texnes plus 2
Ο σκηνοθέτης διαθέτει, μάλιστα, ως όπλο στη φαρέτρα του το σενάριο του Steve Zaillian, που αφηγείται μια ιστορία περασμένων μεγαλείων χωρίς γλυκερούς μελοδραματισμούς αλλά με την αίσθηση της διαρκούς επικείμενης απειλής και της αναπόφευκτης έκρηξης, χαρίζοντας στην ιστορία του το μοιραίο της ίδιας της ανθρώπινης ζωής. Ένα σενάριο που δεν αναλώνεται σε ανθρωποκυνηγητά και στη ευκολία του αιματοκυλίσματος, αλλά στη δυσκολία του ψυχογραφήματος ενός εκτελεστή βετεράνου πολέμου και στην αποτύπωση μιας κοινωνίας σε πλουσιοπάροχη μεν, σήψη δε.


Κι αν στο ξεκίνημα της, η ταινία θυμίζει πάρτυ γερόντων ή τραπέζι καφενείου με τσίπουρα και συνταξιούχους θαμώνες, γρήγορα χάνει το χαρακτήρα της απεγνωσμένης προσπάθειας για αναβίωση αλλοτινών ευτυχιών, διαθέτοντας για πανάξιους συμμάχους τους ηλικιωμένους, πλην –ακόμα- αφόρητα cool Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Αλ Πατσίνο, Τζόε Πεσί και Χάρβει Κειτέλ σε δαιμονισμένα κέφια.
Κι αν ο Σκορτσέζε μας έχει καλομάθει στα γκανγκστερικά έπη, κι αν οι Ντε Νίρο και Πατσίνο δίνουν τα υποκριτικά τους φώτα σε ρόλους διακόπτες που αναβοσβήνουν ανά τις δεκαετίες, η ταινία διαθέτει τη φρεσκάδα, τη σπιρτάδα και την ορμή ενός τεράστιους δημιουργού. Και ακυρώνει σχεδόν ολοκληρωτικά με τη ζωντάνια της τα όποια «κάπου σε είδα, κάπου σε ξέρω» πάνε δειλά να ξεμυτίσουν.

3,5/5

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία